MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
25
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Lamenta: Μια πολυεθνική ομάδα καλλιτεχνών “χορεύει” τα ηπειρώτικα μοιρολόγια

Οι Βέλγοι χορογράφοι Koen Augustijnen και Rosalba Torres και οι δραματουργοί Τζωρτζίνα Κακουδάκη και Guy Cools, εξηγούν πώς τα παραδοσιακά Μοιρολόγια αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για την παράσταση “Lamenta” που παρουσιάζεται στις 15 και 16 Ιουνίου στο Φεστιβάλ Αθηνών.

Παρασκευή Τεκτονίδου | 16.06.2021

Lamenta: Πείτε μας λίγα παραπάνω για τον τίτλο της παράστασης

KOEN: Μετά την απόφασή μας να δουλέψουμε με μοιρολόγια από την Ήπειρο, είπα ξαφνικά στην Rosalba: “O τίτλος αυτής της παράστασης είναι Lamenta”. Καθαρό ένστικτο! Στα ισπανικά η λέξη lamenta είναι το τρίτο πρόσωπο ενικού ενεστώτα του ρήματος lamenter (θρηνώ). Στα αγγλικά και τα γαλλικά χρησιμοποιείται η λέξη lamentation (θρήνος). Μπορείς να συναντήσεις τη λέξη θρήνος σε πολλές διαφορετικές ευρωπαϊκές γλώσσες. Η λέξη Lamenta είναι μια μίξη διαφόρων ευρωπαϊκών γλωσσών, ένα είδος λέξης εσπεράντο, που πολλοί άνθρωποι, από διαφορετικές χώρες θα μπορούν να καταλάβουν. Ο θρήνος είναι ο πυρήνας, η ουσία της παράστασης. Ένας Γάλλος δημοσιογράφος αναρωτήθηκε γιατί η παράσταση δεν ονομάστηκε Μοιρολόγια. Η λέξη μοιρολόγια δεν είναι γνωστή στη Βόρεια Ευρώπη. Υποθέτω ο δημοσιογράφος είχε ‘παρασυρθεί’ σε έναν πιο άγνωστο, εξωτικό κόσμο.

Οι Βέλγοι χορογράφοι Rosalba Torres και Koen Augustijnen

Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με τα ελληνικά μοιρολόγια, και ακόμη, πως καταλήξατε να δημιουργήσετε μία παράσταση βασισμένη στην μουσική τους δραματουργία;

Koen: Γνώριζα ότι ο Guy Cools, ο βελγικής καταγωγής δραματουργός μας, είχε συμμετάσχει, 20 χρόνια πριν, σε ένα πρότζεκτ πρακτικής εφαρμογής των μοιρολογιών στην Ελλάδα. Ακόμη, η Τζωρτζίνα Κακουδάκη, η ελληνικής καταγωγής δραματουργός μας, μου είχε μιλήσει για τα ελληνικά τελετουργικά του πένθους. Η πρώτη πραγματική επαφή ήταν το 2018, όταν ένα από τα προπαρασκευαστικά μας ταξίδια, μας οδήγησε στο Μουσικό Φεστιβάλ του Κεράσοβο στην Ήπειρο. Εκεί γνωρίσαμε την τραγουδίστρια Ξανθούλα Ντακοβάνου. Πήρα μέρος στα μαθήματα τραγουδιού της Ξανθούλας,  μου εξήγησε την ιστορία των μοιρολογιών και με πήγε σε πανηγύρια σε διάφορα χωριά της περιοχής του Κεράσοβου, όπου τραγουδούσαν και έπαιζαν μοιρολόγια. Μόλις κατάλαβα ότι τα μοιρολόγια είναι τελετουργίες που μπορούν να βοηθήσουν κάποιον να ξεπεράσει τον χαμό ενός προσώπου, τότε γεννήθηκε η αρχή της νέας μας δημιουργίας. Πρόσφατα, η Rosalba έχασε τους γονείς της και εγώ έχασα τον πατέρα μου 10 χρόνια πριν. Οπότε, πλέον τα μοιρολόγια ελκύουν περισσότερο το ενδιαφέρον μας, από ότι 15 χρόνια πριν.

Ο θρήνος είναι ο πυρήνας, η ουσία της παράστασης

Σε ένα χωριό δίπλα στο Κεράσοβο είδα ένα βράδυ μια παρέα νεαρών μουσικών να παίζουν κάποια μοιρολόγια και διάφορα άλλα παραδοσιακά τραγούδια, με την δική τους ερμηνεία σχεδόν με μια γεύση ροκ μουσικής. Ένας από τους μουσικούς ήταν μέλος μιας post-rock μπάντας, τους Villagers of Ioannina City. Υπήρχαν πάνω από 200 άτομα που χόρευαν γύρω από τους μουσικούς μέχρι πολύ αργά το βράδυ. Αυτή η μουσική και αυτή η εμπειρία αποτυπωθήκαν στην καρδιά μου. Η μουσική, ο χορός και όλη αυτή η ατμόσφαιρα είχαν κάτι γήινο και διονυσιακό. Οι άνθρωποι συνδέονται μέσω του χορού και της μουσικής με τον εαυτό τους, τους άλλους, τον ουρανό και την γη. Οι χορευτές μπορούσαν στην κυριολεξία να επιβραδύνουν τον χορό και να ξαπλώνουν στο έδαφος για να κοιτάξουν τον ουρανό. Ένιωσα πως αυτή η μουσική και το νόημα που έχουν τα μοιρολόγια θα έπρεπε να είναι ο πυρήνας και η αρχή της νέας μας δημιουργίας. Πριν από αυτό το ‘συναπάντημα’ στην Ήπειρο, είχαμε ήδη αποφασίσει, πως θέλαμε να δημιουργήσουμε κάτι στο οποίο θα πρωταγωνιστούσε ένας διάλογος μεταξύ των παραδοσιακών χορών της Ελλάδας και του σύγχρονου χορού. Τα μοιρολόγια της Ηπείρου ήταν εκείνο το τελευταίο στοιχείο που έλειπε από την ιδέα μας.

@Kiki_Papadopoulou

Πώς εργαστήκατε πάνω σε αυτό; Μπορείτε να περιγράψετε την δημιουργική διαδικασία;

Rosalba: Αρχικά επιλέξαμε χορευτές με διαφορετικές προσωπικότητες που μας ενέπνευσαν σαν ομάδα. Δουλέψαμε με tasks. Δεν προσχεδιάζουμε τη χορογραφία, αλλά αντιθέτως προκαλούμε κάθε χορευτή να δημιουργήσει την βάση του υλικού με το οποίο έπειτα εμείς θα δουλέψουμε, θα πλάσουμε, θα λειάνουμε και θα γεμίσουμε με νόημα και μουσικότητα.

Τα tasks μπορούν για παράδειγμα να αφορούν το πώς, ατομικά ή συλλογικά, συνδέεται κάθε χορεύτρια/χορευτής με τα μοιρολόγια και με τον νταλκά, ως ένα εκφραστικό συναίσθημα, βαθύ μελαγχολικό και ανεκπλήρωτο. Αλλά μπορεί και να αφορούν μια πιο κινησιολογική προσέγγιση, του πώς μπορεί να μεταμορφωθούν οι παραδοσιακοί χοροί, όταν μπολιαστούν με τα στοιχεία και τις αρχές του σύγχρονου, εισάγοντας για παράδειγμα διαφορετικές ταχύτητες, αυξάνοντας το εύρος των κινήσεών τους ή χρησιμοποιώντας τους αντιστικτικά. Αποφασίσαμε ότι όλοι οι χορευτές θα μείνουν στη σκηνή για να ζήσουν μαζί αυτό το τελετουργικό, από την αρχή ως το τέλος. Δουλέψαμε σε μία πολύ αργή και προσεκτική διαδικασία πάνω στο υλικό έτσι ώστε η πολυπλοκότητα του, τα διαφορετικά του επίπεδα να μπορεί να είναι ευανάγνωστα και η επίδρασή του άμεση. Σκοπός μας να διατηρήσουμε το πνεύμα και να μεταδώσουμε το συναίσθημα.

@Kiki_Papadopoulou

Πώς επηρέασαν οι διαφορετικές σας καταγωγές την αντίληψη του πένθους και την έκφραση του;

Τζωρτζίνα: Θεωρώ πως το πένθος είναι κάτι πολύ προσωπικό. Όταν έχασα την μητέρα μου, ένας φίλος μου είπε «το πώς θα μοιραστείς το πένθος σου δεν θα το κάνει λιγότερο, δεν έχει σημασία αν θα κλάψεις, εάν θα πάθεις κατάθλιψη, εάν δεν θα το εκφράσεις. Θα πάρει τόσο χρόνο, τόσο πόνο, όσο πρέπει να πάρει.» Αυτό με σόκαρε άλλα ταυτόχρονα με παρηγόρησε. Το να σταματήσεις, δηλαδή, να ανησυχείς για το πώς θα φαίνεται το πένθος σου ή να ελέγξεις τα συναισθήματα σου.

Η αλήθεια είναι πως στις σύγχρονες κοινωνίες, η κοινωνική έκφραση είναι αρκετά περιορισμένη, οι άνθρωποι τείνουν να περνάνε τις κακουχίες μόνοι τους, κάποιες φορές σαν να τιμωρούν τον εαυτό τους.

Στην Ελλάδα, υπάρχουν ακόμα πολλές παραδοσιακές δομές, που για τις δικές μας γενιές λειτουργούν καταπιεστικά (ασχολούνται με το τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουμε και με το «τι θα πει ο κόσμος»), όμως πιστεύω πως όσο μεγαλώνουμε αντιλαμβανόμαστε μία σύνδεση, έναν τρόπο να αντιμετωπίσουμε τα πράγματα, να έρθουμε σε ισορροπία με τα μεγάλα μυστήρια της ζωής. Συνεπώς, η εμπειρία αυτή στο μικρό χωριό της Ελλάδας κάποιες φορές σε κάνει να νιώθεις πως επιστρέφεις στο σπίτι σου. Νιώθω πως αυτή η παράξενη τρυφερότητα της μικρής κοινωνίας (η οποία μπορεί κάποιες φορές να γίνει εξίσου σκληρή) μπορεί να φέρει παρηγοριά στους ανθρώπους, μιας και όλοι καταλαβαίνουμε την αξία του πως το πένθος και η χαρά μπορούν να ανταλλάξουν αναλογίες όταν μοιράζονται.

Guy: Ο καθένας μας έχει ξεχωριστή καλλιτεχνική πορεία. Κάποιοι έχουμε συναντηθεί ή έχουμε συνυπάρξει παράλληλα για μεγάλα διαστήματα. Μπορεί και 20 ή 30 χρόνια. Η καθοριστική στιγμή αυτής της δημιουργίας ήταν όταν η Τζωρτζίνα, ο Koen και εγώ συναντηθήκαμε, κατά τη διάρκεια της πρώτης Καλοκαιρινής Ακαδημίας του Εθνικού Θεάτρου, σε επιμέλεια της Ελένης Βαροπούλου, τις αρχές του 2000. Από τότε κρατήσαμε επαφές και τακτικά επιστρέφαμε στην Ελλάδα για να συμμετέχουμε στο Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, στο Κέντρο έρευνας χορού Duncan ή στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου. Με τον ίδιο τρόπο που στην παράδοση των μοιρολογιών, οι σχέσεις της συγγένειας επιτρέπεται να αλλάξουν με βάση τον πόνο του καθένα, ως καλλιτεχνική ομάδα που περιλαμβάνει έναν Βέλγο και έναν Ελβετό-Ισπανό χορογράφο, έναν Βέλγο και μία Ελληνίδα δραματουργό, έναν Έλληνα μουσικό σκηνοθέτη και μια μεγάλη ομάδα Ελλήνων μουσικών και χορευτών, ο καθένας έφερε τη δική του προσωπική εμπειρία πένθους και τις ειδικές επαγγελματικές γνώσεις και δεξιότητες τους. Οι διαφορές στην εγγύτητα και / ή την απόσταση από την αρχική παράδοση είναι σε έναν τέτοιο σχηματισμό πολύ εμπλουτιστική για τη δημιουργική διαδικασία.

Τι πρόσφερε στη διαδικασία η διαφορετική καταγωγή του καθενός (Βέλγιο, Ισπανία, Ελλάδα);

Rosalba: Υποθέτω ότι διατηρούμε κοινό, παρά τις διαφορετικές καταγωγές μας, το πιο σημαντικό: το να καλλιεργούμε μια περιέργεια και ένα ενδιαφέρον και για άλλους πολιτισμούς. Ο ενθουσιασμός της συνάντησης άλλων προσωπικοτήτων, των οποίων η καλλιτεχνική και προσωπική συναλλαγή θα κάνει την εμπειρία όλων πλουσιότερη.

Τζωρτζίνα: Για μένα, ως η Ελληνίδα της χορευτικής παράστασης, είναι πάντα περίεργο να βλέπεις σε ποιο σημείο οι Koen, Rosalba, Guy (καθώς και Peggy Housset, η σχεδιάστρια κοστουμιών), βρίσκουν την ελληνική παράδοση και την ‘ελληνικότητα’ ενδιαφέρουσες. Πάντα θέτουν ερωτήματα για το πώς και το γιατί, για πράγματα που είναι για μένα δεδομένα μέσω της εμπειρίας, και ποτέ δεν πίστευα ότι θα χρειαζόμουν να απαντήσω. Έτσι, ως διαδικασία, είναι κάτι το ασύλληπτο, είναι σαν να ανακαλύπτουμε εκ νέου τον κόσμο, πάντα παράξενο, αινιγματικό, απίθανο, πολυπολιτισμικό και πολύ μακριά από το προφανές.

Συνεργαστήκατε με Έλληνες καλλιτέχνες. Τι πρόσφεραν αυτοί στην δημιουργική διαδικασία;

Koen: Η Ελληνίδα δραματουργός μας, Τζωρτζίνα Κακοδάκη, είναι το άτομο που μας ώθησε να έρθουμε στην Ελλάδα και να συνθέσουμε μια δημιουργία, όπου θα υπήρχε διάλογος μεταξύ του σύγχρονου και του ελληνικού παραδοσιακού χορού. Το είχαμε κάνει και παλιότερα με μια ομάδα Παλαιστινίων χορευτών, με ένα χορευτικό  που ονομάζεται Badke και αυτή η περιοδεία μας έφερε στο Φεστιβάλ της Καλαμάτας. Τότε η Τζωρτζίνα μάς προσκάλεσε να έρθουμε και να συνεργαστούμε στην Ελλάδα. Η Τζωρτζίνα μάς έδωσε πολλές πληροφορίες σχετικά με τα μοιρολόγια και την ιστορία τους και μας εισήγαγε στο συναίσθημα του νταλκά. Μας έδωσε επίσης ανατροφοδότηση για το υλικό που δημιουργούσαμε στο στούντιο. Μας εξηγούσε, για παράδειγμα, τους συνειρμούς που μπορεί να έχει ο συνδυασμός κλασικού ή σύγχρονου χορού με τον παραδοσιακό για το ελληνικό κοινό.

Η Rosalba και εγώ ζούμε στις Βρυξέλλες. Δεν έχουμε το βάρος του πλούσιου ελληνικού πολιτισμού στους ώμους μας. Έχουμε μια απόσταση που μας δίνει μια ορισμένη ελευθερία να πειραματιστούμε με τα μοιρολόγια και τον ελληνικό παραδοσιακό χορό, για να βρούμε μια διαφορετική καλλιτεχνική πρόταση. Η Τζωρτζίνα και ο Guy ήταν εκεί για να μας δώσουν κάποιες βασικές γνώσεις, να αντιμετωπίσουμε και να αμφισβητήσουμε τη διαισθητική μας προσέγγιση.

Αλλά ακόμη πιο σημαντικοί ήταν οι Έλληνες μουσικοί και η Ξανθούλα Ντακοβάνου. Η Ξανθούλα έχει τις ρίζες της στην Ήπειρο και κάνει νέες διασκευές στα μοιρολόγια. Είναι μία από αυτούς τους ταλαντούχους μουσικούς που διατηρούν ζωντανή την παράδοση των μοιρολογιών και μας έδωσε ένα υπέροχο μουσικό θέμα που τώρα είναι επίσης διαθέσιμο σε CD και κυκλοφόρησε ψηφιακά στις 11 Ιουνίου: https://idol.lnk.to/Lamenta Προσκάλεσε μερικούς από τους καλύτερους μουσικούς, όπως την Ορχήστρα του Νίκου Φιλιππίδη. Προσθέσαμε έναν Γάλλο μουσικό της τζαζ που παίζει φλογέρα, με την ονομασία Magic Malik. Ο Malik έχει επίσης μια εξαιρετικά συναρπαστική φωνή. Ήταν ένα τέλειο ταίριασμα με τη φωνή της Ξανθούλας. Και οι δύο μπορούν να τραγουδούν σε μεγάλο εύρος, σε υψηλό, σχεδόν υπερφυσικό τόνο και σε πολύ χαμηλό σχεδόν σπλαχνικό. Μαζί έκαναν επίσης μερικά ενδιαφέροντα ηχητικά τοπία τα οποία χρησιμοποιούνται ανάμεσα στα μοιρολόγια. Όλη η μουσική ηχογραφήθηκε σε στούντιο. Δυστυχώς, δεν έχουμε τον προϋπολογισμό για να φέρουμε όλους αυτούς τους σπουδαίους μουσικούς στη σκηνή.

Όταν κάναμε ακροάσεις στην Αθήνα, ζητήσαμε σύγχρονους χορευτές, με καλή γνώση του παραδοσιακού χορού. Προέρχονται από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Δύο είναι από την Ήπειρο, μερικοί από νησιά, μερικοί από την Αθήνα και ένας από την Ελευσίνα. Όλο το παραδοσιακό υλικό προήλθε από τη συμβολή τους. Μαζί τους το μεταμορφώσαμε. Οι χορευτές έφεραν επίσης στοιχεία του σύγχρονου χορού ή στοιχεία breakdance και κλασικού χορού. Αυτό το υλικό συχνά μεταμορφωνόταν καθώς έμπαινε σε διάλογο με άλλα στοιχεία.

Τι είναι σύγχρονο στην σύγχρονη χορογραφία σήμερα;

Guy: Όπως και οι περισσότερες πολώσεις, η πόλωση μεταξύ «παράδοσης» και «σύγχρονου» δεν είναι αντίθεση, αλλά συνοδευτική. Όλες οι ζωντανές παραδόσεις έχουν σύγχρονες εκφράσεις. Προσωπικά, μου αρέσει να χρησιμοποιώ το «σύγχρονο» στην πιο στοιχειώδη μορφή του, αυτό που σχετίζεται με ουσιαστικό τρόπο με το εδώ και το τώρα. Η κρίση του COVID έχει τονίσει τη σημασία των τελετουργιών πένθους, όχι μόνο για τον θρήνο του θανάτου, αλλά και για οποιαδήποτε διαδικασία απελευθέρωσης. Έτσι, για να το ερευνήσουμε και να βρούμε μια σύγχρονη καλλιτεχνική έκφραση γι ‘αυτό, επιλέξαμε τα ελληνικά μοιρολόγια, τα οποία είναι μια από τις λίγες παραδόσεις στην Ευρώπη που έχει μια διακεκομμένη γενεαλογία μέχρι σήμερα και έχει επίσης γίνει μέρος μιας μεγαλύτερης μουσικής παράδοσης, όπως στην Ήπειρο.

Παρατήρησα ότι ειδικά μετά την οικονομική κρίση υπάρχει ένα νέο ενδιαφέρον στην Ελλάδα για την παραδοσιακή μουσική και τα ρεμπέτικα. Πολλοί νέοι ξέρουν να χορεύουν παραδοσιακούς χορούς, τραγουδούν τους στίχους των παραδοσιακών τραγουδιών ή σφυρίζουν τη μουσική τους. Αυτή η αναβίωση δεν συμβαίνει ως αναπαράσταση ενός μουσειακού είδους, αλλά ως μια ζωντανή νέα παράδοση που συνδέεται, για ορισμένους, με μία αντίθεση. Η παράδοση λοιπόν στην Ελλάδα μοιάζει πιο δημοφιλής από ποτέ. Πώς συνομιλεί η παράσταση σας με αυτήν την τάση; Πόσο διαφορετική πιστεύετε ότι θα δει την παράστασή σας το κοινό της Αθήνας και εκείνο της Αβινιόν;

Τζωρτζίνα: Είναι αλήθεια ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη οπτική στον παραδοσιακό πολιτισμό στην εποχή μας, που μπορεί να σχετίζεται με την παγκόσμια κρίση, τόσο την οικονομική όσο και την ανθρωπιστική. Βλέπω ότι ο παγκοσμιοποίηση δημιουργεί μερικές φορές ένα αίσθημα μοναξιάς, πολιτιστικής μοναξιάς. Σε αυτόν τον κόσμο της κρίσης, του καπιταλισμού, της εθνικιστικής τρέλας με τον απάνθρωπο τρόπο αντιμετώπισης των προσφύγων, έγινε προφανές ότι ο κόσμος δεν λειτουργεί και πολύ καλά τελικά, και πιθανότατα πρέπει να επανεξετάσουμε κάποιες παλαιότερες αξίες, να ψάξουμε μέσα μας, να ανακαλύψουμε εκ νέου την πολιτιστική μνήμη, ώστε να δημιουργήσουμε συναισθηματικά επιχειρήματα για ένα λιγότερο κυνικό και απρόσωπο, κοινό μέλλον. Νομίζω ότι η Lamenta συντονίζεται με αυτές τις δονήσεις. Ζητήθηκε από τους ερμηνευτές να αποκαλύψουν την κληρονομιά τους, τις αναμνήσεις τους ως παιδιά, ως μέλη μιας οικογένειας, ως πολίτες μίας κοινότητας.

@Heloise Faure

Κατά τη διάρκεια της δημιουργικής διαδικασίας, καθώς και στην παράσταση, ξανα-βλέπω πράγματα πολύ έντονα για το πολιτιστικό μου υπόβαθρο. Στον  τρόπο με τον οποίο οι παραδοσιακοί χοροί, οι ελληνικές τελετουργίες, οι τοπικές συνήθειες και τα έθιμα έχουν «μπει»  στη Lamenta. Το συνεχές χτύπημα τους ποδιού στο χώμα (για να ξυπνήσει τους νεκρούς και το Χάρο), η «επίκληση» των απλωμένων, προτεταμένων χεριών και η πρόταση του στήθους, οι κυκλικοί σχηματισμοί του συνόλου, ξαναλένε μια ιστορία τελετουργιών που με επιστρέφουν στη μακροχρόνια έρευνά μου για το αρχαίο δράμα, την αναζήτηση του «τραγικού» στοιχείου, την αρχετυπική λειτουργία του πένθους, τα διονυσιακά σώματα. Τα καταλαβαίνω όλα αυτά, ως Ελληνίδα και ως ερευνήτρια θεάτρου.

Δεν ξέρω πόσα από αυτά είναι μέρος της κουλτούρας ενός διεθνούς κοινού. Υποτίθεται ότι όλοι θα πάμε στον παράδεισο, (σωστά;), που πάει προς τα πάνω. Η Lamenta πατάει βαθιά τη γη. Είμαι πολύ περίεργη για το πόσο διαφορετικό μπορεί να είναι το μήνυμα για το κάθε διαφορετικό κοινό. Αλλά η εμπειρία μου με την υπόλοιπη καλλιτεχνική ομάδα είναι πως η αντίληψη της «ανθρώπινης κατάστασης» ως παρόντα σώματα και μεταφυσικά σώματα είναι πολύ κοινή. Είναι μόνο θέμα σύμβασης. Αλλά, για αυτό, και για την αιώνια ανησυχία της πολιτιστικής οικειοποίησης, θα πρέπει να απαντήσω ξανά τον Σεπτέμβριο.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η παράσταση “Lamenta / Μοιρολόγια” παρουσιάζεται 15 και 16 Ιουνίου στις 21:00 στην Πειραιώς 260 (Δ).

Διάρκεια 75′

Εισιτήρια: Διακεκριμένη ζώνη 30€ • Ζώνη Α΄ 20€ – Φοιτητικό / 65+ / Καλλ. Σωματείων 16€ • Ζώνη Β΄15€ – Φοιτητικό / 65+ / Καλλ. Σωματείων 12€ • ΑΜΕΑ / Ανέργων / Σπουδαστών Καλλ. Σχολών 5€

Περισσότερες πληροφορίες εδώ

 

 

Περισσότερα από Art & Culture
VIMA_WEB3b