MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
28
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Κριτική Θεάτρου: Οι Παραθεριστές του Μαξίμ Γκόρκι στη Στέγη

Κριτική της παράστασης «Οι Παραθεριστές» του Μαξίμ Γκόρκι που σκηνοθετεί η Μαρία Μαγκανάρη στην Εφηβική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.

stars-fullstars-fullstars-fullstars-emptystars-empty
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
author-image Ματίνα Καλτάκη

Στους «Παραθεριστές» (1904) του Γκόρκι παρακολουθούμε μια ομάδα ανδρών και γυναικών από 25 έως 55 ετών σε χαλαρές συναντήσεις με επίκεντρο ένα εξοχικό έξω από την Πετρούπολη. Συμμετρία χαρακτηρίζει τη σύνθεση των δραματικών προσώπων και μία προφανώς στοχευμένη διάκριση ως προς την ηλικιακή συμπεριφορά.

Οι βασικοί (άρρενες) ήρωες είναι συν-πλην 40 ετών και ήδη τους έχει «αλλοτριώσει» (να μια λέξη που έχει καταντήσει ανυπόφορη) η ζωή. Κι επειδή η προηγούμενη πρόταση δεν εξηγεί απολύτως τίποτα ας μιλήσουμε συγκεκριμένα: ο δικηγόρος Μπασώφ, παντρεμένος με την 27χρονη Βάρια, είναι ένας βαρετός κουτσομπόλης. Φίλος του είναι ο Σουσλώφ, ένας πολιτικός μηχανικός που στην εξέλιξη της ιστορίας θα αποδειχθεί υπεύθυνος για την κατάρρευση ενός τοίχου σ’ ένα δημόσιο κτίριο που καταπλάκωσε δύο γυναίκες. Η γυναίκα του, η Γιούλια, τον απατά αλλά το γεγονός δεν διαταράσσει την ανύπαρκτη σχέση τους. Έντιμος είναι μόνο ο γιατρός Ντουντακώφ, που δουλεύει συνέχεια και παραπονείται εντόνως ακριβώς γι’ αυτό, ενόσω η γυναίκα του, η Όλγα, ασφυκτιά ανατρέφοντας τα τέσσερα παιδιά τους και κάνοντας διαρκώς αρνητικές σκέψεις για όλους τους άλλους.

Είναι σαφές ότι όλοι τους, με μια χωροχρονική μετατόπιση, παρουσιάζουν ομοιότητες με πολλούς της σημερινής λεγομένης μεσαίας τάξης. Ο Σουσλώφ περιγράφει με σαφήνεια την κατάστασή τους: «Εμείς! Εγώ, εσύ, αυτή, όλοι μας. Ναι, είμαστε όλοι παιδιά φτωχών ανθρώπων. Ζήσαμε δύσκολα παιδικά χρόνια. Τώρα, στην ωριμότητά μας επιθυμούμε μια ζωή εύκολη και ξεκούραστη. Αυτή είναι η ψυχολογία μας».

Αλλιώς βλέπει τα πράγματα ο ιδεαλιστής Ριούμιν (που άλλο δεν κάνει από το να «σκέπτεται» και να αγαπά τη Βάρια): «Μιλάτε αρκετά συχνά για τη ζωή. Ζωή. Τι είναι η ζωή; Με το που προφέρετε τη λέξη, υψώνεται μπροστά στα μάτια μου σαν γιγάντιο τέρας που διαρκώς αναζητά ανθρώπινα θύματα. Καταβροχθίζει καθημερινά το μυαλό και τη δύναμη του ανθρώπου, πίνει με απληστία το αίμα του. Γιατί είναι έτσι; Δεν ξέρω το λόγο, αλλά ξέρω ότι όσο περισσότερο ζει κανείς, τόσο περισσότερη βρωμιά, χυδαιότητα, φαυλότητα και σκληρότητα αντιμετωπίζει, και τόσο περισσότερο διψά για ομορφιά, φως και αγνότητα!… Δεν τα βγάζεις πέρα με τις αντιφάσεις της ζωής, δεν μπορείς να εξορίσεις όλο το κακό και τη βρωμιά της! Οπότε, δώστε στον άνθρωπο το δικαίωμα ν’ απομακρύνεται απ’ ό,τι τον προσβάλλει. Ο άνθρωπος αποζητά ανάπαυση και λήθη, ειρήνη!».

ParatheristesElina Giounanli 7

Όλοι γκρινιάζουν, κανείς δεν πράττει 

Σωστά είναι αυτά που λέει, μόνο που ο ίδιος σ’ άλλο σημείο θα παραδεχθεί ότι αν τα λόγια δεν συνοδεύονται από πράξεις, από δημιουργία, παραμένουν κενά περιεχομένου. (Ριούμιν: «Όταν ήμουν μικρός ορκίστηκα ν’ αφιερώσω τη ζωή μου στον αγώνα για την επικράτηση του καλού. Στην αρχή προετοιμαζόμουν, περίμενα, και ανεπαίσθητα, χωρίς να το καταλάβω, άρχισα να συνηθίζω να ζω στην απραξία. Φοβόμουν να την διαταράξω. Τα χρόνια πέρασαν και δεν έχω καταφέρει τίποτα! Βλέπεις πόσο ειλικρινά μιλάω. Μη μου στερήσεις τη χαρά να είμαι ειλικρινής. Ντρέπομαι που το λέω, αλλά υπάρχει μια γλυκύτητα σ’ αυτόν τον πόνο, σ’ αυτήν την εξομολόγηση»).

Α, να μην ξεχάσω, υπάρχει και ο άνθρωπος των γραμμάτων, ο συγγραφέας Σαλίμωφ. Αυτός ζει το δικό του δράμα: «Γράφεις – είσαι συγγραφέας, αισθάνεσαι βαθιά, και στο τέλος εξουθενώνεσαι. Έρχεσαι στους φίλους σου να ξεκουραστείς, να παραθερίσεις, να συγκεντρώσεις τις σκέψεις σου… Ξαφνικά εμφανίζεται κάποια και αρχίζει να σε ανακρίνει: Ποια είναι τα πιστεύω σας; Ποια είναι τα ιδανικά σας; Γιατί δεν γράφετε γι’ αυτό; Γιατί δεν αναφέρετε το άλλο; Μετά λέει πως το τάδε απόσπασμα από το βιβλίο σου είναι σαφές, ενώ το δείνα ψεύτικο, άσχημο. Αγαπητή μου κυρία, γράψ’ το μόνη σου, τότε θα είναι καθαρό, και αληθινό, και ευγενές! Γράψε σαν ιδιοφυία, μόνο άσε με στην ησυχία μου!».

Δεν είναι τυχαίο που από το βαλτωμένο συνονθύλευμα ξεχωρίζει ο 25χρονος Βλας, ο αδελφός της Βάριας, που δουλεύει ως κλητήρας και αστειεύεται με τα πάντα, και ο Κόλον, θείος του Σουσλώφ, πρώην εργοστασιάρχης που αποφασίζει να διαθέσει τη μεγάλη περιουσία για να οικοδομήσει σχολεία.

Τις γυναίκες ο Γκόρκι τις αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη επιείκεια. Και παρότι τέσσερις στις πέντε δεν εργάζονται (αλλά είτε μελαγχολούν, είτε γράφουν ποιήματα, είτε απατούν τον άνδρα τους), δεν παραλείπει να εντάξει στην πινακοθήκη του μία γιατρίνα, μια γυναίκα χειραφετημένη της νέας εποχής. Παρότι αναγνωρίζει το έλλειμμα της ερωτικής ζωής της, είναι αυτή που βάζει την ιδέα στον πλούσιο Κόλον να χρησιμοποιήσει την περιουσία του για το δημόσιο καλό.

ParatheristesElina Giounanli 5

Παραθεριστές στην Στέγη

Στην παράσταση της Στέγης, ωστόσο, είναι η Βάρια που ξεχωρίζει γιατί είναι αυτή που στο τέλος θα κλείσει την πόρτα πίσω της, και μαζί με τον αδελφό της τον Βλας, θα ακολουθήσουν τον Κόλον, για να δουλέψουν, να δημιουργήσουν, να προσφέρουν προς όφελος των πολλών. Ακόμη κι αυτή, ωστόσο, λίγο πριν πάρει την τελική της απόφαση, εξανίσταται μ’ έναν μονόλογο εξουθενωτικό:

Βάρια: […] Είμαστε παραθεριστές στη χώρας μας, περαστικοί! Δεν πράττουμε, μόνο μιλάμε. Και υπάρχει τόσο ψέμα στις συζητήσεις μας! Για να κρύψουμε ο ένας από τον άλλον την πνευματική μας φτώχεια υιοθετούμε τσιτάτα και θεωρίες. Μιλάμε για την τραγικότητα της ζωής μας χωρίς καν να τη γνωρίζουμε, μας αρέσει να μυξοκλαίμε και να παραπονιόμαστε.
[…] Αρκετά παραπονεθήκαμε! Πρέπει να έχουμε το κουράγιο να σωπαίνουμε. Ξέρουμε να μένουμε σιωπηλοί όταν είμαστε ευτυχισμένοι. Ο καθένας από μας καταβροχθίζει τη δόση της ευτυχίας του μόνο με τον εαυτούλη του, αλλά τη λύπη, τον πόνο, ακόμα και μια τόση δα γρατζουνιά στην καρδιά, την περιφέρουμε δημοσίως, την επιδεικνύουμε κραυγάζοντας για να τραβήξουμε την προσοχή του κόσμου στο δράμα μας. Πετάμε τα αποφάγια μας, και δηλητηριάζουμε τον αέρα της πόλης. Με τον ίδιο τρόπο ξεφορτωνόμαστε από την ψυχή μας όλη τη βρομιά και το βάρος και τα εκτοξεύουμε στα πόδια των γειτόνων μας. […]
Εμείς, που μας γέννησαν καθαρίστριες, μάγειροι και εργάτες, πρέπει να είμαστε διαφορετικοί! Η χώρα μας δεν είχε ποτέ πριν τόσους μορφωμένους ανθρώπους που να προέρχονται από το λαό. Αυτός ο εξ αίματος δεσμός θα πρέπει να μας εμπνέει και να μας κάνει να επιθυμούμε διακαώς να διαφωτίσουμε τις ζωές των ανθρώπων που περνάνε τη ζωή τους στη δουλεία, στο σκοτάδι και στη βρομιά. […] Κατασκευάσαμε την ίδια μας την απομόνωση και τη γεμίσαμε με σύγχυση και εσωτερική διχόνοια. Αυτό είναι το δράμα μας: μόνοι μας το δημιουργήσαμε, και αυτό θα είναι και η τιμωρία μας. Ναι. Δεν έχουμε το δικαίωμα να παραπονιόμαστε».

ParatheristesElina Giounanli 2

Ο λόγος που η Μαρία Μαγγανάρη επέλεξε το έργο του Γκόρκι προφανώς έχει να κάνει με τις ομοιότητες που έχει ο «κόσμος» του με τον δικό μας, στην Ελλάδα της κρίσης. Διασκευάζοντας και σκηνοθετώντας τους «Παραθεριστές», κράτησε τη δομή του πρωτοτύπου, έκοψε κάποιες σκηνές και, έχοντας κατά νου ότι απευθύνεται σε κοινό εφήβων, εστίασε στους νεότερους, τη Βάρια και τον Βλας, που είναι αυτοί που θα πουν εμπράκτως «όχι» στο περιβάλλον της παρακμής, της έλλειψης οράματος, της απαξίωσης όλων, της διαρκούς γκρίνιας.

Ωστόσο το έργο του Γκόρκι ακολουθεί τον «Γλάρο» του Τσέχωφ και το «Ένας μήνας στην εξοχή» του Τουργκένιεφ, άρα δεν έχει τη δύναμη της πρωτότυπης σύλληψης και σε αντίθεση με τα έργα των προηγούμενων, «η φλυαρία και η ρητορεία αντικαθιστούν τις καταστάσεις» (κατά τη διατύπωση του Κώστα Γεωργουσόπουλου, στην κριτική του στα Νέα, το 1984, για την παράσταση του Λεωνίδα Τριβιζά).

Και μπορεί στις μέρες μας να γίνονται παραστάσεις που προγραμματικά επιδιώκουν αυτό ακριβώς, τη φλυαρία του κενού (Θυμηθείτε το «Μια μέρα, όπως κάθε μέρα, σε ένα διαμέρισμα από τα χιλιάδες διαμερίσματα της Αθήνας, αυτά με τα κουφώματα ασφαλείας και τους βολικούς καναπέδες τους, σε κατάσταση αμόκ. Ή η ανουσιότητα του να ζεις» της Λένας Κιτσοπούλου), αλλά οι σημερινοί έφηβοι έχουν γαλουχηθεί με τη γρήγορη δράση και εικόνα, και το σασπένς των αμερικανικών ταινιών και σίριαλ.

Παρά τα τραγουδιστικά εμβόλιμα που έβαλε η Μαγγανάρη, σαν ανάσες στην «λεκτική» δράση, την κατά στιγμές απεύθυνση στο κοινό που σπάει την ψευδαίσθηση της αληθοφάνειας και τα σημεία που οι ηθοποιοί, ως τέτοιοι, βγαίνουν στιγμαία από τους ρόλους τους και ετοιμάζουν τον χώρο για την επόμενη σκηνή, η παράσταση έχει υπερβολικά πολύ λόγο. Και σίγουρα το τελευταίο κήρυγμα της Βάριας έπρεπε να είναι μισό σε έκταση.

Η Μαρία Μαγγανάρη χρησιμοποίησε κι ένα άλλο «τέχνασμα» (ή, μήπως, οδηγήθηκε σ’ αυτήν την λύση για λόγους προϋπολογισμού;) προκειμένου να προκαλέσει κάποιου είδους έκπληξη, παραξένισμα, στο εφηβικό κοινό: όλους τους ρόλους ερμήνευσαν έξι ηθοποιοί.

Η επιλογή αυτή έχει πάντα τον κίνδυνο να αμβλυνθούν οι διαφορές των χαρακτήρων, αν οι ηθοποιοί δεν έχουν την εμπειρία ή την υποκριτική δεξιοτεχνία να χειριστούν δύο και περισσότερους ρόλους. Εν προκειμένω, η Βίκυ Κατσίκα, η Μαρία Παρασύρη, η Ανδριάνα Χαλκίδη ερμήνευσαν θαυμάσια τους ρόλους τους. Αντιθέτως ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης, ο Γιώργος Κατσής και, κυρίως, ο Κλήμης Εμπέογλου) δεν μπόρεσαν να καταστήσουν σαφείς τις διαφορές των προσώπων που υποδύθηκαν.

Έχω την εντύπωση ότι το θέατρο για εφήβους είναι η πιο δύσκολη κατηγορία αφού οι σημερινοί έφηβοι ζουν σε μια εποχή μεταιχμιακή ως προς βασικά στοιχεία της σύγχρονης κουλτούρας, με πρώτο τον τρόπο που βλέπουν και που επικοινωνούν. Αυτό δεν σημαίνει ότι κατάλληλα έργα γι’ αυτούς είναι μόνο όσα έχουν σύγχρονο θέμα π.χ. το διαδίκτυο και τα κοινωνικά μέσα. Αλλά απαιτούνται κορυφαία έργα, πολύ καλά δουλεμένη σκηνική δράση και τους καλύτερους ηθοποιούς που υπάρχουν για να κινητοποιήσεις πραγματικά την προσοχή και το ενδιαφέρον τους.

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Συγγραφέας: Μαξίμ Γκόρκι
Μετάφραση: Μαρία Μαγκανάρη, Σύρμω Κεκέ
Σκηνοθεσία: Μαρία Μαγκανάρη

Σκηνικά: Μαρία Μαγκανάρη
Κοστούμια: Παύλος Θανόπουλος
Μουσική: Χαράλαμπος Γωγιός
Φωτισμοί: Μαρία Γοζαδίνου

Παίζουν: Κλήμης Εμπέογλου, Ιωσήφ Ιωσηφίδης, Γιώργος Κατσής, Βίκυ Κατσίκα, Μαρία Παρασύρη, Ανδριάνα Χαλκίδη

Τιμές Εισιτηρίων: Κανονικό: 12 € Μειωμένο, Φίλος, Παρέα 5-9 άτομα: 10 € Παρέα 10+ άτομα: 9 € Κάτοικος Γειτονιάς: 7 € Ανεργίας, ΑΜΕΑ: 5 € | Συνοδός ΑΜΕΑ: 10 €
Παραστάσεις: Σάββατο & Κυριακή | 19:00 & Πρωινές παραστάσεις για σχολεία: Πέμπτη & Παρασκευή | 11:00
Βοηθός Σκηνοθετη: Βασιλική Σκευοφύλαξ
Περισσότερα από Κριτική Θεάτρου
VIMA_WEB3b