MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΣΑΒΒΑΤΟ
27
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ART MEETS FASHION

Μιχαήλ Ταμπακάκης: Είμαι πρώτα καλλιτέχνης και μετά ηθοποιός

Ο ηθοποιός Μιχαήλ Ταμπακάκης ομολογεί πως δεν τον ενδιαφέρει η γνώμη των άλλων, αν δεν είναι εκείνος εντάξει με ό,τι κάνει.

KEIMENO: Στέλλα Χαραμή | 23.02.2024 STYLE EDITOR: ΣΙΣΣΥ ΣΟΥΒΑΤΖΟΓΛΟΥ/ PHOTOGRAPHER: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΣΑΤΣΑΝΗ/ HAIR & MAKE UP: ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΑΛΕΥΡΑΣ

Το όνομα του είναι Μιχαήλ – κι όχι Μιχάλης. Το διευκρινίζει με μια συστολή του τύπου «από μικρό έτσι με φωνάζουν οι γονείς μου»· μια συστολή από την οποία δεν απαλλάσσεται καθόλη τη διάρκεια της συνάντησης μας. Στο μικρό καφέ, δίπλα από το θέατρο Ιλίσσια όπου και παίζει, ο Μιχαήλ Ταμπακάκης εξιστορεί πως ένα παιδί ερμητικά κλειστό, ‘άνοιξε’ στο θέατρο. Πως το θέατρο δεν ήταν μια αναμενόμενη επιλογή αλλά εκείνος είχε πάρει την απόφαση του. Πως το θέατρο, τον βοήθησε να κατανοήσει τον εαυτό του. Πως η εγγενής συνέπεια του διοχετεύεται μεθοδικά στην τέχνη του.

Σίγουρα όχι μια τυπική περίπτωση ηθοποιού της γενιάς του που ξεκινά διστακτικά. Απεναντίας, αποφοιτώντας από τη δραματική του Εθνικού Θεάτρου με ένα ιδανικό ντεμπούτο συνεχίζει να κάνει επιλογές αιχμής – ακόμα κι αν αυτό, ειδικά στην τηλεόραση, δεν είναι πάντα εφικτό.

Φέτος, τον συναντάμε στο super hit του MEGA «Το Nαυάγιο», στη θεατρική μεταφορά του best seller της Πατρίσια Χάϊσμιθ «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» στο θέατρο Ιλίσια σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια ενώ ανυπομονεί για το δεύτερο βήμα της συνεργασίας του με το Βασίλη Κεκάτο, μετά το πολυσυζητημένο «Milky way»: Τη νέα του, μεγάλου μήκους, ταινία.

Έχοντας μια πυκνή εμπειρία σε όλα τα πιθανά πεδία (θέατρο, σινεμά τηλεόραση) και σε σύντομο χρονικό διάστημα, εκτιμά πως, πλέον, ξέρει τι θέλει να κάνει, πάντα με την προσήλωση που νομίζει πως αναλογεί σε αυτή τη δουλειά. Ίσως, γιατί θέλει να αποδείξει πως δεν είναι ένα ακόμα όμορφο πρόσωπο.

Πουλόβερ MARKS & SPENCER. Η φωτογράφιση έγινε στους χώρους του NEOMA Hotel

Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από το επιδαύριο ντεμπούτο σου στην «Άλκηστη» του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάτου.

Αυτή ήταν η πρώτη μου εργασιακή εμπειρία αποφοιτώντας από τη δραματική σχολή του Εθνικού. Αισθάνομαι πως ήταν η πιο ωραία, δυνατή, εμπειρία για κάποιον που παίζει πρώτη φορά στο θέατρο της Επιδαύρου.

Γενικά, πώς θυμάσαι τα πρώτα σου βήματα στο θέατρο;

Για να συμμετέχω στην «Άλκηστη» πέρασα από ακρόαση τριών φάσεων – δεν μπήκα στη διανομή ως απόφοιτος του Εθνικού. Στην πρώτη φάση ήταν απλά τα πράγματα, στη δεύτερη το αίτημα ήταν κινησιολογικό και πάρα πολύ απαιτητικό. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως αφού προετοιμαζόμασταν όλοι σε ένα χώρο κατεβαίναμε κάτω για να μας δει η ομάδα της Κατερίνας Ευαγγελάτου. Κατεβαίνοντας τις σκάλες σκεφτόμουν «να φύγω προς την έξοδο ή να πάω στην οντισιόν;». Ήταν πάρα πολύ δύσκολο και ήμουν πεπεισμένος πως δεν θα με επιλέξουν. Κι αφού, παραδόξως, πέρασα από εκείνη τη δοκιμασία, έμενε η τρίτη φάση του κειμένου. Εκεί κάπως ησύχασα, εκεί κάπως πίστεψα ότι θα τα κατάφερνα. Θυμάμαι με πολλή αγάπη την παράσταση γιατί για όλους εμάς ήταν μια τρομερή συνθήκη να βιώνουμε την εμπειρία του Χορού με αυτό τον τρόπο.

Δεν πιστεύω ότι κανείς αγγίζει κάποιου είδους τελειότητα. Ειδικά στην τέχνη, νιώθω πως, καμία προσπάθεια δεν ολοκληρώνεται

Πήγαν καλά τα πράγματα έκτοτε.

Ευτυχώς, ναι! Στο διάστημα αυτό συμμετείχα σε παραστάσεις που μου άφησαν έντονο αποτύπωμα όπως η «Άλκηστη», η «Γίδα» σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη και ο «Χρύσιππος» για το Φεστιβάλ Αθηνών σε σκηνοθεσία του Θάνου Σαμαρά.

Ήταν αποτέλεσμα δουλειάς, επιλογών, τύχης, συγκυριών;

Νομίζω όλα αυτά μαζί. Δεν πιστεύω ότι έχω κάνει τις ιδανικές επιλογές. Έχω κάνει και σωστές επιλογές και λάθος. Και δεν εννοώ λάθος επιλογές – εννοώντας πως έχω μετανιώσει για κάτι. Γιατί αν με ρωτήσεις, δεν θα άλλαζα τίποτα. Κι αυτό είναι ένα δικό μου κατόρθωμα: Να παίρνω ό,τι καλύτερο μπορώ από το καθετί που μου δίνεται. Πάντως, συνάντησα από νωρίς πολύ ωραίους ανθρώπους – καλλιτέχνες και μη – και σίγουρα, έκτοτε, δούλεψα πολύ. Θα έλεγα πως έχω θυσιάσει αρκετά πράγματα για τη δουλειά.

Είμαι πρώτα καλλιτέχνης και μετά ηθοποιός· έχω κι άλλες ανησυχίες πέρα από την υποκριτική μου απόδοση

Είχες ανθρώπους που σε βοήθησαν σε αυτή τη διαδρομή;

Δεν θα ξεχάσω ποτέ μια στιγμή που μοιραστήκαμε με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη κατά τη συνεργασία μας στη μίνι σειρά της ΕΡΤ «Αγάπη παράνομη». Είχαμε, λοιπόν, μια πολύ δύσκολη σκηνή και όταν ήρθε η ώρα του δικού μου κοντινού πλάνου έπαιξε καλύτερα για να με στηρίξει και να είμαι εγώ καλός. Αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερα δώρα, να βλέπεις έναν άνθρωπο που θαυμάζεις τόσο πολύ να κάνει κάτι τόσο υπέροχο. Η χειρονομία της με σημάδεψε, τη θυμάμαι και συγκινούμαι πολύ. Δεν νομίζω ότι με έχει εμπνεύσει άνθρωπος περισσότερο από την Καρυοφυλλιά σε βαθμό που σκέφτομαι να φτάσω κάπου για να την πλησιάσω. Μακάρι να καταφέρω να υπάρχω με αυτόν τον τρόπο στο γύρισμα ή όπου αλλού εργάζομαι.

Τι σε ενέπνευσε για να φτάσεις μέχρι την επιλογή του θεάτρου; Ήταν μια πορεία αναζήτησης;

Δεν μπήκα ποτέ στο δίλημμα να ασχοληθώ με τη δουλειά των γονιών μου. Είχα περάσει από τις σκέψεις της αρχιτεκτονικής, της οδοντιατρικής – άσχετα αντικείμενα με το δικό τους. Ωστόσο, από μικρός είχα μια σχέση με την τέχνη – έβλεπα θέατρο, σινεμά, έκανα μαθήματα αγγειοπλαστικής, μουσικής – μέσα και έξω από το σχολείο. Αργότερα, στο Γυμνάσιο μπήκα στο θεατρικό όμιλο του σχολείου κι εκεί νομίζω εκείνο που υποσυνείδητα μου έδινε χαρά, έγινε πιο συνειδητό και σαφές. Καταλάβαινα ότι περνούσα καλά, ανυπομονούσα να έρθει η Παρασκευή για να πάω στα μαθήματα θεάτρου· αλλά και πάλι χωρίς να ξεστομίζω πως «θέλω να γίνω ηθοποιός».

Είχες στήριξη από την οικογένεια σου για την απόφαση σου;

Δεν στάθηκαν ποτέ εμπόδιο, αλλά δεν ήταν και ενθουσιώδεις. Ήταν επιφυλακτικοί, έριχναν το βάρος στις σπουδές μου στο Πανεπιστήμιο. Αλλά όταν πέρασα στη δραματική σχολή του Εθνικού, έγιναν πιο ενθαρρυντικοί· σαν να μου δόθηκε και κάποιο credit.

Ήταν ρίσκο να αφήσεις τη ‘στρωμένη’ ζωή που σου εξασφάλιζε η δουλειά των γονιών σου και να μπεις σε μια περιπέτεια όπως είναι το θέατρο;

Όχι, δεν είχα ποτέ μια τέτοια αγωνία. Δεν σκέφτηκα ότι είχα λογοδοτήσω στους γονείς μου, απεναντίας είχα να λογοδοτήσω στον εαυτό μου. Ομολογώ πως δεν με ενδιαφέρει η γνώμη των άλλων, αν δεν είμαι εγώ εντάξει με αυτό που κάνω. Αν δεν καταφέρω να πείσω εμένα, τίποτε άλλο δεν με ησυχάζει.

Με τη δική μου κρίση είναι πιο ωφέλιμο να συνεχίσω να εξασκώ το επάγγελμα μου, να έχω ώρες πάνω στη σκηνή, ακόμα και σε δουλειές με όχι τόσο υψηλά καλλιτεχνικά κριτήρια.

Σε πείθεις συχνά;

Και ναι και όχι. Είμαι πολύ αυστηρός με τον εαυτό μου.

“Θεωρώ πως έχω κάνει και πράγματα που καλλιτεχνικά δεν με γέμιζαν πολύ, δεν αισθανόμουν πλήρης – αλλά πάντα προσπαθούσα να μην κάνω έκπτωση στη δική μου, ατομική προσπάθεια.”

Και πώς λειτουργεί αυτό σε μια δουλειά που βρίσκεται κάτω από μια ανάγκη διαρκούς επαλήθευσης;

Θετικά – γιατί δεν επαναπαύομαι καθόλου. Είναι από τα ωραία της τέχνης: Να σε κρατάει σε διαρκή αναζήτηση, να μην είσαι σίγουρος για τίποτα και να μην εφησυχάζεις για τίποτα. Συμπεριφέρεσαι σαν ένας μηχανισμός που διαρκώς δουλεύει για κάτι. Φυσικά, στα μάτια κάποιων αυτό ίσως να μοιάζει με ένα είδος ανωμαλίας. Ίσως να έχουν δίκιο… Κάθε βράδυ επαναλαμβάνεις το ίδιο πράγμα, οριακά αυτιστικά, είναι μια κατάσταση που εμπεριέχει ποιότητες μαζοχισμού. Αλλά, ακριβώς, πάνω σε αυτό δουλεύεις ώστε κάθε μέρα να εξελίσσεται σε μια νέα ευκαιρία για να βελτιώσεις κάτι και να πορεύεσαι προς κάτι καλύτερο. Χωρίς αυτό να κατακτά το τέλειο. Εξάλλου, δεν πιστεύω ότι κανείς αγγίζει κάποιου είδους τελειότητα. Ειδικά στην τέχνη, νιώθω πως, καμία προσπάθεια δεν ολοκληρώνεται.

Δεν υπάρχει τίποτα πιο δύσκολο από το θέατρο. Και δεν γίνεται ένας καλός ηθοποιός να μην είναι καλός στο θέατρο – το ανάποδο μπορεί να συμβεί.

Άλλωστε για να ολοκληρωθεί κάτι απαιτείται η συνεισφορά πολλών ανθρώπων που θα ενωθούν σε μια καλή στιγμή.

Πρόσφατα πέρασα μια κρίση σκεπτόμενος πως ναι, είμαι ηθοποιός αλλά πρωτίστως είμαι καλλιτέχνης. Στη συνείδηση του κόσμου αυτός ο διαχωρισμός δεν είναι καθαρός. Ως ηθοποιός δεν παίρνεις την ευθύνη του αποτελέσματος μιας παράστασης κι αυτό είναι σύνηθες: Να δουλεύεις σε μια παράσταση με την οποία καλλιτεχνικά δεν συμφωνείς γιατί κάποιος άλλος έχει πάρει την ευθύνη για το «όλον». Άρα τι κάνω σε αυτήν την περίπτωση; Πρέπει να είμαι πιο επιλεκτικός; Πρέπει να σκεφτώ πιο σοβαρά τη διαδρομή που κάνουν κάποιοι ηθοποιοί προς τη σκηνοθεσία; Έχω, λοιπόν, αυτές τις πιο φιλοσοφικές ερωτήσεις να με βασανίζουν. Είμαι πρώτα καλλιτέχνης και μετά ηθοποιός· έχω κι άλλες ανησυχίες πέρα από την υποκριτική μου απόδοση.

Αυτό σημαίνει πως έχεις κάνει και συνεργασίες τις οποίες δεν εκτίμησες ιδιαίτερα;

Μίλησα πιο πριν για την Κατερίνα Ευαγγελάτου και το Θάνο Σαμαρά, δύο δημιουργούς που με ενέπνευσαν αφάνταστα. Όμως για να τους εκτιμήσω, έπρεπε να δω πως είναι και το άλλο. Θεωρώ πως έχω κάνει και πράγματα που καλλιτεχνικά δεν με γέμιζαν πολύ, δεν αισθανόμουν πλήρης – αλλά πάντα προσπαθούσα να μην κάνω έκπτωση στη δική μου, ατομική προσπάθεια. Και τελικά, αυτό είναι ένα ερώτημα που κι εγώ προσπαθώ να απαντήσω: Από τη στιγμή που έχω επιλέξει να είμαι επαγγελματίας ηθοποιός, πόσο είναι εφικτό να διεκδικώ το αξίωμα του ολοκληρωμένου καλλιτέχνη; Αυτή είναι μια ζυγαριά που χρειάζεται να βρίσκεται σε ισορροπία.

Η συνέπεια είναι βαθιά ριζωμένη στη φύση μου

Από την άλλη, φαντάζομαι, υπάρχει και το ερώτημα του βιοπορισμού.

Φυσικά, έχω επιλέξει να εργαστώ ως επαγγελματίας ηθοποιός. Εκτός κι αν πω ότι «δεν έχω προτάσεις που καλύπτουν την αισθητική μου θέση και κάθομαι σπίτι μου». Αυτό προϋποθέτει ή να υπάρχει μια οικονομική ευχέρεια για να ζήσω ή να με ζουν οι γονείς μου ή να αποφασίσω να δουλέψω σέρβις για ένα διάστημα μέχρι να έρθει αυτό που με γεμίζει. Βέβαια, με τη δική μου κρίση είναι πιο ωφέλιμο να συνεχίσω να εξασκώ το επάγγελμα μου, να έχω ώρες πάνω στη σκηνή, να δουλεύω με τη φωνή, το σώμα και το συναίσθημα μου, ακόμα και σε δουλειές με όχι τόσο υψηλά καλλιτεχνικά κριτήρια – από το να πω ότι «τώρα όχι, δουλεύω ως μπάρμαν».

Και μάλλον αυτό σε έχει βοηθήσει να συγκεντρώσεις πυκνή εμπειρία σε μικρό διάστημα τόσο στο θέατρο και στην τηλεόραση και στο σινεμά, με τελευταίο εγχείρημα τη νέα ταινία του Βασίλη Κεκάτου.

Υποσυνείδητα συνέβη αυτό: Προσπάθησα να συγκεντρώσω εμπειρία από όλα τα είδη και υφολογικά από ετερόκλητα πράγματα. Κι αυτό τελικά με έχει βοηθήσει να δω πολλά διαφορετικά πράγματα και να καταλήξω τι μου ταιριάζει περισσότερο. Θα έλεγα πως τώρα έχω φτάσει σε ένα σημείο να ξέρω τι μου αρέσει, τι θέλω να κάνω, με ποιους θέλω να δουλεύω, ποιους έχω ανάγκη και τι με εκφράζει αισθητικά.

Στους χώρους που έχεις δοκιμαστεί – οι οποίοι έχουν διαφορετική γλώσσα και άλλα μέσα – τι προκρίνεις;

Πιστεύω πως δεν υπάρχει τίποτα πιο δύσκολο από το θέατρο. Και δεν γίνεται ένας καλός ηθοποιός να μην είναι καλός στο θέατρο – το ανάποδο μπορεί να συμβεί. Το θέατρο σου ζητάει το 100% σου, τον καλύτερο εαυτό σου, μια διαρκή προπόνηση. Στο θέατρο είσαι σαν αθλητής. Κι αυτό δεν είναι κάτι που συναντάς στην τηλεόραση ή στο σινεμά. Φυσικά και το σινεμά είναι υπέροχο, έχει τους δικούς του κώδικες, αλλά στο θέατρο χρειάζεται να είσαι στρατιώτης, ένας καλός στρατιώτης. Στο θέατρο δεν σου συγχωρείται κανένα λάθος. Δεν σε προστατεύει τίποτα και δεν κρύβεσαι από κανέναν. Είναι η απόλυτη έκθεση. Κι έπειτα είναι μια τέχνη μεγάλης δέσμευσης: Δουλεύεις σε μια παράσταση για 2-3 μήνες, προηγούνται 2-3 μήνες προβών, κάθε μέρα πρέπει να είσαι στις 19.00 στο θέατρο για την παράσταση. Και επιπλέον, πρέπει να είσαι αρκετά ευέλικτος ώστε η συνθήκη της επανάληψης να μην σε βαλτώσει, να επιδιώκεις να εξελιχθείς μέσα σε αυτήν και να μη μένεις στάσιμος. Όλα αυτά τα δύσκολα είναι, μαζί, και τόσο μαγικά.

Χρησιμοποίησες τον όρο «στρατιώτης» και δίνεις την εντύπωση ενός ανθρώπου πολύ πειθαρχημένου. Πώς προέκυψε αυτό;

Είμαι πολύ συνεπής· κ αυτό είναι κάτι που σίγουρα μου κληροδότησαν οι γονείς μου. Από μαθητής ήμουν το πρώτο παιδί που πήγαινε στα πάρτι, μπορεί και πριν καν ξεκινήσει. Έκτοτε, έχω κάνει πολλές προσπάθειες να αργήσω κάπου και στ’ αλήθεια δεν τα έχω καταφέρει. Η συνέπεια είναι βαθιά ριζωμένη στη φύση μου. Όλο το υπόλοιπο κομμάτι πειθαρχίας έχει να κάνει με μένα, αφού οι γονείς μου δεν ήταν πιεστικοί σχετικά με την απόδοση μου. Έχω μια εμμονή με τα πράγματα, θέλω να δουλεύω πολύ για να είμαι σίγουρος ότι έχω κάνει το καλύτερο που γίνεται. Κι ενώ τα παιδιά της ηλικίας μου, τέλειωναν το σχολείο κι ακόμα κι αν περνούσαν στο Πανεπιστήμιο έκαναν dolce vitta, εγώ το διαχειριζόμουν εντελώς διαφορετικά. Ήμουν στη δραματική σχολή του Εθνικού για τρία χρόνια από το πρωί έως το βράδυ, αμέσως μετά μπήκα στη δουλειά, δεν έδωσα ποτέ στον εαυτό μου χώρο για να πω ότι «τώρα θα ξεσαλώσω». Θα έλεγα ότι έχω κάνει θυσίες για να μπορώ να ανταποκριθώ με συνέπεια στη δουλειά μου. Είμαι πολύ αυστηρός και οργανωτικός και αυτό με βάζει πολύ έντονα στην αναζήτηση του «τι θέλω να κάνω».

Θα ήθελα να αλλάξει οριστικά η παλιά νοοτροπία πως μέσα από το σκοτάδι θα γεννηθεί η τέχνη. Δεν χρειάζεται να βασανιστεί κανένας για να παραχθεί τέχνη.

Το «τι θέλω να κάνω» θα μπορούσε να σε βάλει και μέσα σε πράγματα που ορίζεις περισσότερο εσύ; Αν μιλάμε για τη σκηνοθεσία, λόγου χάρη.

Το έχω σκεφτεί αλλά δεν θα μπορούσα να δω τον εαυτό μου ηθοποιό και σκηνοθέτη σε μια παράσταση. Εκείνο που, για την ώρα, περνάει από το χέρι μου είναι να επιλέγω ανθρώπους με τους οποίους ξέρω ότι μιλάμε την ίδια γλώσσα. Διαφορετικά, αρχίζουν τα πράγματα και δυσκολεύουν.

Θα αποχωρούσες από μια δουλειά αν ένιωθες ότι κινείσαι σε άλλο μήκος κύματος με το σκηνοθέτη ή τους συνεργάτες;

Έχω φύγει από παράσταση όταν ένιωσα ότι ερχόταν κάτι τέτοιο. Φυσικά είχα την πολυτέλεια να το κάνω, γιατί οι πρόβες ήταν σε πολύ πρώιμο στάδιο. Αν όμως, αυτή η διαπίστωση έρθει αργότερα και θέλεις να λέγεσαι επαγγελματίας, δεν μπορείς να εγκαταλείψεις μια παράσταση.

Όταν ξεκίνησα είχα πάντα την αγωνία να αποδείξω ότι δεν ήμουν απλώς ένα όμορφο παιδί, αλλά και κάποιος που έχει δυνατότητες

Αλήθεια, πόσο συνέβαλε η τηλεόραση στο να ανοίξει γρήγορα ο κύκλος των ευκαιριών για σένα;

Σίγουρα μου γίνονται περισσότερες προτάσεις θεατρικά από ότι πριν. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι προτάσεις της αισθητικής μου. Από την άλλη, ο ρόλος του Μπίλι στη «Γίδα» – που ήταν μια παράσταση σταθμός για μένα – ήρθε χωρίς να έχω εμφανιστεί στην τηλεόραση. Οπότε καταλήγω πως έχει να κάνει με ένα ζήτημα διαχείρισης. Νομίζω πως το καλύτερο για έναν ηθοποιό της ηλικίας μου είναι να πάρει μια απόσταση, να βγει λίγο έξω από τον εαυτό του και να λειτουργήσει σαν τρίτο μάτι στην κατάσταση.

Πώς βλέπει ένας ηθοποιός της γενιάς σου, την εξαργύρωση της τηλεοπτικής αναγνωρισιμότητας τους σε θεατρικούς ρόλους;

Δεν αντιμετωπίζω το θέατρο ως προσωποκεντρικό σπορ. Είναι μια ομαδική κατάσταση, μια συνολική προσπάθεια. Οπότε, σκέφτομαι πως δεν θα έρθει κάποιος να δει το Μιχαήλ Ταμπακάκη επειδή παίζει στην τάδε σειρά. Δεν λέω πως δεν συμβαίνει, αλλά είναι μια τακτική που καλό θα ήταν να εκπαιδευτεί: Να πηγαίνουμε στο θέατρο για να δούμε μια συνολική προσπάθεια κι όχι κάποιον που έχουμε εντοπίσει σε ένα σίριαλ. Να μου πεις και ο Τομ Χόλαντ μετά τον «Σπάιντερμαν» θα παίξει το Ρωμαίο στο Γουέστ Εντ και στην αφίσα εμφανίζεται μόνο ο Χόλαντ. Που πήγε, αλήθεια, η Ιουλιέτα;

Η ομορφιά σου, η καλή εξωτερική εμφάνιση, θεωρείς ότι έχει σταθεί βοηθητική;

Φυσικά, στο χώρο μας η εικόνα παίζει καθοριστικό ρόλο. Αλλά όταν ξεκίνησα να δουλεύω είχα πάντα την αγωνία να αποδείξω ότι δεν ήμουν απλώς ένα όμορφο παιδί, αλλά και κάποιος που έχει δυνατότητες. Υπάρχει, ακόμα αυτή η παρωχημένη διάκριση ότι μπορεί να είσαι ωραίος αλλά «να μην τα λες». Μια παγίδα στην οποία έπεσα. Πάντως, ποτέ δεν ήμουν ο όμορφος του σχολείου· δεν μεγάλωσα με αυτό το βίωμα.

Δεν με αφορά η ασφάλεια. Θέλω να μπαίνω από το μηδέν σε μια διαδικασία αναζήτησης, έρευνας, δουλειάς κι ας αποτύχω παταγωδώς.

Ωστόσο, σε έχει παγιδεύσει σε type casting;

Πέρυσι, μετά το «Μαύρο ρόδο» αυτό έγινε πιο έντονο. Έρχονταν προτάσεις ρόλων για τον… ωραίο του χωριού. Προσπαθώ, λοιπόν, να πάω κόντρα σε αυτό. Δεν θέλω να μείνω στην ταμπέλα που μου επιβάλλεται και εργάζομαι για να γίνομαι καλύτερος. Προτιμώ να πάρω ένα ρίσκο σε ένα άλλο πεδίο ερμηνείας και να μην τα καταφέρω, αντί να ορίσω μια περιοχή όπου θεωρητικά «το έχω», να επαναπαυθώ και να χτίσω εκεί. Δεν με αφορά η ασφάλεια. Θέλω να μπαίνω από το μηδέν σε μια διαδικασία αναζήτησης, έρευνας, δουλειάς κι ας αποτύχω παταγωδώς.

“Θέλω να ευχαριστιέμαι την κάθε στιγμή. Πιο μικρός είχα την τάση να βάζω ‘check’ δίπλα σε στόχους, κοιτάζοντας πάντα το επόμενο, χωρίς να ζω το παρόν. Είχα την αγωνία για το τι έπεται και δεν με ευχαριστούσε το τώρα.”

Αλλά και φέτος στο «Ναυάγιο» δεν περνάς για άσχημος.

Όχι, αλλά δεν είναι αυτός ο άξονας του ρόλου. Είναι άλλη η βάση του.

Πώς θα περιέγραφες το ρόλο σου στη σειρά του Mega;

Ο χαρακτήρας μου είναι ένα παιδί που ξεκίνησε ως χωροφύλακας στα Χανιά αλλά το βίωμα του ναυαγίου, από το οποίο επέζησε, αποδείχθηκε καθοριστικό γι’ αυτόν. Αποφάσισε, λοιπόν, να μεταταχθεί στο Λιμενικό για να μπορέσει να μεταποιήσει το δώρο που του δόθηκε. Προσπαθεί να ξορκίσει αυτό που έζησε. Δεν αφήνει την τραγωδία του ναυαγίου να τον τραβήξει στο σκοτάδι, θέλει να ζήσει. Είναι ένας χαρακτήρας πολύ διαφορετικός από όσους έχω υποδυθεί μέχρι σήμερα στην τηλεόραση. Έχει μια κρυμμένη ευαισθησία, παρότι υπήρξε ένας άνθρωπος της Τάξης· κι αυτό μου προσφέρει υλικό για έρευνα και ψάξιμο. Είναι, πράγματι, σπάνιο το φαινόμενο σε μια σειρά τόσων πολλών επεισοδίων να συναντάς συνεπείς χαρακτήρες και είναι ευτύχημα για εμάς που μπορούμε να δουλέψουμε πάνω τους και να χτίσουμε κάτι.

“Ο,τιδήποτε λέω δημόσια το φιλτράρω. Ακόμα και στα social media που για μένα είναι ένα εργαλείο δουλειάς.”

Το ίδιο θα έλεγες και για το ρόλο του Ντίκι Γκρίνλιφ στον «Ταλαντούχο κύριο Ρίπλεϊ» που στην ομώνυμη ταινία του Άντονι Μιγκέλα ερμήνευσε ο Τζουντ Λο;

Ναι, μου φαίνεται πως κι εδώ η ομορφιά είναι δευτερεύουσας σημασίας. Ο Ντίκι Γκρίνλιφ είναι ένας ωραίος άνδρας που, ωστόσο, δεν μπορεί να αποδεχθεί καθόλου τη φύση του, ότι είναι ομοφυλόφιλος. Ο Ρίπλεϊ, πάλι, που είναι πιο κοντά στην αποδοχή τον ερωτεύεται, κι ο πόθος κλιμακώνεται σε ένα φόνο. Το ενδιαφέρον σε αυτό είναι πως ο Ρίπλεϊ δεν είναι ένας serial killer – είναι ένας άνθρωπος που σκοτώνει τυφλωμένος από το πάθος. Το έργο είναι ένα καθαρά ερωτικό, ψυχολογικό θρίλερ ανάμεσα σε δύο γκέι άνδρες. Εξετάζει ένα πολύ ωραίο θέμα που είναι η αδυναμία του ανθρώπου να αποδεχθεί τον εαυτό του, όπως είναι με τα καλά και κακά, με τα ελαττώματα και τις αρετές του. Κι αυτό είναι κάτι που δεν έχει σταματήσει να βασανίζει τους ανθρώπους στην εποχή μας. Προσωπικά, έχω συναντήσει αυτόν τον τύπο ανθρώπου, που δεν έχει αποδεχθεί τη σεξουαλικότητα του, αλλά η φύση του υπενθυμίζει πως έλκεται από άνδρες κι εκείνος αντιστέκεται με αλλοπρόσαλλο τρόπο. Δεν έχει αποδεχθεί, δηλαδή, κάτι τόσο πυρηνικό για την ύπαρξη κάθε ανθρώπου και το ερώτημα είναι πως καταφέρνει να υπάρχει χωρίς αυτή την αποδοχή. Γιατί ασκεί βία μέσα στην ίδια την ψυχή του.

Μου φαίνεται αδιανόητο πως ακόμα συζητάμε για την ελευθερία των ανθρώπων

Θα εκμεταλλευτώ τη ροή της κουβέντας για να σε ρωτήσω πως σε βρίσκει η συζήτηση που έχει πυροδοτήσει η νομοθετική κατοχύρωση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών;

Μου φαίνεται αδιανόητο πως ακόμα συζητάμε για την ελευθερία των ανθρώπων. Δεν καταλαβαίνω καν ποιο είναι το θέμα συζήτησης. Η ελευθερία του ατόμου σταματάει εκεί που ξεκινάει η ελευθερία ενός άλλου. Κι εφόσον δεν επηρεάζεται η δική μου ελευθερία, με ποια δικαιοδοσία θα εκφράσω αντίθετη γνώμη για την οικογενειακή κατάσταση ενός ανθρώπου – με τον οποίο, εξ ορισμού, είμαστε ισότιμοι; Ποιο αξίωμα πιστεύουν ότι έχουν οι ετερόφυλοι για να απαγορεύσουν από κάποιον να παντρευτεί και να ζήσει με εκείνον/η που επιθυμεί; Επίσης, ποιος ορίζει το σωστό ή το μοναδικό πρότυπο της οικογένειας; Γιατί θεωρούμε δεδομένο πως ένα παιδί θα είναι ευτυχισμένο σε μια συμβατική οικογένεια και όχι σε μιαν άλλη; Καμιά φόρμα οικογένειας δεν εγγυάται την ευτυχία ή την ασφάλεια ενός παιδιού.

“Ήμουν, οριακά, ένα αντικοινωνικό παιδί στα όρια της αγοραφοβίας. Δεν επικοινωνούσα σε κανέναν όσα βίωνα. Το θέατρο με απελευθέρωσε, έγινα πολύ κοινωνικός, κατάφερα να συναντήσω συναισθήματα μου.”

Δυστυχώς, το βλέπουμε καθημερινά στο αστυνομικό δελτίο.

Ακριβώς! Και αναρωτιέσαι τι άλλο πρέπει να γίνει για να κλονιστεί αυτή η πίστη στην παραδοσιακή οικογένεια; Επίσης, μια μονογονεϊκή οικογένεια σημαίνει πως ένα παιδί θα δυστυχήσει; Αλήθεια, δεν ξέρω ποιος ορίζει τα κριτήρια της ευτυχίας και τα όρια της ελευθερίας των συνανθρώπων μας.

Είμαι πολύ ανασφαλής από τη φύση μου, θεωρώ ότι είμαι ο πιο άσχημος τριγύρω

Έχεις βρεθεί να καταπιέζεις δικές σου ελευθερίες, για κοινωνικούς λόγους;

Πολλές φορές, Ας πούμε, δεν μπορώ να μιλήσω ανοιχτά σε μια πρωϊνή εκπομπή για την αντιπάθεια μου στους αστυνομικούς. Και γενικά, ο,τιδήποτε λέω δημόσια το φιλτράρω. Ακόμα και στα social media που για μένα είναι ένα εργαλείο δουλειάς.

Και τα social media τρέφουν την εικόνα – για να επιστρέψω στο προηγούμενο ερώτημα περί ομορφιάς.

Κι όμως, είμαι πολύ ανασφαλής από τη φύση μου, θεωρώ ότι είμαι ο πιο άσχημος τριγύρω.

Πώς το έχεις πολεμήσει αυτό;

Προσπαθώ να είμαι πιο ευγενικός και τρυφερός με τον εαυτό μου.

Τι θέλεις να προσφέρεις στον εαυτό σου μεγαλώνοντας;

Χώρο και χρόνο. Να μπορεί να αναπνεύσει. Γιατί αισθάνομαι ότι πολλές έχω πνίξει τον εαυτό μου.

Δεν μπορώ να σκεφτώ τον εαυτό μου σε 10 ή 20 χρόνια. Είναι η χειρότερη ερώτηση που μπορείς να μου κάνεις.

Το δικό σου «μετά» πως το σκέφτεσαι;

Με αγχώνει να επεξεργάζομαι την προοπτική των πραγμάτων. Δεν μπορώ να σκεφτώ τον εαυτό μου σε 10 ή 20 χρόνια. Είναι η χειρότερη ερώτηση που μπορείς να μου κάνεις. Δεν θέλω να έχω το άγχος να φτάσω κάπου. Γιατί πιστεύω πως είναι μάταιο να παλεύεις για να φτάσεις σε μια τελειότητα, όπως λέει και ο Αρανόφσκι στο «Μαύρο κύκνο». Θέλω να ευχαριστιέμαι την κάθε στιγμή. Πιο μικρός είχα την τάση να βάζω ‘check’ δίπλα σε στόχους, κοιτάζοντας πάντα το επόμενο, χωρίς να ζω το παρόν. Είχα την αγωνία για το τι έπεται και δεν με ευχαριστούσε το τώρα. Κι αυτό δεν μου συνέβαινε μόνο στην επαγγελματική κατάσταση αλλά και στις διαπροσωπικές σχέσεις. Πλέον, με απασχολεί περισσότερο η στιγμή και έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου αυτό που έρχεται.

Πόσο «παλιά» δεν χαιρόσουν το παρόν;

Για παράδειγμα πέρυσι, που έκανα μόνο τη σειρά στο Mega -κι όχι θέατρο να μπορέσω να αφοσιωθώ στα γυρίσματα-, δεν την χάρηκα καθόλου· σε σημείο που δεν θυμάμαι τι έζησα: Ήταν τόση η πίεση και το τρέξιμο, η αγωνία να είμαι καλός, να τα κάνω όλα σωστά ώστε τελείωσαν τα γυρίσματα και ήταν σαν να μην τα είχα ζήσει εγώ αλλά κάποιος άλλος. Δεν έδωσα στιγμή μια άφεση στον εαυτό μου να απολαύσει τη διαδικασία.

Αυτό, εκτός από την ψυχολογία σου, επηρεάζει και την απόδοση σου;

Ναι σίγουρα. Με τσιτώνει. Το βλέπω και στην φετινή παράσταση του «Ταλαντούχου κ. Ρίπλεϊ». Στην αρχή είχα πάρα πολύ άγχος κι όσο απελευθερώνομαι όλα μου μοιάζουν πολύ καλύτερα. Βοηθάει, φυσικά και η πολύ ωραία συνθήκη. Μαζί το Μιχάλη Συριόπουλο έχουμε δημιουργήσει, από την πρώτη στιγμή, μια πολύ ζηλευτή επικοινωνία. Δεν είναι δεδομένο ότι με ένα συνάδελφο θα ταιριάξεις σκηνικά, αλλά με Μιχάλη συνέβη, σχεδόν, φυσικά. Κι αυτή η χημεία πιστεύω ότι το πιο δυνατό στοιχείο της παράστασης.

Ακούγοντας σε, μου δίνεις την εντύπωση ενός πολύ εγκρατούς ανθρώπου που έχει κοπιάσει να βρει τις ελευθερίες που ζητάει το θέατρο.

Ήμουν, οριακά, ένα αντικοινωνικό παιδί στα όρια της αγοραφοβίας. Δεν επικοινωνούσα σε κανέναν όσα βίωνα. Το θέατρο με απελευθέρωσε, έγινα πολύ κοινωνικός, κατάφερα να συναντήσω συναισθήματα μου. Με έχει ενδυναμώσει και κοινωνικά και ιδεολογικά.

Άρα υπάρχει πιθανότητα να ανακαλύψεις κι άλλους κρυμμένους εαυτούς;

Νομίζω, ναι. Μα αυτό δεν είναι θαυμάσιο; Να βρίσκεις πράγματα για σένα που δεν μπορείς να τα φανταστείς. Είναι ένας θησαυρός ανεξερεύνητος. Δεν ξέρω αν με έχει βοηθήσει κάτι άλλο, τόσο δυναμικά.

Ούτε η ψυχοθεραπεία;

Η ψυχοθεραπεία με έχει βοηθήσει κυρίως για το πως διαχειρίζομαι τη δουλειά μου.

Ήμουν, οριακά, ένα αντικοινωνικό παιδί  στα όρια της αγοραφοβίας. Δεν επικοινωνούσα σε κανέναν όσα βίωνα. Το θέατρο με απελευθέρωσε

Επιτρέπεις στον εαυτό σου να ονειρεύεται;

Μου αρέσει να ονειρεύομαι. Και για πιο μικρά και μεγάλα πράγματα.

Μικρά, ας πούμε;

Τα ταξίδια που κάνω με την πρώτη ευκαιρία. Να, τελευταίο μου ταξίδι ήταν στο Παρίσι. Τα ταξίδια με γειώνουν, με αναγκάζουν να συνειδητοποιήσω πόσο μεγάλος και αχανής είναι ο κόσμος και αυτομάτως μου υπενθυμίζουν τη μικρότητα μου. Δυστυχώς, η καθημερινότητα μας βάζει στο κέντρο ενός κόσμου, έχουμε την ψευδαίσθηση πως όλα γυρίζουν γύρω από εμάς και τα προβλήματα μας.

Kι ένας προορισμός που δύσκολα θα φτάσεις;

Όλες οι ασιατικές χώρες μου φαντάζουν δύσκολοι προορισμοί γιατί θέλουν πολύ καλή οργάνωση και μεγάλο χρόνο παραμονής. Όμως, με τη δουλειά που κάνω είναι δύσκολο να οργανώσω κάτι μακροπρόθεσμο.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ο Μιχαήλ Ταμπακάκης πρωταγωνιστεί στο ψυχολογικό θρίλερ της Πατρίσια Χάισμιθ, «Ο Ταλαντούχος Κύριος Ρίπλεϊ» που ανεβαίνει σε θεατρική μεταφορά και σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια, στο Θέατρο Ιλίσια – Βολανάκης. Επίσης στη σειρά “Ναυάγιο” στο MEGA.

Ομάδα παραγωγής

Art Director, Fashion Editor: Σίσσυ Σουβατζόγλου
Photographer: Κατερίνα Τσατσάνη, D-TALES
Production Director: Μάρη Τιγκαράκη
Ηair & Make up: Mενέλαος Αλευράς, D-TALES
Assistant Photographer/ video editor: Πέτρος Μακρής
Commercial team: Unique Era Agency
Tα ρούχα της φωτογράφισης είναι της εταιρίας MARKS & SPENCER
Ευχαριστούμε θερμά το ξενοδοχείο NEOMA και την εταιρία Hotelising για τη φιλοξενία της φωτογράφισης.
Περισσότερα από Πρόσωπα
VIMA_WEB3b