MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
09
ΜΑΪΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Ελένη Μποζά: Η τέχνη είναι θέμα ζωής ή θανάτου!

Η σκηνοθέτης Ελένη Μποζά μας μιλάει για την τελευταία δουλειά της, το Σόλο Ντουέτο, το διάσημο έργο του Tom Kempinski, το οποίο παρουσιάζεται στη Β’ Σκηνή του θεάτρου της «Οδού Κεφαλληνίας» με τη Μάνια Παπαδημητρίου και το Νίκο Αρβανίτη.  

author-image Γιώργος Σμυρνής

Η ιστορία έχει ως εξής: Η πρωταγωνίστρια Στέφανι Έιμπραχαμς, μια διάσημη βιρτουόζος του βιολιού, έρχεται αντιμέτωπη με μια απρόβλεπτη ασθένεια που της στερεί την ικανότητα να συνεχίσει την σπουδαία της καριέρα και άλλα πράγματα. Η σπουδαία καλλιτέχνης βρίσκεται σε απόγνωση και ζητά τη βοήθεια του επιτυχημένου ψυχίατρου Δρ. Φέλντμαν. Το συγκεκριμένο έργο γράφτηκε με αφορμή την πραγματική ιστορία μιας τσελίστριας, που έχασε, εξαιτίας μιας ασθένειας, την ικανότητα να παίζει και αυτοκτόνησε. Στο έργο, βέβαια, η πρωταγωνίστρια δεν αυτοκτονεί. Όπως μας εξηγεί η κ. Μποζά, ο συγγραφέας του έργου αφήνει ανοιχτό το ερώτημα: «Μπορώ να αποδεκτώ τον εαυτό μου, έτσι όπως είμαι αυτή τη στιγμή; Και να μη σκέφτομαι το παρελθόν ή το μέλλον;»

Γιατί διαλέξατε να σκηνοθετήσετε το Σόλο ντουέτο;

Το συγκεκριμένο έργο επιλέχθηκε από το μεταφραστή Γιώργο Βάλαρη, ο οποίος και το πρότεινε γιατί είναι ένα έργο που έχει παιχτεί με μεγάλη επιτυχία στην Αγγλία. Παίχτηκε μάλιστα στο θέατρο Αλμέιντα, το οποίο είναι πολύ γνωστό για τις επιλογές του σε καλά κείμενα αγγλοσαξωνικής δραματουργίας και από εκεί ξεκίνησε η ιστορία αυτού του ανεβάσματος.

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει σήμερα το θέατρο, λόγω της οικονομικής κρίσης, είναι πρόβλημα ή ευκαιρία για δημιουργικότητα;

Πάντοτε οι δύσκολες στιγμές είναι δημιουργικές στιγμές. Εγώ προσωπικά θα παραμείνω εκεί και θα κάνω ό,τι είναι δυνατόν για το επί της ουσίας, γιατί το θέατρο είναι μια τέχνη που αφορά 100% την πραγματικότητα και το τι συμβαίνει τώρα. Είναι κάτι, το οποίο έχει ανάγκη ο άνθρωπος, αρκεί να το χειριζόμαστε το επί της ουσίας του.

Πολλές παραστάσεις φέτος είναι στο ρεύμα του μεταμοντερνισμού και προσπαθούν να χωρέσουν πάρα πολλά διαφορετικά είδη μέσα σε μια παράσταση. Εσείς, αντίθετα, αντιστέκεστε και με λιτά εκφραστικά μέσα κάνετε τη δουλειά σας. Γιατί;

Η σκηνοθετική οπτική οποιασδήποτε παράστασης προκύπτει από το δραματουργικό υλικό. Το συγκεκριμένο δραματουργικό υλικό προέρχεται από την αγγλοσαξωνική παράδοση, η οποία είναι βασισμένη σε συγκεκριμένους κώδικες υποκριτικής και δε θα μπορούσε να λειτουργήσει με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Αν είχα προσπαθήσει να χρησιμοποιήσω άλλα μέσα, θα είχα καπελώσει τη δραματουργία του έργου και αυτό είναι κάτι που δεν προσπαθώ να κάνω όταν σκηνοθετώ.

Το έργο μιλάει για μια καλλιτέχνη του βιολιού, η οποία, εξαιτίας μιας αρρώστιας, χάνει τη δυνατότητα να εξασκεί την τέχνη της και έχει υποστεί ένα τεράστιο ψυχικό μαρτύριο… Πόσο βαθιά μπορεί να γίνει η σχέση ενός καλλιτέχνη με την τέχνη του;
Πιστεύω κάτι που το λέει και το έργο, ότι δηλαδή εκείνο που κινητοποιεί έναν άνθρωπο, ο οποίος έχει την ανάγκη να αντέξει την πραγματικότητα, να παρατηρεί την ίδια του την πραγματικότητα και να την μετασχηματίζει σε έργο τέχνης- κάτι που αφορά όλες τις τέχνες- είναι μια αυτονόητη διαδικασία για όλους εμάς τους καλλιτέχνες. Όταν για κάποιο λόγο δεν μπορείς πια να εκφραστείς σε σχέση με αυτό που συμβαίνει μέσα σου και γύρω σου και το παρατηρείς, τότε είναι μια πάρα πολύ δύσκολη στιγμή, γιατί για τον οποιοδήποτε καλλιτέχνη αυτή η διαδικασία είναι θέμα ζωής ή θανάτου!

Ένα από τα βασικά ζητήματα του έργου είναι η σχέση ψυχιάτρου και ασθενούς. Ο ψυχίατρος αγωνίζεται να φέρει την ασθενή του στο «
right mood». Κάτι αντίστοιχο προσπαθεί και ο σκηνοθέτης με τον ηθοποιό του- για εντελώς άλλους λόγους. Πόσο κοντά και πόσο μακριά είναι ο ρόλος του ψυχίατρου και του σκηνοθέτη;
Ωραία ερώτηση! Νομίζω ότι, ενώ θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί αυτόν τον παραλληλισμό, επί της ουσίας δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Η ψυχαναλυτική διαδικασία είναι μια διαδικασία που εκμαιεύει συναισθήματα. Αντίθετα, η σκηνοθεσία είναι μία  διαδικασία που επί της ουσίας, μέσα από μία ομαδική δουλειά, μας καλεί να αντιμετωπίσουμε ένα σοβαρό ερώτημα σε σχέση με την κοινωνία που ζούμε. Η σύγχρονη σκηνοθεσία και η σύγχρονη υποκριτική δεν περνούν μέσα από τον ψυχολογισμό.

Όταν η παντρεμένη ασθενής λέει στον ψυχίατρο της ότι έχει συνάψει μια εφήμερη σχέση με έναν παλιατζή, αυτός αντιδρά με μεγάλο θυμό. Μήπως κρύβονται ερωτικά συναισθήματα στη σχέση ψυχιάτρου- ασθενούς;

Εκείνο, το οποίο συμβαίνει κι έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον στο έργο, είναι ότι ο ψυχίατρος είναι λάτρης της κλασικής μουσικής και ειδικά του βιολιού. Είναι ένας μουσικόφιλος, ο οποίος θα ήθελε πάρα πολύ να μπορούσε κι ο ίδιος να συμμετάσχει σε αυτόν τον υπέροχο κόσμο. Ως εκ τούτου, βλέποντας το ίνδαλμά του να βρίσκεται σχεδόν στα πρόθυρα της καταστροφής, με μια σεξουαλική συμπεριφορά που υποδηλώνει αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, ο ψυχίατρος αντιδρά! Αντιδρά γιατί προσπαθεί να σώσει το είδωλό του, έστω κι αν λόγω της δουλειάς του είναι αναγκασμένος να το βλέπει τελείως απομυθοποιημένο.

Ο ψυχίατρος δρ. Φέλντμαν υποστηρίζει ότι η εξέλιξη της τεχνολογίας και οι ανέσεις που προσφέρει, έχουν κάνει άσκοπη την αναζήτηση ενός βαθύτερου νοήματος. Πιστεύετε ότι ισχύει κάτι τέτοιο;

Στο μονόλογό του ο ψυχίατρος σε μια πολύ δεδομένη στιγμή απελπισίας της ασθενούς, η οποία καλείται να αποδεχθεί ότι δεν θα μπορέσει ποτέ πια να είναι καλλιτέχνης, προσπαθεί να της δώσει να καταλάβει ότι ανά πάσα στιγμή ο ίδιος ο άνθρωπος μπορεί, ακόμα και στην πιο ακραία συνθήκη, αν την αποδεχθεί, να συνεχίσει να ζει. Αυτό, από μόνο του, είναι μια μεταφυσική λειτουργία του ανθρώπινου είδους. Αυτό προσπαθεί να εξηγήσει ο γιατρός εκείνη την ώρα. Και όχι ότι στη ζωή μας δε χρειάζεται να ψάχνουμε πολύ βαθιά μέσα μας, για να βρούμε τι είναι αυτό που μας ξεχωρίζει από το ζώο. Της εξηγεί ότι πρέπει, όντας άνθρωποι, να προσπαθούμε ανά πάσα στιγμή να εκμεταλλευθούμε την ίδια τη δύναμη της ζωής. Μιλώντας για την σύγχρονη τεχνολογία και τις ανέσεις που αυτή προσφέρει στον άνθρωπο, προσπαθεί να δώσει ένα παράδειγμα που να δείχνει πώς στο πέρασμα του χρόνου, ό,τι και να έχει κάνει ο άνθρωπος, κέντρο βάρους παραμένει το νόημα της ζωής!

Ένα άλλο στοιχείο του έργου είναι το ταξικό ζήτημα. Η «πλούσια ασθενής» και ο ψυχίατρος με το πάμπλουτο πελατολόγιο συνθέτουν ένα δίδυμο που ανήκει στην οικονομική ελίτ της Αγγλίας. Πώς αυτό το στοιχείο ελιτισμού καθορίζει την πορεία του δράματος και τι βαθύτερα συναισθήματα δημιουργεί στο θεατή;

Κατ’ αρχάς, από ό,τι φαίνεται μέσα στο κείμενο, όσον αφορά τη μουσικό, που απευθύνεται στον ψυχίατρο για βοήθεια, είναι προφανές ότι προέρχεται από την εργατική τάξη. Μέσω της τέχνης της έχει καταφέρει να πραγματοποιήσει αυτό το άλμα από την εργατική τάξη στην οικονομική ελίτ, το οποίο, ειδικά στην Αγγλία, είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο, έτσι όπως είναι δομημένη η αγγλική κοινωνία.

Από την άλλη πλευρά, έρχεται αντιμέτωπη με τον δρ. Φέλντμαν, έναν άνθρωπο, στον οποίο οι ασθενείς πηγαίνουν επειδή είναι πολύ καλός στη δουλειά του και όχι επειδή είναι μόδα. Ο τρόπος, με τον οποίο εξασκεί τη δικιά του «τέχνη», είναι ιδιαίτερος, γιατί φαίνεται συνέχεια ότι κάνει ανατρεπτικές κινήσεις, οι οποίες, θα λέγαμε ότι είναι λάθος. Όμως αυτός κατέχει τόσο καλά το αντικείμενο της επιστήμης του, είναι ένας μαιτρ, ο οποίος χρησιμοποιεί όλα τα εργαλεία.

Οι συνεχείς αιχμές της ασθενούς για το πλούσιο πελατολόγιο του δρ. Φέλντμαν, προκύπτουν από την άρνηση της να τον ακούσει. Προσπαθεί να της εκμαιεύσει το να έρθει λίγο πιο κοντά στον εαυτό της και αυτή δεν μπορεί. Κι εκείνη χρησιμοποιεί όλα τα εργαλεία της, ακριβώς επειδή η καταγωγή της είναι από την εργατική τάξη, για να του επιτεθεί. Και να επιτεθεί στην ίδια την επιστήμη του.

Κονταροχτυπιούνται, λοιπόν, ένας κορυφαίος ψυχίατρος και μια κορυφαία μουσικός πάνω σε ένα ζήτημα, το οποίο κανένας άνθρωπος δεν μπορεί παρά να το αντιμετωπίσει, δηλαδή τη φθαρτότητα και το θάνατο! Και από εκεί βγαίνει και το κωμικό στοιχείο, που τελικά δεν είναι ταξικό ζήτημα, αλλά υπαρξιακό.

Μιλήστε μας για τα επόμενα σχέδιά σας

Έχω μια επόμενη δουλειά, που θα κάνει πρεμιέρα 20 Μαρτίου. Με έχει καλέσει ο Θοδωρής Αμπατζής στο ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας, το οποίο έχει αναλάβει πρόσφατα, ένας άνθρωπος που τον πιστεύω πάρα πολύ! Θεωρώ μεγάλη μου τιμή την πρόσκλησή του. Θα σκηνοθετήσω το «…και Ιουλιέτα» του Άκη Δήμου με τη Μαρία Σαββίδου, που είναι γνωστή από τη δεκαετή δουλειά της στην πειραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, παλιά φίλη και σύντροφος. Και χαίρομαι πολύ γι’ αυτή τη συνεργασία που πρόκειται να γίνει σε λίγο καιρό.

Γιώργος Σμυρνής

Περισσότερα από Πρόσωπα
VIMA_WEB3b