MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΕΤΑΡΤΗ
11
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Bella Ciao #15: Στο μουσείο Louis Vuitton στο Παρίσι…

Το Bella Ciao θυμάται που τον περασμένο Μάρτιο βρέθηκε απέναντι από το No.20 (DEEP RED AND BLACK) του Mark Rothko και τον είδε ξαπλωμένο, νεκρό το σώμα, το μαύρο λουσμένο στο κόκκινο χρώμα, το αίμα.

Bella Ciao | 19.08.2024

Όταν βρέθηκα απέναντι από το No.20 (DEEP RED AND BLACK) του Mark Rothko και αφού τήρησα τον κανόνα που ο ίδιος επιθυμούσε, δηλαδή να στεκόμαστε και να τα παρατηρούμε από απόσταση 18 ιντσών (46 εκ.), ώστε να μπορούμε να αυτοσυγκεντρωθούμε και να εισδύσουμε σ΄ αυτά, τον είδα ξαπλωμένο, νεκρό το σώμα, το μαύρο λουσμένο στο κόκκινο χρώμα, το αίμα.

Στις 25 Φεβρουαρίου 1970, ο Mark Rothko, έχοντας πάρει βαρβιτουρικά, αυτοκτονεί στη Νέα Υόρκη. Θα βρεθεί με κομμένες φλέβες στο εργαστήριό του, καλυμμένος με αίμα.

Οι ιστορικοί τέχνης θεωρούν σήμερα ότι είναι το τελευταίο έργο του, μια σύνθεση με κόκκινο χρώμα –“Untitled”, 1970. Courtesy of the National Gallery of Art, Washington, DC.

Έχασα τον χρόνο, σήμερα περπατάω στο δάσος της Βουλώνης συντροφιά με τη Νανά του Emil Zola. Στο βάθος πιάνει το μάτι μου το Marcel Proust, παιδί, να κάνει βόλτες γύρω από μια λίμνη («Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο») και ενώ προσπερνώ τον Manet («Πρόγευμα στην Χλόη»), 1863, τον Renoir  («Οι Μεγάλες Λουόμενες»), 1884-1887, συνεχίζω να περπατώ με βήμα γοργό γιατί δεν ξέρω ποια είναι η πραγματικότητα και ποιο το όνειρο, φτάνω στο πάρκο Jardin d’ Acclimatation και πέφτω πάνω στο Fondation d’ Εntreprise Louis-Vuitton. Το κτήριο σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Frank Gehry, για κάποιους αρχιτεκτονικό αριστούργημα, για μένα αρχιτεκτονικό τεραρατούργημα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑBella Ciao #14: Η αλήθεια πίσω από τη μάσκα του δρομέα12.09.2018

Δύναμη πλούτου και εντυπωσιασμού, ένα γυάλινο ιστιοφόρο μέσα στο δάσος

Η παλμοί μου αυξάνονται, η αγωνία μου μεγαλώνει, τα λεπτά γίνονται ώρες μέχρι να ξεκινήσω και να συστηθώ ξανά με το έργο ενός από τους πιο αγαπητούς μου ζωγράφους.

Έχω την τύχη να είμαι στον χώρο πριν ανοίξει για το κοινό και κατεβαίνω με τις κυλιόμενες στο πρώτο στρογγυλό  δωμάτιο.

Η δομή της έκθεσης βασίζεται στο χαμηλό φωτισμό, είναι κάτι που επιθυμούσε ο ίδιος ο Rothko, ενισχύει το συναίσθημά μου και βοηθάει τα έργα με χρώμα να βγαίνουνε ακόμα πιο πολύ προς τα έξω. 

Σχεδόν μόνος, η συνομιλία ξεκινά μπροστά από την αυτοπροσωπογραφία του, είναι 40 χρόνων όταν την κάνει και ανήκει στο γιο του. 

Είμαστε στην πρώτη φάση, την παραστατική. Ένα πρόσωπο χωρίς έκφραση, αρκετά θλιμμένο, 28 μέχρι 39 ετών, τα μάτια θλιμμένα, κρυμμένα πίσω από τα γυαλιά, τα χέρια διπλωμένα στο κορμί, εσωστρέφεια, έχει εκλεκτικές συνάφειες με ένα πορτραίτο του Rembrandt που είναι στην Ουάσιγκτον.

Είναι ένας κλασικός τύπος προσωπογραφίας, όλο το εικαστικό κομμάτι βρίσκεται στο πίσω μέρος του πίνακα. Ο τρόπος που χρησιμοποιεί και τοποθετεί το χρώμα παραπέμπει στον αμερικανικό εξπρεσιονισμό.

Από τη μια μεριά, κλασική απεικόνιση του πορτραίτου, μέσα από την παράδοση της αυτοπροσωπογραφίας και από την άλλη εξπρεσιονισμός.

Το ουδέτερο φως του φόντου έρχεται σε αντίθεση με το φως που πηγάζει από το πρόσωπό του. Η έκφραση του προσώπου προβάλλεται από την έντονη εναλλαγή φωτός και σκιάς. Το κοστούμι που φοράει δηλώνει διανοούμενο και ευφυή άνθρωπο. Συνεχίζω την περιπλάνηση στο κτίριο και έχω τη γλυκιά ζάλη του κύκλου. Είναι σα να περιστρέφομαι γύρω από τον εαυτό μου και μέσα σε ένα μεγαλύτερο κύκλο. Κοιτάζω τα γυμνά του και στέκομαι μπροστά στα έργα με σκηνές δρόμου. Ένας πίνακας με σκηνές από το μετρό τραβάει την προσοχή μου, είναι σα να έγινε χθες.

Καταγεγραμμένη όλη η μοναξιά και η απομόνωση του μοντέρνου ανθρώπου (την εποχή που έγινε αυτή σειρά έργων, στην Αμερική συντελείται το Οικονομικό Κραχ). Σήμερα μοιάζει σα να μην έχει αλλάξει τίποτα. Συνεχίζουμε να κυκλοφορούμε κατηφείς και να κουβαλάμε την ίδια μοναξιά.

Πρόσωπα που εντοιχίζονται με την έννοια του ανώνυμου. Παρατηρώ την γκάμα των χρωμάτων στο φόντο, τη δόμηση της επιφάνειας, το βάθος που επιβάλλει και αφήνει υπόνοιες για την τρίτη διάσταση. Ο τρόπος που χρησιμοποιεί το κόκκινο σε φόντο ώχρας, είναι η μετάβαση γι’ αυτό που θα δούμε στη συνέχεια. Παρατηρούμε την απτικότητα των χρωμάτων η οποία δίνει την αίσθηση του ανάγλυφου. Με αυτόν τον τρόπο ο Rothko μας επιβάλλει το τρισδιάστατο της Αναγέννησης και τη φαιδρότητα του Μεσαίωνα. Προχωράω αργά γιατί τα πόδια μου δε με κρατάνε. Κάθε φορά που αφήνω πίσω μου ξέρω ότι η πιθανότητα να βρεθώ ξανά απέναντί του είναι μηδενική. Τα περισσότερα έργα που εκτίθενται σε αυτή την αναδρομική ανήκουν σε ιδιωτικές συλλογές και στο γιο του. Η έκπληξη μαζί με την ικανοποίηση με κάνουν να κουνάω τα φτερά μου και να κοκορεύομαι. Στα επόμενα έργα, ανακαλύπτω πόσο τον έχουν επηρεάσει τα κείμενα των Ελλήνων τραγικών, με μεγαλύτερη προσήλωση στο έργο του Αισχύλου (η ταύτιση προκύπτει από το βίωμα και το τραύμα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου). Ο μύθος ήταν γι’ αυτόν η δυνατότητα να μιλήσει μια γλώσσα οικουμενική. Ο θεατής ταυτίζεται με τα πρόσωπα των έργων όπως ταυτίζεται και με τους τραγικούς ήρωες. Παρατηρούμε μυθικά σύμβολα (Σφίγγα, Κουκουβάγια, Σκύλο) που έχουμε συναντήσει πάνω σε αρχαία ελληνικά αγγεία. Τα πρώιμα αυτά έργα του, βρήκαν έμπνευση στο δημιουργικό, αρχαϊκό συμβολισμό, στα όνειρα, στους αρχαίους μύθους, στην εσωτερική θεολογία και το συλλογικό ασυνείδητο. Εγκαταλείποντας στοιχεία, περνάει σιγά σιγά στην αφαίρεση.

Οι πόρτες του Μουσείου έχουν ανοίξει και ο κόσμος πολλαπλασιάζεται, αλλά συμβαίνει κάτι περίεργο και τίποτα δεν μπορεί να διαταράξει την εσωτερική μου ηρεμία. Έχω ήδη προμηθευτεί την υπέροχη έκδοση-αφιέρωμα και κάθομαι στο πάτωμα για να ξεκουραστώ και να συγκροτήσω τη σκέψη μου και το συναίσθημά μου. 

Διαβάζω: «Όπως πολλοί καλλιτέχνες της Αvant Guard, έτσι κι ο Rothko, γοητεύτηκε και άντλησε έμπνευση από το μυστηριακό έργο των ψυχαναλυτών Sigmund Freud και Carl Jung». Αναζητώντας όμως νέα θέματα, ο Rothko, μελέτησε δοκίμια του Jung και το διάσημο έργο του Freud, «Η ερμηνεία των ονείρων», προσπαθώντας να διερευνήσει τις δραματικές δυνατότητες του μύθου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑBella Ciao#11: Παρατηρητής ή βιωματικός συνάνθρωπος;12.09.2018

Στο Παρίσι του 1930, ξεκινάει το Κίνημα του Υπερρεαλισμού, με την αυτόματη γραφή και την εικονογραφική διαδικασία του ονείρου, από τον Andre Breton. Είναι η περίοδος μεταξύ αναπαράστασης και αφαίρεσης, που υποστήριξε τη μελλοντική συγχώνευση δυο κατ΄επίφασιν αντιφατικών καταστάσεων, του ονείρου και της πραγματικότητας.

Έχω κλείσει το κινητό, δε φοράω ρολόϊ και έχω χάσει παντελώς την αίσθηση του χρόνου. Αρχίζω σιγά σιγά να αναθεωρώ την πρώτη εντύπωση για την αρχιτεκτονική του Μουσείου. Έχω μια γλυκιά  ζάλη όπως όταν ταξιδεύω με ιστιοφόρο στο Αιγαίο, το κτίριο το ίδιο είναι ένα γυάλινο ιστιοφόρο που μου επιτρέπει κλεφτές ματιές στο δάσος της Βουλώνης.

Ο Rothko μας περνάει σιγά σιγά σε μεγαλύτερες διαστάσεις. Η φάση του Σουρρεαλισμού τον οδηγεί στην Αφαίρεση. Στην αίθουσα αυτή, η ζάλη μετατρέπεται σε μέθεξη. Έρχομαι αντιμέτωπο με τους επόμενους πίνακες. Είναι λιγότερο δομημένοι, ενώ με κατακτάει η ύπαρξη πολλών, διαφορετικών τόνων. Είναι φανερό ότι διερευνεί τα όρια που θα βάλει, αρχίζει να γίνεται αυτό που θα γίνει. Σε ένα μόνο τελάρο υπάρχουν 23 ζωγραφικές επιφάνειες που γίνονται ακόμα πιο πολλές ακριβώς για να διατρέχεις τον κίνδυνο να σε απορροφήσουν. Είναι η εποχή που ο Rothko συνδέεται με τους Αφηρημένους Εξπρεσσιονιστές της Νέας Υόρκης. 

« Το πιο σημαντικό πράγμα δεν είναι η αναπαράσταση, αλλά η αναπαράσταση των συναισθημάτων που μπορεί να γίνει μόνο με την εικαστική γλώσσα». Την ίδια εποχή πέφτει η ατομική βόμβα στη Χιροσίμα και ταυτόχρονα αρχίζει η περίοδος του Color Field. 

«Η αναπαράσταση ενός προσώπου αμβλύνει την ένταση των συναισθημάτων. Οι φιγούρες παραπέμπουν και σε άλλα πράγματα». Ο ίδιος θέλει να παραπέμψει μόνο στο συναίσθημα και καθόλου στη σκέψη. Δημιουργεί επιφάνειες, παίζει με το πάχος, όχι το ποσοτικό αλλά το ποιοτικό. Με την τεχνική του, σβήνοντας τελείως τα περιγράμματα, παραπέμπει στην τεχνική του Leonardo που σε καλούσε να βυθιστείς μέσα στο έργο. Συμβαίνουν απίστευτα πράγματα μεταξύ της ψυχής και του έργου. Η αύρα του χρώματος με τυλίγει. Βρίσκομαι σε έκσταση, ο χρόνος έχει σταματήσει, η δύναμη της ικανοποιημένης μου ψυχής κουβαλάει το σαρκίο μου στην επόμενη αίθουσα. Τα έργα εδώ πήραν τη μορφή τοιχογραφιών, αφού προέκυψαν από την παραγγελία του εστιατορίου Four Seasons στη Νέα Υόρκη. Με τον κίνδυνο της διακοσμητικότητας, κατέβασε το χρωματικό τόνο για να υπερτονίσει το συναίσθημα και τις αισθήσεις. Με αντικαπιταλιστικό στόμφο δηλώνει «ελπίζω να ζωγραφίσω κάτι που θα καταστρέψει την όρεξη κάθε καθάρματος που θα φάει ποτέ σ’ αυτό το εστιατόριο». Η παραγγελία δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.

Στον τελευταίο όροφο, μπαίνω στο κυκλικό δωμάτιο με τα 16 έργα. Στο κέντρο ένας τεράστιος φωταγωγός. Οι εναλλαγές φωτός και σκιάς αλλάζουν τον τόνο του χρώματος και την υφή του έργου. Η ζωγραφική συμβαίνει μπροστά μας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑBella Ciao#13: Eπιστροφή στον Λυκαβηττό μετά από 12 χρόνια12.09.2018

Ακολουθώντας το τελευταίο μονοπάτι, βρίσκομαι μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη. Τα μεγάλα, γυάλινα πανιά του κτιρίου, βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση με τα στοιχεία της φύσης, ενώ το τοπίο της πόλης του Παρισιού κοκκινίζει την ώρα που ο ήλιος πίσω μου δύει. Πάνω στις πτυχώσεις του ακούω τον ήχο της βροχής και τον συριγμό του ανέμου ανάμεσα στις σχισμές.

 

Περισσότερα από Αφιέρωμα