MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΔΕΥΤΕΡΑ
29
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Συν+Πλην: Η Ορέστεια στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου

Θετικές και αρνητικές σκέψεις για την τριλογία του Αισχύλου που σκηνοθετεί ο Γιάννης Χουβαρδάς. Η παράσταση έκανε πρεμιέρα στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου και θα περιοδεύσει ανά την Ελλάδα.

Monopoli Team

Το έργο

Η μοναδική τριλογία του Αισχύλου που έχει σωθεί ολόκληρη είναι η «Ορέστεια». Αποτελείται από τρεις τραγωδίες, τον Αγαμέμνονα, τις Χοηφόρους και τις Ευμενίδες. Η πλοκή των τριών έργων καλύπτει το αιματοβαμμένο χρονικό του οίκου των Ατρειδών μετά τη λήξη του Τρωϊκού πολέμου: Ο «Αγαμέμνων», ο νικητής της εκστρατείας, επιστρέφει έπειτα από πολλά χρόνια στο παλάτι του στις Μυκήνες. Κατά την διάρκεια της απουσίας του το μίσος της βασίλισσας έχει θεριέψει. Η Κλυταιμνήστρα δεν έχει συγχωρέσει ποτέ τον άνδρα της για την αποτρόπαιη θυσία της κόρης τους Ιφιγένειας και στο μεταξύ έχει βρει ερωτικό καταφύγιο στο πρόσωπο του Αιγίσθου. Η δε επιστροφή του βασιλιά στο πλευρό της Κασσάνδρας κορυφώνει την ανάγκη για εκδίκηση και η Κλυταιμνήστρα δολοφονεί τον Αγαμέμνονα.

Στις «Χοηφόρους», ο Ορέστης ύστερα από χρόνια απουσίας επιστρέφει στο παλάτι και σκοτώνει τη μητέρα του, θέλοντας να εκδικηθεί τον φόνο του πατέρα του, ύστερα από παρότρυνση της αδελφής του Ηλέκτρας. Τέλος, στις «Ευμενίδες», ο Ορέστης καταδιώκεται από τις Ερινύες και παρουσιάζεται ενώπιον του Αρείου Πάγου, που έχει ιδρύσει η θεά Αθηνά, όπου κρίνεται η τύχη του. Εκεί, ύστερα από απόφαση του δικαστηρίου, αθωώνεται.

Η «Ορέστεια» αποτελεί μια εντυπωσιακή τοιχογραφία από κορυφαία υπαρξιακά μοτίβα – την ύβρι, την αλαζονεία, τον φόνο, την ενοχή, την συγχώρεση – που εν πολλοίς περιγράφουν την μοίρα και την πορεία του δυτικού πολιτισμού μέσα στους αιώνες. Οι ήρωες της τριλογίας και οι πράξεις τους συνδιαλέγονται σε συμβολικό επίπεδο με το αναπόδραστο της ανθρώπινης φύσης – το πεπρωμένο κατά τον Αισχύλο. «Ότι είναι τώρα είναι/το πεπρωμένο θα εκτελεστεί» όπως προαναγγέλλει ο Χορός, εδώ στην μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη. Οι άνθρωποι που επικαλούνται το δίκαιο του αίματος και του πρωτόγονου ενστίκτου, αφήνονται τελικά στα χέρια της θεσμοθετημένης δικαιοσύνης, προκειμένου να επιβληθεί τάξη στο χάος.

Μέσα από την ιστορία των Ατρειδών ο Αισχύλος παραδίδει ένα εμβληματικό έργο για το ανθρώπινο πνεύμα που στις μέρες μας λειτουργεί και σαν οδηγός επιβίωσης. Η ανθρωπότητα, όπως αποδεικνύει και η Ιστορία της, κατοικεί έναν εξελισσόμενο πολιτισμό χιλιετιών στη διάρκεια του οποίου προσπαθεί απελπισμένα να δαμάσει την πρωτόγονη φύση της.

Μέσα από την ιστορία των Ατρειδών ο Αισχύλος παραδίδει ένα εμβληματικό έργο για το ανθρώπινο πνεύμα που στις μέρες μας λειτουργεί και σαν οδηγός επιβίωσης

Oresteia karabeti kouris

Τα Συν (+)

  • Η αναμέτρηση με το έργο. Χρειάζεται γενναία απόφαση για έναν σκηνοθέτη να αναλάβει το ανέβασμα της «Ορέστειας» και φυσικά δεν έχει να κάνει μόνο με τον όγκο του κειμένου και τα διαφορετικά ύφη μεταξύ των τριών έργων αλλά και με την νοηματική του πυκνότητα. Ο Γιάννης Χουβαρδάς παίρνει στα χέρια του τον κορυφαίο ανθρωπολογικό στοχασμό του Αισχύλου αποκαλύπτει την συγγένεια των προβληματισμών του με τα διλήμματα του σύγχρονου ανθρώπου και, εν πολλοίς, δικαιώνεται για την επιλογή του.
  • Η μετάφραση. Άθλος για τον Δημήτρη Δημητριάδη η μετάφραση της «Ορέστειας» – που μπορεί για το συγκεκριμένο ανέβασμα να περιορίστηκε δραστικά από πλευράς όγκου παραμένει όμως ένα τεράστιο στοίχημα για τον μεταφραστή. Ο λόγος του Δημητριάδη πληθωρικός και ποιητικός χωρίς συνάμα να χάνει την εγγύτητα του με την σημερινή γλώσσα. Μια μετάφραση που κατανόησε σε βάθος τον Αισχύλο κι ίσως, σε αρκετά σημεία της παράστασης έγινε κλειδί της ερμηνείας του.
  • Οι ερμηνείες. Η παρακολούθηση της «Ορέστειας» είναι μια ακόμα διαπίστωση του σπουδαίου δυναμικού ηθοποιών που έχουμε στην Ελλάδα. Δεν είναι μόνο αυτοί, αλλά σίγουρα είναι και αυτοί. Μια εξαιρετική ομάδα που, αν και δεν έγινε τυπικό δείγμα «χημείας», κατέθεσε σημαντικές ερμηνείες. Το μέτρο της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη και η σοφία με την οποία διαχειρίζεται τη φωνή και το σώμα της μας αφήνουν συχνά άφωνους. Η Κλυταιμνήστρα της, θα είναι οπωσδήποτε ανάμεσα σε εκείνες τις αξιομνημόνευτες στιγμές του ρεπερτορίου της. Ξεχωριστή μνεία για την απόδοση της στο αντάμωμα με τον γιο και επικείμενο φονιά της, Ορέστη. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης με την σειρά του ως Ορέστης στην μεγαλύτερη πρόκληση που έχει συναντήσει στο αρχαίο δράμα πετυχαίνει – και παρά τις κινησιολογικές του αδυναμίες – την πληρέστερη, επί σκηνής, παρουσία του. Η Στεφανία Γουλιώτη επιβεβαιώνει την φωτισμένη επιλογή του Πίτερ Στάιν όταν προ δεκαετίας την έστεφε Ηλέκτρα. Ηλέκτρα ξανά κι εδώ, πιο γήινη, πιο εσωτερική αλλά σταθερά πηγαία. Εντελώς απομακρυσμένη από την πρώτη εμφάνιση της, ως θεά Αθηνά στο πλαίσιο της τραγωδίας των «Ευμενίδων», στήνει κυριολεκτικά με ένθεη παρουσία, μέσα από την τεχνική της αποστασιοποίησης. Ο Νίκος Κουρής ως Αγαμέμνων ξαναβρίσκει την, επί της ουσίας, εσωτερική ένταση της ερμηνείας του και παρά την σύντομη εμφάνιση του ως βασιλιάς των Αργείων, κερδίζει τις εντυπώσεις. Ο Νίκος Ψαρράς δίνει ένα στέρεο Πυλάδη αλλά πολύ πιο παραγωγικός εμφανίζεται στο ρόλο του θεού Απόλλωνα. Η τυραννική μορφή του Αιγίσθου βρίσκει δυναμικό ερμηνευτή στο πρόσωπο του Δημήτρη Παπανικολάου ενώ ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης ως Φύλακας παρεμβαίνει αναζωογονητικά στην λειτουργία του Χορού. Ο Ιερώνυμος Καλετσάνος, η Αλκηστις Πουλοπούλου, η Χριστίνα Μαξούρη, η Σύρμω Κεκέ και ο Πολύδωρος Βογιατζής ανέδειξαν μια πολύ ωραία φόρμα Χορού – που κάποτε περνούσε και σε μεμονωμένες ερμηνείες – με αποκορύφωμα τις «Ευμενίδες» όπου το σχήμα ‘χώνεψε’ και τους Κουρή, Αβαρικιώτη, Παπανικολάου λειτουργώντας, σχεδόν, άψογα.
  • Η χρονική μετατόπιση. Η κρίσιμη όσο και παράτολμη σκηνοθετική επιλογή της μεταφοράς του έργου όχι σε ένα ασαφές περιβάλλον αχρονίας αλλά στην πλέον πολύπαθη περίοδο της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας, τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και την μετεμφυλιακή Ελλάδα, αποδεικνύεται έγκυρη. Αφενός, ο εγκιβωτισμός των νοημάτων του κειμένου σε μια πιο κοντινή συνθήκη μας βοηθάει να συνομιλήσουμε καλύτερα με αυτά, αφετέρου δίνει την αφορμή στον Γιάννη Χουβαρδά να στήσει πολύ πιο παραγωγικά σκηνές της παράστασης όπως την έλευση του Αγαμέμνονα από τον πόλεμο ή την επανασύνδεση του Ορέστη με την αδελφή του Ηλέκτρα σ’ ένα ταγκό που θα θυμόμαστε για καιρό.

  • Η οργανωτική ακρίβεια. Είναι πλέον κατακτημένη γνώση πως οι παραστάσεις του Γιάννη Χουβαρδά στηρίζονται στην, μέχρι κεραίας, πρόβλεψη της παρτιτούρας της παράστασης. Η ενασχόληση με το αρχαίο δράμα βεβαίως ανέβασε το δείκτη δυσκολίας αλλά και πάλι η, επί σκηνής, προσπάθειες των ηθοποιών απέδωσαν πολύ καλά.
  • Η αισθητική αντιμετώπιση. Η τοποθέτηση της πλοκής στο κοντινό 1940 έφερε το γούστο της εποχής στην ορχήστρα της Επιδαύρου με την σκηνογραφική υπογραφή της Εύας Μανιδάκη και τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη. Ανάμεσα σε vintage έπιπλα, η Μανιδάκη κατασκεύασε ένα πολυχρηστικό χρονοντούλαπο της Ιστορίας που τροφοδοτούσε διαρκώς την παράσταση με ατμοσφαιρικές εικόνες – αποκορύφωμα ο σπαραγμός του Ορέστη από τις Ερινύες. Εξίσου καλαίσθητα και τα κοστούμια της παράστασης.

    Oresteia choros

Τα Πλην (-)

  • Τα ευρήματα. Σε μια καλοκουρδισμένη και κατά τα άλλα κομψή παράσταση περίσσεψαν τα μοντερνικά πειράγματα (λόγου χάρη οι σκηνές της Κασσάνδρας και της Πυθίας) που στην πλειονότητα τους αποπροσανατόλισαν το κοινό και φόρτωσαν τη λειτουργία της.
  • Η κινησιολογία. Ίσως το πιο αδύναμο κομμάτι της παράστασης που λιγότερο σχετίζεται με τον σχεδιασμό της Σταυρούλας Σιάμου και περισσότερο με την άρρυθμη ή και άχαρη εκτέλεση από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές.
Oresteia markoulakis goulioti


Το άθροισμα

  • Εκκεντρική, θαρραλέα αλλά και σεβάσμια απόδοση της τριλογίας της «Ορέστειας» με έναν εξαιρετικό θίασο.
Oresteia psarras

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις
VIMA_WEB3b