Θεωρία Νο. 106 – Γιατί δεν υπάρχουν πια παρέες;
«Γιατί έχουμε γίνει πιο εγωιστές. Γιατί δίνουμε περισσότερη σημασία στο τι θέλουμε να κάνουμε, παρά στο με ποιους.
Γιατί όλοι μας έχουμε πληγωθεί από φιλίες και δυσκολευόμαστε να επενδύσουμε ξανά σε καινούριους ανθρώπους.
Έτσι, γλιτώνουμε μεγάλα κομμάτια απογοήτευσης – αλλά χάνουμε και μεγάλα κομμάτια συντροφικότητας.»
Είμαι πεπεισμένη πως υπάρχουν λίγα πράγματα σε αυτή τη ζωή που οι Singles – και συγκεκριμένα ο Γιώργος Φειδάς – δεν έχουν εκφράσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Οι παρέες, και πιο συγκεκριμένα οι καλοκαιρινές διακοπές με παρέα, ή η έλλειψη παρέας αλλά και η επιλογή της μοναξιάς, είναι από τα χαρακτηριστικά της σειράς που μάλλον αποτέλεσε σημείο καμπής για τις ζωές πολλών από εμάς.
Σε ένα καράβι, γυρνώντας από το πιο νότιο σημείο της Ευρώπης μαζί με άλλους 7 ανθρώπους που μέχρι πριν 6 μέρες δεν γνώριζα και τόσο καλά, σκεφτόμουν τον χρόνο που πέρασε σαν να μην υπήρξε στ’ αλήθεια – όπως ο χρόνος στις σειρές και στις ταινίες. Θυμήθηκα και εκείνο το επεισόδιο των Singles στην Νάξο και τότε μου δημιουργήθηκε η απορία: γιατί οι παρέες γράφουν ιστορία (κυρίως) τα καλοκαίρια;
Τι φταίει και συσπειρωνόμαστε πάνω σε καταστρώματα πλοίων, κάτω από άθλιες (και πανάκριβες) ομπρέλες, μέσα σε παμπάλαια αυτοκίνητα και έξω από γδαρμένες ξύλινες πόρτες; Η θερμοκρασία που είναι στα ύψη; Η παγωμένη (συνήθως) θάλασσα; Η νοσταλγία των τρίμηνων σχολικών διακοπών; Οι άνθρωποι που ποτέ δεν προλαβαίνουμε να γνωρίσουμε παρά μόνο τότε; Η ελευθερία που προσδίδει το καλοκαίρι; Γιατί πιστεύουμε πως μπορούμε να ζούμε κυρίως τα καλοκαίρια; Όσα κουτούκια και όσοι καναπέδες κι αν έχουν φιλοξενήσει τις συζητήσεις κάθε παρέας, εκείνες οι έξι μέρες του καλοκαιριού που συλλογικά παίρνουν βουνά και θάλασσες μοιάζουν να μην συγκρίνονται με τίποτα και κανέναν.
[relart 2]
Όλοι οι άνθρωποι έχουμε ένα αγαπημένο μέρος στον κόσμο (μέχρι και ο The Boy, ρε παιδιά, το είπε). Το δικό μου είναι ένα νησάκι στην άκρη του κόσμου (μου). Περνάω εκεί μεγάλο μέρος κάθε καλοκαιριού, μόνη μου, απολαμβάνοντας τη μοναχικότητά μου, τη θάλασσα, την άπνοια, την ψευδαίσθηση πως είμαι ο τελευταίος άνθρωπος της γης.
Φέτος όμως, για πρώτη φορά, έδειξα αυτό το μικρό διαμάντι – που έκρυβα ευλαβικά μόνο για μένα – σε κόσμο. Σε φίλους, ή σε ανθρώπους που δεν ήμασταν ακόμα φίλοι αλλά ήταν φίλοι φίλων. Άνοιξα το σπίτι μου με κάθε σημασία της λέξης και, χωρίς να το συνειδητοποιήσω, έγινα μέρος μιας παρέας που είναι λες και μαγικά υπήρξε μόνο εκείνες τις 6 μέρες. Από την κουζίνα που γέμισε με «ξένα» χέρια που πλέον είναι γνώριμα, τους ύπνους και τους ξύπνιους μας, τα μπάνια με το λάστιχο, μέχρι και τις σαλάτες στο αγαπημένο μου πήλινο μπολ. Μια παρέα συγκατοίκησε σε ένα σπίτι στην άκρη του κόσμου και ήταν καλοκαίρι.
Πρωτόγνωρη συνθήκη – δεν είχα ξανακάνει διακοπές με παρέα το καλοκαίρι. Ξέρετε εκείνη τη σκηνή στις ταινίες που μια παρέα, συνήθως εφήβων, νοικιάζει ένα σπίτι και ζει μαζί; Ε, κάπως έτσι φανταστείτε μας. Ήταν ό,τι πιο περίεργο και ό,τι πιο φυσικό την ίδια στιγμή. Μια μέρα που ανεβήκαμε στον Φάρο για να δούμε το ηλιοβασίλεμα, ξεκίνησα να κατανοώ – χωρίς να το συνειδητοποιώ – τι ζούσαμε. Εκεί, στην άκρη του βράχου, κοιτάζοντας έναν μοναδικό ήλιο, ο καθένας μόνος του μα και όλοι μαζί. «Σαν την παρέα της Φεγγατόπετρας ήσασταν», είπε ο Σ., και το μειδίαμα στο πρόσωπο πλατίασε και έγινε χαμόγελο.
Λέτε να είναι οι σειρές που μας μεγάλωσαν; Οι παρέες που κατακλύζαν την prime time ζώνη στα κανάλια; Εκείνοι οι 6 άνθρωποι που συγκατοικούσαν και ήταν γείτονες για 10 χρόνια; Λέτε να είναι η παιδική ξεγνοιασιά που ψάχνουμε απεγνωσμένα μόλις πατήσουμε τα 18; Ίσως να είναι όλα αυτά. Και ίσως το καλοκαίρι να πηγαίνει περισσότερο στις παρέες – και στους ανθρώπους γενικά.
Η αλήθεια είναι πως πιστεύω ότι οι παρέες πάντα γράφουν ιστορία. Αλλά τα καλοκαίρια είναι αλλιώς. Είμαστε εμείς αλλιώς. Οι όποιες διακοπές είναι καλοδεχούμενες, αλλά η ελευθερία και η χαρά που σε γεμίζει μια καλοκαιρινή παρέα ανθρώπων διαφορετικών – όχι απαραίτητα φίλων, αλλά όμορφων ανθρώπων – πιστεύω πως με λίγα πράγματα μπορεί να συγκριθεί.
Να πηγαίνεις διακοπές και να ξεκουράζεσαι, να αδειάζεις αλλά και να γεμίζεις. Να πηγαίνεις διακοπές και να γυρνάς γεμάτος. Να μην ξέρεις πού να χωρέσεις και πού να αδειάσεις. Να φαίνονται όντως όλα λίγο πιο όμορφα. Να μην φτάνουν οι λέξεις στο χαρτί για τους ανθρώπους που ανακάλυψες, για τα μάτια που είδες, για τις αγκαλιές που έδωσες, για τα γέλια που δεν προσπάθησες ούτε λίγο να βγουν. Τα καλοκαίρια δημιουργούνται παρέες χωρίς απαραίτητα να υπήρξαν πριν – ίσως να μην υπάρξουν και μετά – μόνο για τότε, μόνο για το καλοκαίρι.
Το αλάτι, όπως το μπλε και το πράσινο, τείνουν να κάνουν τα πράγματα – και τους ανθρώπους – πιο νόστιμα, πιο όμορφα, πιο ελκυστικά. Το φόντο στον πίνακα παίζει σημασία. Το cinematography έχει σημασία: οι σκιές, οι γωνίες και, φυσικά, η μουσική. Μα χωρίς τους ανθρώπους, τι να την κάνεις την ομορφιά του τοπίου;
Νομίζω πως μετά από φέτος κατέληξα ότι το καλοκαίρι δεν σημαίνει μόνο έρωτα. Πάντα θα κυνηγάμε τον έρωτα, ή θα μας κυνηγάει αυτός. Αλλά από εδώ και πέρα, κυρίως τα καλοκαίρια, μπορούμε να κυνηγάμε τη ζωή, με παρέα.
Ωστόσο, δεν νομίζω πως απάντησα στην ερώτηση που σας έθεσα. Ίσως εγώ να πιστεύω πως φταίνε οι άνθρωποι και η μαγεία που κρύβουν τα καλοκαιρινά σούρουπα· ίσως εσείς να πιστεύετε κάτι άλλο, ίσως να κυνηγάτε κάτι άλλο. Αλλά νομίζω πως συμφωνούμε: οι παρέες γράφουν ιστορία κυρίως τα καλοκαίρια, γιατί τότε καταλαβαίνουμε πιο βαθιά πως το ταξίδι (με το πλοίο) θέλει παρέα, η παραλία θέλει ένα σταυρόλεξο και πέντε ανθρώπους να το λύσουν, και η νύχτα αξίζει όταν κοιτάς το παρελθόν (aka τα άστρα) – με παρέα.
[relart 1]