MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
28
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Θάνος Τοκάκης: -Αν ήθελα να βγάλω λεφτά, δεν θα γινόμουν ηθοποιός!

Ο Θάνος Τοκάκης είναι ένας ταχύτατα ανερχόμενος άνθρωπος του θεάτρου. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, έχει ήδη κάνει σημαντικά βήματα στο χώρο της υποκριτικής, παίζοντας σε μεγάλα έργα της δραματουργίας, όπως το Θερμοκήπιο του Πίντερ και ο Μακμπέθ του Σαίξπηρ. Παράλληλα, ενεργοποιείται και στον χώρο της σκηνοθεσίας. Συνέντευξη στον Γιώργο Σμυρνής

author-image Γιώργος Σμυρνής

Αυτήν την περίοδο υπογράφει την σκηνοθεσία στο έργο Hannele του Γερμανού Χάουπτμαν, στο θέατρο του Νέου Κόσμου. Παράλληλα, συμμετέχει στην παράσταση Νεφέλες του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία του Νίκου Μαστοράκη, που θα ανέβει στην Επίδαυρο.

Με αφορμή την Hannele ο Χάρης Τοκάκης μας μίλησε για την ποπ αισθητική που έχει υιοθετήσει για να κάνει πιο “ανεβαστικό” ένα βαρύ έργο, τις μνήμες από την παιδική του ηλικία, τα παραμύθια που ενέπνευσαν τον Χάουπτμαν, αλλά και το Dancing Queen των Abba. 

– Τι σας γοήτευσε στο έργο του Χάουπτμαν “Hannele”;
Με γοήτευσε πάρα πολύ το φανταστικό κομμάτι του έργου. Ο συγγραφέας έκανε μετάβαση από το νατουραλιστικό- ρεαλιστικό στο φανταστικό. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση, το ότι ήταν τόσο κοντά το πραγματικό με το φανταστικό αλλά και τόσο μακριά. Ουσιαστικά, αυτό ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι που έπρεπε να δουλέψουμε μέσα στο έργο. Γιατί έπρεπε μεν να είναι δύο κόσμοι διαφορετικοί, αλλά όχι τόσο διαφορετικοί, γιατί ο ένας πρέπει να παίρνει στοιχεία από τον άλλο.

– Στην αρχή του έργου οι ηθοποιοί μιλάνε ο ένας πάνω στον άλλο και δεν ακούγονται εύκολα τα όσα λένε. Γιατί κάνατε αυτήν την σκηνοθετική επιλογή;
Η πρώτη σκηνή είναι η σκηνή των ζητιάνων. Είναι μία σκηνή, η οποία αφηγηματικά δεν μας λέει τίποτα και σε σχέση με όσα γίνονται μετά δεν έχει καμία απολύτως σύνδεση. Επομένως, επέλεξα πιο πολύ να φτιάξω την ατμόσφαιρα, να βγάλουμε όλη τη μιζέρια. Και ήταν σημαντικό να βάζεις τον θεατή σε μία ατμόσφαιρα στην πρώτη σκηνή.

-Γιατί χρησιμοποιήσατε το τραγούδι των Abba “You are a dancing queen”;
Σχεδόν τυχαία. Κάποια στιγμή το άκουσα στο σούπερ μάρκετ και αποφάσισα να το χρησιμοποιήσω. Έτσι κι αλλιώς ταίριαζε στην ποπ αισθητική αυτού που ήθελα να βγάλω. Επίσης, είναι ένα τραγούδι, που δεν σε ρίχνει, αλλά σε ανεβάζει. Και σε ένα έργο, που έχει μία ψυχολογία «προς τα κάτω», το τραγούδι αυτό σε ανεβάζει. Και είναι και ένα πασίγνωστο κομμάτι, που το ακούς συνέχεια και απλά έδωσα μία άλλη οπτική αυτού του κομματιού μέσα στο έργο.

-Ποια είναι η σχέση της Χάνελε με γνωστά παραμύθια.
Έχει σχέση με τη Χιονάτη και το γυάλινο φέρετρό της, με την Σταχτοπούτα και τα γυάλινα παπούτσια της και με το Κοριτσάκι με τα σπίρτα, που γενικά είναι σαν αναφορά σε ολόκληρο το έργο. Το παραμύθι υπάρχει πάρα πολύ μέσα στο έργο και ήθελα πάρα πολύ αυτό να το βγάλουμε αυτούσιο. Βέβαια, μία διαφορά σε σχέση με την εποχή μας είναι πως η Χάνελε ήταν ένα κοριτσάκι 14 ετών. Τότε ήταν πολύ πιο κοντά στο παραμύθι. Τώρα τα δεκατετράχρονα δεν είναι τόσο πολύ μες το παραμύθι. Αλλά, και γι’ αυτό το λόγο επέλεξα το Dancing Queen που έχει και την εφηβεία μέσα. Αναδεικνύει δηλαδή μία μετάβαση. Όπως σε μετάβαση ήταν ο ίδιος ο συγγραφέας, όταν έγραφε το έργο και έκανε την μετάβαση από το νατουραλιστικό στο φανταστικό.

-Γιατί επιλέξατε την ποπ αισθητική και γιατί θελήσατε να δημιουργήσετε την αντίθεση ανάμεσα στο πένθιμο και το ανεβαστικό;
Το έργο αυτό είναι σχεδόν μελοδραματικό και υπάρχουν πολλές σκηνές αρκετά βαριές. Ήθελα να δώσω στον θεατή μία κατεύθυνση μίας άλλης πλευράς, όχι τόσο καταθλιπτικής. Ήταν πολύ σημαντικό για μένα. Έτσι κι αλλιώς και η Χάνελε βλέπει έτσι το θάνατο. Όσο για την ποπ αισθητική, ήθελα να δώσω την αίσθηση του παλιού. Τα 80’s μου θυμίζουν την παιδική μου ηλικία και είναι- έτσι κι αλλιώς- μία παλαιότερη εποχή, καθώς έχουν περάσει 30 χρόνια. Ήθελα να μας φέρει λίγο το σκονισμένο, το φθαρμένο και τις αναμνήσεις μίας άλλης εποχής.

-Η μαρξιστική ρήση: «η θρησκεία είναι το όπιο των λαών», που διατυπώθηκε κοντά στην εποχή που γράφτηκε το έργο, αναδεικνύεται μέσα από τις μεταφυσικές φαντασιώσεις της Χάνελε στο χαροπάλεμά της;
Η θρησκεία είναι ένα θέμα που το θίγει υπονομευτικά πάρα πολύ ο συγγραφέας. Έτσι κι αλλιώς, αυτό το έργο είχε απαγορευτεί τότε στην Γερμανία. Και είχε απαγορευτεί και από την ρώσικη εκκλησία, όταν θέλησε να το ανεβάσει ο σκηνοθέτης Στανισλάβσκι στην Ρωσία. Η θρησκεία ήταν πολύ ισχυρό θέμα στην εποχή του Χάουπτμαν. Εμένα δεν με ενδιέφερε τόσο πολύ και προσωπικά και σε επίπεδο κοινωνικό και δεν είναι πρωτεύον για τη δική μας την παράσταση, έτσι όπως το διάβασα το έργο. Υπάρχουν πολύ πιο σοβαρά προβλήματα πλέον. Το ίδιο το κείμενο έχει κάποια σημεία υπονομευτικά της θρησκείας, που δεν ήθελα να τα τονίσω πιο πολύ. Επίσης, θεώρησα ότι έτσι κι αλλιώς, η Χάνελε ήταν ένα θρησκόληπτο παιδάκι, γιατί τότε, όλοι μεγάλωναν Χριστιανοί. Ο συγγραφέας παίζει πιο πολύ υπονομευτικά σε σχέση με τη θρησκεία και τις ενοχές του ανθρώπου. Ας πούμε η εσωτερική σύγκρουση της Χάνελε: «Η θρησκεία μου λέει ότι η αυτοκτονία είναι λάθος, αλλά εγώ δεν μπορώ να συνεχίσω να ζω.»

-Το έργο παρουσιάζει και ένα κοινωνικό πρόβλημα, που υπάρχει και σήμερα, αλλά κυρίως αφορά τους μετανάστες, δηλαδή την φτώχια και την κακοποίηση των παιδιών. Μήπως είναι κάτι που θέλουμε να το αγνοούμε επειδή μας βολεύει; Μήπως και τότε, στο έργο, η κοινωνία ανεχόταν την κακοποίηση της Χάνελε από τον πατέρα της από αδιαφορία; Μήπως αυτό που τελικά δείχνει το έργο είναι ένα έλλειμμα ανθρωπιάς και αλληλεγγύης;
Είναι ακριβώς αυτό! Αυτό προσπαθήσαμε να βγάλουμε στο ρεαλιστικό κομμάτι του έργου. Αυτό που βλέπουμε ακριβώς, όταν παρακολουθούμε στην τηλεόραση κακοποιήσεις και σοκαριζόμαστε και αμέσως μετά αλλάζουμε το κανάλι και το ξεχνάμε. Όλοι οι χαρακτήρες στο πρώτο κομμάτι στέκονται από μακριά κι έχουν μία διάθεση του τύπου: «οκέι, να τελειώνουμε». Είναι αυτό που κάνουμε σήμερα. Εγώ το διάβασα το έργο, σαν να υπάρχει μία ανακούφιση για όλους, όταν πέθανε η Χάνελε.

-Μιλήστε μου για τα επόμενα σχέδια σας και πόσες δυσκολίες συναντούν από την άσχημη οικονομική συγκυρία;
Κάνουμε τις Νεφέλες του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία Μαστοράκη για το Φεστιβάλ Αθηνών. Τα προβλήματα που έχουμε στο θέατρο είναι κοινά με όλων των ανθρώπων. Για μας πάντα ήταν δύσκολα τα πράγματα- κάθε 6 μήνες ψάχναμε για δουλειά. Τώρα είναι ακόμα πιο δύσκολα.

-Το γεγονός ότι εσείς οι ηθοποιοί κάθε 6 μήνες ψάχνετε για δουλειά, μήπως είναι και ένα από τα προνόμια αυτού του χώρου; Το ότι δηλαδή αλλάζετε παραστάσεις συνέχεια και συνεργασίες, ώστε να μην βαριέστε;
Πολύ! Ξέρεις ότι αλλάζεις έργα, αλλάζεις ανθρώπους- δεν μένεις στάσιμος. Επίσης, έχεις την αγωνία του τι θα κάνω του χρόνου, που είναι ταυτόχρονα αγχωτική, αλλά και δημιουργική. Έχει τύχει σεζόν που δεν έκανα τίποτα και άλλη που ήρθε η πρόταση για να παίξω στο Θερμοκήπιο του Βογιατζή. Αυτό το αναπάντεχο έχει τα καλά του και τα κακά του. Σχετικά με τα λεφτά, αν ήθελα να βγάλω λεφτά, δεν θα γινόμουν ηθοποιός. Τώρα, άμα κάνω οικογένεια, δεν ξέρω τι πρόκειται να γίνει.

Περισσότερα από Πρόσωπα
VIMA_WEB3b