MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
29
ΜΑΡΤΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΠΗΓΑΜΕ / ΕΙΔΑΜΕ

Hot or Not #23: Όσα μας άρεσαν και όσα μας “χάλασαν” αυτή την εβδομάδα

Η ομάδα του Monopoli κάνει έναν απολογισμό της εβδομάδας που πέρασε και συγκεντρώνει όλα όσα της τράβηξαν το ενδιαφέρον.

Monopoli Team | 07.08.2022

Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, δοκιμάσαμε νέες γεύσεις, είδαμε ταινίες, διαβάσαμε βιβλία και πολλά άλλα και θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!

Όλα όσα μάς άρεσαν

(+) Μεσάνυχτα στη Βιβλιοθήκη: Ένα πρωτότυπο μυθιστόρημα του Ματ Χεϊγκ

Φωτογραφία: Κατερίνα Τσιακαράκη

Ένας λόγος για τον οποίο αγαπώ ιδιαίτερα το καλοκαίρι, είναι γιατί μου δίνει την δυνατότητα αλλά και τη διάθεση να διαβάσω πολλά βιβλία. Ένα από αυτά, είναι το “Μεσάνυχτα στη Βιβλιοθήκη” του Ματ Χεϊγκ. Πρόκειται για ένα πρωτότυπο μυθιστόρημα με κεντρική ηρωίδα την Νόρα Σιντ, μία γυναίκα η οποία νιώθει πως η ζωή της οδηγείται σε αδιέξοδο. Με ένα συναίσθημα απογοήτευσης να την κυριεύει, αναρωτιέται αν αξίζει να συνεχίσει να ζει. Έτσι, την τελευταία μέρα της στη Γη, τα μεσάνυχτα μεταφέρεται σε μία βιβλιοθήκη όπου εκεί της δίνεται η ευκαιρία να αναιρέσει επιλογές και να δει πώς μπορεί να ήταν η ζωή της αν είχε κάνει διαφορετικές επιλογές. Σίγουρα, αποτελεί ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει μέχρι σήμερα, καθώς μέσα από την ανάγνωσή του με οδήγησε στον στοχασμό των δικών μου επιλογών αλλά και στο ερώτημα αν είχα άπειρες εναλλακτικές, ποιος θα ήταν ο καλύτερος τρόπος για να ζήσω. Ομολογώ πως ενώ στην αρχή περίμενα οι πολλές εναλλαγές των ιστοριών να με κουράσουν, τελικά συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Μέσα από την συγγραφική ικανότητα του Ματ Χεϊγκ, κατάφερα να απολαύσω την ανάγνωσή του και να περάσω ακόμη πιο ευχάριστα τον ελεύθερο χρόνο μου!
Κατερίνα Τσιακαράκη

(+) Τα πιο εκλεκτά γλυκά της πλατείας Μεσολογγίου

Φωτογραφία: Ελένη Πάικου

Στην καρδιά του Παγκρατίου, στην πλατεία Μεσολογγίου, βρίσκεται η Εκλεκτή, ένα ζαχαροπλαστείο όνομα και πράγμα. Εκλεκτά γλυκά που πλημμυρίζουν ολόκληρη τη γειτονιά με αρώματα και μυρωδιές που δύσκολα θα σε κάνουν να αντισταθείς. Επηρεασμένη λοιπόν κι εγώ και χωρίς να το πολυσκεφτώ βάδισα προς την είσοδο του μαγαζιού. Αυτό που κάνει το ζαχαροπλαστείο να ξεχωρίζει, είναι οι παραδοσιακές του συνταγές, η αυθεντικότητα του, το όμορφο design του και η αγάπη τεσσάρων φίλων για την τέχνη της ζαχαροπλαστικής. Έτσι η Εκλεκτή έχει καταφέρει ανά τα χρόνια να αφήσει το δικό της στίγμα, μέσα από έναν ζεστό και φιλόξενο χώρο, με αρκετές vintage πινελιές, όπου όσοι έχουν δοκιμάσει τα γλυκά της, σίγουρα την έχουν επισκεφτεί ξανά και ξανά. Το μυστικό του ζαχαροπλαστείου είναι το έξυπνο πάντρεμα Ανατολής και Δύσης που έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία μοναδικών συνδυασμών γεύσεων. Όπως καταλαβαίνεις το Εκμέκ κανταΐφι, η σιροπιαστή σοκολατόπιτα, το πολίτικο τσουρέκι, το μιλφέι, το προφιτερόλ, αλλά και το μπανόφι είναι μερικές από τις στάνταρ επιλογές που πρέπει να δοκιμάσεις. Φυσικά για τους λάτρεις του παγωτού να προσθέσω πως το ζαχαροπλαστείο προσφέρει ολόφρεσκο, σπιτικό παγωτό με αγνά υλικά, σε γεύσεις κλασικές και όχι μόνο. Η σπεσιαλιτέ τους είναι το παγωτό καϊμάκι και όχι άδικα, όμως και γεύσεις όπως παγωτό φυστίκι, κρέμα και σορμπέ ροδάκινο, θα σου μείνουν αξέχαστες. Πολλοί ξεχωρίζουν το ζαχαροπλαστείο και για τον πλούσιο σε γεύση καφέ του, αλλά και τις μπύρες του. Αν βρεθείς επομένως κι εσύ στο κέντρο της Αθήνας και έχεις όρεξη για γλυκό, πέρνα μια βόλτα από την Εκλεκτή και το αποτέλεσμα θα σε δικαιώσει.
Ελένη Πάικου

(+) Μία «χορταστική» μονοήμερη απόδραση στην Εύβοια

Φωτογραφία: Ναταλία Βουρλιωτάκη

Ήταν Κυριακή πρωί, περίπου 8:30 το πρωί, όταν αποφασίσαμε με την παρέα μου να ξεφύγουμε από την καυτή Αθήνα για να περάσουμε όλη την ημέρα μας στην παραλία. Θέλαμε να αποφύγουμε τις «πλημμυρισμένες» από κόσμο παραλίες του κέντρου της πόλης, όποτε πήραμε το φέρι μποτ από το Λιμάνι της Αγίας Μαρίνας και μέσα σε 45 λεπτά είχαμε φτάσει στον τελικό προορισμό μας, τα Νέα Στύρα Ευβοίας – ένα γραφικό, παραδοσιακό, ημιορεινό χωριό, σκαρφαλωμένο σε μία καταπράσινη βουνίσια πλαγιά. Παρόλο που είχαμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε ανάμεσα σε πληθώρα παραλιών σε κοντινή απόσταση, κατευθυνθήκαμε προς την ερημική παραλία Γιαννίτσι, στη Νότια πλευρά της Εύβοιας, της οποίας η μεγάλη έκταση απορροφά όσο κόσμο κι αν έχει. Τα καταγάλανα κρυστάλλινα νερά της, το μικρό βοτσαλάκι, η ησυχία και η σκιά –που είχαμε εξασφαλίσει με το αντίσκηνο μας- έκαναν την παραλία ειδυλλιακή. Αφού απολαύσαμε το μπάνιο μας, γυρίσαμε στο χωριό των Στύρων, περιηγηθήκαμε στην πετρόστρωτη πλατεία και στα αναπαλαιωμένα σπίτια της για να καταλήξουμε στο «Στέκι των Δειπνοσοφιστών», μια παραδοσιακή ελληνική ταβέρνα στο κέντρο της πλατείας «Μεγάλη Βρύση». Ανάμεσα στα τεράστια πλατάνια, τα καλντερίμια, τις πηγές και τα απομεινάρια ενός παλιού ελαιοτριβείου απολαύσαμε φρέσκο μαγειρευτό φαγητό και -φυσικά- παραδοσιακά τυροπιτάρια. Δεν θα μπορούσαμε να φύγουμε χωρίς να δοκιμάσουμε τη φημισμένη πορτοκαλόπιτα του «Καφενείου του Σαμαρτζή», που βρίσκεται στο κέντρο της πλατείας του χωριού, κάτω από μία μουριά. Γύρω στις 9 το βράδι, χορτασμένοι τόσο από το μαγευτικό φυσικό τοπίο όσο και από το νόστιμο φαγητό, αναχωρήσαμε για Αθήνα, με το τελευταίο δρομολόγιο.
Ναταλία Βουρλιωτάκη

(+) Ένας παράδεισος, μία ανάσα από την Αθήνα
Φωτογραφία: Μωραΐτη Ειρήνη

Φωτογραφία: Ειρήνη Μωραΐτη

Παρόλο που γενικά δεν μου αρέσει να πηγαίνω στο ίδιο νησί δεύτερη φορά, στην Αίγινα είμαι σίγουρη πως πάντα θα γυρίζω. Πρώτη φορά είχα επισκεφτεί τον «παράδεισο του φιστικιού» το 2017, και καθώς έμεινα στην Αγία Μαρίνα, την πόλη της Αίγινας δεν την είχα εκτιμήσει ιδιαίτερα, μιας και ήμουν αφοσιωμένη στους υπόλοιπους όμορφους προορισμούς του νησιού. Όπως ανακάλυψα το προηγούμενο Σάββατο όμως, πηγαίνοντας για μονοήμερη στο νησί, η πόλη της Αίγινας είναι ιδανική για μία σύντομη και on a budget απόδραση, καθώς μπορείς να βρεις ό, τι ακριβώς χρειάζεσαι σε μία μονοήμερη και όλα σε μικρές αποστάσεις: έχει εστιατόρια για κάθε γούστο, καφετέριες για κάθε τσέπη και μία ήσυχη πλατεία δίπλα στον Πύργο του Μαρκέλλου, για να περιμένεις στη σκιά των δέντρων το πλοίο της επιστροφής. Βέβαια, πάνω από όλα, έχει έναν κρυμμένο θησαυρό μόλις μισή ώρα μακριά, και αυτός λέγεται Μονή. Το μαγευτικό αυτό νησάκι δεν είναι γνωστό σε πολλούς, και ευτυχώς έχει γλιτώσει από την ανθρώπινη δίψα για υπερεκμετάλλευση. Σχεδόν κατά λάθος ανακαλύψαμε και εγώ με την παρέα μου αυτόν τον επίγειο παράδεισο, οπότε δεν γινόταν να μην τον εξερευνήσουμε. Όταν λοιπόν κατεβήκαμε από τη βαρκούλα που σε μεταφέρει στο νησάκι και αντικρίσαμε τα γαλαζοπράσινα νερά της θάλασσας, ενθουσιαστήκαμε. Όμως, την δική μου την καρδιά την συνεπήραν τα πανέμορφα και υπερβολικά φιλικά ελάφια και παγώνια που μάς υποδέχτηκαν με το που φτάσαμε στην παραλία. Με παρέα τα ελαφάκια και την περιέργεια μας, εξερευνήσαμε το νησάκι και έπειτα αφήσαμε τα πράγματά μας σε μία σκιά και βουτήξαμε. Τα νερά ήταν μαγικά, ενώ το καταπράσινο τοπίο ήταν πραγματικά ανεκτίμητο. Με λίγα λόγια, ήταν από τα πιο όμορφα μέρη που έχω επισκεφτεί και σίγουρα το highlight της μονοήμερης – και σίγουρα της εβδομάδας μου! Αν λοιπόν ψάχνετε τον ιδανικό κοντινό και οικονομικό προορισμό για μονοήμερη-και όχι μόνο-, αυτός είναι η Αίγινα, και μην ξεχάσετε να επισκεφτείτε (υπεύθυνα) την υπέροχη Μονή για το μπάνιο σας.
Ειρήνη Μωραΐτη

Parasite: Τελικά άξιζε κάθε Όσκαρ! How “Parasite” Falls Short of Greatness | The New Yorker

Μια ταινία που αν δεις δεν μπορείς να την ξεχάσεις εύκολα είναι το Parasite. Όταν είχε γίνει η απονομή των Όσκαρ εκείνη την χρονιά, δεν είχα προλάβει ακόμα να την παρακολουθήσω, οπότε ήμουν πολύ σκεπτική για το εάν πρέπει πραγματικά να πάρει μια ταινία και Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας και Καλύτερης Ταινίας γενικότερα. Είναι πολύ δύσκολο μια ταινία να είναι πια τόσο καλή. Και όμως την είδα τώρα για πρώτη φορά κι έμεινα με ανοιχτό το στόμα. Δεν νομίζω να υπάρχει ταινία που να της μοιάζει. Ένα πρωτότυπο σενάριο που ασκεί έντονη κριτική στις κοινωνικές τάξεις που έχουν δημιουργηθεί στον κόσμο, και ειδικότερα στην Κορέα. Μια ταινία που σίγουρα όλοι πρέπει να δουν έστω μία φορά, και να είναι σίγουροι πως δεν πρόκειται ποτέ να την ξεχάσουν.
Νάνσυ Δεληγιώργη

(+) Το Όνειρο της Ζέλμα: Όταν ένα βιβλίο δεν θες να το αφήσεις στιγμή από τα χέρια σου

Ένα καλό βιβλίο δύσκολα μπορείς να το αποχωριστείς ακόμη και όταν η κούραση ή η άκρως απαιτητική καθημερινότητα προσπαθούν να σε κρατήσουν μακριά του. Αυτό ακριβώς έπαθα με το μυθιστόρημα της Mariana Leky «Το Όνειρο της Ζέλμα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg. Η υπόθεση ξεκινάει με ένα όνειρο: Σε μια μικρή κοινότητα της Γερμανίας, κάθε φορά που η Ζέλμα βλέπει στον ύπνο της ένα οκάπι, κάποιος θα πεθάνει με «μαθηματική ακρίβεια». Αυτό έγινε και τώρα. Ωστόσο, η ζωή δεν υποχώρησε υπό το βάρος της συνταρακτικής απώλειας, όπως πίστευε η εγγονή της Ζέλμα, Λουίζε, η οποία και βρίσκεται στο επίκεντρο του μυθιστορήματος αυτού, αλλά συνεχίστηκε. Κάπως έτσι ξετυλίγεται μια ιστορία άλλοτε συγκινητική, άλλοτε αστεία, άλλοτε παράδοξη ή σκληρή- ακριβώς όπως και η ίδια η ζωή. Μια ιστορία που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον μέσα από ένα μωσαϊκό χαρακτήρων που δε γίνεται παρά να τους συμπαθήσεις με τα καλά τους και τα στραβά τους. Ήρωες που όπως όλοι μας πασχίζουν να βρουν τη θέση τους στον κόσμο.

Με την αφήγηση να κυλάει αβίαστα χάρη και στην εξαιρετική μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου. Σε κάθε σελίδα του αισθάνθηκα τις σκέψεις μου να παρασύρονται σε έναν αδιαμφισβήτητα οικείο κόσμο: Σε όλες εκείνες τις ευκαιρίες που χάνει κανείς στη ζωή του, σε όλα όσα βρίσκει το κουράγιο τελικά να κάνει, σε εκείνες τις άτυπες «οικογένειες» που δημιουργούνται χωρίς να υπάρχουν απαραίτητα δεσμοί αίματος, σε όλα εκείνα τα αναπάντητα ερωτήματα της ζωής, τις απώλειες που κουβαλάμε μέσα μας, εκείνες τις αναπάντεχες στιγμές που έφεραν τα πάνω κάτω, τα γέλια, τα δάκρυα, τις «πληγές», τους φόβους και τις ελπίδες που δεν τολμήσαμε ούτε καν να ψελλίσουμε. Και κάπως έτσι ένα βιβλίο κατάφερε να κάνει το καλοκαίρι μου ακόμα καλύτερο.
Αριστούλα Ζαχαρίου

(+) Στο Uncle Tan’s για νύχτες βγαλμένες από τη Σιγκαπούρη

Uncle Tan’s Drinking House, Φωτογραφία: Τατιάνα Γεωργακοπούλου

Οι εποχές που αναζητούσα απεγνωσμένα στον Πειραιά ένα bar με καλά ποτά, εξαιρετική μουσική και cool ατμόσφαιρα είναι παρελθόν, χάρη στο Uncle Tan’s. Αν δεν το ξέρετε, επιτρέψτε μου να σας ενημερώσω ότι πλέον όλη η φάση κρύβεται σε έναν μικρό πεζόδρομο, πίσω από την Μαρίνα Ζέας -έναν πεζόδρομο τόσο μικρό και κρυμμένο, που μπορεί και να τον χάσεις, αν δεν ανέβεις την μικρή ανηφόρα μετά το Moby. Εκεί θα βρεις όχι ένα, αλλά τρία υπέροχα μπαράκια: το Uncle Tan’s Drinking House, το Nazare Surf Bar και το Rockfellas Excelsior. Εγώ αυτή τη φορά επισκέφτηκα το Uncle Tan’s και δεν το μετάνιωσα. Όλη η παρέα παρήγγειλε καταπληκτικά cocktails, ενώ εγώ πήρα ινδονησιακό ρούμι με κόλα -νομίζω το πιο ιδιαίτερο ρούμι που έχω δοκιμάσει! Μην σας ξεγελά η φωτογραφία που έβγαλα όσο το μαγαζί ήταν άδειο, μετά τις 9-10 γεμίζει και μετατρέπεται στο πιο fun bar της περιοχής -εν μέρει χάρη στον υπέροχο DJ του που βάζει από 90s old school R&B μέχρι 80s anthems, όλα ιδανικά για χορό. Ειδικά τώρα που η Αθήνα μοιάζει πιο άδεια και βαρετή από ποτέ, περάστε μία βόλτα από τον θείο Tan, επιτρέψτε του να σας μάθει πώς διασκεδάζουν οι… Σιγκαπουριανοί και δεν θα χάσετε!
Τατιάνα Γεωργακοπούλου

Και κάτι που δεν μάς άρεσε

(-) Η απόλυτη αισχροκέρδεια στην Ελαφόνησο

Φωτογραφία: Ευδοκία Βαζούκη

Πολλές φορές έπιανα τον εαυτό μου να χαζεύει φωτογραφίες από το νησάκι της Ελαφονήσου, που αν και μικρό (δεν ξεπερνά τα 19 τετραγωνικά χιλιόμετρα) θυμίζει έναν πραγματικό παράδεισο επί γης. Και ήρθε η στιγμή να διαπιστώσω με τα ίδια μου τα μάτια αν αυτές οι φωτογραφίες αποτυπώνουν την πραγματική εικόνα που αντικρίζει κανείς επισκεπτόμενος το νησί. Και όντως πια μπορώ να το επιβεβαιώσω  · η Ελαφόνησος μοιάζει βγαλμένη από όνειρο και σου δίνει αρκετούς λόγους για να την αγαπήσεις και να επιστρέφεις στα τιρκουάζ νερά της κάθε καλοκαίρι. Υπάρχει όμως κι ένα «αλλά», δυστυχώς.

Στον εξωτικό Σίμο, μία από τις ωραιότερες (και δικαίως) παραλίες της Μεσογείου, βίωσα μία από τις χειρότερες εμπειρίες που έχω βιώσει ποτέ σε παραλία, κάτι που με έκανε να αναλογιστώ για ακόμη μια φορά ως πότε θα συνεχίζεται αυτή η εκμετάλλευση ενός κατά τα άλλα υπέροχου φυσικού τοπίου. Ο Σίμος βρίσκεται στην νοτιοανατολική πλευρά του νησιού και αποτελείται από δύο αμμουδιές: τον μικρό και τον μεγάλο Σίμο και όλα με την πρώτη ματιά φαντάζουν ειδυλλιακά σε αυτόν – από τα κρυστάλλινα και διάφανα νερά με το μοναδικό τιρκουάζ χρώμα τους, μέχρι τη λευκή, λεπτή άμμο που σχηματίζει αμμόλοφους και ένα μοναδικό σκηνικό, που αποτυπώθηκε μοναδικά με την κάμερά μου. Αλλά η καλή πλευρά της παραλίας σταματά εδώ. Οι τιμές για τις ξαπλώστρες – στις οποίες αναγκαστικά θα κάτσεις καθώς η παραλία δεν διαθέτει καθόλου σημεία με φυσική σκιά – είναι απίστευτα υψηλές (μπορεί να φτάσουν μέχρι και τα 100€), και σίγουρα οι…πρόχειρες υποδομές των beach bars δεν τις δικαιολογούν. Το ύφος και η αντιμετώπιση των ανθρώπων που δουλεύουν εκεί δεν είναι και η καλύτερη, αφού φροντίζουν να σου δείχνουν συνεχώς πως δεν σε έχουν ανάγκη. Φυσικά δεν χρειάζεται να αναφερθώ στον καφέ που δεν ήταν καφές αλλά κάτι που του έμοιαζε ή στο ότι το τσάι ήρθε μέσα σε πλαστική σακούλα, μαζί με πλαστικό ποτήρι και παγάκια…χύμα μέσα στη σακούλα, δημιουργώντας στο τέλος της ημέρας τόνους σκουπιδιών, που αμφιβάλω για το ποιος τις μαζεύει. Γύρω στις 6 το απόγευμα και ενώ οι ξαπλώστρες ήταν ακόμη γεμάτες από κόσμο, ενημερωθήκαμε πως το beach bar κλείνει (;;;) και πως αν χρειαζόμασταν κάτι έπρεπε να πάμε να το πάρουμε μόνοι μας από το πάνω μέρος του μαγαζιού, κοντά στο parking. Φυσικά, όταν ζητήσαμε να πληρώσουμε με κάρτα η απάντηση ήταν πως το μαγαζί δεν διαθέτει POS – κάτι που αποτέλεσε και το κερασάκι στην τούρτα. Είναι πραγματικά κρίμα ένα τόσο όμορφο μέρος, με τέτοια φήμη, να αντιμετωπίζεται έτσι. Και ακόμη πιο κρίμα που ακόμη κι αν κυκλοφορεί σωρεία αρνητικών κριτικών στο internet, αυτό δεν φαίνεται να συγκινεί κανέναν. Το καλό είναι ότι στην «σκιά» του Σίμου, υπάρχουν κι άλλες παραλίες, αντίστοιχης ομορφιάς και με πολύ καλύτερες συνθήκες.
Ευδοκία Βαζούκη

Περισσότερα από Στην Πόλη
VIMA_WEB3b