MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
28
ΜΑΡΤΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Μιχαήλ Μαρμαρινός: Αν χάσω την πίστη στις πολιτικές ιδέες, τι νόημα θα έχουν όλα;

Καθώς ο σκηνοθέτης Μιχαήλ Μαρμαρινός ανεβάζει τη νέα του παράσταση «Κομμώτριες – Μεταπολίτευση» συνειδητοποιεί πως η δική μας Δημοκρατία ταλαιπωρήθηκε πολύ γιατί δεν διδαχθήκαμε σωστά τον αυτοσεβασμό. «Ο αυτοσεβασμός υπάρχει μόνο όταν έχεις διαπιστώσει τον σεβασμό σου προς τον άλλο» επισημαίνει.

Στέλλα Χαραμή | 31.01.2020 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΕΛΙΝΑ ΓΙΟΥΝΑΝΛΗ

Η σιδερένια πόρτα της Τουρβανίτου υποχωρεί στο άνοιγμα και πίσω του αποκαλύπτεται μια εικόνα του θεάτρου «Θησείον» που δεν γνωρίζεις. Ή μάλλον μια εικόνα του που έχεις ξεχάσει. Τίποτα στο χώρο, από το πατάρι έως το φουαγιέ και τη σκηνή, δεν είναι στην θέση του· όλα βρίσκονται σε απόλυτο αναβρασμό κι αυτό θυμίζει πως ο Μιχαήλ Μαρμαρινός έχει επιστρέψει. ‘Ισως μόνο στο γραφείο του κάτω από τη σκάλα, να είναι ο μοναδικός χώρος όπου σώζεται μια γαλήνη για στοχασμό.

Εκεί, κάτω από το χρυσό ημίφως των φωτιστικών, θα μείνουμε για κάποιες ώρες, με μερικά κουπάκια από συλλεκτικό ουίσκι, για να διαπραγματευτούμε υλικά μνήμης, χρόνου και ιστορίας – τ’ αγαπημένα του Μιχαήλ Μαρμαρινού άλλωστε. Ναι, he’s back.

Και τολμάει και τώρα. Μετά το «Πεθαίνω σαν χώρα», τον «Εθνικό ύμνο», το «Acropolis reconstruction», ανεβάζει μια παράσταση με εθνικά ακανθώδη τίτλο: «Κομμώτριες – Μεταπολίτευση» την ονομάζει. Ψύχραιμος – όπως κάθε παρατηρητής της Ιστορίας οφείλει να είναι – με μια διάθεση στα όρια του σατιρικού ποιητή, αναμοχλεύει την περίοδο που ταρακούνησε τον ίδιο, την διαδρομή, την αισθητική και τη σκέψη του, την πορεία της Ελλάδας και του συλλογικού μας παρόντος.

Γαλαντόμος στις κοινωνικο- πολιτικές διατυπώσεις του – μπορεί να φταίει και το συλλεκτικό μπέρμπον – σε μια συνομιλία χειμαρρώδη, δεν επιτρέπει την ιστορική έρευνα να εισχωρήσει στον προσωπικό του χρόνο· αφού λέει πως δεν είναι σε mood μια ρετροσπεκτίβας. Πάντως, τον κινεί ό,τι και πάντα: «Κάτι που με οδηγούσε στο θέατρο, μια πολιτική πράξη αντίστασης, είναι ότι μας επιστρέφει στους χρόνους του χειροποίητου. Κι αυτό έχει μια πολύ μεγάλη εσωτερική αξία. Γιατί αν χάσουμε το χειροποίητο, θα χάσουμε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι λειτουργίας του εγκεφάλου. Άρα και μιας ουσιαστικότερης πνευματικής ηδονής». 

Ολική επαναφορά του Μιχαήλ Μαρμαρινού στην έδρα του, το «Θησείον».

Πως αισθάνεστε που επιστρέφετε στην έδρα σας;

Αυτή η παράσταση με έφερε στο «Θησείον» με τέτοια επιτακτικότητα. Και δεν ήταν εύκολο, γιατί ο χώρος είχε ήδη ένα πρόγραμμα το οποίο έπρεπε να αναμορφωθεί· επίσης το Φεβρουάριο έχω μια παράσταση στη Γερμανία, αλλά είναι οι στιγμές που λες «ή τώρα ή ποτέ». Ασφαλώς, έτυχε να έχω δίπλα μου συνεργάτες… Ταλιμπάν που σαν μια σέχτα εμπίστων αποφάσισαν να κάνουν μαζί μου αυτή την… αποκοτιά. Γιατί τούτη η παράσταση είναι ένα σάλτο μορτάλε, αφού δεν είναι εύκολο να μιλάς για πολιτική χωρίς να αθλιολογήσεις.

Λείπετε από το «Θησείον», σχεδόν, όσο διήρκησε η “επίσημη” κρίση. Είναι συμπτωματικό;

‘Οντως, δεν ήθελα να περάσω στο «Θησείον» την περίοδο της κρίσης, ότι κι αν σήμαινε αυτό. ‘Εκανα πράγματα εκτός του θεάτρου που θα ήταν δύσκολο να γίνουν εδώ. ‘Ηταν, δηλαδή, ένας συνδυασμός πραγμάτων και συγκυριών. Ωστόσο, επειδή έχω ένα πολύ ειδικό δεσμό με αυτό το χώρο κι έχει μια σπάνια ατμόσφαιρα, φυσικά μου έλειπε. Τώρα ήρθε η ώρα να παραδοθεί ξανά στο κοινό μ’ έναν τρόπο που με ικανοποιεί – γιατί τον ξέρω καλά, ξέρω ακριβώς που “πονάει”. Ευτυχώς, βρέθηκε ένας άνθρωπος που αποφάσισε να στηρίξει οικονομικά ένα τέτοιο εγχείρημα. Από εδώ και πέρα, ελπίζω πως το «Θησείον», του οποίου θα έχουμε την φροντίδα, θα συναντάει πράγματα που του ταιριάζουν – αν κι έχουν γίνει αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα τον καιρό της δικής μας απουσίας. Θα είμαι είτε μέσα σε αυτά αλλά θα επιμελούμαστε και άλλες συνεργασίες.

Όντως, δεν ήθελα να περάσω στο «Θησείον» την περίοδο της κρίσης, ό,τι κι αν σήμαινε αυτό

Κάνατε αυτή την παράσταση για την συλλογική ή για την προσωπική εμπειρία;

Ξέρετε, εκεί που πάμε να ξεχάσουμε τον όρο της Μεταπολίτευσης καλό είναι να τον θυμίσουμε – ή ό,τι χρειάζεται να θυμίσουμε από αυτήν. Είναι μια πολύ κρίσιμη περίοδος που μας έχει προσδιορίζει σε κάθε επίπεδο: Σε επίπεδο πολιτικού κι αισθητικού γούστου, ιστορικής συνείδησης και ασυνειδησίας. Συνεπώς, μέσα σ’ αυτήν υπάρχει η προσωπική περιπέτεια, οι προσωπικές γρατζουνιές που ορίζουν και την μικρο-Ιστορία μέσα στην Ιστορία. ‘Ενα κεντρικό στοιχείο της παράστασης είναι το σώμα ως αρχείο συλλογικής εμπειρίας: Το εξατομικευμένο σώμα, το οποίο είναι ένα παλίμψηστο μνήμης και ανάμνησης του χρόνου που έχει ζήσει.

Με το δικό σας σώμα και τη δική σας μνήμη τι ανακαλείτε από τα χρόνια της Μεταπολίτευσης;

Πάρα πολλά! Και πολιτικά και προσωπικά, και τις αγάπες και τους έρωτες μου. ‘Ετυχε με την Μεταπολίτευση να είμαι πρωτοετής στο Πανεπιστήμιο. Καθώς έπαιζα κιθάρα και τραγουδούσα, οι καθηγητές μου πρότειναν να κάνω μια συναυλία μετά την Χούντα. Σε μια νύχτα ανακηρύχθηκα ήρωας στο Πανεπιστήμιο. Θυμάμαι, ακόμα, πως στους τοίχους της πόλης άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα συνθήματα. ‘Ηταν κάτι σαν μια εποχή π.Χ, και μ.Χ. Ολόκληρη η μετεφηβεία μου ορίστηκε από τη Μεταπολίτευση και τα πήρε όλα μαζί.

Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός παρατηρεί πως έχει «περισσότερες ανασφάλειες, την ίδια τρέλα, την ίδια φαιδρότητα» συγκριτικά με το μεταπολιτευτικό ξεκίνημα του.

Βεβαίως, στη συνείδηση της σημερινής κοινωνίας, η Μεταπολίτευση έχει χάσει αυτή την ένταση που περιγράφετε.

Πράγματι. Κι αυτό άρχιζε να με πειράζει. Που πήγε όλο αυτό; Που πήγαν όλα αυτά τα μικρά εκρηκτικά υλικά; «Πως αυτή η εφηβική αρμάδα βούλιαξε σε μια σπιτίσια σκάφη;» όπως έλεγε ο Καζατζάκης. ‘Ηθελα να πάρει ένα όνομα, να μιλήσω για ένα τραγούδι που με συντάραζε. Για τις πολιτικές συνελεύσεις, τα βιβλία, τις μουσικές. Να συναντήσω τέτοιες μνήμες μα κι όχι μόνο. Η Μεταπολίτευση ήταν μια ανεμοδούρα της ψυχής και του πνεύματος, χωρίς να έχει στόχευση απαραίτητα. ‘Ηθελα να ορθώσω το ανάστημα της μνήμης μου.

Η θεσμική μου… αποκατάσταση δεν είναι το ζητούμενο μου και ποτέ δεν ήταν

Ας μιλήσουμε για μνήμη. Το 1983 ιδρύετε το σχήμα «διπλούς Έρως». Τι θυμάστε από αυτό το ξεκίνημα;

Μέσα σε μια ανεμοδούρα που αναμόχλευε τα πάντα ήρθε και η δική μας απόφαση για την ομάδα. ‘Ομως, αν σας πω ότι δεν υπάρχουν διαφορές με το σήμερα τι θα πείτε; Με χαρακτήριζε, τότε όπως και τώρα, μια ισχυρή δόση παιδικότητας που είναι υπεύθυνη για την δημιουργία και την τέχνη. Κι αν κρίνω από τον βαθμό των ανασφαλειών που έχω τώρα δεν έχουν αλλάξει πολλά. Τώρα έχω περισσότερες ανασφάλειες, έχω την ίδια τρέλα, την ίδια φαιδρότητα. Ασφαλώς, αν κοιτάξω πίσω θα πω «αμάν, πως τα έκανα όλα αυτά τότε, πως αποπειράθηκα τέτοιο πράγμα;». Ε, λοιπόν, με αυτή την έννοια είμαι ακόμα εκεί, σ’ έναν χρόνο ακίνητο. Ασφαλώς εξελίχθηκα, βρήκα τρόπους, μηχανισμούς, συγκέντρωσα πείρα, κάποιοι με χαιρετούν στο δρόμο σαν να μου λένε «κάτι έχεις κάνει», αλλά αυτό δεν με απαλλάσσει από την αγωνία που παραμένει σε μεγάλα ύψη. Φυσικά, η διαδρομή μου είναι σπαρμένη από ανθρώπους, από παραστάσεις, πολλά και ιδιαίτερως κρίσιμα γεγονότα αλλά αισθάνομαι πως δεν είναι η στιγμή για μια ρετροσπεκτίβα.

Και οι συνεργάτες σας; Άλλοι ήταν τότε, άλλοι σήμερα…

Δεν φανταζόμουν ποτέ – ειδικά μετά το 2000 ότι θα συναντούσα ξανά τέτοιους ταμένους συνοδοιπόρους κι εμπίστους στη διαδρομή σε ακραία δύσκολες συνθήκες και με τέτοια εσωτερική σφοδρότητα, κέφι και έμπνευση. Πίστευα ότι αυτό θα έπρεπε να το αποχαιρετήσω κάπου στη δεκαετία του ’80, πίστευα ότι είχε τελειώσει. Η μεγάλη μου έκπληξη είναι ότι δεν χρειάστηκε να το αποχαιρετήσω και ότι μάλιστα παρουσιάστηκε με μια ωριμότερη κατάσταση. ‘Εχω ιστορική ευγνωμοσύνη γι’ αυτό που μου συνέβη και μια βεβαιότητα πως είναι τόσο χαμένα τα παιχνίδια όπως πιστεύουμε. Υπάρχουν αρκετοί «ένας κι ένας» κι αυτό είναι ένα από τα παράπλευρα κέρδη αυτής της μεταπολιτευτικής περιπέτειας. Είμαι περήφανος που μου έχει συμβεί.

«Αυτή η χώρα έχει ζήσει πολλές φορές το θάνατο της» λέει.

Η Μεταπολίτευση σήμανε, για πολλούς, σχέση με την εξουσία. Εσείς γιατί δεν ενδώσατε σε προτάσεις ν’ αναλάβετε θεσμούς;

Μια φορά παραλίγο να την πατήσω! ‘Ομως, η θεσμική μου… αποκατάσταση δεν είναι το ζητούμενο μου και ποτέ δεν ήταν. ‘Αλλωστε το γεγονός ότι μου προτάθηκαν θέσεις δεν σημαίνει ότι είμαι κατάλληλος γι’ αυτές. Επίσης, νομίζω πως, κατά κανόνα, μια πιο ελεύθερη, αναρχική διαδρομή – φοβάμαι και τον όρο γιατί έχουμε κάψει όλες τις λέξεις πια – συμφωνούσε περισσότερο με τις αναζητήσεις μου στη δημιουργία, στην τέχνη και στον δημιουργικό χρόνο. Από την άλλη, οι θεσμικοί ρόλοι είναι μισοί τέχνη και μισοί τέχνασμα. ‘Εχουν ένα μεγάλο κομμάτι λάντζας που δεν είναι πολύ του γούστου μου.

Παρόλα αυτά, δεν είχατε προτάσεις για να καταθέσετε;

Είχα κι έχω μια σειρά σκέψεων που θα ανήκαν ωραιότατα σ’ έναν προβληματισμό θεσμικού τύπου αλλά δεν μου έχει δοθεί μια κατάλληλη ευκαιρία να τα διατυπώσω – ας πούμε ως σύμβουλος του υπουργείου Πολιτισμού. ‘Ομως, ούτε υπουργός Πολιτισμού, ούτε ως διευθυντής στο τάδε θέατρο. Κι ενώ έχουν υπάρξει υπουργοί που τα άκουγαν με ενδιαφέρον – και πολύ πρόσφατα – άλλαζαν πολύ γρήγορα τα χαρτοφυλάκια. Σ’ αυτά μπορεί να είμαι καλός και χρήσιμος. Σε άλλα, όχι απαραίτητα.

Είχα κι έχω μια σειρά σκέψεων που θα ανήκαν σ’ έναν προβληματισμό θεσμικού τύπου – ας πούμε ως σύμβουλος του υπουργείου Πολιτισμού

Το ελληνικό θέατρο μεταπολιτεύτηκε;

Θυμάμαι πως όταν είχα ανεβάσει το «Πεθαίνω σαν χώρα» είχαν έρθει πολλοί με το ερώτημα: «Τώρα αυτό είναι προφητεία;». Και τους απαντούσα πως δεν θα ήθελα να είναι. Αποδείχθηκε, βεβαίως, πως ήταν σε θεαματικό κι εκκωφαντικό βαθμό. Αυτή η χώρα έχει ζήσει πολλές φορές το θάνατο της. Και όχι μόνο αυτή. Γιατί θυμάμαι πως από διάφορα ξένα φεστιβάλ ανταγωνίζονταν να φέρουν την παράσταση πρώτοι γιατί τότε θεωρούσαν πως ήταν το momentum. Και τους ρωτούσα «Δηλαδή τώρα πεθαίνετε σαν χώρα εσείς;». Μιλάμε τώρα για χώρες όπως το Βέλγιο και η Αυστρία! Θέλω, λοιπόν, να πω ότι η τέχνη, η ουσιαστική τέχνη είναι ελαφρώς προφητική. Είναι λίγο σαν τα άλογα· τα άλογα δεν προβλέπουν – διαισθάνονται. Θυμάμαι ένα περιστατικό που μου αφηγήθηκε ο πατέρας μου, όταν πήγαινε εθελοντής στον πόλεμο της Αλβανίας καβάλα στο άλογο του. Φτάνοντας κάπου στη Βόρεια ‘Ηπειρο, μπροστά σ’ ένα γεφύρι, το άλογο αρνούνταν να προχωρήσει. Μέχρι που από τα νεύρα του, ο πατέρας μου του δάγκωσε τ’ αυτί. Το άλογο εκεί, ακίνητο. Σε δύο λεπτά, ανατινάχθηκε η γέφυρα. Κι εκείνος είχε μείνει για δέκα λεπτά να κοιτάζει, μια τη γέφυρα και μια το άλογο. Μ’ αυτό το παράδειγμα, θέλω να πω πως η τέχνη λειτουργεί έτσι, διαπραγματεύεται τις αόρατες δυνάμεις των πολιτικών συγκρούσεων και χωρίς να το καταλαβαίνει μπορεί να ονομάσει κάτι που έρχεται ή κάτι που συμβαίνει ήδη.

Ανακαλύψατε στη διάρκεια έρευνας και συνεντεύξεων για την παράσταση κάτι αντίστοιχο;

Υπάρχει ένα περιστατικό που αναφέρεται στην παράσταση από μια συνέντευξη του Διονύση Σαββόπουλου στη Μαρία Ρεζάν. Ηταν η εποχή που είχαν διώξει το Μάνο Χατζιδάκι από το Τρίτο Πρόγραμμα και πολλοί καλλιτέχνες αποφασίζουν να δώσουν μια συναυλία στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Μαζεύτηκε πάρα πολύ κόσμος, άρχισαν να ξεχειλίζουν τα θεωρεία μέχρι που ο Σαββόπουλος εκείνος πρόσεξε τις ρωγμές στο κτίριο. Φοβούμενος πως θα θρηνήσουν θύματα, ζήτησε την ακύρωση της συναυλίας για λόγους ασφαλείας. Μα κανείς από το κοινό δεν έφευγε. Αντίθετα, άρχισαν να φτιάχνουν σαϊτες, φλεγόμενες χάρτινες σαϊτες και να τις πετούν στη σκηνή. «Τότε είδα να πλησιάζει καλπάζοντας αυτό που θα ερχόταν αργότερα», μας λέει ο Σαββόπουλος. Αν αυτό δεν είναι χρησμός τέχνης, τότε τι είναι;

«Οι παραστάσεις είναι για να διαπραγματεύονται τα αλύτρωτα φαντάσματα» σημειώνει.

Ακούγοντας σας σκέπτομαι πως έχετε μια ενδιαφέρουσα εμμονή ν’ ασχολείστε μέσα από το θέατρο με αυτό που ονομάζουμε εθνικό. Είναι έτσι;

Θα διόρθωνα τον όρο εθνικό – γιατί είναι επίσης κακοποιημένος όρος. Θα έλεγα πως με ενδιαφέρει πάρα πολύ η θεατρικότητα της Ιστορίας και η θεατρικότητα της καθημερινότητας – όχι το θέατρο. Για την ακρίβεια, μ’ ενδιαφέρει πιο πολύ η θεατρικότητα παρά το θέατρο. Ο καθένας από εμάς φέρει ένα ιστορικό στίγμα της εμπειρίας του μέσα στην Ιστορία που τρέχει κι αυτή η θεώρηση των πραγμάτων είναι πάντα συγκρουσιακή, αμφίσημη, αμφίθυμη. Η Τέχνη είναι η πάλη μας με την πραγματικότητα, την οποία, από τη μια αποδεχόμαστε και, από την άλλη, ιμπρεσιονιστικά θέλουμε ν’ αλλάξουμε.

Πώς αντιμετωπίζετε τις σκηνοθεσίες, τις παραστάσεις σας; Ως πολιτικά υλικά;

Οι παραστάσεις είναι για να διαπραγματεύονται τα αλύτρωτα φαντάσματα. Για μένα, η Μεταπολίτευση είναι ήδη ένα αλύτρωτο φάντασμα για μένα. ‘Ετσι και η παράσταση μας είναι πολιτική. Μ’ ενδιαφέρει ο θεατής να μπει εδώ και να βγει μ’ ένα άλλο αίσθημα για τα πράγματα. Δεν εξιδανικεύουμε τίποτα. Είναι μια θαρραλέα αντιμετώπιση του ιστορικού αυτού φαντάσματος που μας συνοδεύει. Η Ιστορία είναι ένας φωτεινός και σκοτεινός άγγελος μαζί.

Με ενδιαφέρει πάρα πολύ η θεατρικότητα της Ιστορίας και η θεατρικότητα της καθημερινότητας

Μέχρι πότε σώζονταν πολιτικές ιδεολογίες μέσα σας;

Από πάντα έως και σήμερα. Αν χάσω την πίστη στις πολιτικές ιδέες, τι νόημα θα έχουν όλα; Είμαι πολιτικό ον. Ας μην μπερδεύουμε την πολιτική με την κομματική ιδεολογία. Εξάλλου, έχουν υπάρξει πρόσωπα που έχουν τιμήσει την έννοια της πολιτικής ιδεολογίας ακόμα κι αν ανήκαν σε κομματικούς χώρους. Να μιλήσω για τον Λεωνίδα Κύρκο; Ο Κύρκος είναι μνημείο για το χώρο του, όπως και ο Φλωράκης, ο Γεννηματάς και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής της Μεταπολίτευσης. Υπάρχουν πρόσωπα που καθορίζουν την πολιτική ιδέα, παρόντες ή απόντες. Το ότι, για παράδειγμα, συζητάμε για τον Γεννηματά είναι χαρακτηριστικό. Η πολιτική ιδέα δεν περιορίζεται στον τυπικό χρόνο της ζωής αλλά σ’ έναν άλλο χρόνο.

Ποιο πρόσωπο που δεν είναι παρόν στο χρόνο θα θέλατε να έχετε προσεγγίσει στο πλαίσιο έρευνας της παράστασης;

‘Οχι μόνο τα ιδανικά πρόσωπα όπως τον Γεννηματά ή τη Μελίνα· αλλά και πρόσωπα πιο αμφιλεγόμενα, όπως τον Μένιο Κουτσόγιωργα.

«Από το 1974 μέχρι το 1988 πέρασαν 14 χρόνια πραγματικά σοβαρής πολιτικής ανάπτυξης στη χώρα» διαπιστώνει με αφορμή τη νέα του πολιτική παράσταση «Μεταπολίτευση».

Υπήρξατε ποτέ ΠΑΣΟΚ;

‘Εχω ψηφίσει ΠΑΣΟΚ, δεν έχω υπάρξει ΠΑΣΟΚ.

‘Ηταν το ΠΑΣΟΚ ότι πιο χαρακτηριστικό έδωσε η Μεταπολίτευση σε κομματικό επίπεδο;

Η Μεταπολίτευση ξεκίνησε επί Καραμανλή και θα τολμούσα να πω, πολύ ψύχραιμα και με ξεκάθαρη αριστερή συνείδηση, πως αυτή η περίοδος ήταν από τις διαυγέστερες περιόδους διακυβέρνησης της χώρας. Και με κάποιο πολιτικό μέτρο. Τότε έγιναν τρεις τεράστιες κινήσεις: Η νομιμοποίηση του ΚΚΕ, η προεδρική δημοκρατία, η κίνηση προς την ΕΟΚ. Τρεις κινήσεις ρουά ματ προς τη Δημοκρατία και προς τον επαπροσδιορισμό της ταυτότητας της χώρας. Μην κοιτάς που φώναζε ο Αντρέας «έξω από την Ευρώπη, έξω από το ΝΑΤΟ». ‘Ηταν εκτός χορού κι όταν εκλέχθηκε παρίστανε σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Επίσης, και η πρώτη περίοδος του ΠΑΣΟΚ, τουλάχιστον μέχρι το 1985, ήταν σαφώς μια ελπιδοφόρα περίοδος. Γιατί μέσα στο ΠΑΣΟΚ της πρώτης περιόδου υπήρχαν κατά βάση σπουδαία πρόσωπα. Υπήρξαν πρόσωπα που είχαν γαλουχηθεί με την απελπισμένη έλλειψη ελπίδας και αφιέρωσαν τη ζωή τους σε αυτή την ιδέα. Μετά άρχισαν να εμφανίζονται μη σπουδαία. Από το 1974 μέχρι το 1988 πέρασαν 14 χρόνια πραγματικά σοβαρής πολιτικής ανάπτυξης στη χώρα. Μπήκαν άλλα θεμέλια.

Και μετά το βρώμικο ’88;

Από εκεί και πέρα άρχισε η παρεξήγηση της αλαζονείας της εξουσίας και της μαζικότητας. Εκεί έχασε η μάνα το παιδί και το παιδί το φρούτο.

‘Εχω ψηφίσει ΠΑΣΟΚ, δεν έχω υπάρξει ΠΑΣΟΚ

Τι σήμανε χοντρικά η Μεταπολίτευση για την νεοελληνική κοινωνία;

Γενικά ωφέλησε την νεοελληνική κοινωνία. Κάποιες φορές την παραωφέλησε ή την οδήγησε σε μια παρεξήγηση της ωφέλειας. Από την άλλη, δεν είναι σωστό να πετροβολάμε διαρκώς τον πιανίστα. Γιατί αν πετάς πέτρες, κάποια στιγμή, θα φας και καμία από αυτές. Χρειάζεται μια ψύχραιμη στάση απέναντι στην Ιστορία. Γι’ αυτό και κάνουμε τώρα την παράσταση· χρειαζόταν μια απόσταση από τα πράγματα.

«Νομίζουμε πως η ελευθερία μας δεν έχει μέτρο – είμαστε μια άμετρη χώρα» επισημαίνει.

Μπορείτε να εντοπίσετε την μεγαλύτερη νίκη της Μεταπολίτευσης;

Νομίζω πως αυτά που αρχίσαμε ν’ αντιλαμβανόμαστε όλοι μας: Την παραπάνω ελευθερία πάνω σε άπειρα ζητήματα εκδημοκρατισμού της καθημερινότητας. Μπορούσες ελεύθερα να ταξιδεύεις, να διαβάζεις, ν’ ακούς ό,τι μουσική θέλεις. ‘Οταν τα έχεις πιθανόν να μην τα αντιλαμβάνεσαι. Αλλά όταν τ’ αποκτήσεις, συνειδητοποιείς την αξία τους.

Και η μεγαλύτερη ήττα;

‘Οσα αρχίσαμε να ξεχνάμε. Γιατί νομίζουμε πως η ελευθερία μας δεν έχει μέτρο – είμαστε μια άμετρη χώρα. ‘Εχουμε πάει στην άλλη πλευρά. Και τώρα διανύουμε τη φάση που η πραγματικότητα αυτή μας έχει γίνει πάθημα. ‘Ομως, πρέπει να υπάρξει κάποια στιγμή προσωπικής μοναξιάς και αυτοστοχασμού – έστω κι όταν είμαστε μόνοι μας στην τουαλέτα.

Η Μεταπολίτευση ξεκίνησε επί Καραμανλή και θα τολμούσα να πω πως αυτή η περίοδος ήταν από τις διαυγέστερες περιόδους διακυβέρνησης της χώρας

Πιάσατε τον εαυτό σας να απορρίπτει τον μεταπολιτευτικό εαυτό του;

‘Οχι, ποτέ. Να τον κρίνω και να τον κατακρίνω, ναι. Αλλά να τον απορρίψω όχι. ‘Εχω πλήρη συνείδηση της Μεταπολίτευσης, αλλά δεν θα άντεχα να απορρίψω τόσο εύκολα ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού μου. Το ζήτημα είναι να έχει κανείς διαλλεκτική σχέση με αυτό.

«Δεν θα άντεχα να απορρίψω τόσο εύκολα ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού μου» ομολογεί.

Αν σας ζητούσα να επιλέξετε ένα πλάνο, μια φωτογραφία της Μεταπολίτευσης, τι θα απαντούσατε;

Δύο άνθρωποι αγκαλιασμένοι την Ομόνοια κρατώντας μια ελληνική σημαία.

Η Μεταπολίτευση ορίζει την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Τι είναι Δημοκρατία για εσάς;

Ο Γεννηματάς είχε πει κάτι πολύ ωραίο που αποδεικνύει πως η Δημοκρατία δεν είναι αυτονόητη. Είχε πει, λοιπόν, πως το πλεονέκτημα της είναι ότι βρίσκεται διαρκώς εν κινήσει, άρα εν διαπραγματεύσει, άρα εν βελτιώσει· άρα είναι ένα ιδανικό πολίτευμα. Και πως η μεγαλύτερη αξία του είναι πως είναι ατελές. Δυστυχώς, η δική μας Δημοκρατία ταλαιπωρήθηκε πολύ γιατί δεν διδαχθήκαμε σωστά τον αυτοσεβασμό. Ο αυτοσεβασμός υπάρχει μόνο όταν έχεις διαπιστώσει τον σεβασμό σου προς τον άλλο. Επίσης, στη Δημοκρατία θα έπρεπε να έχουμε καταλάβει πως δεν θα πρέπει να συμπεριφερόμαστε μ’ έναν τρόπο που δεν θα θέλαμε να μας συμπεριφερθούν. Θεωρούμε πως η Δημοκρατία είναι ένα προσωπικό δικαίωμα. Κι αυτό είναι το μεγαλύτερο (συνειδητό ή όχι) ατόπημα της Μεταπολίτευσης στη συλλογική συνείδηση. Θ’ αναφερθώ, ας πούμε, στο θέμα του καπνίσματος το οποίο, θα έπρεπε να έχουμε λύσει πολύ νωρίτερα αλλά βλέπεις είμαστε ωφελιμιστές.

Γιατί δεν θέλουμε να χάσουμε το προνόμιο μας να επιβαρύνουμε τους άλλους…

Ακριβώς! Αλλά αυτό δεν είναι Δημοκρατία. Ο μη σεβασμός δεν είναι ελευθερία. Δημοκρατία σημαίνει να μπαίνεις γρήγορα στη θέση του άλλου. Και μετά να παίρνεις θέση απέναντι στα ζητήματα. Η Μεταπολίτευση μας δίδαξε μια Δημοκρατία της ανεμοδούρας. Αναμόχλευση, ενθουσιασμός αλλά χωρίς δουλειά. Σαφέστατα είχαμε ένα θεαματικό εκδημοκρατισμό, αλλά από την άλλη συνέβησαν κραυγαλέα πράγματα. Περάσαμε από δημόσιο χρέος 16% στο 260%! Αυτό μεταφράζεται σε ανόητες πολιτικές επιλογές, στις οποίες παγιδεύτηκε ένας ολόκληρος λαός που έγινε σταδιακά λίγο ζώο. Ακόμα και στα pet shop σου λένε μην δίνεις πολύ φαγητό στο σκύλο σου ή στη γάτα σου! Δεν εκπαιδεύεις ένα λαό στη μάσα. Αφού ξέρεις πως η τάση του ανθρώπου είναι προς την αδράνεια και στο όφελος. Τον ‘Ελληνα, λοιπόν, τον αφορούσε ένα παρόν που έμοιαζε να έχει χάντρες, μπιχλιμπίδια, καραμέλες. Αλλά μετά έπαθε ζάχαρο. Κι αν πάθεις ζάχαρο το κληροδοτείς και στα παιδιά σου.

Τον ‘Ελληνα τον αφορούσε ένα παρόν που έμοιαζε να έχει χάντρες, μπιχλιμπίδια, καραμέλες. Αλλά μετά έπαθε ζάχαρο…

Τι εκτιμάτε πως μας περιμένει μετά την Μεταπολίτευση στην Ελλάδα;

Στην παράσταση βάζουμε μια ερώτηση: ‘Εχει τελειώσει η Μεταπολίτευση; Ακόμα λοιπόν κι αν έχει τελειώσει δεν τελειώνει η πολιτική ζωή, η κοινωνική συνείδηση, η Ιστορία και πάντα μιας μορφής συλλογική (ή κοινωνική και πολιτική) ελπίδα που είναι δύσκολο να εγκαταλείψει κανείς. Αλλά θέλει ένα άλλο μέτρο πιο προσωπικό κι όχι κάποιο θεαματικό μέτρο – όχι έξω από τον εαυτό μας. Τα βήματα πάντα που θα γίνουν πάντα θα είναι στο πλαίσιο μιας συλλογικότητας· χωρίς συλλογικότητα δεν υπάρχει ατομική αξία.

Αν σταματούσατε έναν έφηβο στο δρόμο και τον ρωτούσατε τι σημαίνει «Μεταπολίτευση» τι νομίζετε ότι θα σας απαντούσε;

Με ρωτάς πράγματα που θέτουμε στην παράσταση και είναι σχεδόν ύποπτο πια! Υπάρχει, λοιπόν, ένα σημείο όπως το περιγράφεις και η σκηνή έχει ως εξής. Ο νέος ανοίγει το κινητό του και ρωτάει: «Siri what is Metapoliteusi?».

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ο Μιχαήλ Μαμρμαρινός σκηνοθετεί την παράσταση «Κομμώτριες – Μεταπολίτευση» που ανεβαίνει στο θέατρο Θησείον από τις 5 Φεβρουαρίου 2020.

Πρωταγωνιστούν οι: Μάιρα Γραβάνη, Ηλέκτρα Νικολούζου, Άρης Νινίκας, Ανδρομάχη Φουντουλίδου, Χάρης Φραγκούλης, Adrian Frieling.

Θησείον, Ένα Θέατρο για τις Τέχνες, Τουρναβίτου 7, Ψυρρή Τηλ 210 3255444
Παραστάσεις: Τετάρτη – Σάββατο, 20:30 / Κυριακή, 19:30
Τιμές εισιτηρίων: 18 ευρώ γενική είσοδος, μειωμένο (Φοιτητές, άνεργοι, ΑΜΕΑ) 15 ευρώ

Περισσότερα από Πρόσωπα
VIMA_WEB3b