MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΣΑΒΒΑΤΟ
04
ΜΑΪΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Μπαζ Λούρμαν: Οι 6 ταινίες του σκηνοθέτη που ξέρει πώς να στήνει οπτικές «φαντασμαγορίες»

Είτε απολαμβάνει κανείς τις ταινίες του είτε όχι, πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο Μπαζ Λούρμαν, σκηνοθέτης των επιτυχιών «Elvis», «Moulin Rouge!» και «Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ», οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 17 Σεπτεμβρίου, ξέρει πώς να στήνει ένα φαντασμαγορικό υπερθέαμα.

Πηγή: Wikimedia
Αριστούλα Ζαχαρίου

Η σχέση των κριτικών κινηματογράφου με το έργο του Μπαζ Λούρμαν (Mark Anthony Luhrmann), ο οποίος γεννήθηκε σαν σήμερα στις 17 Σεπτεμβρίου 1962, στο Σίδνεϊ, είναι κυριολεκτικά μια σχέση αγάπης-μίσους. Λίγοι είναι εκείνοι που καταφέρνουν να δημιουργήσουν τέτοια πόλωση με τις ταινίες τους όσο ο Αυστραλός σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Πως θα μπορούσε να είναι διαφορετικά άλλωστε τα πράγματα για έναν τολμηρό οραματιστή που καταφέρνει πάντα να ξεπερνάει τα όρια.

Ο ίδιος διατείνεται πως «αγκαλιάζει» αυτή την πόλωση καθώς του επιτρέπει να απαλλαγεί από το βάρος που «σέρνουν» μαζί τους οι μεγάλες προσδοκίες ή η επίγνωση της ομόφωνης αποδοχής. Γεγονός που μπορεί να τον έβαζε στον επικίνδυνο δρόμο του να «επαναλαμβάνει» συνεχώς τον εαυτό του. Αν και ένα πράγμα οφείλουμε να αναγνωρίσουμε όλοι: Είτε αγαπάς είτε μισείς το έργο  του, ο Μπαζ Λούρμαν είναι ένας δημιουργός που έχει αντίκτυπο στη σύγχρονη κουλτούρα. Σε κάθε μορφή ψυχαγωγίας: Από τη μόδα και τη street culture έως τον κινηματογράφο και το θέατρο.

«Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ» (2013)

Τα πρώτα βήματα στο θέατρο

Γιατί μη ξεχνάμε πως ο Αυστραλός σκηνοθέτης ξεκίνησε από τον χώρο του θεάτρου, ήδη σε πολύ νεαρή ηλικία, όταν και σπούδαζε υποκριτική στο Εθνικό Ινστιτούτο Δραματικών Τεχνών, όπου έγινε δεκτός με τη δεύτερη. Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων θα συνεργαστεί με τον μεγαλύτερο οπερατικό θίασο της χώρας του, την Opera Australia και τον εμβληματικό σκηνοθέτη Πίτερ Μπρουκ.

Μετά την αποφοίτηση θα γράψει και θα ανεβάσει το πρώτο του θεατρικό έργο με τίτλο «Strictly Ballroom» (1986) και θα σκηνοθετήσει πολυάριθμες οπερατικές παραγωγές με δημοφιλέστερη εκείνη της «La Boheme» του Τζάκομο Πουτσίνι το 1993, η οποία όταν και θα επαναληφθεί στο Broadway περίπου μια δεκαετία αργότερα θα συγκεντρώσει έξι υποψηφιότητες για Τόνυ.

Ο κινηματογράφος

Το συγκεκριμένο ξεκίνημα επρόκειτο να παίξει καθοριστικό ρόλο και στη φιλμογραφία του, καθώς το στοιχείο της θεατρικότητας αποτελεί σημαντικό στοιχείο της κινηματογραφικής γραφής του. Δεν είναι τυχαίο που οι πρώτες του ταινίες μεγάλου μήκους, το «Strictly Ballroom» (1992), το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» (1996) και το «Moulin Rouge!» (2001) θα συγκροτήσουν μια άτυπη τριλογία υπό τον γενικό τίτλο της «Κόκκινης Κουρτίνας». Kαθώς μπορεί να μη συνδέονται στην πλοκή ή τη θεματική, ωστόσο, αντανακλούν το αμείωτο ενδιαφέρον του Λούρμαν για τις σκηνικές συμβάσεις.

Το «Moulin Rouge!» αποτελεί την πρώτη του μεγάλη επιτυχία, εκείνη που θα ανοίξει τον δρόμο όχι μόνο στον ίδιο για πιο μεγάλες και φιλόδοξες κινηματογραφικές παραγωγές, αλλά και στο ίδιο το είδος του μιούζικαλ για μια δεύτερη βραχυπρόθεσμη αναγέννηση στη μεγάλη οθόνη. ‘Εκτοτε θα ακολουθήσουν άλλες τρεις μεγάλου μήκους ταινίες-«Αυστραλία» (2008), «Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ» (2013), «Elvis» (2022)- καθώς και αρκετές μικρού μήκους, όπως η διαφημιστική καμπάνια για το Chanel No5 με πρωταγωνίστρια τη Νικόλ Κίντμαν, το 2004, που μέχρι σήμερα κατέχει τον τίτλο της πιο ακριβής διαφήμισης στην ιστορία.

Με το καστ της ταινίας «Elvis», Olivia Dejonge, Austin_Butler και Tom_Hanks | Πηγή: Wikimedia

Τι είναι εκείνο που τον κάνει να ξεχωρίζει;

Μα φυσικά η επιδεξιότητα με την οποία μπορεί να δημιουργήσει ένα φαντασμαγορικό υπερθέαμα μέσα από εντυπωσιακές κινηματογραφικές παραγωγές γεμάτες σουρεαλιστική υπερβολή, μουσική, χορό, ζωντάνια, θεατρικότητα, λαμπερούς χαρακτήρες, δημιουργώντας απολύτως σαγηνευτικά και άκρως εμβυθιστικά σύμπαντα, συχνά μιας άλλης εποχής- το period drama φαίνεται να είναι το στοιχείο του-. Χωρίς να λείπουν οι αναχρονισμοί κυρίως με τη μορφή αναφορών στην pop κουλτούρα η οποία δείχνει να ενσωματώνεται επιτυχώς είτε στο Παρίσι των αρχών του 20ου αιώνα είτε στη Νέα Υόρκη των 1920s.

Αρωγός σε αυτή την προσπάθεια η σύζυγος του Κάθριν Μάρτιν, βραβευμένη με Όσκαρ ενδυματολόγος, σχεδιάστρια παραγωγής και σκηνογράφος, η οποία φροντίζει να δίνει σάρκα και οστά στα οράματα του αλλά και να τον προσγειώνει στην πραγματικότητα όποτε αυτό είναι απαραίτητο.

Ακολουθούν οι έξι ταινίες μεγάλου μήκους του Μπαζ Λούρμαν

«Strictly Ballroom» (1992)

Βασισμένο στο ομότιτλο θεατρικό έργο του ίδιου του Μπαζ Λούρμαν, το «Strictly Ballroom», μια ρομαντική κομεντί για έναν χορευτή ο οποίος αποφασίζει να πάρει το μεγαλύτερο ρίσκο της καριέρας του και να συμμετάσχει σε έναν υψηλού κύρους διαγωνισμό με παρτενέρ μια άπειρη χορεύτρια, αποφασισμένος να αμφισβητήσει τις χορευτικές συμβάσεις, κατάφερε να αποσπάσει θετικές κριτικές καθώς και οκτώ υποψηφιότητες για BAFTA, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της Καλύτερης Ταινίας.

Αν και οπτικά το πιο μινιμαλιστικό φιλμ του και επιπλέον το πιο προσγειωμένο όσον αφορά τους ήρωες,  το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Λούρμαν στη μεγάλη οθόνη, έθεσε τον τόνο για την μετέπειτα φιλμογραφία του σκηνοθέτη όπου η μουσική και ο χορός θα έχουν καθοριστικό ρόλο, ο ρυθμός της ταινίας και η κίνηση της κάμερας θα χαρακτηρίζονται από ζωντάνια ενώ, επιπλέον, θα αναδύονται θεματικά μοτίβα όπως το πάθος, η δημιουργικότητα και η επαναστατικότητα ενάντια στις νόρμες.

«Ρωμαίος και Ιουλιέτα» (1996)

Η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, μια εκμοντερνισμένη εκδοχή της τραγικότερης ερωτικής ιστορίας όλων των εποχών, του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», ήταν μόνο μια μικρή γεύση του πόσο τολμηρός και φιλόδοξος θα αποδεικνυόταν ο Λούρμαν καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του. Πρωταγωνιστές οι Λεονάρντο Nτι Κάπριο και Κλερ Ντέινς ως οι δύο νεαροί εραστές οι οποίοι και θα συναντήσουν ανυπέρβλητα εμπόδια στον δρόμο της αγάπης εξαιτίας της έχθρας των οικογενειών τους.

Ο σκηνοθέτης αποφάσισε να πάρει ρίσκο όσον αφορά τη μεταχείριση του πρωτότυπου υλικού, η οποία υπήρξε αντισυμβατική. Διατήρησε ναι μεν ατόφια τη σαιξπηρική γλώσσα αντιπαραβάλλοντας τη, ωστόσο, με ένα καθ’ όλα μοντέρνο σκηνικό και ένα πλούσιο και αναζωογονητικό οπτικό στυλ, με την πλοκή να τοποθετείται στο «σήμερα» της μυθοπλαστικής πόλης Verona Beach στη Φλόριντα και το soundtrack να περιλαμβάνει σύγχρονα εναλλακτικά και ροκ τραγούδια δημοφιλών καλλιτεχνών όπως οι Radiohead και οι Garbage.

«Moulin Rouge!» (2001)

Με το «Moulin Rouge!», την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του, ο Μπαζ Λούρμαν ολοκληρώνει την άτυπη κινηματογραφική τριλογία της «Κόκκινης Κουρτίνας». Πρόκειται για τη δημοφιλέστερη μέχρι σήμερα κινηματογραφική δημιουργία του που μας εισάγει στο Παρίσι της Belle Epoque και τον σκοτεινό και φαντασμαγορικό υπόκοσμο του ομότιτλου περιβόητου καμπαρέ, εκεί που ένας επίδοξος και ιδεαλιστής συγγραφέας (Γιούαν ΜακΓκρέγκορ) ερωτεύεται την πιο διάσημη εταίρα της πόλης, τη Satine- εδώ η Νικόλ Κίντμαν σε μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας της.

Ο Μπαζ Λούρμαν αποφασίζει να αφηγηθεί μια παθιασμένη και τραγική ερωτική ιστορία μέσα από ένα θεαματικό, γεμάτο ζωντάνια και οπτικά εκθαμβωτικό μιούζικαλ. H μουσική, ένα ποτ πουρί αξέχαστων επιτυχιών αλλά και σύγχρονων χορευτικών κομματιών, γίνεται όχημα έκφρασης του απαράμιλλού συναισθηματισμού, της στυλιστικής υπερβολής και καρναβαλίστικης αισθητικής που διέπει το φιλμ. Η ταινία προτάθηκε για 8 βραβεία Όσκαρ κερδίζοντας στις κατηγορίες Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης και Κοστουμιών.

«Αυστραλία» (2008)

Η «Αυστραλία», ένα υπερφιλόδοξο επικό ρομάντζο με φόντο τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και πρωταγωνιστές τους Νικόλ Κίντμαν και Χιου Τζάκμαν, αποτέλεσε μια στοχευμένη προσπάθεια εκ μέρους του σκηνοθέτη να χαρίσει στην πατρίδα του το δικό της «Όσα Παίρνει ο Άνεμος», χρησιμοποιώντας μια δραματική ιστορία αγάπης για να ρίξει φως στις πληγές της αυστραλέζικης ιστορίας. Στο επίκεντρο μια Αγγλίδα αριστοκράτισσα, η Lady Sarah Ashley (Κίντμαν), η οποία ενώνει τις δυνάμεις της με ενάν πεισματάρη κτηνοτρόφο (Τζάκμαν) για να σώσει το ράντζο της από «νύχια» ενός μεγαλοκτηματία.

H ταινία οπτικά εντυπωσιακή- πράγμα αναμενόμενο για τον Λούρμαν σε αυτό το σημείο της καριέρας του- απέσπασε χλιαρές κριτικές που υπογράμμιζαν πως η χλιδή της παραγωγής υπερτερούσε της ουσίας. Οι πολλαπλές θεματικές που άγγιζε αυτό το στερεοτυπικό μελόδραμα- από την εγκληματική, εξαναγκαστική «πολιτική αφομοίωσης» των Αβορίγινων έως τους Ιαπωνικούς βομβαρδισμούς- ξεσήκωσαν μεγάλο debate στη χώρα για το αν υπήρξαν ιστορικά ανακριβείς ή όχι.

«Ο Υπέροχος Γκάτσμπυ» (2013)

Με ένα υπέρλαμπρο καστ στο οποίο περιλαμβάνονται οι Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Τόμπι Μαγκουάιρ, Κάρεϊ Μάλιγκαν, Τζόελ Έτζερτον, Άιλα Φίσερ και Ελίζαμπεθ Ντεμπίκι και ένα soundtrack που αναμειγνύει την παραδοσιακή τζαζ με τη σύγχρονη hip hop και στο οποίο συμμετέχουν ονόματα όπως ο Jay-Z, η Beyonce, η Lana del Rey και ο Jack White, ο Μπαζ Λούρμαν μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το εμβληματικό ομότιτλο μυθιστόρημα του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ. 

Αφηγητής ο Nick Carraway (Μαγκουάιρ), ο οποίος κυνηγάει το «Αμερικάνικο Όνειρο» στη Νέα Υόρκη της λεγόμενης Εποχής της Τζαζ. Εκεί θα γνωρίσει τον μυστηριώδη εκατομμυριούχο Jay Gatsby (Ντι Κάπριο) και τη γοητευτική Daisy, θα παρασυρθεί από τον απατηλά λαμπερό κόσμο του χρήματος, των χλιδάτων πάρτι και των ψευδαισθήσεων καθώς θα γίνει μάρτυρας ενός τραγικού ανεκπλήρωτου έρωτα. Η ταινία- παρά τις μεγάλες προσδοκίες- κατάφερε να διχάσει τους κριτικούς. Ωστόσο, το οπτικά άψογο αποτέλεσμα που αντανακλούσε την «υπερβολή» της περιόδου της χάρισε δύο Όσκαρ, στις κατηγορίες Κοστουμιών και Σχεδιασμού Παραγωγής. Επιπλέον, αποτέλεσε την μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στη μέχρι τότε καριέρα του Αυστραλού σκηνοθέτη.

«Elvis» (2022)

Με το επικό «βιογραφικό» δράμα «Elvis» ο Μπαζ Λούρμαν απέδειξε για ακόμη μια φορά ότι είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να παρουσιάσει ένα κινηματογραφικό υπερθέαμα, ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου το streaming έχει αλλάξει άρδην τους κανόνες του «παιχνιδιού». Ο σκηνοθέτης διατείνεται πως σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να δημιουργήσει μια «παραδοσιακή» μουσική βιογραφική ταινία και αυτό αντανακλάται στην ασυνήθιστη επιλογή να παρουσιάσει τη ζωή και τη μουσική του εμβληματικού Elvis Presley, μέσα από την περίπλοκή σχέση του με τον μάνατζερ του Colonel Tom Parker.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΑπό τον Φόρεστ Γκαμπ μέχρι τον Ναυαγό: Πέντε ερμηνείες του Τομ Χανκς που έχουν αφήσει εποχή12.09.2018

Τα πολλά «προσωπεία» του «Βασιλιά του Rock n’ Roll» κλήθηκε να ερμηνεύσει ο ανερχόμενος ηθοποιός Όστιν Μπάτλερ, ενώ τον αινιγματικό μάνατζερ ο βραβευμένος με Όσκαρ Τομ Χανκς. Η ταινία πραγματοποίησε παγκόσμια πρεμιέρα τον περασμένο Μάιο στις Κάννες. Η υποδοχή που της επιφύλαξαν οι κριτικοί μετά την κυκλοφορία της στις κινηματογραφικές αίθουσες υπήρξε σε γενικές γραμμές θερμότερη από αυτή που γνώρισαν οι δύο προηγούμενες ταινίες του. Aν θα έχει ισχυρή παρουσία στα επερχόμενα Όσκαρ, ιδιαίτερα στις ερμηνευτικές κατηγορίες, μένει να το δούμε.

Περισσότερα από Cine News
VIMA_WEB3b