Κλέφτης από σπόντα
Στο νέο του φιλμ ο Ντάρεν Αρονόφκσι θέλει να μας πείσει ότι είναι ισάξιος του Ταραντίνο ή των Κοέν, παίζοντας στο δικό τους γήπεδο αλλά προσπαθεί πολύ. Πάρα πολύ.
Ένας πάλαι ποτέ ταλαντούχος νεαρός παίχτης του μπέιζμπολ βλέπει τη ζωή του να πηγαίνει κατά διαόλου ύστερα από ένα μοιραίο ατύχημα. Λίγα χρόνια μετά τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δυσοίωνα για εκείνον, όταν εξαιτίας του πανκ γείτονα του τον καταδιώκουν μαφιόζοι, διεφθαρμένοι μπάτσοι και εβραίοι εκτελεστές.
Χωρίς μέτρο και αναισθητικό
Δεν είναι κακό το φιλμ παρότι είναι ξεκάθαρο ότι δυσκολεύεται να βρει τον πρωτότυπο βηματισμό του. Παρεξηγήσεις, ατυχείς συναθροίσεις και κυρίως προβλήματα ταυτοπροσωπίας, συνθέτουν τον μικρόκοσμο του ήρωα που μάταια προσπαθεί να πείσει τους άλλους ότι δεν είναι εκείνος υπεύθυνος για την εξαφάνιση του χρήματος που αναζητούν. Κι ενώ η κόμικ διάθεση του φιλμ υπηρετείται αρκετά χαλαρά με μια ευπρόσδεκτη τάση για πιο ψαγμένη πολιτική ανάλυση- το δίδυμο των εβραίων εκτελεστών προκαλεί αρκετό γέλιο για όλους τους λάθος λόγους- η κατά διαστήματα ναρκισσιστική πλευρά του Αρονόφσκι ξαναχτυπά. Το στόρι σοβαρεύει χωρίς να υπάρχει σοβαρή αιτία, τα μονότονα κλισέ από ένα σημείο κι έπειτα βασανιστικά μπουκώνουν τη δράση και οι χαρακτήρες (η διεφθαρμένη μπατσίνα της Ρετζίνα Κινγκ είναι διακοσμητική) καταλήγουν καρικατούρες με τις οποίες γελάς κάποιες στιγμές αλλά μόλις πέσουν και οι τίτλοι τέλους τους ξεχνάς από το επόμενο κιόλας λεπτό. Πλην των απολαυστικών χασίδ εκτελεστών των αγνώριστων Λιβ Σράιμπερ και Βίνσεντ Ντ’Ονόφριο, που κλέβουν την παράσταση και ο σκηνοθέτης σοφά επιλέγει να κλείσει την ιστορία του με αυτούς.