Made in Italy
Οι Λίαμ Νίσον και Μάικλ Ρίτσαρντσον υποδύονται τον πατέρα και γιο (όπως είναι και στην πραγματικότητα) σε μια δραματική ταινία που γυρίστηκε στη μαγευτική Τοσκάνη.
Υπόθεση
Στην Τοσκάνη βρίσκεται το εξοχικό που έχουν κληρονομήσει ο Ρόμπερτ με το γιο του Τζακ. Επιχειρώντας να ανακαινίσουν το μισογκρεμισμένο κτήριο και να το επαναφέρουν στην παλιά του αίγλη, θα γνωρίσουν τους ντόπιους κάτοικους της περιοχής και θα βελτιώσουν τη δική τους προβληματική έτσι τη σχέση τους, που έως τώρα ήταν σχεδόν ανύπαρκτη.
Πατέρας και γιος
Ως φόρος τιμής στην ομορφιά, την τέχνη (ο χαρακτήρας του Νίσον είναι ζωγράφος ενώ ο γιος του είναι γκαλερίστας) και την καλή ζωή – ένα ριζότο κι ένα ποτήρι κόκκινο κρασί είναι ένα σχήμα πολύ κοντά στην ευτυχία- θα μπορούσε να εκληφθεί το «Made in Italy» του νεοφερμένου Τζέιμς Ντ’ Αρσι αν το δραματικό point δεν βάραινε τόσο πολύ στα φροντισμένα κάδρα του. Υπάρχουν βέβαια πινελιές αισιοδοξίας και χιούμορ, όπως η ατάκα της μεσίτριας που αναλαμβάνει να πουλήσει το σπίτι: «Μόνο καλύτερα μπορούν να γίνουν τα πράγματα» αλλά δεν υπάρχει ισορροπία μεταξύ γέλιου και συγκίνησης. Μεγάλη αλήθεια η παραπάνω ατάκα που ισχύει και στο σινεμά ακόμη και για ταινίες που δείχνουν απέραντα προβλέψιμες και σχηματικές όπως αυτή εδώ.
Περνάς μιάμιση ώρα χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα και απλώς διασκεδάζεις με την αισθητική μεγαλοπρέπεια ενός φιλμ που διαθέτει κάποιες συμπαθητικές, πιασάρικες καταστάσεις και δεν εγκαταλείπει τη χαρακτηριστική ελαφρότητα του ακόμη κι όταν το δράμα μπουκάρει με δύναμη στο σετ. Η τραυματική ιστορία από το παρελθόν με το θάνατο σε τροχαίο της συζύγου-μητέρας λειτουργεί ως έναυσμα για να πάρουν τα πράγματα από την αρχή οι δύο ήρωες και να ανακαλύψουν εκ νέου την ομορφιά της ζωής, παρότι ο χαρακτήρας του Νίσον έχει τις αντιρρήσεις του. «Στην πραγματικότητα δεν μπορείς να κάνεις μια νέα αρχή», λέει και πέφτει με τα μούτρα στην ανακαίνιση του οικήματος επειδή «αξίζει να τιμήσουμε την ιστορία του σπιτιού».