MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
02
ΜΑΪΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Μιχάλης Κακογιάννης: Ταξίδεψε την Ελλάδα στον κόσμο!

Ο Μιχάλης Κακογιάννης που έφυγε πλήρης ημερών, σε ηλικία 89 ετών, ήταν ένας άνθρωπος που μέχρι το τέλος ήταν γεμάτος δημιουργικότητα και αναζητούσε νέα ενδιαφέροντα. Σε σχέση με διάφορα “νούμερα” της ελληνικής show biz που δηλώνουν ότι θα κάνουν καριέρα στο εξωτερικό, ο Κακογιάννης, εκτός από ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες σκηνοθέτες, είναι και ο καλλιτέχνης που έκανε πραγματική και σπουδαία διεθνή καριέρα, με την οποία ανέδειξε το πρόσωπο της σύγχρονης του Ελλάδας στον κόσμο.

author-image Γιώργος Σμυρνής

Ο Κακογιάννης αυτό που έκανε είναι να αναδείξει σκοτεινές και τραγικές πλευρές της ελληνικής παραδοσιακής Ελλάδας και τις φέρει σε διάλογο (και σε ρήξη) με το πνεύμα των καλλιεργημένων αστών της Αθήνας (“Το κορίτσι με τα μαύρα“) ή του εξωτερικού (“Ζορμπάς“), αλλά και της χειραφετημένης γυναίκας, που “δεν γράφει τίποτα” μπροστά στο πάθος της και την ανάγκη να ζήσει (“Στέλλα“). Οι συγκρούσεις αυτές έφερναν μικρές ή μεγάλες τραγωδίες, πόνο, προσωπικές καταστροφές, απελπισία και θάνατο.

Στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου θα μείνει κυρίως διότι ανέδειξε το πρόσωπο της σύγχρονής του Ελλάδας στο εξωτερικό. Μάλιστα, με τον Ζορμπά δημιούργησε μία εικόνα του Έλληνα που πέρασε σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ με την Στέλλα δημιούργησε την εικόνα της σύγχρονης Ελληνίδας σε μια μετεμφυλιακή, βαθιά συντηρητική περίοδο!

Η ταινία, φυσικά, που πέρασε στο εξωτερικό όσο ίσως κανένα άλλο ελληνικό έργο τέχνη είναι ο Ζορμπάς. Ήταν τέτοια η απήχηση της ταινίας αυτής, που στην ουσία ελληνοποίησε και τον πρωταγωνιστή της, τον διάσημο Άντονι Κουίν. Η ταινία αυτή έχει δημιουργήσει ένα στερεότυπο για τον Έλληνα στο εξωτερικό, από το οποίο πολλοί θεωρούν ότι ακόμα δεν έχουμε καταφέρει να ξεφύγουμε.

Η διεθνής απήχηση της ταινίας δημιουργεί ακόμα και σήμερα ζήτημα. Κι αυτό, γιατί τα σύγχρονα έργα, δεν μπορούν να ταξιδέψουν και να μιλήσουν στο διεθνές κοινό, όσο ο Ζορμπάς, αλλά και άλλες ταινίες του Κακογιάννη. Σύμφωνα με τον συγγραφέα και κριτικό λογοτεχνίας Δημοσθένη Κούρτοβικ, η σύγχρονη ελληνική τέχνη (της περιόδου από την μεταπολίτευση και μετά) έχει εξευρωπαϊστεί πολύ κι έχει χάσει τον παραδοσιακό ή έθνικ χαρακτήρα της. Έτσι το κοινό στο εξωτερικό, που αναζητούσε πάντα στην Ελλάδα κάτι το εξωτικό, δεν μπορεί να το βρει κι έτσι αγνοεί τα ελληνικά έργα τέχνης.

Προσωπικά, νομίζω ότι ο λόγος που μας αγχώνει τόσο πολύ, η ελάχιστη διεθνής ακτινοβολία του πολιτισμού μας, οφείλεται στη σύγκριση μας όχι τόσο με τους δυτικούς, όσο με τους αρχαίους Έλληνες. Συγκρινόμενοι με την διεθνή απήχηση του πολιτισμού των αρχαίων Ελλήνων, νιώθουμε συχνά “λίγοι”. Κακώς, όμως, διότι οι αρχαίοι Έλληνες ήταν μοναδική περίπτωση στην ανθρώπινη ιστορία και αποτελούν απλησίαστο πρότυπο.

Θεωρώ, επίσης, ότι ο Κακογιάννης είχε αισθητικά κριτήρια και κατέγραφε σε γενικές γραμμές αυτό που έβλεπε και δεν είχε στόχο να αναδείξει μια έθνικ ή τουριστική πλευρά της Ελλάδας. Από την μία αναζητούσε ισχυρά σύμβολα, ενώ από την άλλη έκανε μια ειλικρινή καταγραφή της ελληνικής ζωής σε διάφορα μέρη της χώρας, ενώ δεν έπεφτε εύκολα στον πειρασμό του μελό, όσο ο ομότεχνός του Γιώργος Τζαβέλλας.  Κι αυτή του την ειλικρίνεια, σε συνδυασμό με τις γνώσεις και το μεγάλο ταλέντο και την κοσμοπολίτικη στόφα του, ανταμείφθηκε από το παγκόσμιο κοινό του κινηματογράφου.

Ο δρόμος προς την καταξίωση

Γεννημένος στη Λεμεσό της Κύπρου τον Ιούλιο του 1922. Σπούδασε Νομική στην Αγγλία και πήρε το δίπλωμά του. Εκεί σπούδασε στη συνέχεια σκηνοθεσία θεάτρου στο Ολντ Βικ.

Παράλληλα, άρχισε να δουλεύει επαγγελματικά ως ηθοποιός με κορύφωση την εμφάνισή του στον πρωταγωνιστικό ρόλο του «Καλιγούλα», ρόλο για τον οποίο τον επέλεξε ο ίδιος ο Αλμπέρ Καμί . Τότε γνωρίστηκε με τον μεγάλο Δημήτρη Χορν, που φιλοξένησε στο Λονδίνο, με τον οποίο συνεργάστηκε σε διάφορες ταινίες.

Τις βάσεις για διεθνή καριέρα έχτισε με την «Στέλλα» την ταινία – μύθο με πρωταγωνίστρια την Μελίνα Μερκούρη. Στην Ύδρα γύρισε το «Κορίτσι με τα μαύρα» με τη Λαμπέτη και τον Χόρν, ταινία για την οποία στο Λονδίνο το κοινό έκανε ουρές.

Αργότερα ήρθε η «Ηλέκτρα» με την Ειρήνη Παπά, ταινία που χρηματοδοτήθηκε από τη United Artists και ο «Ζορμπάς» με τον οποίο εδραίωσε απόλυτα την καριέρα του.Μετά τον «Ζορμπά», ο Κακογιάννης έκανε διεθνή καριέρα κι άρχισε να εργάζεται και από τις δυο πλευρές του Ατλαντικού, στη Αμερική και την Ευρώπη, ανεβάζοντας κλασικό ρεπερτόριο, όπερα, αλλά συχνά και τραγωδίες, ειδικά στη Νέα Υόρκη.

Ο ίδιος, ίσως και από πατριωτική ευαισθησία, θεωρεί μεγαλύτερη στιγμή στην καριέρα του, το ντοκιμαντέρ για τον Αττίλα. Στην ταινία αυτή ανέδειξε την τραγωδία της εισβολής, αλλά και τις αδιαμφισβήτητες ευθύνες του δικτατορικού καθεστώτος, για τα τραγικά γεγονότα. Επίσης, εκτός από το μεγάλο κινηματογραφικό και θεατρικό του έργο, αφήνει πίσω του και το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, αφιερωμένο στην διάδοση των γραμμάτων και των τεχνών.

Γιώργος Σμυρνής

Περισσότερα από Ιστορίες
VIMA_WEB3b