MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
26
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Κριτική Θεάτρου: Ο Γάμος της Μαρίας Μπράουν στο Θέατρο Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής

Κριτική για την παράσταση “Ο Γάμος της Μαρίας Μπράουν” του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, που ανεβαίνει στο θέατρο Οδού Κυκλάδων “Λευτέρης Βογιατζής”, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σκεύα.

stars-fullstars-fullstars-halfstars-emptystars-empty
author-image Ματίνα Καλτάκη

Η Μαρία Μπράουν στις πρώτες σκηνές της ταινίας του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ «Ο γάμος της Μαρίας Μπράουν» (1979), ψάχνει να βρει φαγώσιμα για την ίδια, τη μητέρα και τον παππού της. Παράλληλα ψάχνει στις αποβάθρες τον άνδρα που παντρεύτηκε την ώρα που η Γερμανία βομβαρδίζονταν. Χωρίς αποτέλεσμα. Αλλά πρέπει να επιβιώσει. «Σκοτώνει» ό, τι πολύτιμο έχει και αγοράζει ένα σέξι φόρεμα. Έτσι καταφέρνει να πιάσει δουλειά σ’ ένα μπαρ για Αμερικανούς στρατιώτες.  Δεν έχει πρόβλημα να συνδεθεί μ’ έναν μαύρο Αμερικανό στρατιώτη που της εξασφαλίζει τα προς το ζην. Μάλιστα, όταν μένει έγκυος, θέλει να κρατήσει το παιδί του. Παρότι ούτε μία στιγμή δεν αμφιβάλλει ότι ο σύζυγός της (για δύο μέρες και μία νύχτα») θα γυρίσει.

Πράγματι ο Χέρμαν Μπράουν επιστρέφει. Αν και σε φάση ερωτικών περιπτύξεων με τον Αμερικανό, η Μαρία χωρίς δισταγμό επιφέρει θανατηφόρο χτύπημα στον εραστή της, όταν οι δύο άνδρες έρχονται στα χέρια. Ο Χέρμαν αναλαμβάνει την πράξη και μπαίνει στη φυλακή. Δέκα χρόνια είναι η ποινή που του επιβάλλεται για ανθρωποκτονία εν βρασμώ. 

Επισκέπτεται τακτικά στην φυλακή τον άνδρα της αλλά έχει σχέση μ’ έναν βιομήχανο που της δίνει διευθυντική θέση στην επιχείρησή του. Συναισθηματικά αμέτοχη βγάζει χρήματα για να ζήσουν καλά με τον άνδρα της, όταν θα εκτίσει την ποινή του και επιστρέψει. Του λέει τα πάντα για την σχέση της με τον βιομήχανο κι εκείνος, επίσης απαθής, δέχεται τα πράγματα ως έχουν.  Την μέρα της απελευθέρωσής του, ωστόσο, η Μαρία δεν θα βρει τον Χέρμαν αλλά το γράμμα που της άφησε προτού φύγει για τον Καναδά. Της γράφει ότι θα γυρίσει κοντά της όταν νιώσει άνδρας που μπορεί να σταθεί δίπλα της.

Η Μαρία χτίζει σπίτι και τον περιμένει. Η ανατροπή του τέλους ενισχύει τις απορίες.  Η Μαρία Μπράουν, και ο άνδρας της,  παραμένουν  «ψυχολογικά» ένα μυστήριο.

Mbraunstavroshabakis 9

Το κλειδί της Ιστορίας

Μόνο ανατρέχοντας στην Ιστορία προκύπτουν πειστικές ερμηνείες. Από το 1944 οι Σύμμαχοι βομβάρδιζαν συστηματικά στρατιωτικές εγκαταστάσεις, βιομηχανικές μονάδες (αλλά όχι αυτές στις οποίες είχαν επενδύσει οι ΗΠΑ πριν την λήξη του πολέμου…) και συγκοινωνιακούς κόμβους. Ενίοτε και πόλεις, όπως το Αμβούργο που υπέστη ανελέητο βομβαρδισμό από αγγλικά και αμερικανικά βομβαρδιστικά από τις 24 Ιουλίου  έως και τις 3 Αυγούστου του 1943. Τότε σκοτώθηκαν περίπου 42.000 άνθρωποι και άλλοι 37.000 τραυματίστηκαν. Τα μισά σπίτια ισοπεδώθηκαν και περίπου 1.200.000 κάτοικοι αναγκάστηκαν να περιφέρονται ως πρόσφυγες από  την μία γερμανική πόλη στην άλλη.

Ειδικά από τις αρχές του 1945, μέσω του συστηματικού βομβαρδισμού γερμανικών πόλεων (και του άμαχου πληθυσμού) επιδιώχθηκε να σπάσει το ηθικό των Γερμανών και ο Χίτλερ να απομονωθεί μέσω του συστηματικού βομβαρδισμού γερμανικών πόλεων (και του άμαχου πληθυσμού). 

Ο Βερολινέζος ιστορικός Φρίντριχ Γιεργκ (γεν. 1944) κυκλοφόρησε το 2002 μία μελέτη (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Σοκόλη, «Η Γερμανία στις Φλόγες. Ο βομβαρδισμός της Γερμανίας 1940-1945», 2006) που παρουσιάζει  αυτό το λιγότερο γνωστό κεφάλαιο του τρομακτικού πολέμου. Εκεί διαβάζουμε ότι σχεδόν ένα εκατομμύριο τόνοι βόμβες έπεσαν πάνω σε τριάντα εκατομμύρια πολίτες, κυρίως γυναικόπαιδα και ηλικιωμένους. Εκτός από το Αμβούργο, εν συνόλω  131 πόλεις ισοπεδώθηκαν ή καταστράφηκαν σε μεγάλο μέρος τους.

Όσο κι αν φαίνεται περίεργο,  το θέμα των βομβαρδισμών γερμανικών πόλεων και την οικτρή κατάσταση στην οποία βρέθηκαν  οι Γερμανοί μετά το τέλος του πολέμου, έθεσε για πρώτη φορά το 1997 ο σημαντικός συγγραφέας (και πανεπιστημιακός) W. G. Sebald στις διαλέξεις του στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης. Το υλικό εκείνων των διαλέξεων και άλλα κείμενα κυκλοφόρησαν το 1999 στο βιβλίο «Η φυσική Ιστορία της καταστροφής»  (στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδ. Άγρα, 2008). Οι αριθμοί προκαλούν ίλιγγο: πέρα από τα εκατομμύρια  νεκρών και  τραυματιών στα πεδία των μαχών, υπήρξαν εξακόσιες χιλιάδες άμαχοι που βρήκαν φριχτό θάνατο και 7,5 εκατομμύρια Γερμανών που έμειναν άστεγοι.

Ο Ζέμπαλντ (γεν. το  1944), του οποίου ο πατέρας ήταν ναζί από το 1929 και υπήρξε αιχμάλωτος πολέμου έως το 1947, θέλησε να βάλει τέλος στην σιωπή που στοίχειωνε, 50 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, τη συνείδηση των σύγχρονων Γερμανών – σιωπή που χαρακτηρίζει, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, την μεταπολεμική γερμανική λογοτεχνία. Ο Ζέμπαλντ υπογραμμίζει «την ανικανότητα μιας ολόκληρης γενιάς Γερμανών συγγραφέων να καταγράψουν και να εντυπώσουν στη μνήμη μας όσα αντίκρισαν με τα ίδια τους τα μάτια». Τις πρώτες γενιές μεταπολεμικών συγγραφέων απασχόλησε ο επαναπροσδιορισμός της ταυτότητας και της θέσης των Γερμανών στον μεταπολεμικό κόσμο.

Εξήγηση υπάρχει: όταν έχεις προκαλέσει τον όλεθρο και τον θάνατο τόσων πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων σε τόσες χώρες, όταν είσαι ο αυτουργός του Ολοκαυτώματος, πώς να μιλήσεις για την δική σου καταστραμμένη χώρα; Πώς να πενθήσεις τους δικούς σου νεκρούς; Οι Γερμανοί ανασκουμπώθηκαν και έπιασαν δουλειά. Το τραύμα απωθήθηκε, το παρελθόν έμεινε στο σκοτάδι. Σχετικά σύντομα, το «οικονομικό θαύμα» της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ήταν γεγονός.

Mbraun stavroshabakis 1 

Ο Φασμπίντερ, όμως, μίλησε νωρίς

Σε αντίθεση με τους Γερμανούς συγγραφείς, ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ (που γεννήθηκε στις 30 Μαΐου 1945, λίγες μετά την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας στους Συμμάχους) ήδη από το 1979 θέλησε να «μιλήσει» για τα αμέσως επόμενα του πολέμου χρόνια, στην  ταινία του «Ο γάμος της Μαρίας Μπράουν». Η ερμηνεία της προϋποθέτει τη γνώση των συνθηκών που επικρατούσαν στην καταστραμμένη και ταπεινωμένη Γερμανία την επόμενη της λήξης του πολέμου.

Η Μαρία Μπράουν προφανώς δεν αποτελεί fiction περίπτωση Γερμανού/-ίδας που αμέσως μετά τον πόλεμο έθεσε σε λειτουργία μηχανισμούς απώθησης και συναισθηματικής αδρανοποίησης. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αν  το τέλος του πολέμου την βρήκε αρτιμελή, το εσωτερικό της τραύμα δεν επουλώθηκε ποτέ. Το οικονομικό θαύμα, το δικό της και της χώρας της, στοίχειωσαν  αποτρόπαιοι ήχοι (βόμβες, σειρήνες) και εικόνες, ερείπια, θάνατοι και αποσύνθεση. Ανάμεσα σε κείνη και τους άλλους, υπάρχει ένα πεδίο μάχης, η μυρωδιά του αίματος και η νεκρική σιγή. Απάθεια και εξαχρείωση.

Σχεδόν 50 χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου, 20 χρόνια μετά την ταινία του Φασμίντερ, ο Ζέμπαλντ γράφει ότι οι Γερμανοί εξακολουθούν να μην μπορούν να αντιμετωπίσουν το παρελθόν – απωθούν και κλείνουν τα μάτια μπροστά στην Ιστορία. 

Mbraunstavroshabakis 7 1 

Η παράσταση στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων

Ο Γιώργος Σκεύας θέλησε να μεταφέρει το σενάριο της ταινίας του Φασμπίντερ στη σκηνή του Θεάτρου της οδού Κυκλάδων, ιδέα καλή μια που η ιστορία είναι πολύ ενδιαφέρουσα και με πρόσωπα που σε προκαλούν  να τα διερευνήσεις και να τα ερμηνεύσεις. Επέλεξε να στήσει την παράστασή του σε διαρκή αναφορά και συσχετισμό με την Ιστορία, που είναι «παρούσα» μέσω των Επικαίρων που συνδέουν διαφορετικές σκηνές/χρονικές περιόδους του έργου, αντιμετωπίζοντας την ηρωίδα, τα άλλα πρόσωπα, τις σχέσεις που τους συνδέουν, ως άμεσα εξαρτημένες από την  εποχή τους. Έτσι απέφυγε τη  συνήθη στις μέρες μας παγίδα, του «εκσυγχρονισμού» του δραματικού τόπου και χρόνου (που συχνά αφαιρεί από τη σκηνική πράξη την ουσία της, εμποδίζοντας την οργανική αφήγηση της ιστορίας), από τη στιγμή μάλιστα που ο σπουδαίος Γερμανός κινηματογραφιστής επιμένει στην  ιστορικότητα της ταινίας του.

Το πρόβλημα με την παράσταση εντοπίζεται αλλού: στην ελάχιστη απόσταση που χωρίζει το σκηνικό χώρο του συγκεκριμένου θεάτρου από τις θέσεις των θεατών. Η συνάφεια ηθοποιών-κοινού δυσκολεύει τη συγκρότηση του κλειστού συστήματος που οφείλει να είναι ο κόσμος του έργου –με την έννοια της απόλυτης συγκέντρωσης κάθε ηθοποιού στον άλλον/στους άλλους, και σ’ ό,τι διαμείβεται επί σκηνής. Δεν ξέρω πώς το κατάφερνε ο αείμνηστος Λευτέρης Βογιατζής και στις παραστάσεις δεν συνέβαινε η παραμικρή «διαρροή». Ίσως αυτός να ήταν ένας από τους λόγους που οι πρόβες του διαρκούσαν τόσους μήνες.  Όλοι οι ηθοποιοί έπαιζαν σαν ο κόσμος του έργου να ήταν αυτός στον οποίον φυσικά ανήκαν, ο κόσμος που ζούσαν, ακόμη και στις περιπτώσεις που η συνθήκη δεν ήταν ρεαλιστική.

Στον «Γάμο της Μαρίας Μπράουν» του Γιώργου Σκεύα έλειψε η σχέση μεταξύ των ηθοποιών, παρότι όλοι τους είναι ικανοί και έμπειροι και μεμονωμένα πολύ καλοί στους ρόλους τους (Γιάννης Νταλιάνης, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Γιώργος Συμεωνίδης, Νίκος Γεωργάκης, Μάξιμος Μουμούρης). Έλειψε το δέσιμο και η συγκέντρωση.

Μάλιστα το μεγαλύτερο πρόβλημα συγκέντρωσης (τουλάχιστον στην παράσταση που παρακολούθησα) είχε η Λένα Παπαληγούρα. Ένιωθα που η προσοχή της ξέφευγε διαρκώς προς το κοινό. Συχνά πόζαρε κι οι στιγμές συναισθηματικές έντασης ήταν φανερό ότι προέκυπταν μέσω «τεχνικών» εξαναγκασμένης ψυχολογικής προσομοίωσης. Τέτοιοι ρόλοι (δώρο για μία ηθοποιό) απαιτούν πολύ μεγάλο κόπο, κατάκτησης ενός ψυχισμού που σαφώς απέχει πολύ απ’ αυτόν μιας σημερινής Ελληνίδας ηθοποιού. Ελπίζω ότι δεν την αδικώ επισημαίνοντας ότι ρόλοι σαν της Μαρίας Μπράουν δεν κατακτιούνται όταν η ηθοποιός εμπλέκεται παράλληλα και σε άλλους ρόλους και παραστάσεις. Η Λένα Παπαληγούρα είχε την τύχη όλα μέχρι στιγμής (ως προς τη δουλειά της) να πηγαίνουν κατ’ ευχήν. Για να συνεχίσουν να πηγαίνουν επί της ουσίας καλά, ωστόσο, απαιτείται άλλου τύπου αφοσίωση – και να μπορείς να λες «όχι» σε νέες προτάσεις όταν η πολυδιάσπαση θέτει εν αμφιβόλω την ερμηνευτική σου εξέλιξη.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Μετάφραση: Γιώργος Σκεύας
Σκηνοθεσία: Γιώργος Σκεύας

Σκηνικά: Άγγελος Μέντης
Κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη

Παίζουν: Λένα Παπαληγούρα, Μάξιμος Μουμούρης, Γιάννης Νταλιάνης, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Γιώργος Συμεωνίδης, Νίκος Γεωργάκης

Τιμές Εισιτηρίων: Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή: 16€ κανονικό, 12€ φοιτητικο/ανεργων/ΑμεΑ// Σάββατο και Κυριακή : 18€ κανονικό, 12€ φοιτητικο/ανεργων / ΑμεΑ
Πληροφορίες: Προπώληση: https://www.ticketservices.gr/event/o-gamos-tis-marias-mpraoyn// Η παράσταση είναι ακατάλληλη για άτομα κάτω των 15 ετων.
Παραστάσεις: Κάθε Τετάρτη στις 20:00// Κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στις 20:30// Κάθε Σάββατο στις 21:00// Κάθε Κυριακή στις 19:00
Διασκευή: Γιώργος Σκεύας
Βοηθός Σκηνοθετη: Γιάννης Σαβουιδάκης
Φωτογραφίες: Σταύρος Χαμπάκης
Περισσότερα από Κριτική Θεάτρου
VIMA_WEB3b