MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΣΑΒΒΑΤΟ
27
ΙΟΥΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Άρθουρ Μίλερ: Ο δραματουργός που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο

Σαν σήμερα 10 Φεβρουαρίου 2005 πέθανε ο εμβληματικός Αμερικανός δραματουργός Άρθουρ Μίλερ και εμείς παρουσιάζουμε τους σημαντικότερους σταθμούς της θεατρικής του πορείας.

Άρθουρ Μίλερ
Αριστούλα Ζαχαρίου

Ο Αμερικανός συγγραφέας και δραματουργός Άρθουρ Μίλερ γεννήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1915 στη Νέα Υόρκη. Υπήρξε σπουδαίος εκπρόσωπος μιας γενιάς θεατρικών συγγραφέων που σφράγισαν με τα έργα τους τη σημαντικότερη περίοδο της μεταπολεμικής αμερικάνικης δραματουργίας.

Τα παιδικά χρόνια

Γιός εύπορης οικογένειας εβραϊκής καταγωγής, ο Άρθουρ Μίλερ έζησε μια σχετικά ανέμελη παιδική ηλικία, έως ότου η Μεγάλη Ύφεση του 1929, η οποία είχε ισχυρό αντίκτυπο στην επιχείρηση του πατέρα του, αλλάξει ριζικά τις συνθήκες διαβίωσής τους.

Από εκείνη τη στιγμή, ο έφηβος Άρθουρ, παράλληλα με το σχολείο, εργάστηκε ως διανομέας, ενώ με την αποφοίτηση του το 1932 ως υπάλληλος σε αποθήκη ανταλλακτικών αυτοκινήτων, προσπαθώντας να μαζέψει χρήματα για το πρώτο έτος του κολεγίου.

Θεατρικές διακρίσεις στο Πανεπιστήμιο

Ήδη από τα δεκάξι του χρόνια ήξερε ότι ήθελε να γίνει συγγραφέας, καθώς διακρίθηκε από πολύ νωρίς ως χαρισματικός αφηγητής ιστοριών. Το 1934 ξεκίνησε σπουδές δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, πληρώνοντας τα δίδακτρα των επόμενων ετών με την αμοιβή που συνόδευε τα τρία βραβεία που κέρδισε κατά τη διάρκεια της φοίτησής του εκεί, για τη συγγραφή θεατρικών έργων.

Άρθουρ Μίλερ

Το ξεκίνημα

Αποφοιτώντας το 1938 προσπάθησε να πραγματοποιήσει το όνειρό του και να ασχοληθεί με τη μεγάλη του αγάπη, το θέατρο. Αρχικά έγινε μέλος του κρατικά επιδοτούμενου Federal Theater Project, που είχε ως στόχο την παροχή εργασίας σε άνεργα μέλη της θεατρικής βιομηχανίας. Αν και ο οργανισμός αυτός αποδείχθηκε βραχύβιος, ωστόσο παρουσίασε παραστάσεις μπροστά σε εκατομμύρια κόσμου.

Πρώτες απόπειρες στο Broadway

Οι πρώτες του απόπειρες στο Broadway αποδείχθηκαν αποθαρρυντικές για τον δραματουργό, με την πλειοψηφία των πρώιμων έργων του, πλην του «The Man Who Had All the Luck», να απορρίπτονται από τους παραγωγούς.

Το έργο, ένας συνδυασμός τραγωδίας, λαϊκού ρεαλισμού και ειρωνικής φάρσας για έναν νεαρό μηχανικό αυτοκινήτων που ανακαλύπτει ότι κατέχει την υπερφυσική δύναμη της «καλής τύχης» με ότι και αν καταπιαστεί, κατέβηκε μετά από τέσσερις παραστάσεις. Ωστόσο, αποτέλεσε την αρχή για την εξερεύνηση μιας εκ των αγαπημένων θεματικών του συγγραφέα, εκείνης της προσωπικής τιμής.

Με τη δεύτερη σύζυγό του Μέριλιν Μονρόε

«Ήταν όλοι τους παιδιά μου»

Στις 29 Ιανουαρίου 1947, γνώρισε την πρώτη του επιτυχία, με την πρεμιέρα του έργου «Ήταν όλοι τους παιδιά μου». Πρόκειται για την ιστορία ενός διεφθαρμένου, αλλά οικονομικά επιτυχημένου, βιομηχάνου, ο οποίος εν γνώσει του πουλάει ελαττωματικά μηχανήματα στον στρατό, κατά τη διάρκεια του πολέμου, προκαλώντας τον θάνατο Αμερικανών πιλότων και ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με τις συνέπειες των πράξεων του.

Το έργο ανέβηκε στο Coronet Theater, σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν, σκηνοθέτη των μεγαλύτερων επιτυχιών του συγγραφέα και θεωρήθηκε ως ένα από τα δέκα καλύτερα θεατρικά έργα του 1947, κερδίζοντας δύο βραβεία Tony, καθώς και το New York Drama Critics’ Circle Award.

Με το ρεαλιστικό υπόβαθρο των έργων του, ο Άρθουρ Μίλερ αναζωογόνησε το αμερικάνικο ρεπερτόριο της εποχής. Ήδη από το «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» διαφαίνεται η δεξιοτεχνία στη δημιουργία διαλόγων, στη σκιαγράφηση της εσωτερικής πάλης των ηρώων, της υπαρξιακής ανασφάλειας του μεταπολεμικού ανθρώπου, καθώς και η ικανότητα να κεντρίζει την προσοχή των θεατών από την αρχή. Πρόκειται για το πρώτο από τα αριστουργηματικά δράματα του συγγραφέα, στα οποία θα κυριαρχήσει το μοτίβο της ενοχής, της προδοσίας και της μεταμέλειας.

Το θέατρο του Μίλερ δεν έπαψε ποτέ να είναι πολιτικό. Ως δραματουργός χαρακτηριζόταν από μια ισχυρή κοινωνική ευσυνειδησία, μια ενσυναίσθηση των ταξικών διαχωρισμών, καθώς και της παρακμής και απατηλότητας του «Αμερικάνικου Ονείρου». Μέσα από τα έργα του κατήγγειλε τον εγωισμό και την αδιαφορία της κοινωνίας και την εταιρική ασυδοσία, με ένα ηθικό πάθος που συγκέντρωσε στο πρόσωπό του τις υποψίες των αρχών για μια ροπή προς τις ανατρεπτικές ιδέες.

«Ο Θάνατος του Εμποράκου»: Η πρωτότυπη παράσταση του 1949 | Φωτογραφία: Alfredo Valente

«Ο Θάνατος του Εμποράκου»

Στις 10 Φεβρουαρίου του 1949 ανέβηκε, στο Morosco Theatre, ξανά σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν, το σπουδαιότερο αριστούργημα και η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του Άρθουρ Μίλερ, «Ο Θάνατος του Εμποράκου». Το έργο εξιστορεί την άρνηση ενός πλανώδιου πωλητή να αποδεχτεί την επαγγελματική και οικογενειακή του αποτυχία, σε μια καταγραφή της βαναυσότητας της αμερικάνικης καπιταλιστικής κουλτούρας, του αέναου μόχθου του καθημερινού ανθρώπου να «αγγίξει» το «Αμερικάνικο Όνειρο», μέσα από εξαντλητική εργασία και αυταπάρνηση, καθώς και της πάλης της αμερικάνικης συνείδησης μεταξύ της επιθυμίας για υλική ευμάρεια και προσωπική ευτυχία.

Το ιψενικής εμπνεύσεως έργο καθιέρωσε τον Άρθουρ Μίλερ, μόλις στα 33 του χρόνια, ως μια εμβληματική φυσιογνωμία του αμερικάνικου θεάτρου, δίπλα στους Τενεσί Ουίλιαμς και Ευγένιο Ο’ Νήλ. Μεταφράστηκε σε πάνω από 29 γλώσσες, ενώ παίχτηκε σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Μάλιστα, για πρώτη φορά στην ιστορία του Broadway, απονεμήθηκαν σε συγγραφέα τρία κορυφαία βραβεία για το ίδιο θεατρικό: Το New York Drama Critic’s Circle Award, το Tony και το Βραβείο Πούλιτζερ στην κατηγορία Δράμα. Η υποδοχή του κοινού υπήρξε ένθερμη, ωστόσο, από την πλευρά κάποιων κριτικών το έργο κατηγορήθηκε ως μελό, ενώ άλλοι έφτασαν στο σημείο να μιλούν για μαρξιστική προπαγάνδα.

Στον «Θάνατο του Εμποράκου» το στίγμα που άφησε η Μεγάλη Ύφεση τόσο στον ίδιο τον δραματουργό όσο και στην αμερικάνικη κοινωνία είναι αρκετά εμφανές (όπως και σε άλλα έργα του ίδιου). Για τον Άρθουρ Μίλλερ η εμπειρία του αυτή αποτέλεσε περίτρανη απόδειξη του ευμετάβλητου της ανθρώπινης ύπαρξης και του πολιτισμένου τρόπου ζωής. Οι ήρωες του συγγραφέα παρουσιάζονται παγιδευμένοι στις ψευδαισθήσεις του «Αμερικάνικου Ονείρου», σχεδόν παραιτημένοι, με ένα αίσθημα αποτυχίας, στέρησης αλλά και την επίγνωση της συνεπακόλουθης κοινωνικής τους υποτίμησης.

«Η Δοκιμασία»: Η πρωτότυπη παράσταση του 1953

«Η Δοκιμασία» ή «Οι Μάγισσες του Σάλεμ»

Πρόκειται για ένα έργο με ιστορική θεματική, μια δραματοποίηση του λυσσαλέου κυνηγιού μαγισσών που οργανώθηκε στην πόλη Σάλεμ της Μασαχουσέτης, το 1692, από κοσμικούς και εκκλησιαστικούς άρχοντες. Με το έργο αυτό ο συγγραφέας ήθελε να εκφράσει την οργή και τον αποτροπιασμό του για τον «Μακαρθισμό», ένα σύγχρονο κυνήγι μαγισσών, το οποίο εξελισσόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες εκείνη την περίοδο, εναντίον των αριστερών, προοδευτικών καλλιτεχνών του Hollywood, με πρόσχημα την εξάλειψη κομμουνιστικών – «αντιπατριωτικών» ιδεών.

Το έργο πρωτοανέβηκε στο Martin Beck Theatre, στις 22 Ιανουαρίου 1953. Η ιστορική αναλογία με τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της εποχής εκείνης έφερε σε αμηχανία τους θεατές, ενώ κάποιοι αισθάνθηκαν προσβεβλημένοι. Η επιβαλλόμενη, από την Επιτροπή Αντιαμερικάνικων Ενεργειών, τρομοκρατία και ο συνεπακόλουθος φόβος και η παράνοια που επικρατούσαν στη δημόσια σφαίρα έκαναν τον συγγραφέα να αισθάνεται ότι ζει σε κατεχόμενη χώρα.

Οι σχέσεις του με τον φίλο και συνεργάτη Ελία Καζάν ψυχράνθηκαν, όταν ο τελευταίος αποφάσισε να καταθέσει ενώπιον της Επιτροπής, δίνοντας ονόματα «υπόπτων» για «κομμουνιστική δράση». Αντιθέτως, όταν ο Άρθουρ Μίλερ κλήθηκε να δώσει κατάθεση, το 1956, αρνήθηκε να καταδώσει τους συναδέλφους του, υπακούοντας στην ατομική του συνείδηση. Η πράξη του αυτή χαιρετήθηκε με ενθουσιασμό από τον καλλιτεχνικό χώρο, μετατρέποντας τον σε ένα σύμβολο αντίστασης. Ο ίδιος γλίτωσε τη φυλακή χάριν στην τότε σύζυγό του Μέριλιν Μονρόε.

Το βραβευμένο με Tony έργο αποτελεί μια σπουδή πάνω στον αγώνα για την ελευθερία, το αίτημα για αυτοδιάθεση του ατόμου και την ανάγκη ατομικής αντίδρασης ενάντια στους καταπιεστικούς μηχανισμούς της εξουσίας. Οι ήρωες του Μίλερ αμφιταλαντεύονται ηθικά ανάμεσα στην ατομική και συλλογική συνείδηση, με τον ίδιο τον συγγραφέα να υπογραμμίζει την ανωτερότητα της πρώτης έναντι της τελευταίας, ως μια ηρωική πράξη ενάντια στον κομφορμισμό.

Άρθουρ Μίλερ

«Μετά την Πτώση»

Ένα από τα χαρακτηριστικά της δραματουργίας του Μίλερ αποτελούσε το γεγονός ότι αντλούσε έμπνευση από σχεδόν κάθε προσωπική του εμπειρία. Έτσι, όταν το έργο «Μετά την πτώση», το πιο προσωπικό και αυτοβιογραφικό έργο του συγγραφέα, παρουσιάστηκε, στις 23 Ιανουαρίου 1964, στο Anta Theatre, μόλις δύο χρόνια μετά το θάνατο της πρώην συζύγου του Μέριλιν Μονρόε, ξεσηκώθηκε κύμα αντιδράσεων.

Κοινό και κριτικοί είδαν στη φιγούρα της Maggie, δεύτερης συζύγου του πρωταγωνιστή και πρώην δημοφιλούς αρτίστας, η οποία όπως και η Μονρόε πάλευε με τους «δαίμονες» της και στο τέλος αυτοκτόνησε, μια ατυχέστατη και αρκετά πρόωρη αναπαράσταση της αδικοχαμένης σταρ πάνω στη σκηνή. Επιπλέον, τον κατηγόρησαν ότι εκμεταλλεύεται τη φήμη της και βεβηλώνει την εικόνα της. Ο ίδιος αρνήθηκε κάθε συσχετισμό του έργου με  τον ταραχώδη έγγαμο βίο του με τη Μονρόε, αλλά δεν έγινε πιστευτός.

Το «Μετά την Πτώση», το οποίο σκηνοθετήθηκε από τον Ελία Καζάν σηματοδοτώντας ένα είδος συμφιλίωσης με τον Μίλερ, παρουσιάζεται ως ένα εσωτερικό ταξίδι αναζήτησης του συγγραφέα όσον αφορά τις ευθύνες του για την κατάρρευση του γάμου του με την ηθοποιό, τις αιτίες της αδυναμίας της να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες και την αποτυχία του να τη βοηθήσει. Επιπλέον, αποτελεί μια εξερεύνηση της φύσης της ανθρώπινης διορατικότητας, της αυτοκαταστροφής και των βίαιων τάσεων απέναντί στους άλλους.

Όπως και ο Ίψεν έτσι και ο Άρθουρ Μίλερ προσπάθησε να καταγράψει τις επιπτώσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς, θέτοντας άντρες και γυναίκες υπεύθυνους όχι μόνο για τις προσωπικές τους πράξεις, αλλά και για τη στάση τους απέναντί στις πράξεις των άλλων.

Με τον Ελία Καζάν

Το τέλος

Ομολογουμένως η καριέρα αυτού του ιδιοφυούς και εμβληματικού δραματουργού δεν είχε την ανάλογη συνέχεια, καθώς από τα μετέπειτα έργα του, μόνο «Το τίμημα» (1968) γνώρισε μια κάποια εμπορική επιτυχία και έλαβε ευνοϊκές κριτικές. Ούτε καν αυτό, όμως, δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τα πρώτα.

Έγραψε συνολικά δεκαεπτά θεατρικά έργα. Μερικά, όπως το πρώτο του μιούζικαλ «Up from Paradise» (1974), παίχτηκαν στις σκηνές του Off Broadway, ενώ άλλα όπως το «Ταβάνι του Αρχιεπισκόπου» (1977) και το «Αμερικάνικο Ρολόι» (1980) γνώρισαν μεγαλύτερη αποδοχή στη Βρετανία. Αυτό, όμως, δεν αναιρεί το γεγονός ότι τα μεγάλα αριστουργήματά του έχουν κατακτήσει την αθανασία.

Επιπλέον, ο Άρθουρ Μίλερ έγραψε μυθιστορήματα, δοκίμια, σενάρια για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, καθώς και θέατρο ραδιοφώνου. Το 1987 κυκλοφόρησε η ειλικρινής και αιχμηρή αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Στη Δίνη του Χρόνου». Η πρώτη του αγάπη παρέμενε, ωστόσο, το θέατρο. Όταν τον ρωτούσαν πως θα ήθελε να τον θυμούνται οι άλλοι, δεν δίσταζε να απαντήσει: «Ελπίζω ως θεατρικό συγγραφέα». Για τον ίδιο η θεατρική συγγραφή ήταν εξίσου σημαντική με την αναπνοή, ένα όχημα να αλλάξει τον κόσμο και να ταρακουνήσει τις συνειδήσεις.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΒλάσσης Μπονάτσος: Ο “Απαράδεκτος” αιώνιος έφηβος12.09.2018

Περισσότερα από Σαν σήμερα