MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
25
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Σαβίνα Γιαννάτου: Ποτέ δεν είδα τον εαυτό μου σαν «ambassador» για την Ελλάδα

Με αφορμή την εμφάνισή της στις 14 και στις 15 Αυγούστου στην Επίδαυρο με τους «Primavera en Salonico», η Σαβίνα Γιαννάτου μιλά αποκλειστικά στο monopoli.gr για τη ζωή, το έργο της και τον πολιτισμό.

Ειρήνη Ζαβιτσάνου | 10.08.2020

Η Σαβίνα Γιαννάτου αποτελεί μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή περίπτωση καλλιτέχνιδας για τα δεδομένα της χώρας μας. Ξεκινώντας το 1981 από την θρυλική Λιλιπούπολη, έχει διαγράψει μια σημαντική καλλιτεχνική πορεία και έχει συνεργαστεί με εξέχοντα ονόματα συνθετών όπως Barry Guy, Arild Andersen αλλά και μεγάλους Έλληνες μεταξύ των οποίων η Λένα Πλάτωνος, ο Νίκος Μαμαγκάκης, ο Νίκος Κηπουργός, ο Βαγγέλης Κατσούλης κ.α.

Με μουσικές σπουδές και πλούσιο βιογραφικό, ταξιδεύει ανά τον κόσμο και συνεχίζει να μας χαρίζει δυνατές συγκινήσεις με τις δημιουργίες της.

Με αφορμή την εμφάνισή της στις 14 και στις 15 Αυγούστου στην Επίδαυρο, όπου  μαζί με τους «Primavera en Salonico» δημιοuργούν το «Watersong», η ελληνίδα δημιουργός μιλά αποκλειστικά στο monopoli.gr για τη ζωή, το έργο της και μοιράζεται μαζί μας τις πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις της για τον πολιτισμό….

Γυρίζοντας το χρόνο πίσω και πηγαίνοντας στην παραμυθένια Λιλιπούπολη που ήταν η αφετηρία της καλλιτεχνικής σας πορείας , αν σας ζητούσαμε να κάνετε μια αποτίμηση της μέχρι τώρα καλλιτεχνικής σας καριέρας ποια θα ήταν αυτή;

Φανταζόμουν τελείως διαφορετική την πορεία μου απ’ αυτήν που τελικά προέκυψε. Φανταζόμουν ότι θα ασχοληθώ με μπαλάντες, σε ένα ίσως ροκ περιβάλλον, αλλά επίσης ήλπιζα ότι θα ασχολούμουν με την προκλασική μουσική, ότι θα αποκτούσα κάποιες τεχνικές δεξιότητες, που τελικά δεν απέκτησα ποτέ, αλλά όμως απέκτησα κάποιες τελείως διαφορετικές που δεν γνώριζα καν ότι υπήρχαν τότε…

Θεωρώ ότι ήμουν πολύ τυχερή που οι τότε επιθυμίες μου δεν μπόρεσαν να εκπληρωθούν και αυτό μου άνοιξε έτσι έναν καινούργιο κόσμο που δεν γινόταν να αγνοήσω.

Δηλαδή;

Δεν φανταζόμουν ότι θα ασχοληθώ για παράδειγμα έστω και στο ελάχιστο με το παραδοσιακό τραγούδι, κάτι που συμβαίνει ήδη από το 1985 με τα «νανουρίσματα» του Ν. Κυπουργού, και ακολούθησαν τα ισπανοεβραϊκά και τα της μεσογείου. Δεν γνώριζα τι σημαίνει καν ελεύθερος αυτοσχεδιασμός. Μου άρεσε η σύγχρονη μουσική και ήλπιζα ότι με κάποιο τρόπο θα ασχοληθώ μ’ αυτήν – κάτι που επίσης δεν έγινε ακριβώς ποτέ.

Θέλετε να πείτε πως ό,τι ήρθε στην πορεία σας, προέκυπτε κατά κάποιο τρόπο;

Κάπως έτσι… ό,τι προέκυψε πάντως μέσα σ’ αυτά τα χρόνια ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρον και συχνά απρόσμενο. Ανέτρεψε πολλά στερεότυπα που αφορούσαν είτε είδη μουσικής, είτε ανθρώπους και τις προτιμήσεις τους. Αν εξαιρέσω την συνεργασία μου με την Λένα Πλάτωνος και το περιβάλλον του Γ’ προγράμματος τότε, που ήταν για μένα το μόνο γνωστό σημείο για την επαγγελματικής μου πορεία, όλα τα άλλα που ακολούθησαν ήταν γεμάτα ανατροπές και τελικά χαίρομαι πολύ γι αυτό. Θεωρώ ότι ήμουν πολύ τυχερή που οι τότε επιθυμίες μου δεν μπόρεσαν να εκπληρωθούν και αυτό μου άνοιξε έτσι έναν καινούργιο κόσμο που δεν γινόταν να αγνοήσω.

Έχετε κάνει σπουδαία πράγματα στον χώρο της world έθνικ σκηνής, έχετε συνεργαστεί  με εξαιρετικούς συνθέτες αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές στο εξωτερικό. Διατηρείτε ωστόσο χαμηλό προφίλ…

Ίσως να φοβάμαι. Ίσως να μην ξέρω πως να το κάνω αλλιώς. Ίσως να το θεωρώ φυσικό έτσι. Ίσως να θεωρώ ότι δεν το αξίζω. Ίσως, ποιος ξέρει τι άλλο ίσως. Μια χαρά αισθάνομαι πάντως..

Πώς είναι η ζωή ενός ανθρώπου που ταξιδεύει τόσο πολύ όσο εσείς; Είναι επιλογή ή από κάποια στιγμή και μετά έγινε πλέον ανάγκη λόγω της δουλειάς;

Είναι επιλογή και μου αρέσει πολύ, και συμβαίνει σχεδόν αποκλειστικά λόγω δουλειάς. Μάλλον βρίσκω έναν τρόπο να δραπετεύω λόγω της δουλειάς.. «Συγγνώμη που φεύγω, αλλά έχω δουλειά..», «Πολύ θα ήθελα να μείνω αλλά, ξέρετε, πρέπει να φύγω γιατί έχω δουλειά». Ενώ αν πας διακοπές, τι θα πεις; «Συγγνώμη, αλλά πρέπει να πάω διακοπές;» Βέβαια μετά από τόσα χρόνια, μάλλον έχω συνηθίσει έτσι, και ίσως για να φύγω να πρέπει κάτι να έχω να κάνω εκτός από τις διακοπές..

Βλέπουμε ότι το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού κυριαρχεί στις καλλιτεχνικές σας δημιουργίες. Δεν έχετε να κάνετε με ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής αλλά με τον συγκερασμό αρκετών.

Είναι αλήθεια αυτό. Μπορώ να αυτοσχεδιάζω ακολουθώντας τη μελωδία και την αρμονία ενός κομματιού, αλλά μπορώ και να φεύγω απ’ αυτήν χρησιμοποιώντας απλώς ήχους με τη φωνή μου. Αν «προσφέρεται» το κομμάτι, μπορώ να αυτοσχεδιάσω με τον τρόπο της free jazz, που είναι καθαρά αυτοσχεδιαστική κατάσταση και δεν βασίζεται στην αρμονία την μελωδία ή την μουσική δομή. Η μπορώ να μπω στην λογική της σύγχρονης μουσικής και να μην ακολουθώ ακριβώς την αρμονία του κομματιού.

Θέλετε να μου πείτε ένα παράδειγμα;

Για παράδειγμα, όλοι ξέρουμε τι είναι ένας αμανές. Εγώ μπορώ μόνο να αντιγράψω έναν αμανέ δηλαδή να τον πω ίδιο όπως τον έχει πει κάποιος άλλος, (εάν βέβαια δεν είναι πολύ δύσκολος…).  Είναι όμως αδύνατον να φτιάξω έναν δικό μου. Κάτι που άλλοι τραγουδιστές το κάνουν για πλάκα χωρίς να το σκεφτούν καν. Ο καθένας στο είδος του…Αυτό που σίγουρα δεν μπορώ να κάνω είναι να αυτοσχεδιάσω με τον τρόπο της κλασσικής jazz ή με τον τρόπο της παραδοσιακής και της βυζαντινής μουσικής.  Τους κανόνες αυτούς δεν τους ξέρω.

Εκτός από το κομμάτι της ερμηνείας, ασχολείστε με την σύνθεση μουσικής για θέατρο, χοροθέατρο αλλά και με την τέχνη του video art. Πώς τα συνδυάζετε όλα αυτά μεταξύ τους;

Συνδυάζονται γιατί όλα είναι μουσική. Είναι κομμάτια της ίδιας κατάστασης. Του ήχου. Σου αρέσει να τραγουδάς τραγούδια που έχουν φτιαχτεί από άλλους, αλλά φαντάζεσαι επίσης και τις δικές σου μελωδίες, την δική σου αίσθηση του ρυθμού, της αρμονίας και θες να τα φτιάξεις εσύ ο ίδιος.  

Πότε ήταν η πρώτη φορά που «φτιάξατε» εσείς η ίδια τραγούδια;

Έφτιαχνα τραγούδια από μικρή. Με το που έπιασα κιθάρα στα χέρια μου, από τα πρώτα μαθήματα, έφτιαξα τα πρώτα μου τραγούδια. Βέβαια ποτέ δεν έμαθα να συνθέτω με την τυπική έννοια του όρου, δεν το σπούδασα δηλαδή, αυτό όμως δεν με εμπόδισε να φτιάξω κομμάτια, να τα ενορχηστρώσω, και να τα εκδώσω σε δίσκους, cds ή να συνεργαστώ με το θέατρο.

Το θέμα της ενορχήστρωσης θεωρώ ότι είναι ένα πολύ σημαντικό μέρος της ιστορίας αυτής και που οι περισσότεροι από μας που συνθέτουμε παρεμπιπτόντως, χωρίς να είναι αυτή η κύρια ασχολία μας, το αφήνουμε στους ενορχηστρωτές θεωρώντας ότι δεν μπορούμε να το κάνουμε μόνοι μας.

Κάνετε όμως ενορχηστρώσεις για θέατρο…

Ναι… στην πρώτη μου δουλειά στο «Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;» είχα ζητήσει από τον Θύμιο Παπαδόπουλο να μου ενορχηστρώσει τα κομμάτια. Στην πρώτη μας συνάντηση του εξηγούσα πώς θα ήθελα να ενορχηστρωθεί το κάθε κομμάτι. Και μου λέει ο Θύμιος: «Αφού ξέρεις τι θέλεις γιατί δεν τα ενορχηστρώνεις μόνη σου» Και λέω: «Αφού δεν ξέρω, πώς θα το κάνω;» Και μου είπε: «Αγόρασε ενα συνθεσάϊζερ κι’ ένα τετρακάναλο κασετόφωνο και φτιάξ’ τα μόνη σου». Τότε δεν υπήρχαν τα κομπιούτερς. Τότε με ένα τετρακάναλο ηχογραφούσες 3 κανάλια τα οποία μετά τα μετέφερες στο τέταρτο και ηχογραφούσες άλλα 3 από πάνω κ.ο.κ.

Κάπως έτσι το θυμάμαι, και μπορούσες στην πράξη, να δεις τι σου κάνει και τι όχι, για τα κομμάτια σου. Τώρα με τους υπολογιστές είναι όλα απίστευτα εύκολα. Εάν δεν με είχε ενθαρρύνει ο Θύμιος, δεν θα το προσπαθούσα ποτέ μόνη μου. Μπορεί βέβαια να το έκανε για να γλυτώσει από μία συνεργάτιδα που δεν θα τον άφηνε ελεύθερο να δημιουργήσει. Είτε έτσι όμως, είτε αλλιώς, του είμαι πάντα ευγνώμων!

Με το συγκρότημα «Primavera en Salonico», συνεργάζεστε από το 1994. Τι είναι αυτό που σας ένωσε αρχικά και τι εξακολουθεί και σας κρατά «δεμένους» στην μακρόχρονη πορεία σας;

Νομίζω ότι ταιριάζουμε παρ’ ότι είμαστε αρκετά διαφορετικοί μεταξύ μας. Ο καθένας είναι ιδιαίτερος σ’ αυτό που κάνει. Υπάρχει κοινό χιούμορ, εκτίμηση του ενός για τον άλλον, κατανόηση ή και ανοχή. Και σίγουρα αγάπη γι αυτό που κάνουμε συνολικά. Νομίζω αυτά είναι αρκετά.

Τι αποτελεί για εσάς πηγή έμπνευσης και δημιουργίας;

Πολύ διαφορετικά πράγματα που δεν μπορώ να τα ταξινομήσω. Με κάποιο τρόπο μια εικόνα, μία λέξη που κάτι σου θυμίζει, ένας ήχος που σου δημιουργεί έναν συνειρμό και σε φέρνει σε επαφή με κάτι πολύ προσωπικό που ακόμα κι αυτό είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Δεν ξέρω αν θα  ήθελα να γίνω τόσο συγκεκριμένη ποτέ και μάλιστα δημόσια.

Δε μπορώ να αξιολογήσω το πολιτιστικό επίπεδο στην Ελλάδα σήμερα, χωρίς να πέσω σε στερεότυπα και προκαταλήψεις για τον «Έλληνα» και το επίπεδό του.

Τι βλέπετε να αλλάζει και τι σας προβληματίζει περισσότερο στον καλλιτεχνικό κόσμο μετά από την πανδημία του κορoνοϊού; Τη δική σας δημιουργική φάση πώς την έχει επηρεάσει όλη αυτή η κατάσταση;

Ομολογώ ότι στη διάρκεια της καραντίνας πέρασα την πιο μη δημιουργική περίοδο της ζωής μου… Ακόμα κοιτάζω πώς θα βγω απ’ αυτήν.. Και το ίντερνετ δεν βοηθάει καθόλου σ’ αυτό. Είναι η εύκολη λύση.

Τώρα τι έχει αλλάξει στον καλλιτεχνικό κόσμο θα το δούμε σιγά – σιγά. Πως θα γίνεται θέατρο με περιορισμό στην επαφή των ηθοποιών, με περιορισμένη προσέλευση θεατών. (Πολλοί φίλοι μου δεν πάνε πια σε παραστάσεις.) Τι σημαίνει οικονομικά για τους καλλιτέχνες αυτό, πώς θα πληρώνονται αν όλα κινούνται μέσω ίντερνετ για μεγάλο διάστημα; Δεν είναι καθόλου εύκολο όλο αυτό και ούτε εμείς οι συνάδελφοι μεταξύ μας δεν ξέρουμε πόσοι και πόσο ταλαιπωρούνται ήδη απ’ την κατάσταση αυτή.

Πιστεύω όμως ότι μόλις βρεθεί εμβόλιο, ή όποιο φάρμακο που θα αντιμετωπίζει τον ιό, θα επιστρέψουμε εκεί που ήμασταν, όσον αφορά τον τρόπο της ζωής μας. Νομίζω ότι θα τον ξεχάσουμε πολύ εύκολα τον ιό και τις καραντίνες. Εδώ τον ξεχνάμε τώρα που κυκλοφορεί ανενόχλητος…

Παιδεία και πολιτισμός είναι έννοιες αλληλένδετες από την εποχή των αρχαίων ακόμη χρόνων. Πώς θα αξιολογούσατε το πολιτιστικό επίπεδο στην Ελλάδα του σήμερα;

Δεν ξέρω πόσο ενημερωμένη είμαι και δεν νομίζω ότι μπορώ να το αξιολογήσω χωρίς να πέσω σε στερεότυπα και προκαταλήψεις για τον «Έλληνα» και το επίπεδό του.

Αυτό που νομίζω όμως είναι ότι στο σχολείο θα μπορούσε η διδασκαλία της γλώσσας να είναι πιο «πλήρης». Η καθαρεύουσα έχει δαιμονοποιηθεί αλλά είμαι κι εγώ απ’ αυτούς που πιστεύουν ότι η δυνατότητα της ταυτόχρονης χρήσης της δημοτικής και της καθαρεύουσας δημιουργεί μία πολύ πιο πλούσια και εκφραστική γλώσσα. Και αλλιώς μπορείς να ανατρέξεις σε κείμενα από το παρελθόν όταν τη γνωρίζεις. Τώρα σε ό,τι αφορά όλα τ’ άλλα, θα έπρεπε να τα πιάσει κανείς ένα – ένα και να δει πώς μπορεί να δημιουργήσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα πιο χρήσιμο για την καθημερινότητά μας, για την πραγματική ζωή μας.

Η ελληνική μουσική – έχοντας ταξιδέψει και εργαστεί τόσο πολύ στο εξωτερικό -πιστεύετε ότι θα μπορούσε να κατέχει μια διαφορετική θέση στο παγκόσμιο πολιτιστικό στερέωμα; Ποια είναι η άποψή σας;

Ξέρουν τη Νάνα Μούσχουρη όλοι και από συνθέτες τον Μίκη Θεοδωράκη κυρίως. Τα «Παιδιά του Πειραιά» είναι πασίγνωστο χωρίς να ξέρουν μάλλον σε ποιον ανήκει και ο «Ζορμπάς» βέβαια.. Κάποτε ήταν επίσης γνωστό το «Ντιρλανταντά». Ο Ντέμης Ρούσος και ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Τα ρεμπέτικα τα αγαπάνε πολύ στην κεντρική Ευρώπη. Είναι ας πούμε τα μπλουζ της Ελλάδας. Τα τραγουδάνε Γερμανοί και Ολλανδοί. Φτιάχνουν γκρουπ και τραγουδάνε ελληνικά. Ε, μέχρι εκεί. Α! Και η Κάλας!! Θέλουμε κάτι περισσότερο απ’ αυτό; Αστειεύομαι.

Τι; Δεν μας γνωρίζουν;

Δεν γνωρίζουν πολλά από μας, γιατί κατ’ αρχάς η γλώσσα μας δεν βοηθάει όσον αφορά στο τραγούδι. Είναι πολύ δύσκολο να διαβαστεί και φυσικά να κατανοηθεί.

Η Λένα Πλάτωνος έχει αρχίσει να γίνεται γνωστή έξω. Έχουν ανακαλύψει κυρίως τα ηλεκτρονικά της κομμάτια κι αυτό είναι πολύ καλό. Στο Ισραήλ και στην Τουρκία είναι πολύ γνωστοί ο Νταλάρας, η Γλυκερία, Ε. Καραΐνδρου. Εγώ βγήκα στο εξωτερικό όταν άρχισα να τραγουδάω τραγούδια από τη μεσόγειο, και ισπανοεβραϊκά της Θεσσαλονίκης. Υπήρξε ενδιαφέρον γι αυτό το ρεπερτόριο αλλά όχι για το έντεχνο ελληνικό που τραγουδούσα μέχρι τότε. Και υπήρξε ενδιαφέρον επειδή είναι ένα ρεπερτόριο που ερευνάται εδώ και χρόνια σε πανεπιστήμια από μουσικολόγους και γλωσσολόγους. Γενικότερα το γιατί μπορεί ή όχι να προχωρήσει κάτι έξω δεν το ξέρω. Δεν είναι η δουλειά μου. Πολλές φορές εκπλήσσομαι από το τι γίνεται γνωστό που και γιατί.

Πείτε μου κάποια πρόσωπα κομβικά, πρόσωπα-σταθμούς  για την επαγγελματική σας πορεία.

Η Λένα Πλάτωνος με την οποία ξεκίνησε η επαγγελματική μου σχέση με το τραγούδι, ο Σπύρος Σακκάς που είναι δάσκαλός μου , ο Νίκος Μαμαγκάκης εξ’ αιτίας του οποίου ανέβηκα στη σκηνή και έπαιξα την Αρετούσα και την Ερωφίλη στις  όπερες που έγραψε, ο Peter Kowald όσον αφορά στον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό…. Η Ντόρα Ρίζου που με έφερε σε επαφή με τον κόσμο των ισπανοεβραϊκών τραγουδιών της Θεσσαλονίκης. Αυτοί μου έρχονται στο μυαλό κατ’ αρχάς.

Είχατε ποτέ κάποιο μέντορα;

Έχω πάρει στοιχεία από διαφορετικούς ανθρώπους που τα θεωρώ πολύ σημαντικά για την πορεία μου. Όχι από έναν μόνο. Συνθέτες κυρίως, δασκάλους, συνεργάτες με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Ακόμα και μία κριτική ενός συναδέλφου σε κάποια δεδομένη στιγμή μπορεί να είναι πολύ σημαντική και χρήσιμη για την εξέλιξη ενός καλλιτέχνη. Αλλά όχι, «μέντορα» δεν είχα.

Το νέο ελληνικό «αίμα» στον καλλιτεχνικό κόσμο πώς σας φαίνεται; Έχετε ξεχωρίσει κάποια ταλέντα, κάποια νέα παιδιά που θεωρείτε ότι θα μπορούσαν να κάνουν ακόμη και διεθνή καριέρα;

Δεν τους ξέρω δυστυχώς τους καινούργιους μουσικούς και τραγουδιστές. Αν εξαιρέσουμε τη Μαρίνα Σάττι που είναι ήδη πολύ γνωστή και έχει δείξει τι μπορεί να κάνει σε πολλά επίπεδα, σαν περφόρμερ, τραγουδίστρια, ενορχηστρώτρια, ηθοποιός, ή σαν μαέστρος χορωδίας, δεν μου έρχεται κάποιος άλλος αυτήν την στιγμή. Προφανώς υπάρχουν ταλαντούχοι μουσικοί που κι αυτοί με τη σειρά τους δεν γνωρίζουν εμένα. Εγώ είμαι μάλλον κλεισμένη σπίτι μου…

Μαζί με τους Primavera en Salonico στις 14 & 15 Αυγούστου θα μας παρουσιάσετε στην Μικρή Επίδαυρο  το watersong. Θα συμμετέχει και η Τυνήσια Λάμια Μπεντίουι. Θέλετε να μας μιλήσετε για την παράσταση;

Το θέμα είναι το νερό. Το νερό σαν πηγή ζωής μέσα από τραγούδια για μύθους και έθιμα για το αμίλητο νερό, για το αθάνατο νερό, το καταραμένο νερό, τραγούδια της βάφτισης, τραγούδια για  κακούς δράκους που εμποδίζουν την πρόσβαση στο νερό και για γοργόνες της θάλασσας που το βράδυ μεταμορφώνονται σε ανθρώπους.

Η Λάμια συμμετέχει με τραγούδια που αφορούν περισσότερο την έρημο και την έλλειψη του νερού. Είναι μία συναυλία στην οποία θα υπάρχει και οπτικό υλικό από video animation από την Κλεοπάτρα Κοραή.

Είναι πολύ ενοχλητικό να πρέπει είτε να απολογηθώ για ό,τι μπορεί να κατηγορείται η Ελλάδα, όταν κατηγορείται, είτε να καμαρώνω για ό,τι καλό μπορεί να θεωρείται ότι έχει πετύχει.

Έχετε ξαναπαίξει στην Επίδαυρο. Τι συναισθήματα αλλά και τι προσδοκίες γεννά σε έναν καλλιτέχνη το να παίζει σε αυτό το μέρος;

Έχουμε παίξει στην Μικρή Επίδαυρο με τους Primavera και την Λάμια Μπεντίουι άλλες δύο φορές. Επίσης με τη Λένα Πλάτωνος. Μου αρέσει πολύ ο χώρος είτε ως θεατής είτε ως περφόρμερ. Δεν σου δημιουργεί το δέος του μεγάλου θεάτρου της Επιδαύρου, στο οποίο έχω παίξει επίσης και είναι υπέροχη εμπειρία. Το μικρό θέατρο λόγω μεγέθους είναι πιο κοντά στα ανθρώπινα μέτρα.

Αισθάνεστε κατά κάποιο τρόπο «ambassador» για την Ελλάδα;

Όχι, ποτέ δεν είδα τον εαυτό μου σαν «ambassador». Ποτέ. Με βλέπω ως μονάδα. Όχι ως εκπρόσωπο. Προφανώς είμαι Ελληνίδα, αλλά είναι πολύ ενοχλητικό να πρέπει είτε να απολογηθώ για ό,τι μπορεί να κατηγορείται η Ελλάδα, όταν κατηγορείται, είτε να καμαρώνω για ό,τι καλό μπορεί να θεωρείται ότι έχει πετύχει.

Είναι πολύ δυσάρεστο, για παράδειγμα, να πρέπει να απαντώ σε ερωτήσεις ξένων δημοσιογράφων για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, ή για την στάση του κράτους απέναντι στο μεταναστευτικό, στο προσφυγικό, ή για το αν οι Έλληνες είναι τεμπέληδες, ή όχι, και άστα να πάνε δηλαδή… Πολύ ενοχλητικό. Παρ’ όλα αυτά προσπαθώ να απαντάω… Δεν γίνεται αλλιώς. Και μαθαίνω βέβαια και  πολλά από το πώς μας βλέπουν οι άλλοι, που δεν μπορούμε ούτε να το φανταστούμε εάν δεν έρθουμε απ’ ευθείας σε επαφή μαζί τους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΗ Σαβίνα Γιαννάτου και οι Primavera en Salonico στο Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου12.09.2018

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η Σαβίνα Γιαννάτου και οι Primavera en Salonico υποδέχονται, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, τη Λάμια Μπεντίουι, 14 και 15 Αυγούστου 2020, στις 21:30, στο Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου.

Περισσότερα από Πρόσωπα
VIMA_WEB3b