Ο Ταξιτζής
Ψυχολογικό νεο-νουάρ θρίλερ σε σκηνοθεσία Μάρτιν Σκορσέζε και πρωταγωνιστές τους Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Τζόντι Φόστερ, Χάρβεϊ Καϊτέλ και Σίμπιλ Σέπερντ.

Ένας Νεοϋορκέζος ταξιτζής που υπηρέτησε στον Πόλεμο του Βιετνάμ, πάσχει από κατάθλιψη και για να καταπολεμήσει τις αϋπνίες του εργάζεται τα βράδια ως ταξιτζής. Αναζητώντας κάποιο νόημα στην μονότονη ζωή του, ερωτεύεται μία γυναίκα πολύ μακριά από το βεληνεκές του και έπειτα αφοσιώνεται σε μια νεαρή ιερόδουλη, που δυναστεύεται από τον νταβατζή της.
Λίγα λόγια για τη ταινίαΨυχολογικό νεο-νουάρ θρίλερ σε σκηνοθεσία Μάρτιν Σκορσέζε και σε σενάριο Πολ Σρέιντερ. Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Στην ταινία επίσης, εμφανίζονται και οι Τζόντι Φόστερ, Χάρβεϊ Καϊτέλ και Σίμπιλ Σέπερντ. Η ταινία προτάθηκε για τέσσερα βραβεία Όσκαρ, μεταξύ των οποίων του Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, ενώ βραβεύτηκε με το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών.
Η ταινία γυρίστηκε το καλοκαίρι του 1976 στη Νέα Υόρκη, κατά τη διάρκεια απεργίας των απορριμματοφόρων. «Ο Ταξιτζής» υπέστη λογοκρισία από την Ένωση Κινηματογραφιστών Αμερικής για τις σκηνές βίας που περιείχε. Ο Σκορσέζε έκανε αποκορεσμό στο χρώμα της εικόνας στις τελικές σκηνές, εξασφαλίζοντας με αυτό τον τρόπο την κυκλοφορία της ταινίας με την ένδειξη «Ακατάλληλον προς ανηλίκους».
Ο Ντε Νίρο απέκτησε δίπλωμα οδήγησης για ταξί για την προετοιμασία του κι όταν είχε διάλειμμα από την άλλη του ταινία, έπαιρνε το ταξί κι έκανε βόλτες στη πόλη κι έπειτα γύριζε ξανά στη Ρώμη για να συνεχίσει τα γυρίσματα της ταινίας «1900».
«Ο Ταξιτζής» είχε μέρος ευθύνης στη δημιουργία της απατηλής φαντασίας του Τζον Χίνκλεϊ Τζ., ο οποίος είχε αποπειραθεί να δολοφονήσει τον πρόεδρο των Η.Π.Α. Ρόναλντ Ρίγκαν το 1981, μια πράξη για την οποία κρίθηκε αθώος για λόγους παραφροσύνης. Ο Χίνκλεϊ δήλωσε ότι η πράξη του ήταν μια προσπάθεια για να εντυπωσιάσει την ηθοποιό Τζόντι Φόστερ, με την οποία είχε ψύχωση. Ο Χίνκλεϊ ξύρισε τα μαλλιά του υιοθετώντας το στυλ του Μοϊκανού που είχε ο Ντε Νίρο στην τελευταία σκηνή της ταινίας. Ο δικηγόρος του στήριξε την υπεράσπισή του, προβάλλοντας στο δικαστήριο την ταινία του Σκορσέζε.