MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
19
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

2016 στη μουσική: Μεγάλες απώλειες, μεγάλες επιστροφές

Στην εκπνοή της χρονιάς επιχειρούμε μια καταγραφή των σημαντικότερων γεγονότων που σημάδεψαν το χώρο της μουσικής βιομηχανίας το 2016.

author-image Χρήστος Σκυλλάκος
Οι τρεις μεγάλες απουσίες

Leonard Cohen
leonard cohen 3
Leonard Cohen. Βγάζει δίσκο τον Οκτώβρη ενόσω γέρος και άρρωστος. Οι περισσότεροι γνωρίζαμε τι επρόκειτο να συμβεί. Όταν τον άκουσα, έγραψα αμέσως τα εξής. «Εννιά τραγούδια με δύναμη απεριόριστη. Το ένα μετά το άλλο, όλο και περισσότερη σκοτεινιά. Κατράμι. Σβήσιμο στην ανυπαρξία. Μουσική, τέχνη, άνθρωπος. Τέλος και αρχή. Εννιά τραγούδια, στίγματα αλλεπάλληλα και άσβηστα. Ένα ταξίδι. Σκοτεινό, αβάσταχτο, κυρίαρχο, πανέμορφο. Μια απλόχερη μοιρασιά της επικείμενης σιωπής του. Διαθήκη, ιδιόγραφη, υπογεγραμμένη, με μάρτυρες τον χρόνο και την ανθρωπότητα. Κληρονομιά. Ο Leonard Cohen, παρουσιάζει εδώ και τώρα, μπροστά σε όλους και σε όλα, την, απίστευτης δυναμικής και επιπέδου κοσμικής ενέργειας, εκρηκτική του ύλη. Μοιάζει να την βαστάει αιώνες μέσα του. Ύλη που μετουσιώνει τον άπειρο χρόνο σε ένα καθορισμένο και απτό κομμάτι συναίσθησης. Ύλη που συνομιλεί με την ύπαρξη και την παροδικότητα της. Και με αυτή, σφιχτά κρατημένη στα γέρικα του χέρια, κάνει την τελειωτική του ανακεφαλαίωση. Προσφέρει ένα ποιητικό, ένα μουσικό, ένα εκφραστικότατο αριστούργημα. «Good night», ψελλίζει, με «αξιοπρέπεια σαν αυτή των ελεφάντων που απομακρύνονται για να πεθάνουν». Λίγες μέρες μετά, το νέο έρχεται με μήνυμα στο κινητό μου. Η βαθύτερη φωνή του πλανήτη, σιώπησε. Μα, σαν να την ακούμε ξανά και ξανά, αναγνωρίζοντας του την εντιμότητα να ηχογραφεί το δικό του χρονικό του προαναγγελθέντος του θανάτου, χαρίζοντας μας ένα έργο αιωνιότητας.

David Bowie
David Bowie 2
Ο θάνατος, ναι ο θάνατος, χτύπησε τον καλλιτεχνικό κόσμο, δίχως κανένα έλεος. Ανάμεσα σε πολλούς άλλους καλλιτέχνες, ο David Bowie, φεύγει και τούτος από την ζωή, όπως ακριβώς και ο Cohen. Με την διαφορά πως ο Bowie, γνώριζε ενώ εμείς όχι. Και ενώ γνώριζε, ηχογράφησε και κυκλοφόρησε το δικό του ρέκβιεμ για να αποχαιρετήσει, δυο μέρες μετά τον κόσμο, όπως πραγματικά και ειλικρινά τον έζησε. Ως μουσικός και καλλιτέχνης. Δεν τα παράτησε, δεν απομονώθηκε, στήριξε ως το τέλος τον δρόμο που είχε πάρει και είχε χτίσει μέσα στα χρόνια. Έκανε την τελευταία του avanguard τοποθέτηση του και έφυγε για τα αστέρια, για τα μαύρα αστέρια, όπως τιτλοφόρησε τον δίσκο του. Στο πάνθεον κι αυτός. Σε περίοπτη θέση. Όρισε μια γενιά, όπως και ο Cohen. Αλλά δεν υπήρξε ο αναγκαίος σεβασμός. Προς τι η χυδαία θα μπορούσα να πω υπερπροβολή του, μετά θάνατο; Πολλοί υποκριτικά τον θυμήθηκαν ή τον ξεσκόνισαν. Το έργο του ουδεμία σχέση έχει με αυτά. Τους ξεπερνά. Απλά και καθαρά.

George Michael
George Michael 4
Ανήμερα των Χριστουγέννων, με τη φωνή του να ακούγεται νοσταλγικά, όπως κάθε χρόνο, από ραδιοφωνικούς σταθμούς και djs ο George Michael σωπαίνει ξαφνικά και οριστικά. Ο σημαντικότερος και πιο ολοκληρωμένος ποπ καλλιτέχνης της εποχής του – παρά τα μεγάλα διαστήματα αποχής – με την εκπληκτική φωνή και τα τραγούδια που καθόρισαν τη δημιουργική μπλουζ ποπ για τουλάχιστον δύο δεκαετίες, αφήνει την τελευταία του πνοή στο σπίτι του (πιθανότατα από καρδιακή ανακοπή)· και μαζί αφήνει σοκαρισμένο τον κόσμο της μουσικής και τους εκατομμύρια θαυμαστές του. Το μεταναστόπουλο δεύτερης γενιάς των προαστίων του Λονδίνου (από Κύπριο πατέρα), ο Γιώργος Παναγιώτου που έλαμψε στα 80s και στα 90s μα και στις αρχές των zeros, παραδίδοντας κλασικό υλικό στο διεθνές μουσικό σύμπαν παίρνει μια θέση στη μουσική ιστορία όχι μόνο για τα καλλιτεχνικά του επιτεύγματα μα και για την αντι-συστημική του παρρησία. Ηταν εκείνος που τα έβαλε με τα δεσμά του συμβολαίου το οποίο του επέβαλλε το μεγαθήριο της Sony, ήταν εκείνος που δήλωσε στο CNN, στο μεγαλύτερο διεθνές ενημερωτικό δίκτυο, πως ήταν gay – όταν ακόμα οι δείκτες ανοχής στην ομοφυλοφιλία ήταν χαμηλοί – ήταν εκείνος που λάνσαρε μουσική μόνο όταν είχε πραγματικά κάτι αξιοσημείωτο να παραδώσει κι όχι για να διατηρήσει τη θέση του στα charts. Η πρόωρη απώλεια του έβαλε τραγικό επίλογο στην “κατάρα” του 2016. 

Η μεγάλη διαμάχη για το Nobel…
Bob Dylan 1

Και απομακρυνόμενοι από τα θλιπτικά γεγονότα που όρισαν δυστυχώς το 2016, πάμε σε κάτι άλλο, που κατέληξε σχεδόν ανέκδοτο. Ότι o Bob Dylan κέρδισε το Nobel λογοτεχνίας. «Μα είναι μουσικός!» οι περισσότεροι και όχι άδικα, είπαν από το πρώτο λεπτό. Οι συζητήσεις ξεκινήσανε ευθύς αμέσως, όπως και οι διαμάχες ανάμεσα σε φίλους, σε μουσικόφιλους, σε λογοτεχνόφιλους. Κάποιοι προσπάθησαν να βρουν το μελανό, μουσικό ή και μη, σημείο του Dylan μέσα στα χρόνια, άλλοι δείξανε την αδιαφορία μπρος στα όποια βραβεία, άλλοι κάνανε αβάσιμες και ανεδαφικές και σχεδόν οπαδικού επιπέδου συγκρίσεις και άλλοι συγκρατήθηκαν και απλά ξαναβάλανε στο πικάπ τους τον δίσκο «Highway 61 revisited». Ακουγόταν σαν να μην βγήκε ποτέ από εκεί και σαν να γράφτηκε μόλις χθες. Σαν κουτσομπολιό συνεχίστηκε όμως η ιστορία, αναρωτώμενοι πολλοί σε facebook και άλλα μέσα, αν θα πάει ή όχι να παραλάβει το βραβείο. Η στιγμή ήρθε όμως και ο Bob Dylan, που δεν χρειάζεται καμιά σύσταση για να περάσει στο θρύλο και την ιστορία της δυτικής κουλτούρας, δέχτηκε τελικώς το βραβείο μα παράλληλα δεν παρευρέθηκε ούτε στη γιορτή για τους νομπελίστες του Ομπάμα, ούτε στην επίσημη τελετή βράβευσης στη Στοκχόλμη, μα έμεινε στο να στείλει ένα ουδέτερο, πρόχειρο και διόλου λογοτεχνικό ευχαριστήριο γράμμα στην βασιλική επιτροπή. Βραβεύτηκε φυσικά. Και; Ακούνε περισσότεροι τώρα Dylan; Ανακαλύφθηκε μήπως, η Αμερική; Το βραβείο Nobel είναι δα κάτι σπουδαίο, δεν λέω, αλλά γιατί να ετεροκαθορίσει η βράβευση, την αντιμετώπιση μας προς το αισθητικό του ποιόν; Η ίδια του η μουσική και στιχουργική του προσφορά έχει καθορίσει τις δεκαετίες, χρόνια τώρα και όπως είχα διαβάσει σε ένα άρθρο «ο Dylan δεν είναι λογοτέχνης, αλλά σίγουρα τράβηξε κόσμο στην λογοτεχνία». Ή καλύτερα, όπως είπε ο Leonard Cohen πριν πεθάνει και τον τιμάει αυτό ακόμη περισσότερο, «το να δίνεις στον Dylan το Nobel είναι σαν να λες πως το Everest είναι η υψηλότερη κορφή». Και τα πράγματα απλοποιούνται κάπως. Ποιος, εν τέλει, δεν έχει ακούσει την μουσική του Dylan ή ποιος δεν τον έχει διαβάσει ξανά και ξανά, ποιος δεν το ερμήνευσε στην καθημερινότητα του, την πολιτική, την συναισθηματική, την υπαρξιακή του καθημερινότητα; Ένα βραβείο, κι ας είναι Nobel, θα μας ανατρέψει ξαφνικά τα πάντα;

Gimme Danger…
Iggy Pop 2
«Θα πρέπει να μπορείτε να διατυπώσετε κάτι το πολύ με 24 λέξεις». Αυτό έμαθε στο σχολείο ο Iggy Pop και αυτό αποφάσισε να κάνει όταν βρήκε διέξοδο στην μουσική, μέσα από την φτώχεια στην οποία ζούσε. Ίδρυσε την πρώτη punk μπάντα, τους θρυλικούς The Stooges, πριν καν επινοηθεί αυτή η λέξη. Ίδρυσε την πιο raw μπάντα στην ιστορία της μουσικής, την στιγμή που η ροκ εκφυλιζόταν εμπορικά. Μουσική ασμίλευτη. Στίχοι, απλότητα, λιτότητα, οργή. Τα πράγματα με το όνομα τους, όπως ξέρουν οι «cool» κατά Iggy μουσικοί του κοινωνικού περιθωρίου. Καμιά πολυλογία. Στην σκηνή, μια άγρια αντεπίθεση στους ως τότε μουσικούς και συναυλιακούς κανόνες. Τα χρόνια πέρασαν και έτσι εν έτη 2016, και ενώ αυτός ο μουσικός που ίδρυσε με το εκτόπισμα του ένα ολόκληρο μουσικό είδος και ένα lifestyle, ως βέρος counterculture, απέκτησε και το δικό του ντοκιμαντέρ. Όχι φυσικά ένα πρόχειρο και απλό ταινιάκι, αλλά μια αριστουργηματική απεικόνιση των στιγμών του με τους Stooges, δια χειρός και δια ματιού Jim Jarmusch. Λίγοι καλλιτέχνες, εν ζωή, έχουν αποκτήσει τέτοια υστεροφημία και μέσα από ένα τόσο ποιοτικό οπτικό κύτταρο. Και εκεί είναι που μοιάζει να του χτυπάει ο φίλος του Jim την πλάτη και να του λέει να κάνει ένα ακόμα δίσκο, και ο performer που δεν λογαριάζει τίποτα, τον κάνει με τον τίτλο «Post Pop Depression».

Και η μουσική…
Nick Cave The Bad Seeds 1
Εμείς, μπορεί φέτος να είδαμε αρκετά live στην πρωτεύουσα, να ήρθαν σημαντικοί καλλιτέχνες στην χώρα μας, να γεννήθηκαν νέα φεστιβάλ και να παραμείναμε πιστοί, κατά κοινή ομολογία, στην εγχώρια έκφραση των γνωστών μας και αγαπημένων μας μουσικών, και καλά κάναμε, αλλά πολλοί από εμάς, χάσαμε, αυτό που συνέβαινε μουσικά εκτός συνόρων.

Η ξένη κριτική, αποφάνθηκε πως το 2016, ήταν μια από τις χρονιές που χάρισε καλή και πολύ μουσική. Οι εμπορικοί pop καλλιτέχνες των τηλεοράσεων και των ραδιοφώνων συνεχίζουν φυσικά ακάθεκτοι. Παράλληλα η αναβίωση των βυνιλίων δώσανε νέα πνοή στην μουσική βιομηχανία. Εκατοντάδες νέοι και underground καλλιτέχνες βγήκαν στο στερέωμα. Αλλά πόσο εύκολο είναι μέσα στην σωρεία δίσκων, να ανακαλύψεις τα νέα ακούσματα, τον underground χώρο, αυτόν που κινείται μακριά από το εμπόριο; Η δουλειά αυτή θέλει ιδιαίτερη και προσεχτική μελέτη. Και έτσι προς χάριν ευκολίας και χώρου μιας που είναι υλικό για άλλο άρθρο, αναγκαζόμαστε να επιστρέψουμε στα μουσικά μεγαθήρια, τα κατοχυρωμένα, παλιότερων αλλά και πιο σύγχρονων εποχών που έχουν όμως δώσει ολοκληρωμένα δείγματα γραφής.

Προσπαθώ να θυμηθώ λοιπόν, και βρίσκω πως το 2016 ήταν η χρονιά που ο Nick Cave & The Bad Seeds βγάζουν νέο δίσκο, με τον τίτλο «Skeleton Tree», που μοιάζει με μια μελαγχολική, βαριά μα και αυτογνωσιακή αντιμετώπιση του θανάτου του γιού του. Οι κριτικοί παραλήρησαν και όπως γράφτηκε στην Guardian, «οι πληγές και οι αδυναμίες της φωνής του, δίνουν στον δίσκο δύναμη και ανθρωπιά. Είναι ένα αριστούργημα αγάπης και ερήμωσης».

Μετά θα τοποθετήσω την σκληρά και πειραματική μουσικά πολιτική πρόταση της PJ Harvey – που μας τίμησε και με την ποιοτική της παρουσία της το καλοκαίρι στην Αθήνα – με τίτλο «The Hope Six Demolition Project», που αποτελεί μια ευθεία κριτική πάνω στην πολιτική των ΗΠΑ να γκρεμίζουν παλιά σπίτια φτωχών ανθρώπων, αδιαφορώντας που θα μείνουν εκ των υστέρων, οι κάτοικοι. Ο δίσκος δέχθηκε αμέσως κριτική από πολιτικούς παράγοντες αλλά αυτό ενίσχυσε την δύναμη του και τίμησε την στάση της ως σπουδαία καλλιτέχνη και άνθρωπο.


Στα ίδια πλαίσια των κοινωνικών αγώνων και ο ακούραστος μουσικά Neil Young, παλεύοντας δίπλα στους Ινδιάνους της Dacota για να μην περάσουν οι αγωγοί του πετρελαίου και κάπου εκεί κυκλοφορεί τον 37ο δίσκο του, σε ακουστικές για άλλη μια φορά φόρμες, μοιάζοντας να μην μπορεί να ησυχάσει εκφραστικά.

Radiohead
Μα και οι Radiohead επανήλθαν. Με τον δίσκο «A Moon Shaped Pool» όπου κάποιους δημοσιογράφους τους έκανε να δηλώσουν πως αξίζει να τοποθετηθεί δίπλα στους καλύτερους ροκ δίσκους των τελευταίων τριάντα χρόνων. Από την άλλη είχαμε και απογοητεύσεις. Το να τονίσουμε ότι οι Rolling Stones βγάλανε ένα δίσκο με blues διασκευές δεν μας λέει και πολλά και σαν να αποτελεί και σήμανση για τους ίδιους πως έφτασε το πλήρωμα του χρόνου.


Ούτε η επαναφορά των Metallica στο κλασικό και εμπορικό metal, αφήνοντας συνειδητά πίσω την εποχή της αισθητικής τους ωριμότητας και του πειραματισμού τους. Και κάπου εκεί, με πιάνει έκπληξη όταν βλέπω πως δίσκους κυκλοφόρησαν οι Massive Attack, οι Tindersticks, οι Violent Femmes, οι James, οι Primal Scream, οι The Last Shadow Puppets, οι Mogwai, ο Ben Harper, ο Brian Eno, ο Bob Dylan, ο Eric Clapton, ο Paul Simon, οι Red Hot Chili Peppers, ο Jack White, οι Green Day και η Norah Jones. Χρόνο και ευκαιρία να έχουμε να ακούσουμε τόση μουσική.

Όμως μην ξεχάσω και τη Patti Smith. Που αν και δεν έβγαλε νέα μουσική, ήρθε στην χώρα μας εκδοτικά. Μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο το «Just Kids» που είχε γράψει την δεκαετία του 60, με τίτλο στα ελληνικά «Πάτι και Ρόμπερτ» και αποτελεί ένα πολύ όμορφο βιβλίο, μια δυνατή αυτοβιογραφική απεικόνιση μιας μποέμικης Νέας Υόρκης, μέσα από τα μάτια μιας μουσικού που έζησε την τέχνη όπως ακριβώς την ήθελε. Καθαρή, συναισθηματική και διεισδυτική.

Περισσότερα από Επίκαιρα
VIMA_WEB3b