MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
15
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Μια διαδρομή στο… “Απέραντο Πουθενά”

Ιούλιος. Περπατώ στην Πατησίων. Η θερμοκρασία στα ύψη. Θέλω νερό, θέλω σκιά, θέλω λίγο παραπάνω ορίζοντα. Δέκα αφισάκια της “Μεγάλης Χίμαιρας”, το ένα δίπλα στο άλλο, στη βιτρίνα ενός μαγαζιού, που τώρα ενοικιάζεται. Να θυμηθώ ξανά τη Σύρο. Να θυμηθώ ξανά το εξαίσιο, σκληρό φως. Είναι Ιούλιος και έχω ανάγκη δυο -τρεις περιγραφές για να τον ξαναχαρακτηρίσω θεό. Tον Ιούλιο. Λίγες μέρες μετά την αφυδατωμένη πορεία στην Πατησίων, ήρθε στο e mail μου το (παρακάτω) κείμενο του Δημήτρη Τάρλοου. Έχω να πάω 8 χρόνια στην Άνδρο. Παρόλα αυτά, το ξημέρωμα της 23ης Ιούλη “ήμουν κι εγώ” στο σημείο εκείνο του νησιού, από το οποίο φαίνεται (ναι) και η… Ικαρία. Ακόμη τινάζω την ομίχλη από τα μαλλιά μου. Δε φαίνεται;Οι φωτογραφίες είναι της Βάσιας Αναγνωστοπούλου.

author-image Χρύσα Φωτοπούλου

Σε καιρούς σκοτεινούς, όπως αυτούς που ζει η χώρα μας, (και δεν εννοώ μόνον οικονομικά) η μοναδική μου διαφυγή και αντίδραση είναι η καταφυγή σε κόσμους φανταστικούς, αλλόκοτους, κόσμους που με φέρνουν εγγύτερα σ’ αυτό που κάποτε ήμασταν, ή σ’ αυτό που κάποτε θα ξαναγίνουμε.

Η Μεγάλη Χίμαιρα υπήρξε για μένα, και συνεχίζει να είναι, μια βουτιά στο δικό μου ασυνείδητο, εκεί όπου κατοικούν τα πιο τρυφερά βίαια συναισθήματα

Η Μεγάλη Χίμαιρα υπήρξε για μένα, και συνεχίζει να είναι, μια βουτιά στο δικό μου ασυνείδητο, εκεί όπου κατοικούν τα πιο τρυφερά βίαια συναισθήματα. Αυτή ακριβώς η αντίφαση, που χαρακτηρίζει συνολικά το μυθιστόρημα, αποτελεί και δική μου εσωτερική σύγκρουση, καθώς διακατέχομαι από αμφιθυμίες δύσκολες για το πρόσωπο του Καραγάτση. Το αποτέλεσμα, πέραν του ότι υπήρξε πολύ επιτυχημένο, με συμφιλίωσε με τον παππού μου, με τρόπο που μόνον η Τέχνη κατορθώνει. Συμφιλιώθηκα ακόμα και με την σκοτεινή και σαρκαστική πλευρά του, που για χρόνια αποτελούσε ένα είδος φόβητρου που με εμπόδιζε από το να απολαύσω το έργο του, αλλά κυρίως από το να τον αγαπήσω πραγματικά, ως έναν κοντινό συγγενή, (ίσως κοντινότερο και ψυχικά απ’ ό,τι νόμιζα) που έτυχε να μην γνωριστούμε, αλλά οι καλλιτεχνικές μας φύσεις και ανθρώπινες μας ποιότητες, έμελλε να συναντηθούν 55 χρόνια μετά τον θάνατό του.

ximaira1

Υπήρχε ωστόσο μία σκηνή στην αρχική εκδοχή, που τώρα ξαναδουλεύεται για να αποτελέσει μια νέα παράσταση με νέα διανομή εκτός της Αϊδίνη, η οποία για διάφορους λόγους, (καθόλου δραματουργικούς, αλλά κυρίως σκηνοθετικούς, υποκριτικούς, αλλά και σκηνογραφικούς) δεν με ικανοποιούσε διόλου. Η σκηνή αυτή που είναι κι η μοναδική μεταφυσική νότα σ’ ένα κατά τα άλλα σχεδόν ωμό μέσα στον άφταστο λυρισμό του μυθιστόρημα, κόπηκε για να μην παρεμποδίζει την δράση που εκείνη την στιγμή καλπάζει προς το γνωστό φινάλε. Είναι η συνάντηση μετά θάνατον του αυτόχειρα Μηνά με την μικρή Αννούλα, που τόσο άδικα εγκαταλείπεται στην αδυσώπητη μοίρα της, θύμα του λυσσαλέου ερωτικού πάθους της μάνας της. Η απουσία όμως αυτής της σκηνής με απασχολούσε, διότι ενώ η παράσταση κυλούσε εύρυθμα, αυτή η ανακουφιστική τρόπον τινά αντίστιξη, μου έλειπε πολύ.

ximaira2

Αίφνης, την φαντάστηκα κινηματογραφημένη, αλλά σε έναν τόπο που όμοιός του ίσως δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Βρίσκεται στην πατρίδα μου την Άνδρο, σε υψόμετρο πεντακοσίων μέτρων περίπου, στην κορυφή ενός βουνού, πάνω από το χωριό Βουρκωτή, κι από κει όταν ο καιρός το επιτρέπει, αγναντεύεις περισκοπικά όλο το Αιγαίο πέλαγος, από τη Αττική έως τη Εύβοια κι από την Σκύρο μέχρι την Χίο και την Ικαρία! Συνήθως όμως το σημείο καλύπτεται από πυκνή ομίχλη κι επικρατούν ισχυρότατοι άνεμοι. Υπάρχει δε μια ξύλινη κατασκευή, μισοφαγωμένη από τον χρόνο, με δοκάρια σταυρωτά, κάτι σαν παρατηρητήριο που με ενέπνευσε πολύ, διότι μοιάζει λίγο με αυτές τις παράδοξες κατασκευές που συναντά κανείς σε ταινίες του Ταρκόφσκι, ή του Ζβιάγκιντσεφ.

ximaira3

Η φαντασίωση από την πραγμάτωση απέχουν μια αιωνιότητα ή μια μέρα που θα ‘λεγε κι ο Αγγελόπουλος. Από την στιγμή όμως που το αποφάσισα, ήταν γραφτό να γίνει. Θα μου πείτε, μέσα στο κατακαλόκαιρο, που θα βρεις ομίχλη; Παρέλειψα να αναφέρω ότι όταν φυσά μελτέμι στην Άνδρο, πολλές φορές σχηματίζονται σύννεφα κατά μήκος της κορυφογραμμής αυτής, δημιουργώντας ένα μοναδικό φαινόμενο: στο σημείο αυτό, (που εγώ ονομάζω σημείο Man Who, διότι εκεί έγινε μια καταπληκτική φωτογράφηση για την ομώνυμη παράσταση της Renate Jett που παίχτηκε για τρία χρόνια στο Πορεία) απλώνεται πυκνότατη ομίχλη με ριπές τρομαχτικού ανέμου, ενώ λίγο πιο κάτω επικρατεί καλοκαιρινή λιακάδα! Εδώ έδρασε η μετεωρολογική μου εμπειρία, καθώς ασχολούμαι ερασιτεχνικά με τον καιρό εδώ και 35 χρόνια. Σε συνδυασμό με το θαυματουργό διαδίκτυο και το θαυμαστό site weather.gr, βρήκα τη μέρα που ήθελα, και 6 μέρες νωρίτερα ειδοποιήσαμε όλο το συνεργείο και τους ηθοποιούς να έρθουν στην Άνδρο. Εδώ να διευκρινίσω ότι μιλάμε και για δύο παιδιά, 10 και 7 ετών αντίστοιχα, εκ των οποίων το δεύτερο είναι η αγαπημένη μου κόρη Μανιώ.

ximaira4

Η έγερση την Πέμπτη 23 Ιουλίου έγινε στις 5:00. Είχε ήδη φανεί το πρώτο φως της αυγής. Η ανάβαση με τα αυτοκίνητα ήταν κάτι το βαθιά συγκινητικό: βαριά σύννεφα έτρεχαν βιαστικά στις βουνοκορφές, ενώ ο πύρινος δίσκος ανέτελλε εν μεγαλείω και δόξη μέσα από το γλαυκό πέλαγος. Όσο ανεβαίναμε τα σύννεφα πύκνωναν κι ο άνεμος έδερνε τα πουρνάρια και τα αγριοθύμαρα. Όταν φτάσαμε στο Man Who, μου κόπηκαν τα πόδια: ούτε στις νήσους Shetlands της Βόρειας Σκωτίας δεν συναντάς τέτοιες συνθήκες Ιούλιο μήνα. Πώς θα βγει αυτό το γύρισμα; Όμως όπως λέγαμε, η μοίρα είναι μοίρα κι ήταν της μοίρας μας να το κάνουμε. Άλλωστε μιλάμε για μια ομάδα εξαιρετικών φίλων κι αγαπημένων ανθρώπων: ο Χρήστος, ο Γιώργος, ο Νίκος, ο Πέτρος, η Ελένη, η Στέλλα, ο Βαγγέλης, ο Δημήτρης, η Βασιλική, η Εύη, η Βάσια, η Μανιώ. Οι κουβέρτες σκέπαζαν τους ηθοποιούς μέχρι να ακουστεί το «πάμε» του Χρήστου Δήμα, και τους ξανασκέπαζαν μόλις ακουγόταν το «cut». Βρεμένοι όλοι μέχρι το κόκαλο και παγωμένοι, συνεχίσαμε μέχρι τις 10, όταν κι ακούστηκε το τελειωτικό «wrap».

Αυτή η μετάβαση στο λευκό κι ανταριασμένο πουθενά, ήταν σαν μια δοκιμή θανάτου, όπως είναι και συνολικά το Θέατρο αλλά κι η Τέχνη εν γένει. 

Επιστρέψαμε στην Χώρα, σε μιαν άλλη ήπειρο, όπου το Ελληνικό θέρος με τα τζιτζίκια του συνέχιζαν αμέριμνα την αδιατάρακτη διαδρομή τους μέσα στον χρόνο. Υπήρξε όλο αυτό μια συγκλονιστική εμπειρία, αυτή η μετάβαση στο λευκό κι ανταριασμένο πουθενά, σαν μια δοκιμή θανάτου, όπως είναι και συνολικά το Θέατρο αλλά κι η Τέχνη εν γένει. Το αποτέλεσμα είναι όπως πάντα εν εξελίξει, αλλά έχω την αίσθηση ότι θα δικαιώσει την επιμονή μας. Ραντεβού τον Οκτώβρη για να το διαπιστώσουμε.

Περισσότερα από Editors