Όπως περιμέναμε, τα αποτελέσματα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον καθώς οι ψήφοι μοιράστηκαν σε μια μέτρια χρονιά όπου απουσίασε το ακλόνητο φαβορί. Ξεχώρισαν πάντως οι ταινίες «Μια μάχη μετά την άλλη», «Ένα απλό ατύχημα» και «Συναισθηματική αξία».
Λήδα Γαλανού (Flix.gr)

Όλα όσα φανταζόμαστε ως φως
«Ένας συνδυασμός ήσυχης θλίψης και λεπτού χιούμορ, σε μια αφήγηση που βρίσκεται στο μεταίχμιο του ονείρου κι ενός συνειδησιακού ξυπνήματος, σε μια σύγχρονη μετενσάρκωση του σινεμά του Σατγιαζίτ Ρέι, με την ποιητικότητα, την κοινωνική ευαισθησία και το ξεκάθαρα γυναικείο γένος του. Καθόλου τυχαία, το σετ της ιστορίας είναι η Μουμπάι, η ινδική πόλη των 20 εκατομμυρίων ανθρώπων, που ποτέ δεν ησυχάζει κι όπου τόσο εύκολα μπορείς να κρυφτείς. Τρεις γυναίκες, διαφορετικών γενεών, διανύουν τη διαδρομή από την αφάνεια στην εμφάνιση, στους ίδιους τους εαυτούς. Μια ταινία τόσο πολύτιμη, που ισοπεδώνει με τη σπανιότητά της τη δυτικότροπη βιασύνη, αρνούμενη το σινεμά του εντυπωσιασμού, ελπίζοντας σ’ έναν καλύτερο κόσμο και φέρνοντάς τον λίγο πιο κοντά, στο φως».

Ένα απλό ατύχημα
«Πιο εύκολη επιλογή από τον Παναχί, για την πρώτη θέση της λίστας μου δεν θα μπορούσε να υπάρχει. Επειδή με το «Ένα απλό ατύχημα» ξαναβρήκε το μεγαλείο της σκηνοθεσίας του στον “Κύκλο” και το “Οφσάιντ” μιλώντας με τον πιο άμεσο και προσωπικό τρόπο για τα τεράστια πολιτικά και ηθικάζητήματα όχι μόνο του Ιράν αλλά όλης της ανθρωπότητας. Και, ναι, δεν ψήφισα τον Πολ Τόμας Αντερσον, κάθισα και τον ξαναείδα και δεν…. Και, ναι, βρήκα την “Συναισθηματική αξία” φτηνή και υπερτιμημένη. Μήπως του χρόνου να ψηφίσουμε τις χειρότερες καλύτερες ταινίες;»
Θοδωρής Δημητρόπουλος (news247.gr)

Άγριες Πληγές
«Φορμαλιστικός ιμπρεσιονισμός από τον μεγάλο κινέζο δημιουργό ο οποίος μέσα από αρχειακό υλικό, κομμένες σκηνές παλιότερων ταινιών του και σύγχρονα γυρίσματα, συνθέτει ένα πρωτόγνωρο μελαγχολικό κολάζ που φλερτάρει με το βωβό σινεμά, πάνω στο πέρασμα του χρόνου, την απουσία, και τη μεταμόρφωση της Κίνας».
Ρόμπυ Εκσιέλ (Flix.gr)

Μοϊκανός
«Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που ο Φαρουτσί επεξεργάζεται θεματικές και ελιγμούς ταινιών είδους χωρίς να λοξοδρομεί ούτε στιγμή από τον βασικό ρεαλισμό, ώστε να δομήσει ένα θρίλερ σπάνιας αισθητικής ομοιογένειας και βροντερού πολιτικού statement».
Γιάννης Ζουμπουλάκης (Τα Νέα/ Το Βήμα)
(Με σειρά χρονολογικής εμφάνισης στις αίθουσες)

Ο Μεσολαβητής
«Ήρεμο θρίλερ αξιώσεων με τον Ριζ Αχμέντ στον ρόλο του ήρωα του τίτλου, ενός σιωπηλού τύπου ο οποίος μεσολαβεί ανάμεσα σε ανθρώπους που διαθέτουν αποκαλυπτικά στοιχεία για σκάνδαλα πολυεθνικών εταιριών τα οποία όμως θέλουν να επιστρέψουν στους υπευθύνους και να απαλλαγούν από κάθε ευθύνη. Υπάρχουν στιγμές που νιώθεις ότι την ταινία βαραίνει κάπως η σκιά της κλασικής «Συνομιλίας» (1974) του Φράνσις Κόπολα που καταπιάνεται με την παρακολούθηση, ενταγμένη μέσα στην παράνοια της εποχής της, στα μέσα των seventies. Όμως τελικά αυτό λειτουργεί υπέρ του «Μεσολαβητή» γιατί ο έμπειρος Ντέιβιντ Μακένζι (σκηνοθέτης του εξαιρετικού σύγχρονου γουέστερν «Πάση θυσία») καταφέρνει να «παντρέψει» το ρετρό με το μοντέρνο χωρίς ποτέ να γίνεται νοσταλγικός.

Συναισθηματική αξία
«Όπως και στην προηγούμενη ταινία του, τον επίσης αριστουργηματικό «Χειρότερο άνθρωπο του κόσμου», ο Τρίερ μας υπενθυμίζει ότι το πραγματικό νόημα (αλλά και η ομορφιά) της ζωής βρίσκεται στις διαπροσωπικές σχέσεις. Είναι πραγματικά εντυπωσιακός ο τρόπος – ψύχραιμος και ελλειπτικός- που ο Τρίερ ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής των χαρακτήρων του σε ένα ψυχόδραμα όπου η λέξη μελό απουσιάζει και η σαρωτική δύναμη της περίπλοκης, γεμάτης συμβολισμούς, ιστορίας απλώνεται παντού. Η σύνδεση του παρελθόντος (η τραγική ιστορία της μητέρας του ήρωα) με το παρόν και η ανίχνευση των ψυχολογικών τραυμάτων που καθορίζουν την κεντρική πορεία του κάθε ανθρώπου, αποτελούν μια αριστουργηματική μελέτη πάνω στο οικοδόμημα της οικογένειας και κυρίως στην αλληλεπίδραση τέχνης- ζωής, θυμίζοντας κορυφαίους δραματουργούς (Μπέργκμαν, Ίψεν, Στρίνμπεργκ) του θεάτρου και του κινηματογράφου».

Nouvelle Vague
“Και αν εκτιμάς κάτι στη νέα ταινία του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, που καταπιάνεται με τα γυρίσματα του “Με κομμένη την ανάσα”, πέραν της αδιανόητης ανασύστασης της εποχής και της ζεστής ευθυμίας που την διακατέχει, είναι η περίτεχνη αποδόμηση της κινηματογραφικής φόρμας: Ο χρόνος δεν εξελίσσεται γραμμικά, αλλά κυλά, αναδιπλώνεται και ξανασμιλεύεται, λες και το σινεμά συναντιέται και συμπορεύεται με τον μηχανισμό της μνήμης. Ο Λινκλέιτερ δηλαδή δεν περιορίζεται σε έναν “στεγνό” φόρο τιμής. Αντίθετα, δημιουργεί ένα φιλμ που ζει και αναπνέει με την ίδια πνευματική ελευθερία που διέκρινε το γαλλικό Νέο Κύμα. Με άλλα λόγια, ο Λινκλέιτερ διασκεδάζει. Στήνει ένα πανέμορφο παιχνίδι με τις φόρμες και τις αντιφάσεις του κινηματογράφου, και, σαν γνήσιο fanboy που είναι, αφήνει το πάθος του να ποτίσει μια αναδρομή που, διαφορετικά, θα έμοιαζε “στεγνή” και ανώφελη. Ευτυχώς για εμάς!”
Λουκάς Κατσίκας (Διευθυντής Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας και Athens Open Air Film Festival)

Αν είχα πόδια θα σε κλωτσούσα
«Παραδίδοντας μια μνημειώδη ερμηνεία, η Ρόουζ Μπερν πάλλεται, φωνάζει, εξεγείρεται. Μέχρι που, στο τέλος, παίρνει φόρα, τρέχει με μανία και ξεσπά σε μια απονενοημένη βουτιά στο κενό, προτού μια γνώριμη φωνή, που δεν είναι άλλη από εκείνη της μητρότητας, την συγκρατήσει από το χείλος του γκρεμού και την επαναφέρει πίσω. Σε μια ζωή που δεν υπόσχεται να γίνει ευκολότερη, για την οποία όμως ίσως αξίζει κανείς να πασχίσει».
Πόλυ Λυκούργου (Flix.gr)

Βερμίλιο: Η Νύφη του Βουνού
«Ρεμπραντικά πρόσωπα γυναικών, με τεράστια μάτια και οστεώδη πρόσωπα – ευαίσθητα, βουβά αισθαντικά. Σιωπηλοί, στωικοί, φαντάσματα του εαυτού τους οι άντρες. Ακαταμάχητα τα μικρά παιδιά (τα οποία δεν είναι επαγγελματίες) που λειτουργούν ως χορός αρχαίας τραγωδίας που σχολιάζει με αφοπλιστική αθωότητα, αλλά κι αφιλτράριστη ωμή ειλικρίνεια τα δρώμενα. Όλοι σχηματίζουν κάτι παραπάνω από ένα ψηφιδωτό ανθρωπολογικής μελέτης, κάτι περισσότερο από κινηματογραφικό tableau vivant – δίνουν ενέργεια, όγκο και ψυχή σε μία ταινία που της αξίζει να ζήσει στην κινηματογραφική Ιστορία «σαν τα ψηλά βουνά».
Χρήστος Μήτσης (Αθηνόραμα)

Απρίλης
«Απορροφώντας όλες τις επιρροές του μοντέρνου σινεμά (ρουμάνικο νέο κύμα, Μίκαελ Χάνεκε, Κάρλος Ρεϊγάδας, ΛαβΝτίαζ), αντλώντας από την ευρωπαϊκή λογοτεχνική παράδοση (ο “Δον Κιχώτης” συναντά τον ντοστογιεφσκικό “Ηλίθιο”) και γεμάτη υπαρξιστικές ανησυχίες –από τον Κίρκεγκορ ως τον Σαρτρ– η Κουλουμπεγκασβίλι υπερασπίζεται σπαρακτικά το “υπάρχω σημαίνει λερώνω τα χέρια μου”. Εναλλάσσει μεγάλης διάρκειας, ακίνητα και σιωπηλά πλάνα με σκηνές ανατριχιαστικού ρεαλισμού (όπως εκείνη της έκτρωσης), συνδυάζει ντοκιμαντερίστικη παρατήρηση με στοιχεία εφιαλτικής φαντασίας και εμποτίζει την πιο μπανάλ καθημερινότητα με οντολογικό τρόμο. Ο “Απρίλης” της είναι μια φιλμική εμπειρία ενοχλητική και απαιτητική για το θεατή της, του οποίου ανατρέπει κάθε ευκολία παρηγορητικής απόλαυσης».
Νίνος Φένεκ Μικελίδης (Enetpress.gr)

Ο Κύριος των Νεκρών
Την απώλεια και τη θλίψη αναμιγνύει με στοιχεία θεωρίας συνωμοσίας ο Καναδός σκηνοθέτης Στίβεν Κρόνενμπεργκ σ’ αυτό το θρίλερ φαντασίας, βουτηγμένο σε μαύρη ατμόσφαιρα, διανθισμένο με σαρδόνιο χιούμορ και δοσμένο με τη γνώση και το νεύρο που συναντάμε σε όλες τις ταινίες του.