MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
29
ΜΑΡΤΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Μετά την πρόβα στο θέατρο της οδού Κυκλάδων

Κριτική για το έργο «Μετά την πρόβα» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν που παρουσιάζεται στο θέατρο της οδού Κυκλάδων σε σκηνοθεσία Περικλή Μουστάκη.

stars-fullstars-fullstars-fullstars-fullstars-empty
author-image Ματίνα Καλτάκη

Η πρώτη φορά που είδαμε το «Μετά την πρόβα» του Ίγκμαρ Μπέργκμαν (αρχικά σενάριο μιας τηλεταινίας του) ήταν στο Ανοιχτό Θέατρο του Γιώργου Μιχαηλίδη τη σεζόν 1997-1998. Ας θυμίσω για το νεότερο ηλικιακά κοινό ότι ο Μιχαηλίδης υπήρξε ένας από τους σκηνοθέτες στους οποίους οφείλουμε την άνθιση που σημειώθηκε κατά τη δεκαετία του ’90 στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο, με μια σειρά παραστάσεων στο Ανοιχτό Θέατρο στου Γκύζη, των οποίων το αποτύπωμα παραμένει ανεξίτηλο.

Είκοσι χρόνια μετά από εκείνη την παράσταση το έργο του Σουηδού σκηνοθέτη, ανεβαίνει από τον Περικλή Μουστάκη στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, στο πλαίσιο του εορτασμού των 100 χρόνων από την γέννηση του Μπέργκμαν (1918-2007). Να κάτι στο οποίο χρησιμεύουν οι επέτειοι: θυμίζουν, επαναφέρουν, συμβάλλουν στο να γνωρίσουμε έργα μεγάλων δημιουργών που δεν έχουν εκδοθεί ή παρουσιαστεί ξανά. Με την καινούργια σεζόν στο ίδιο θέατρο, ο Γιάννης Μόσχος και ο Γιώργος Σκεύας θα σκηνοθετήσουν τα έργα του Μπέργκμαν «Σχετικά με τις μαριονέτες και τη ζωή τους» και «Μπροστά σ’ έναν κλόουν».

Το «Μετά την πρόβα», έργο για τρία πρόσωπα, έναν σκηνοθέτη και δύο (γυναίκες) ηθοποιούς, λειτουργεί ως έμπρακτη αναγνώριση της αξίας του πλέον «συντηρητικού» θεάτρου, του θεάτρου των βασικών στοιχείων. Το λέει ο Φόγκλερ, ο σκηνοθέτης του έργου (μπορούμε να τον ταυτίσουμε με τον ίδιο τον Μπέργκμαν, καθώς η ζωή του, οι ταινίες του και τα έργα που σκηνοθέτησε στο θέατρο αποτελούν συμπληρώματα και προβολές του ενός στο άλλο): «Μια θεατρική παράσταση γεννιέται, όταν υπάρχουν τρία στοιχεία: ο λόγος, ο ηθοποιός, ο θεατής. Δεν χρειάζεται άλλο τίποτα, είναι τα μόνα που χρειάζονται για να λειτουργήσει το θαύμα».

PAN180327 5D4 9493

Είναι απόγευμα στη σκηνή ενός θεάτρου. Ο Φόγκλερ (είναι 109 χρόνων ή μόνο 62, σημειώνεται στη σκηνική οδηγία) ξεκουράζεται (;) όταν μπαίνει η Άννα, η νεαρή πρωταγωνίστρια του στην τελευταία παράσταση που σκηνοθέτησε. Ο διάλογος τους αποτελεί μία συναρπαστική διερώτηση του Μπέργκμαν για τη ζωή και την τέχνη από την πλευρά ενός καλλιτέχνη που βίωσε έντονα το άγχος της ύπαρξης και της δημιουργίας και ο οποίος προχώρησε μέσα στον χρόνο προσπαθώντας να απαντήσει τα ίδια, παλιά ερωτήματα. Χωρίς να βρει την απάντηση που οδηγεί στη συμφιλίωση με το εσφαλμένο και το ατελές που τον βασάνιζε πάντα, αν κρίνουμε από την αυτοβιογραφία του («Ο μαγικός φανός», εκδ. Ποταμός 2010).

Πράγματι, οι τελευταίες σελίδες της αφορούν την συνάντηση του Μπέργκμαν με τη μητέρα του, λίγο προτού εκείνη πεθάνει. Δεν μπορεί να αποφύγει τα γιατί και τα πώς ενός παιδιού που κουβαλούσε το δράμα των γονιών του και που διέκρινε στη δική του πορεία «μια καταστροφική κληρονομιά υπερβολικών απαιτήσεων, τύψεων και ενοχών». Ο κύκλος δεν μπορούσε να κλείσει –ο ίδιος δεν υπήρξε καλός πατέρας για τα εννέα παιδιά του. Μάλιστα, η τελευταία πρόταση του «Μαγικού Φανού» ανήκει στη μητέρα του, από μια ημερολογιακή καταγραφή της του Ιουλίου 1918, το μήνα που τον έφερε στον κόσμο. Γράφει: «Παρακαλάω το Θεό, δίχως ελπίδα. Μάλλον πρέπει να τα βγάζει κανείς πέρα μόνος του, όσο καλύτερα μπορεί». Ήταν δυστυχισμένη, και το μωρό της (ο Ίγκμαρ) αρρώστησε αμέσως μόλις είδε το φως, με υψηλό πυρετό.

‘Ενας καλός ψυχαναλυτής πολλά θα είχε να πει μελετώντας το «Μετά την πρόβα» και τον «Μαγικό Φανό». Πρώτα απ’ όλα για τον ίδιο τον Μπέργκμαν και για την ψυχολογία ηθοποιών και σκηνοθετών. Προνομιούχοι από τη μία, καθώς ασχολούνται με μια τέχνη που διαρκώς επιφυλάσσει νέες εμπειρίες, είναι καταραμένοι από την άλλη να παλεύουν μια ζωή με σχέσεις σκοτεινές (με τον εαυτό τους μέσα από ανθρώπους/ρόλους, με το κοινό, με την τέχνη τους ως προσομοίωση της ζωής, με τη ζωή την ίδια που στην περίπτωσή τους είναι αξεχώριστη από την τέχνη τους). Αλλά επειδή ακριβώς το θέατρο λειτουργεί ως μετωνυμία της ζωής, το «Μετά την πρόβα» έχει μεγάλο ενδιαφέρον για όλους.

PAN180327 5D4 9425

Ο Στίβεν Άαρον στο βιβλίο του «Ο τρόμος επί σκηνής» (“Stage Fright: Its Role in Acting”, 1986 – στα ελληνικά, εκδ. Ίκαρος 2014) διακρίνει και αναλύει την ψυχολογική κατάσταση του ηθοποιού σε δύο φάσεις, κατά τη φάση των προβών και αφού ξεκινήσουν οι παραστάσεις. Οι ηθοποιοί όσο πλησιάζει η πρεμιέρα βιώνουν την οδύνη ενός τέλους, ενός αποχωρισμού από την έντονη αλλά ασφαλή, αρχική φάση των δοκιμών.

Τότε ναι μεν ο ηθοποιός αυτονομείται από τον σκηνοθέτη αλλά όχι ανώδυνα αφού χάνει την φροντίδα και την καθοδήγηση του (ο σκηνοθέτης ως μητέρα ή, έστω, ως κηδεμών), τους «χρήσιμους περιορισμούς» του, προκειμένου να εκτεθεί στο κοινό. Μέσα από διαδοχικές συγκρούσεις, γράφει ο Άαρον, εσωτερικευμένες τις περισσότερες φορές, ο ηθοποιός εναγωνίως μεταβιβάζει το ερώτημα «Θα μ’ αγαπήσει γι’ αυτό που έκανα;» από τον σκηνοθέτη στο κοινό.

Μερικά χρόνια πριν την μελέτη του Άαρον, ωστόσο, ο Μπέργκμαν καταγράφει ως βιωμένη εμπειρία τις συγκρούσεις μεταξύ σκηνοθέτη και ηθοποιών. Κι επειδή συνέβη να έχει ο ίδιος πολλές φορές στη ζωή του συνδεθεί ερωτικά με ηθοποιούς του, με κάποιες εκ των οποίων απέκτησε παιδιά, στο «Μετά την πρόβα» καταγράφει πολύ πιο περίπλοκες σχέσεις. Μόνο τυχαίο δεν είναι που η νεαρή ηθοποιός του έργου του, είναι κόρη της ηθοποιού που είχε ερωτευτεί στα νιάτα του, και του καλού του φίλου, επίσης ηθοποιού. Ή Άννα κουβαλάει το άγχος της αποδοχής του ηθοποιού από τον σκηνοθέτη-πατέρα, και την ανισορροπία του παιδιού που στερήθηκε την αγάπη και την αποδοχή της μητέρας του.

Η μητέρα της Άννας, η Ραχήλ, εμφανίζεται κάπου στη μέση του έργου, μολονότι έχει πεθάνει. Πριν από πολλά χρόνια εγκατέλειψε την καριέρα της για να κάνει παιδιά, απέτυχε ως μητέρα και κατέληξε καταθλιπτική, με αυτοκτονικές τάσεις και αλκοολική. Το ονειρόδραμα στο οποίο θα πρωταγωνιστήσει μοιάζει να μεταφέρει τη βεβαιότητα του Μπέργκμαν ότι οι επιλογές μας σε μεγάλο βαθμό καθορίζονται ως προσπάθειες να πλησιάσουμε ή να απελευθερωθούμε από τη Μητέρα. Η Ραχήλ λειτουργεί σαν προβολή στο μέλλον αυτού που θα μπορούσε να είναι η Άννα μετά από 20 χρόνια –μετά από ελλειμματικές ερωτικές σχέσεις με «συναδέλφους» και «τραύματα» από χειρισμούς σκηνοθετών με τους οποίους θα συνεργαστεί.

Η Άννα ως κόρη της Ραχήλ θέτει το ζήτημα του «εγώ ως άλλος», του διπλασιασμού της ενικότητας που είναι καθένας μας, ένα δράμα που ειδικά οι ηθοποιοί βιώνουν ξανά και ξανά μέσα από τους ρόλους που ερμηνεύουν.

PAN180327 5D4 9289

«Mετά την πρόβα»: η παράσταση

Κι εδώ θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για το «πραγματικό και το διπλό του», για την προβληματική σχέση παρελθόντος-παρόντος από τη στιγμή που βιώνουμε την πραγματικότητα αποκλειστικά στο παρόν και οι αναμνήσεις που ανακαλούμε διατηρούν εντελώς χαλαρή σχέση με τις εμπειρίες στις οποίες αναφέρονται. Θέλω να πω ότι το «Μετά την πρόβα» είναι ένα βαθιά φιλοσοφικό έργο, στο οποίο ανταμώνει η ψυχανάλυση με την θεωρία του θεάτρου, η αυτοβιογραφία με τη (δραματική) μυθοπλασία. Ζωντανεμένο στη σκηνή μετατρέπεται σ’ ένα πεδίο πολλαπλών ερμηνειών καθώς οι αντικατοπτρισμοί πολλαπλασιάζονται: ένας ηθοποιός και σκηνοθέτης, ο Περικλής Μουστάκης, ερμηνεύει έναν σκηνοθέτη και οι ηθοποιοί Μαρία Ναυπλιώτου και Πηνελόπη Τσιλίκα ερμηνεύουν ρόλους ηθοποιών.

Εννοείται πως κάθε θεατής θα σταθεί στα σημεία/ζητήματα που αφορούν ή απασχολούν τον ίδιο. Ευτυχώς η παράσταση του Περικλή Μουστάκη διευκολύνει την υποδοχή του πολυεπίπεδου έργου αφού βασίζεται στον λόγο και την ερμηνεία του από τους ηθοποιούς. Ο ίδιος ήταν πολύ καλός στο ρόλο του ηττημένου από τον χρόνο σκηνοθέτη – ηττημένου και από την τέχνη του, αφού επιδιώκοντας την «απόλυτη παράσταση», ο σκηνοθέτης παλεύει με το ανέφικτο, γνωρίζοντας ότι είναι μία μάχη που δεν μπορεί να κερδίσει.

PAN180327 5D4 9331

Πολύ καλή και η Πηνελόπη Τσιλίκα – επιβεβαίωσε αυτό που σκεφτόμουν για το ταλέντο της όταν την είχα πρωτοδεί στη «Μικρά Αγγλία» του Παντέλη Βούλγαρη. Σπάει τον ρεαλισμό με κινήσεις που αφήνουν να εννοηθεί ότι αυτά που λέει είναι μέρος μόνο των σκέψεων και των αισθημάτων που συνταράσσουν την ακόμη «καινούρια» ύπαρξή της. Είναι ίσως το μόνο «εύρημα» που σπάει τον ρεαλισμό που ζητάει το έργο – μαζί και το μικρό αγόρι (Σπύρος Γουλιέλμος / Άγγελος Τσενέκος) που κυκλοφορεί στη σκηνή (αχ, αυτό το μικρό παιδί που κουβάλαμε σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας…).

Η Μαρία Ναυπλιώτου στον ρόλο της καταθλιπτικής, αλκοολικής Ραχήλ, έπρεπε πάλι να αντιμετωπίσει το «πρόβλημα» που αποτελεί η ομορφιά της: καμία ήττα δεν εγγράφεται στην εμφάνισή της, γεγονός που λειτουργεί κόντρα στον ρόλο της. Η απαστράπτουσα εικόνα απορροφά τα σημάδια που μπορεί να υποθέσει κανείς ότι φέρει εντός της, όπως όλοι μας. Το ξέρει -και γι’ αυτό ενίοτε υπερτονίζει τις εντάσεις της ηρωίδας, με τρόπο που δεν «σηκώνει» το μικρό θέατρο της οδού Κυκλάδων.

Ωστόσο, να μία παράσταση που κάτι έχει να πει τόσο για το θέατρο όσο και για τη ζωή. «Γεννιέσαι δίχως σκοπό, ζεις δίχως νόημα. Το ζειν είναι το καθαυτό νόημα» γράφει ο Μπέργκμαν. Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, από έναν άνθρωπο που υπέγραψε μερικές έξοχες ταινίες και παραστάσεις.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Συγγραφέας: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Μετάφραση: Χρήστος Μαρσέλλος
Σκηνοθεσία: Περικλής Μουστάκης

Σκηνικά: Νίκη Ψυχογιού
Κοστούμια: Νίκη Ψυχογιού
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου

Παίζουν: Περικλής Μουστάκης, Μαρία Ναυπλιώτου, Πηνελόπη Τσιλίκα / Σπύρος Γουλιέλμος, Άγγελος Τσενέκος

Τιμές Εισιτηρίων: 17€ κανονικό, 12€ φοιτητικό, ανέργων, ΑΜΕΑ και άνω των 65
Πληροφορίες: 210 8217877 / Προπώληση: www.ticketservices.gr, Εκδοτήριο: Πανεπιστημίου 39, Στοά Πεσμαζόγλου / Τηλεφωνικά: 210 7234567 / σε όλα τα καταστήματα PUBLIC και στο tickets.public.gr
Παραστάσεις: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 21.00 & Κυριακή 19.00
Βοηθός Σκηνοθετη: Γκέλλυ Πεντεφούντη, Νίκος Χαλδαιάκης
Περισσότερα από Κριτική Θεάτρου
VIMA_WEB3b