MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΕΤΑΡΤΗ
24
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ

Συν & Πλην: «H παρεξήγηση» στο Θέατρο Τέχνης

Μια σύνοψη των θετικών και αρνητικών σημείων για την «Παρεξήγηση» σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά που ανεβαίνει στο Θέατρο Τέχνης.

stars-fullstars-fullstars-fullstars-emptystars-empty
| Φωτογραφίες: Ελευθερία Νικολαϊδου
author-image Στέλλα Χαραμή

Το έργο

Σ’ ένα πανδοχείο, σ’ ένα λασπωμένο και ομιχλώδες χωριό, κάπου σε κάποια χώρα της Βόρειας Ευρώπης. Δεν έχει κι άδικο η Μάρθα που θέλει διακαώς να το εγκαταλείψει για να ζήσει σε μια χώρα που τη λούζει ο ήλιος και η θάλασσα. Αυτός είναι ο πόθος της, που γίνεται ακόμα πιο διακαής, όταν περιλαμβάνει έναν έρωτα φαντασιακό, να την συντροφεύει. Μόνο που για την υλοποίηση του, σκοτώνει κάθε πελάτη του πανδοχείου που είναι αρκετά πλούσιος για να χρηματοδοτήσει το όνειρο της. Συνεργός της, η Μητέρα της και ιδιοκτήτρια του πανδοχείου – μετά το θάνατο του πατέρα και την ξαφνική φυγή του γιου της. Η Μητέρα, ωστόσο, μοιάζει από καιρό ακινητοποιημένη από τη ζωή, αφού όπως λέει «είναι τρομερά εξαντλητικό να σκοτώνεις». Κι έτσι, η δική της επιθυμία απέχει παρασάγγας από της κόρης της· εκείνη θέλει μόνο να ξεκουραστεί. Εκείνο που οι δυο γυναίκες δεν γνωρίζουν είναι πως ο επόμενος πελάτης τους όχι μόνο είναι πλούσιος αλλά είναι και ο άνθρωπος που μπορεί να ικανοποιήσει τις επιθυμίες τους: Είναι ο άσωτος υιός που επιστρέφει από την οικειοθελή εξορία υπακούοντας στο νέο καθήκον του, «να κάνει ευτυχισμένες τις γυναίκες που αγαπά.»
Ο Γιαν – αυτό είναι το όνομα του – αποφασίζει να κρατήσει κρυφή την ταυτότητα του πιστεύοντας πως «ένας ξένος χρειάζεται χρόνο για να γίνει γιος». Ακόμα κι όταν η γυναίκα του προσπαθεί να τον πείσει να μην παίξει αυτό το παιχνίδι, εμφανίζεται αμετάπειστος. Θα μείνει στο πανδοχείο έστω για ένα βράδυ ως ξένος – μια απόφαση που τελικά θα ορίσει τη μοίρα του.

Πριν τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την απελευθέρωση της Ευρώπης από τη αβάσταχτη μπότα των Ναζί, ο Αλμπέρ Καμύ γράφει την «Παρεξήγηση». Αν και κατά δήλωση του, εμπνεύστηκε το έργο από ένα δημοσίευμα σε εφημερίδα της Αλγερίας – σύμφωνα με το οποίο ο γιος επέστρεφε μετά από χρόνια στα πάτρια εδάφη αλλά η οικογένεια του δεν τον αναγνώρισε – το έργο του αντλεί φανερά, στοιχεία από τα δομικά υλικά της αρχαίας τραγωδίας (έγκλημα, αναγνώριση, αποκάλυψη, νέμεση) αλλά και από την βιβλική παραβολή του «Ασώτου Υιού».

Η «Παρεξήγηση» εξελίσσεται ως μια τραγωδία πάνω στην ερμηνεία του χρόνου και της ανεκπλήρωτης επιθυμίας, δύο ασύμβατες συχνά καταστάσεις καθώς τις περισσότερες φορές αρνούνται να συμπέσουν· μα ακόμα κι όταν συμπίπτουν έρχονται να διαμορφώσουν αυτό που και οι σύγχρονοι άνθρωποι ομολογούν ως «γραμμένο» ή «πεπρωμένο» – την, κατά την αρχαία τραγωδία, «ανθρώπινη μοίρα». Το χάσμα της, μεταξύ τους, σχέσης είναι το ανεκπλήρωτο κενό που προσδιορίζει και την ανθρώπινη επαφή με αποτέλεσμα τη μοναξιά, την αποξένωση και τον θάνατο: Συμβολικό ή βιολογικό. Ο Καμύ μιλάει με φιλοσοφικούς όρους μέσα από μια σύγχρονη παραβολή για την ανθρώπινη ύπαρξη οργανώνοντας ένα παιχνίδι ανάμεσα στο συνειδητό και το ασυνείδητο. Βασανίζεται από τη μοναδική κοινή μοίρα που συνδέει τους ανθρώπους με τρόπο απαράβατο, τη νομοτέλεια του θανάτου.

Αναστάσης Ροϊλός και Πηνελόπη Τσιλίκα.

Η παράσταση

Βραδυφλεγές ανέβασμα ενός φιλοσοφικού, στα όρια της παραβολής, κειμένου. Μια σύγχρονη τραγωδία πάνω στις έννοιες του χρόνου και της επιθυμίας, ιδωμένη μέσα από το διεσταλμένο φακό ενός εφιάλτη, η οποία κατακτά το ενδιαφέρον παρακολούθησης χάρη στην μυστηριακή ατμόσφαιρα που επιβάλλει η σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά και τις καλές ερμηνείες των πρωταγωνιστών.

Τα Συν (+)

Η ατμόσφαιρα της παράστασης

Σε μια από τις σπουδαιότερες αρετές της παράστασης αναδεικνύεται το, τρόπον τινά, «Lynchian style» που υιοθετεί από την πρώτη στιγμή. Η σκηνική εμπειρία προβάλλει ως μια παραισθητική εμπειρία, ως στυλιζαρισμένος εφιάλτης: Από την αργόσυρτη, διεσταλμένη εκφορά και διαχείριση του λόγου και του χρόνου, έως την σκοτεινή μετά πανκ μουσική του Μπλέιντ Ρέινινγκερ και τους μυστηριακούς φωτισμούς της Χριστίνας Θανάσουλα, ο Γιάννης Χουβαρδάς επιτυγχάνει να δημιουργήσει μια άκρως γοητευτική ατμόσφαιρα για την παράσταση του, που ενισχύει την κλιμάκωση του σασπένς· παρότι, όπως και στις τραγωδίες, γνωρίζουμε από την αρχή, το τέλος.

Οι βασικές ερμηνείες

Το τραγικό τρίπτυχο μητέρας – κόρης – γιου αποδίδεται μέσα από το σκηνοθετικό φακό ως μια βραδυφλεγής κατάσταση – εναρμονισμένη με τον, όχι πάντα ευεργετικό, εγκεφαλικό ρυθμό της σκηνοθεσίας. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον αναγνωρίζουμε την καταπιεσμένη επιθυμία που βράζει στο πρόσωπο της κόρης- Πηνελόπης Τσιλίκα· μέχρι που το καπάκι της κατσαρόλας εκτινάσσεται και απελευθερώνει όλη την βυθισμένη ορμή. Ιδιαίτερα εκφραστική και σωματικά, η Τσιλίκα είναι το πρόσωπο της «Παρεξήγησης». Η Μαριάννα Κάλμπαρη ως Μητέρα ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στο σκηνοθετικό αίτημα μιας κατάστασης μέθης – παρά τη δυσκολία της να στηρίξει και σωματικά την ίδια λειτουργία. Το ξέσπασμα της, όμως, όταν συνειδητοποιεί ως έγινε η δήμιος του γιου της, έχει την απαιτούμενη δραματική ένταση. Η ερμηνεία του γιου – Αναστάση Ροϊλού δείχνει να εμφορείται από το αίσθημα του νόστου σε βαθμό που αδυνατεί ν’ αναγνωρίσει τα σημάδια που τον απειλούν. Η δική του ελαστικότητα ως προς το χρόνο φιλτράρεται μέσα από μια εκτυφλωτική και γλυκιά προσμονή να εκπληρώσει το καθήκον του. Όπως και η Πηνελόπη Τσιλίκα, αποκαλύπτει την σωματική του διαθεσιμότητα, ειδικά στη σκηνή του θανάτου, εγκιβωτισμένος στο δωμάτιο – φέρετρο. Τέλος, η Φλομαρία Παπαδάκη (ως σύζυγος του Γιαν) δεν καταφέρνει να συνδεθεί με την υπόλοιπη ομάδα και μένει σε μια πρώτη ανάγνωση του ρόλου της.

H μουσική

Ο συνιδρυτής των Tuxedomoon, ο Μπλέιντ Ρέινινγκερ, εξοικειωμένος τόσο με το σινεμά (χάρη στο Νίκο Τριανταφυλλίδη) όσο και με το θέατρο (στο οποίο εμφανίζεται ως μουσικός και περφόρμερ) στέκεται εδώ στον ενδιάμεσο χώρο, καταθέτοντας μουσική και τραγούδια που φέρουν μια έντονη κινηματογραφική αίσθηση μυστηρίου και συνάμα αποδίδουν έναν performative χαρακτήρα σε αρκετές σκηνές της παράστασης.

Η σκηνογραφία

Σταθερή συνεργάτιδα του Γιάννη Χουβαρδά, η Εύα Μανιδάκη κατασκευάζει ένα εξαιρετικά καλαίσθητο σκηνικό με ρεαλιστικά στοιχεία (το μπαρ του πανδοχείου) και φροντίζει να αξιοποιήσει τον ανοιχτό μεν, δύστροπο δε χώρο της Φρυνίχου. Ενδιαφέρουσα ιδέα η κλειστοφοβική απόδοση του δωματίου όπου τελείται ο φόνος του κεντρικού ήρωα σε ένα ξύλινο κουτί.

Η Πηνελόπη Τσιλίκα σε σκηνή της παράστασης.

Τα Πλην (-)

Οι δυσερμήνευτοι συμβολισμοί

Η ύπαρξη μιας κατσαρίδας-γλυπτού με το οποίο εναγκαλίζονται και ερωτοτροπούν οι ηρωίδες. Η αμφίεση της κόρης ως μπαλαρίνα – μαύρος κύκνος. Τα ευρήματα της παράστασης, που μπορούν να έχουν πλήθος ερμηνειών (π.χ. η κατσαρίδα ως σύμβολο του υπόγειου και σκοτεινού, αποσυρμένου από την κοινή θέα ή ο μαύρος κύκνος ως σύμβολο του απρόβλεπτου, σπάνιου αλλά παρόλα αυτά πιθανού γεγονότος) ανεβάζουν το βαθμό δυσκολίας προσέγγισης ενός φιλοσοφικού κειμένου και την ίδια ώρα επεκτείνουν την διάρκεια της αφήγησης.

Η ανάγκη περικοπής του κειμένου

Με την εντύπωση της επανάληψης και των αλλεπάλληλων κορυφώσεων έρχεται κανείς αντιμέτωπος στο έργο του Καμύ· μια διαπίστωση που θα μπορούσε να είχε βάλει στο τραπέζι την σύμπτυξη του κειμένου κατά τη δραματουργική του επεξεργασία.

Το άθροισμα (=)

Ένα από τα σπάνια ανεβάσματα του έργου του Καμύ, γαντζωμένο περισσότερο από την αισθητική του απόδοση και την επικράτηση μιας ατμόσφαιρας μυστηρίου.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Συγγραφέας: Αλμπέρ Καμύ
Μετάφραση: Μαριάννα Κάλμπαρη
Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς

Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Blaine L. Reininger
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα

Παίζουν: Μαριάννα Κάλμπαρη, Φλομαρία Παπαδάκη, Αναστάσης Ροϊλός, Πηνελόπη Τσιλίκα, Blaine L. Reininger

Τιμές Εισιτηρίων: Τετάρτη-Πέμπτη-Παρασκευή : 18 ευρώ, 15 ευρώ μειωμένο Σάββατο-Κυριακή: 20 ευρώ, 16 ευρώ μειωμένο Ατέλεια: 5 ευρώ Ομαδικές κρατήσεις: 15 ευρώ
Διάρκεια Παραστάσεων: 3 Φεβρουαρίου-9 Απριλίου 2023
Πληροφορίες: Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν-Φρυνίχου 14, Πλάκα
Παραστάσεις: Τετάρτη και Κυριακή 19.00, Πέμπτη και Παρασκευή 20.30, Σάββατο 21.00.
Περισσότερα από Κριτική Θεάτρου
VIMA_WEB3b