Τους τελευταίους μήνες συνήθισε να κάθεται μπροστά στην κάμερα. Τον χειμώνα ολοκλήρωσε τα γυρίσματα της «Σπασμένης φλέβας», της νέας ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη. Αλλά και σήμερα, μόλις έχει φύγει από το πλατό των γυρισμάτων. Η νέα τηλεοπτική σειρά «Πόρτο Λεόνε» που θα προβληθεί την επόμενη χειμερινή σεζόν στον Alpha μοιράζεται το χρόνο του με ένα εγχείρημα πολύ πιο προσωπικό: την επάνοδο του Cartel.
Δύο χρόνια παύσης μετά, και ο Βασίλης Μπισμπίκης επανεκκινεί την θεατρική ομάδα που, τα τελευταία χρόνια, δόνησε όσο λίγες την παραστατική Αθήνα. Αυτή τη φορά με έδρα τις παλιές βιομηχανικές κλωστοϋφαντουργικές εγκαταστάσεις της «Πεταλούδας» στις παρυφές του Κηφισού, θέλει να δώσει μια νέα πνοή στα παλιά του όνειρα: να κάνει ένα θέατρο για τους «Άλλους», ανθρωποκεντρικό, σκληρό, πολιτικό. Και μπορεί ν’ αλλάζει στέγη, αλλά για τον Βασίλη Μπισμπίκη τίποτα δεν έχει αλλάξει. Γιατί εξακολουθεί να δηλώνει ένας «λαϊκός πανκ» αφοσιωμένος στους καλλιτεχνικούς του στόχους.
Όσο κι αν η δημοσιότητα που έχει πάρει η προσωπική του ζωή και η σχέση του με την Δέσποινα Βανδή έχει μετατοπίσει το ενδιαφέρον από την επαγγελματική του δραστηριότητα, όσο κι αν ο δημοσιογραφικός και socialmediaκός κιτρινισμός τον «καταναλώνει» ανά πάσα στιγμή με αδηφαγία, εκείνος αρνείται να απαρνηθεί εκείνα που συνθέτουν την ταυτότητα του.
Κι ενώ προβλέπει πως και αυτή η συνέντευξη θα δώσει τροφή στα tabloids, επιμένει να εστιάζει στην γόνιμη πλευρά των πραγμάτων. Ίσως γιατί πιστεύει πως η νέα παράσταση στην οποία θα πρωταγωνιστήσει, «Οι έμποροι της Βενετίας» σε σκηνοθεσία του Τσέζαρις Γκραουζίνις – του “Τσεζ” όπως τον αποκαλεί χαϊδευτικά – θα κάνει σαματά για τους σωστούς λόγους. Ίσως γιατί εκτιμά πως στο νέο Cartel θα φτάσουν και θεατές που ιδέα δεν είχαν για το θέατρο του πριν κάνει τηλεόραση.
Ο Βασίλης Μπισμπίκης ξαναμπαίνει με φόρα στο εγχείρημα ενός θεάτρου ρεπερτορίου: άλλωστε, μετά τον σαιξπηρικό Σάιλοκ (με το ρόλο του οποίου θα αναμετρηθεί όλο το καλοκαίρι) θα έρθει αντιμέτωπος με τον «Σωσμένο» του Έντουαρντ Μποντ ενώ θα επαναφέρει και την παράσταση – σταθμό «Άνθρωποι και ποντίκια». Την ώρα που οι ιδέες του για την «Πεταλούδα», συνωστίζονται στο κεφάλι του σαν πεταλούδες γύρω από αναμμένο προβολέα.
Τα παλιά εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας της Πεταλούδας γίνονται η νέα θεατρική στέγη για το Cartel του Βασίλη Μπισμπίκη.
Στην Πεταλούδα στεγάζονται οι «Αργοναύτες» – η εταιρεία παραγωγής με την οποία συνεργάζομαι, όπως και ο Γιάννης Οικονομίδης. Και την ίδια ώρα μας συνδέει παλιά γνωριμία με τον παραγωγό Πάνο Παπαχατζή. Πριν από δύο χρόνια, είχα επισκεφθεί το χώρο, αλλά αρχικά θεώρησα πως δεν μπορούσε να συμβεί εκεί θέατρο. Περιπλανήθηκα για 1.5 χρόνο σε άλλα μέρη, αλλά μάταια: δεν μπόρεσα να βρω έναν ιδανικό χώρο για το Cartel και επέστρεψα στην Πεταλούδα. Την δεύτερη φορά, όμως, αντίκρυσα ένα χώρο γεμάτο μηχανήματα εργασίας και κόσμο που εργαζόταν εκεί. Τότε, ο ιδιοκτήτης της, Πολ Μουζάκης με ενημέρωσε ότι υπήρχε το ενδεχόμενο να κλείσει το εργαστήριο κλωστοϋφαντουργίας· φτάνοντας σήμερα, στο σημείο όπου, πλέον, έχουμε νοικιάσει αυτό το χώρο. Εξάλλου και ο ίδιος ο Πολ οραματίζεται την ανάπτυξη του, να φιλοξενήσει, δηλαδή, καλλιτεχνικές δράσεις, χωρίς να αλλοιωθεί η βιομηχανική αισθητική του.
Μοιάζει σαν να έχεις αναλάβει την ευθύνη όλου του εγχειρήματος κι όχι μόνο τη νέα στέγη του Cartel…Πράγματι, συζητάμε να γίνουν και άλλα εγχειρήματα μέσα στη μονάδα. Για παράδειγμα, διαβάζω τώρα το ένα από τα δύο βιβλία που έχει γράψει ο Ελευθέριος Μουζάκης με σκοπό να αναζητήσουμε παλιές εργαζόμενες του εργοστασίου και να οργανώσουμε μια περιπατητική περφόρμανς γύρω από αυτόν τον κόσμο εργασίας.
Αναρωτιέμαι αν θα μπορούσες να παίξεις σε συμβατικό θέατρο. Το έχεις κάνει μια φορά στη Στέγη με το «Έγκλημα και τιμωρία».Το συμβατικό θέατρο με περιορίζει, με στενεύει πάρα πολύ
Το συμβατικό θέατρο με περιορίζει, με στενεύει πάρα πολύ. Στο διάστημα αυτής της διετίας, μου έγιναν προτάσεις από επιχειρηματίες ν’ αναλάβω την καλλιτεχνική διεύθυνση θεάτρων, αλλά δεν ήθελα. Δεν είναι αυτό που ονειρεύομαι για το θέατρο. Πιστεύω ότι σε μια συμβατική σκηνή, ο θεατής παίρνει μια απόσταση από αυτό που έχει να παρακολουθήσει, μπαίνει σε μια συνθήκη, μέσα στην οποία επαναπαύεται, βολεύεται.
Είσαι ο πρώτος που έβγαλε το θέατρο εντελώς εκτός θεατρικής πιάτσας, στην άκρη της πόλης.Και η Στέγη ανοίγει την δική της σκηνή, στο χώρο που αρχικά μας είχε παραχωρήσει στου Ρέντη. Αλλά ναι, μέχρι σήμερα, ήμασταν οι μόνοι που κινούμασταν περιφερειακά, εκτός κέντρου.
“Στην Πεταλούδα λειτουργώ και ως παραγωγός και με τον Τσεζαρις (Γκραουζίνις) ως σκηνοθέτη, προσπαθούμε να κάνουμε το καλύτερο. Ακόμα κι αν είναι μεγάλο το οικονομικό ρίσκο, τουλάχιστον μέσα μου ξέρω ότι κάνουμε αυτό που γουστάρουμε”. εξηγεί ο Βασίλης Μπισμπίκης.
Είναι κάτι που περιγράφει την ιδιοσυγκρασία μου. Γιατί όλα αυτά τα κτήρια έχουν να κάνουν με τους λαϊκούς ανθρώπους και, μ’ έναν τρόπο, με το περιθώριο. Τα κτήρια αυτά ρημάζουν, χάνονται, βγαίνουν εκτός ζωής κι αυτό με ακουμπάει συναισθηματικά. Όπως όταν βλέπω παλιά νεοκλασικά στο κέντρο της Αθήνας που καταρρέουν, κάθομαι και σκέφτομαι τι ιστορίες έχουν συμβεί μέσα τους, πόσοι έρωτες και πόσοι χωρισμοί. Ο χώρος της Πεταλούδας έχει ένα μεγάλο ιστορικό βάρος για τον εργατικό κόσμο. Έχουν εργαστεί χιλιάδες ανθρώπων, υπάρχουν ακόμα ίχνης ζωής εκεί μέσα.
Στην Πεταλούδα λειτουργώ και ως παραγωγός και με τον Τσεζαρις (Γκραουζίνις) ως σκηνοθέτη, προσπαθούμε να κάνουμε το καλύτερο. Ακόμα κι αν είναι μεγάλο το οικονομικό ρίσκο, τουλάχιστον μέσα μου ξέρω ότι κάνουμε αυτό που γουστάρουμε.
Είπα «όχι» ν’ αναλάβω κεντρικά θέατρα της Αθήνας και «όχι» σε προτάσεις για να παίξω. Δεν δεν υπήρξε κάτι που να με ιντριγκάρει σοβαρά. Επίσης, είχα περιορισμένο χρόνο λόγω των γυρισμάτων. Ίσως να φταίει και το γεγονός πως ήμουν αφοσιωμένος στην καψούρα μου
Είπα «όχι» ν’ αναλάβω κεντρικά θέατρα της Αθήνας και «όχι» σε προτάσεις για να παίξω. Δεν ήμουν σε τέτοια φάση· δεν υπήρξε κάτι που να με ιντριγκάρει σοβαρά. Επίσης, είχα περιορισμένο χρόνο λόγω των γυρισμάτων – η τηλεόραση είναι πολύ απαιτητική ιστορία. Με καθημερινό 10ωρο πρόγραμμα γυρισμάτων δεν είχα περιθώριο να καταπιαστώ με κάτι άλλο. Ίσως να φταίει και το γεγονός πως ήμουν αφοσιωμένος στην καψούρα μου.
“Η τηλεόραση μου έδωσε την δυνατότητα να κερδίσω χρήματα για να τροφοδοτήσω το Cartel”, ομολογεί.
Εννοείται. Γιατί, αν εξαιρέσεις την διαδικασία για την ταινία του Γιάννη (Οικονομίδη), όπου κάναμε έξι μήνες πρόβες και μετά άλλους τρεις μήνες γυρίσματα – μια περίοδος φοβερά δημιουργική – από εκεί και πέρα η τηλεόραση δεν με γεμίζει το ίδιο καλλιτεχνικά. Το θέατρο με συγκροτεί και με συγκινεί. Ωστόσο, η τηλεόραση μου έδωσε την δυνατότητα να κερδίσω χρήματα για να τροφοδοτήσω το Cartel. Μαζί με τη Φαίζη Τζήμα επενδύσαμε από κοινού στην υλοποίηση αυτού του έργου.
Δεν νομίζω ότι θα φέρει κάτι καινούργιο. Έχει ακριβώς τους ίδιους στόχους. Το 2013, ως μια ομάδα ονειροπόλων, ξεκινήσαμε να χτίζουμε παραστάσεις με το δικό μας όραμα και με σκηνικά φτιαγμένα από τα σκουπίδια της Αγίας Άννης. Ήμασταν άφραγκοι για να κάνουμε οτιδήποτε άλλο. Όμως, από τότε μέχρι σήμερα, παραμένει συγκεκριμένος και καθαρός ο στόχος: τα πολιτικά και κοινωνικά έργα μας. Μας απασχολεί η ανάδειξη της πραγματικότητας από την άκρη της ζωής. Οδηγός μας, δηλαδή, θα είναι πάντα ο άνθρωπος και η ζωή που δεν είναι τόσο ορατή, είναι παραγκωνισμένη. Θα συνεχίσουμε να μιλάμε γι’ αυτά τα πράγματα και γι’ αυτά τα πρόσωπα. Αμέσως – αμέσως, θα φανούν οι προθέσεις μας και στην πρώτη μας παράσταση.
Πώς φτάνετε στους «Εμπόρους της Βενετίας»;Είμαι διατεθειμένος να γίνω πιο αιχμηρός – γιατί δεν με απασχολεί πλέον το κομμάτι της αποδοχής από κανέναν: ούτε από τους κριτικούς, το κοινό, τους δημοσιογράφους. Στόχος μου δεν είναι ν’ αρέσω
Ήταν ιδέα του Τσέζαρις Γκραουζίνις. Προσωπικά, παρότι είχα κάποιες προτάσεις στο παρελθόν δεν είχα παίξει ποτέ Σαίξπηρ. Τώρα, νιώθω εμπιστοσύνη με τον Τσέζαρις γνωρίζοντας ότι ετοιμάζουμε μια σκληρή παράσταση, στην οποία όμως θα παίζουμε σαν παιδιά. Κι αυτό είναι το σημαντικότερο για μένα. Ήξερα πως, ξεκινώντας στο νέο χώρο του Cartel, δεν θα μπορούσα να αναλάβω και τη σκηνοθεσία της παράστασης κι έτσι του ζήτησα να έρθει να δει το χώρο, να εμπνευστεί από αυτόν και να κάνει ό,τι γουστάρει. Πράγματι, ήρθε κι ενώ σκεφτόταν ένα άλλο έργο, κατέληξε στον «Έμπορο της Βενετίας».
Φαντάζομαι σε μια ανατρεπτική ανάγνωση του.Ναι. Και καλό είναι οι θεατές μας να έρθουν χωρίς προσδοκίες, να έρθουν ανοιχτοί. Γιατί ο Τζέζαρις στήνει μια αναρχική, πανκ παράσταση. Η ανάγνωση μας, σε πολιτικό επίπεδο, εστιάζει στην σύγκρουση ανάμεσα σε πολιτισμικές κουλτούρες. Και στο πως αντιδρά ένας άνθρωπος που τον ταπεινώνεις και τον απομονώνεις ασταμάτητα. Δεν θα πάρει εκδίκηση;
Σκεφτήκατε ότι είναι και μια εποχή που η ισραηλινή κοινότητα είναι στο επίκεντρο, λόγω βάναυσων πολιτικών;Θα ήταν ανόητο να κάνουμε μια αντισημιτική παράσταση. Δεν μιλάμε για τον κακό Εβραίο και τον καλό χριστιανό παρότι το κομμάτι της θρησκευτικής σύγκρουσης είναι κομμάτι του έργου. Για τον καταπιεσμένο μιλάμε, είτε είναι άνθρωπος, είτε κράτος.
“Οδηγός μας στο Cartel θα είναι πάντα ο άνθρωπος και η ζωή που δεν είναι τόσο ορατή, είναι παραγκωνισμένη” λέει αναφερόμενος στην επόμενη μέρα του θεάτρου του.
Θεατρικά είμαι διατεθειμένος να γίνω πιο αιχμηρός – γιατί δεν με απασχολεί πλέον το κομμάτι της αποδοχής από κανέναν: ούτε από τους κριτικούς, το κοινό, τους δημοσιογράφους. Στόχος μου δεν είναι ν’ αρέσω. Με ενδιαφέρει να είμαι καλά χωρίς να καταπατώ κανενός την ελευθερία, κανενός την αξιοπρέπεια. Από την στιγμή, λοιπόν, που δεν θέλω να τα έχω καλά με όλους, δεν φοβάμαι να εκτεθώ μέσα από την τέχνη μου. Εξάλλου, αυτό που κάνει τη ματιά μου πολιτική είναι η αγάπη μου για τον άνθρωπο. Γι’ αυτό και αυτοπροσδιορίζομαι Αριστερός: έχω ουμανιστική κατεύθυνση. Αγαπώ τους ανθρώπους με τα λάθη, με την τρέλα τους, με τις ψυχικές του αστάθειες.
Γι’ αυτό και την επόμενη σεζόν αναμένεται να σκηνοθετήσεις τον «Σωσμένο», σωστά;Γι’ αυτό και αυτοπροσδιορίζομαι Αριστερός: έχω ουμανιστική κατεύθυνση. Αγαπώ τους ανθρώπους με τα λάθη, με την τρέλα τους, τις ψυχικές του αστάθειες
Ναι, θα κάνω το έργο του Έντουαρντ Μποντ με το οποίο έχω καυλώσει απίστευτα. Με προβληματίζει το ζήτημα της άσκοπης βίας και θέλω να ερευνήσω τι είναι αυτό που κινεί έναν άνθρωπο να σκοτώσει έναν άλλο, ένα εντελώς αθώο πλάσμα. Ο «Σωσμένος» είναι το πρώτο έργο που ανέβασε ο Τάσος Μπαντής στο «Εμπρός» και μέχρι στιγμής έχει ανέβει άλλη μία φορά στο ΚΘΒΕ. Έκανε πρεμιέρα στο Λονδίνο, λογοκρίθηκε και δεν ξαναπαίχτηκε για πέντε χρόνια. Μέχρι που ο Λόρενς Ολίβιε έγραψε μια φοβερή κριτική και του έδωσε μεγάλη φόρα.
Σε συνδέουν πράγματα με τον Μποντ, με την έννοια πως κι εκείνος επέμεινε στη βασική εκπαίδευση, γεγονός κάτι που τον έκανε να αντιληφθεί τι σημαίνει κοινωνικός αποκλεισμός.Ναι, έζησα τι πάει να πει αποκλεισμός, αλλά πιστεύω πως είμαι ένα από τα γερά παιδιά αυτής της γενιάς. Ανήκω στην μεταπολιτευτική γενιά που, στην πρώτη της νιότη, αντιστάθηκε σε ένα βαθμό, με καταλήψεις, με πορείες.
Για την επίδραση του πολιτικού θεάτρου: “Οι θεατρίνοι δεν δίνουμε το σύνθημα μιας μαζικής εξέγερσης – ας το πάρουμε απόφαση”.
Και γερός είμαι και παιδί παραμένω. Το βλέπεις, άλλωστε. Είμαι ο ίδιος που ήμουν πάντα. Δεν βάζω ταμπέλες, δεν κρίνω εύκολα, εξακολουθώ να κάνω αυτό που γουστάρω χωρίς να με ενδιαφέρει τίποτα. Και ακόμα αντιστέκομαι αφού η ζωή και το σύστημα δεν με έχει πάρει από κάτω.
Μιλώντας για το σύστημα, είχες ένα δισταγμό στη φωνή όταν, νωρίτερα, αναφέρθηκες στην Αριστερά.Μα για φαντάσου: τα προηγούμενα χρόνια κάτι είχαμε να λέμε. Υπήρξε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας που είχε δώσει μια πίστη πως κάτι μπορεί να γίνει. Τελικά, από ότι καταλάβαμε όλοι, έληξε η ιστορία άνθισης της Αριστεράς. Έτσι κι αλλιώς, κομματικά δεν ανήκω πουθενά, αλλά ιδεολογικά παραμένω Αριστερός.
Τι συναισθήματα σου προκαλεί η απραξία των αριστερών κομμάτων;Απελπίζομαι, θυμώνω, στενοχωριέμαι, φοβάμαι. Δεν φοβάμαι τόσο για μένα, όσο για τους δικούς μου και για την επόμενη γενιά. Για τα παιδιά που έρχονται. Αν δεν πιστεύεις στα παιδιά, την πάτησες.
Και κοιτάζοντας τον διεθνή χάρτη των εξελίξεων;Και ο Μητσοτάκης να φύγει – και όλος αυτός ο συρφετός – θα πάμε σε κυβερνήσεις επιχειρηματιών. Θα μας κυβερνούν, εντελώς απροκάλυπτα, λόμπι επιχειρηματιών
Τα ίδια και χειρότερα. Το πρωί διάβαζα για τον πόλεμο που προετοιμάζουν Ινδία και Πακιστάν, για την κατάσταση στο Σουδάν ενώ την ίδια ώρα η Δύση εκφασίζεται. Γενικά, όπως είπες, αλλάζει ο τρόπος που ασκείται η πολιτική. Και ο Μητσοτάκης να φύγει – και όλος αυτός ο συρφετός – θα πάμε σε κυβερνήσεις επιχειρηματιών. Θα μας κυβερνούν, εντελώς απροκάλυπτα, λόμπι επιχειρηματιών. Όπως είναι σήμερα ο Τραμπ με τον Μασκ – αυτό θα είναι το νέο πρότυπο διακυβέρνησης. Κι αυτό με σοκάρει. Από την άλλη, δεν ξέρω αν είναι καλύτερο ή χειρότερο να έχεις πολιτικούς – πιόνια ολιγαρχών ή να είναι οι ίδιοι στο προσκήνιο της εξουσίας. Όλο αυτό με κάνει να σκέφτομαι όσα έλεγε ο Χρόνης Μίσσιος σχετικά με τον αόρατο και τον ορατό εχθρό.
Κι εμείς τι κάνουμε απέναντι σ’ αυτόν τον εχθρό;Προσωπικά, ενεργώ μέσα από το θέατρο. Προσπαθούμε με ένα τρόπο να εμβολίσουμε με ιδέες, να προβληματίσουμε το κοινό – εννοείται πως δεν δίνουμε λύσεις. Παρακινείς τον θεατή να δει το αόρατο. Δηλαδή, ο Βεϊσέλ, ο Κούρδος που έπαιζε στο «Άνθρωποι και ποντίκια» ήταν ένα παράδειγμα του «Άλλου», τον οποίο να δεις με άλλα μάτια όταν συναντήσεις στο δρόμο. Κι αυτό είναι καθαρά πολιτικό. Στο θέατρο, μιλάμε στον καθένα ξεχωριστά, οι θεατρίνοι δεν δίνουμε το σύνθημα μιας μαζικής εξέγερσης – ας το πάρουμε απόφαση. Μόνο η μουσική έχει διεισδύσει τόσο βαθιά. Είναι αυτό που έλεγε ο Γκροτόφσκι περί Αντιγόνης: ανεβάζεις την τραγωδία, εναντιώνεσαι μαζί με το κοινό στην εξουσία του Κρέοντα και βγαίνοντας στην πραγματική ζωή θα έρθει η στιγμή που θα γίνεις κι εσύ Κρέοντας.
“Δεν είμαι ο άνθρωπος που έλκεται από την εξουσία – το αντίθετο θα έλεγα. Θέλω να λειτουργώ, κι εγώ και οι γύρω μου, με ελευθερία” υπογραμμίζει.
Ίσως να μου έχουν ξεφύγει στιγμές μέσα στις σχέσεις, στην δουλειά με την ομάδα. Κι αν γίνω Κρέων θα το κάνω μόνο αν κάποιος προσπαθήσει να μου κάνει κακό – σε επίπεδο άμυνας. Δεν είμαι ο άνθρωπος που θα γυρίσω το μάγουλο στο χαστούκι. Αλλά ούτε κι εκείνος που θα παίξει με τους όρους της εξουσίας την οποία εκπροσωπεί το αρχέτυπο του Κρέοντα. Δεν είμαι ο άνθρωπος που έλκεται από την εξουσία – το αντίθετο θα έλεγα. Θέλω να λειτουργώ κι εγώ και οι γύρω μου με ελευθερία. Γι’ αυτό και οι σκηνοθεσίες μου προκύπτουν από αυτοσχεδιασμούς, από κείμενα που γράφουν οι ηθοποιοί και στη συνέχεια εγώ απλώς συνθέτω.
Οι όροι της κολεκτίβας εξακολουθούν να περιγράφουν το εγχείρημα; Γιατί και η κολεκτίβα του Cartel ήταν μια πολιτική απόφαση.Τώρα είναι πιο καθαρά τα πράγματα, χρηματοδοτούμε το θέατρο εγώ και η Φαίη, οι άνθρωποι θα πληρώνονται για να είναι εδώ και από εκεί και πέρα με ποσοστά θα είμαστε όλοι ισότιμοι στα κέρδη. Κι αυτό, μάλλον, δεν μπορώ να το χαρακτηρίσω κολεκτίβα.
Πόσο έχεις αλλάξει στη διαδρομή αυτής της 12ετίας; Αισθάνεσαι πως έχει διανύσει απόσταση ως καλλιτέχνης, αισθάνεσαι πιο ώριμος;Δεν νιώθω πιο ώριμος καλλιτεχνικά – θα ήταν βλακεία και μόνο να ισχυριστώ κάτι τέτοιο. Νιώθω ότι δεν ξέρω τίποτα, πραγματικά
Δεν νιώθω πιο ώριμος καλλιτεχνικά – θα ήταν βλακεία και μόνο να ισχυριστώ κάτι τέτοιο. Νιώθω ότι δεν ξέρω τίποτα, πραγματικά. Δεν ξέρω πως να παίξω, δεν ξέρω πώς να σκηνοθετήσω. Με πηγαίνουν τα πράγματα σε αυτό που κάνουμε κάθε φορά. Και τώρα στις πρόβες των «Εμπόρων» πηγαίνω άγραφο βιβλίο. Δεν θέλω να νιώσω ότι ξέρω γιατί μετά θα είναι σαν να έχω συνταγή. Άσε που δεν πιστεύω ότι υπάρχει συνταγή· γιατί διαφορετικά θα είχαμε γεμίσει επιδραστικές παραστάσεις και θα βγάζαμε όλοι πολλά λεφτά.
Τότε, πιστεύεις στο ταλέντο;Ίσως έχω ένα ταλέντο να κάνω παραστάσεις που ακουμπούν στη δική μου αλήθεια, στην αλήθεια των ηθοποιών και κάπως έτσι πλησιάζουν την αλήθεια του κοινού. Κι αυτό, πάλι, με αμφιβολία το λέω. Εκείνο που δεν αμφισβητώ με τίποτα είναι πως όσες παραστάσεις έχω σκηνοθετήσει περιέχουν γεγονότα τα οποία έχουν συμβεί στην πραγματικότητα. Στα «Κόκκινα φανάρια», για παράδειγμα, είχαμε επεισόδια τα οποία είτε είχα δει με τα μάτια μου να συμβαίνουν γύρω από την Ομόνοια ή τα είχε ζήσει η Μπέτυ Βακαλίδου. Στα «Ποντίκια», επίσης, μιλούσαμε για όλους εκείνους τους ανθρώπους που το πρωί δουλεύουν σε συνεργεία για ένα ξεροκόμματο και το βράδυ κοιμούνται σε άθλιες συνθήκες, δέκα – δέκα μέσα σε βαν, πέριξ του Βοτανικού και της Εθνικής. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους μιλάω, τους περιθωριακούς, που κανείς δεν βλέπει και κανείς δεν φωτίζει.
Σχολιάζοντας τον τρόπο ζωής του: “Δεν θα κάνω πίσω από όσα με ορίζουν ως άνθρωπο και με κάνουν να νιώθω αληθινός”, ξεκαθαρίζει.
Ναι, έχω επαφή με ανθρώπους που δεν θα τους έριχνες άλλο βλέμμα, με άτομα που ζουν στην παρανομία, που έχουν διαπράξει φόνο, με Ρομά που ζουν γκετοποιημένοι· γενικά με αυτούς που η κοινωνία αποκλείει.
Μοιάζει λίγο αντιφατική η ζωή σου.Μπορεί στα μάτια των άλλων να είναι. Από τη μια να ζω καλά, χωρίς να μου λείπει τίποτα· κι από την άλλη να τρώω στο ίδιο τραπέζι με μια οικογένεια Ρομά. Αυτός είμαι. Δεν έχω αποσυνδέσει το πριν μου από το τώρα μου. Με γειώνει όλο αυτό, θέλω να ζω ανάμεσα σε λαϊκούς ανθρώπους.
Νωρίτερα τόνισες ότι δεν θέλεις να κρίνεις κανέναν. Το λες και επειδή έχεις εισπράξει πολλή και επιθετική κριτική;Ναι, έχω επαφή με ανθρώπους που δεν θα τους έριχνες άλλο βλέμμα, με αυτούς που η κοινωνία αποκλείει
Και κανιβαλισμό έχω εισπράξει. Και λογικά θα έπρεπε να ήμουν πιο μαζεμένος μετά από τόσο δημόσιο bulling – που εξακολουθεί να συμβαίνει. Από τότε που είμαστε ζευγάρι με τη Δέσποινα (Βανδή) έχουν γίνει χυδαίοι απέναντι μου, έχω φάει κοροϊδία για τα κιλά μου, ασχολούνταν μέρες επειδή χόρεψα ένα ζεϊμπέκικο. Έχω ‘φάει’ πολύ ξύλο και θεωρώ ότι όλο αυτό είναι ανθρωποφαγικό. Παρόλα αυτά, δεν με επηρέασε. Τίποτα από όλα αυτά που εισέπραξα, δεν θα με σταματήσει να είμαι αυτός που είμαι. Το πρόβλημα θα ήταν αν όλο αυτό με φόβιζε για να μην ξανακάνω κάτι από όλα αυτά για τα οποία με έκριναν. Δεν θα κάνω πίσω από όσα με ορίζουν ως άνθρωπο και με κάνουν να νιώθω αληθινός. Φαντάσου να εγκλωβιζόμουν στις απαιτήσεις των άλλων και να φέρομαι αναλόγως με τα γούστα τους.
Είσαι συμφιλιωμένος με την εικόνα σου;Ναι, απόλυτα. Είμαι ένας λαϊκός πανκ τύπος. Δεν μ’ ενδιαφέρει τίποτα.
“Φαντάσου να εγκλωβιζόμουν στις απαιτήσεις των άλλων και να φέρομαι αναλόγως με τα γούστα τους” απαντά, σχολιάζοντας το δημόσιο bulling που έχει δεχθεί τα τελευταία χρόνια.
Με τις άμυνες που είχα από μικρό παιδί. Από μικρό παιδί, ένας πανκ στη γειτονιά με τατουάζ, μπλε λοφίο, σκουλαρίκια, ήμουν δαχτυλοδεικτούμενος. Αυτό το παιχνίδι το έχω ξαναπαίξει, δηλαδή έχω αναπτύξει αντισώματα. Και να που τα ξαναχρειάστηκα – αυτή τη φορά σε μεγαλύτερη κλίμακα.
Η τριβή με τον κιτρινισμό των ΜΜΕ έκανε κακό στη σχέση σου με την Δέσποινα;Και κανιβαλισμό έχω εισπράξει. Από τότε που είμαστε ζευγάρι με τη Δέσποινα (Βανδή) έχουν γίνει χυδαίοι απέναντι μου και όλο αυτό είναι ανθρωποφαγικό. Παρόλα αυτά, τίποτα δεν θα με σταματήσει να είμαι αυτός που είμαι
Όχι, ίσα – ίσα που μας ατσάλωσε, μας έφερε πιο κοντά. Φυσικά, η Δέσποινα με είχε προειδοποιήσει για το τι έρχεται. Ανησυχούσε μήπως κλονιστώ από όλο αυτό, γιατί εκείνη το ζει τόσα χρόνια, το έχει συνηθίσει και, με έναν τρόπο, ξέρει να το χειρίζεται. Όμως, πλέον, τα ΜΜΕ έχουν εκπαιδεύσει και τον διπλανό σου να σε τραβάει με ένα κινητό την ώρα που εσύ τρως με τη σύντροφο σου κι έχετε μια καθημερινή στιγμή. Αλλά αν αρχίσω να λαμβάνω και αυτούς υπόψιν, τότε θα σταματήσω να ζω.
Συμβουλεύεσαι την Δέσποινα γύρω από επαγγελματικά ζητήματα;Ναι, φυσικά. Ποιος δεν συζητά με την σύντροφό του όσα τον απασχολούν στη δουλειά του; Η Δέσποινα είναι θεατρόφιλη, παρακολουθεί πολύ θέατρο, της αρέσει και να παίζει γι’ αυτό και έχει κάνει εμφανίσεις σε παραστάσεις. Έχει τρομερό ένστικτο, καλλιέργεια και η γνώμη της με βοηθάει. Ακούω τους δικούς μου ανθρώπους, αυτούς που ξέρω ότι είναι δίπλα μου για καλό. Όλους τους υπόλοιπους τους αγνοώ.
Θα συνεργαζόσασταν στο θέατρο;Σίγουρα! Θέλω να κάνω κάτι με τη Δέσποινα στο θέατρο. Και δεν το λέω γενικά, έχω σκεφτεί και έχω βρει τί θα κάνουμε. Θα την σκηνοθετήσω.
Ξέρεις πως αυτή η δήλωση θα είναι αφορμή για καινούργια σχόλια σε μεσημεριανές και πρωϊνές εκπομπές;Ε, και;
Δεν αισθάνεσαι ότι αυτή η φασαρία σε αποπροσανατολίζει, με έναν τρόπο;Νομίζω ότι αποπροσανατολίζει σε σχέση με τη δουλειά μου στο θέατρο. Θολώνει το τοπίο. Κι ενώ μιλάμε δύο ώρες μαζί για κοινωνικά, πολιτικά, θεατρικά πράγματα θα παίξει ο τίτλος «είμαι καψούρης με τη Δέσποινα Βανδή». Πάντα πίστευα ότι η δουλειά του ηθοποιού σχετίζεται με κάτι το μυστικό, το κρυμμένο ώστε να μπορεί κανείς να ταυτιστεί με τους ρόλους που υποδύεται, να μην έχει δεύτερες εικόνες. Κι αυτό, αναφορικά με μένα, δεν λειτουργεί πια, για πολλούς θεατές.
Από την άλλη, πιστεύεις ότι κοινό που δεν έχει δει προηγούμενες δουλειές σου θα έρθει στο θέατρο, επειδή σε γνώρισε μέσα από τα tabloids;Εννοείται. Αλλά ούτε κι αυτό με πειράζει. Αν εμείς έχουμε στα χέρια μας μια παράσταση που θα τους ανατινάξει τον εγκέφαλο, κέρδος θα είναι – και για τους θεατές και για εμάς. Αυτός είναι ο στόχος μας. Μακάρι να καθίσουν απέναντι μας άνθρωποι πολύ λιγότερο υποψιασμένοι για όσα συμβαίνουν στην κοινωνία.
Έχεις άλλους επαγγελματικούς στόχους;Θέλω να κάνω κάτι με τη Δέσποινα στο θέατρο. Και δεν το λέω γενικά, έχω σκεφτεί και έχω βρει τί θα κάνουμε. Θα την σκηνοθετήσω
Το γεγονός ότι ανοίγει ξανά το Cartel είναι όνειρο για μένα. Θέλω να ξαναφτιαχτεί μια ομάδα, να στήσουμε ένα θέατρο ρεπερτορίου και να είμαστε ευτυχισμένοι μέσα εκεί, χωρίς νοσηρότητες. Δεν θέτω μεγαλεπήβολους στόχους.
Κι αν γίνεσαι στόχος προσδοκιών από άλλους;Δεν φέρω τέτοιο βάρος πάνω μου.
Ο ίδιος δεν έχεις προσδοκίες από τον εαυτό σου;Έχω, αλλά αφορούν κυρίως τη ζωή, την κανονική ζωή: να έχω την πολυτέλεια για ένα σπίτι στην Κρήτη και να αράζω όσο περισσότερους μήνες το χρόνο μπορώ. Η Κρήτη έχει μια ανοιχτωσιά που μου ταιριάζει, οι άνθρωποι είναι ντόμπροι, είναι λογοτιμήτες που λέμε – κάποιοι άνθρωποι είναι έτοιμοι να μπουν στη φωτιά για τον άλλον. Εγώ, ας πούμε, που στην κορυφή των αξιών μου έχω τη φιλία, το εκτιμώ πολύ αυτό.
Του έχει κάνει κακό η πολλή δημοσιότητα; “Πάντα πίστευα ότι η δουλειά του ηθοποιού σχετίζεται με κάτι το μυστικό, το κρυμμένο ώστε να μπορεί κανείς να ταυτιστεί με τους ρόλους που υποδύεται, να μην έχει δεύτερες εικόνες. Κι αυτό, αναφορικά με μένα, δεν λειτουργεί πια, για πολλούς θεατές” λέει.
Ναι, έχω φάει πολλές πατάτες από φίλους. Μάλιστα, το αρχικό ερέθισμα για το ανέβασμα του «Άνθρωποι και ποντίκια» ήταν αυτό: μια προδομένη φιλία που είχα βιώσει. Αλλά στην Κρήτη γνώρισα ανθρώπους που μου ενέπνευσαν ξανά την εμπιστοσύνη για τη φιλία.
Αξιακά τι άλλο έχεις ψηλά;Την οικογένεια. Να είμαι καλός πατέρας, καλός σύντροφος. Επίσης, έχω ψηλά τον έρωτα.
Είσαι ευτυχισμένος;Είμαι καλά. Έτσι όπως έχουμε φτιάξει τη ζωή μας με τη Δέσποινα, έχουμε καταφέρει να έχουμε πολλές ευτυχισμένες στιγμές.
Ο Βασίλης Μπισμπίκης πρωταγωνιστεί στην παράσταση “Οι έμποροι της Βενετίας“, εμπνευσμένη από το έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ που παρουσιάζεται στον Τεχνoχώρο Cartel (Λεωφ. Κηφισού 41, Αιγάλεω 122 42) από την Πέμπτη 22 Μαϊου.
Διασκευή – Σκηνοθεσία: Τσέζαρις Γκραουζίνις
Σκηνικά – Κοστούμια: Κέννυ Μακ Λέλλαν
Φωτισμοί: Ευσταθία Δρακονταειδή
Πρωτότυπη μουσική: Γιάννης Μαθές
Video Art & Design: Παντελής Μάκκας
Βοηθός σκηνοθέτη: Ερατώ Αγγουράκη
Στίχοι ιταλικών τραγουδιών: Μάνος Σαγκρής
Παίζουν: Βασίλης Μπισμπίκης, Έρρικα Μπίγιου, Γιώργος Σιδέρης, Στέλιος Τυριακίδης, Γιανμάζ Ερντάλ (Βεισέλ), Γιάννης Κατσιμίχας, Ελένη Γεωργακοπούλου, Αλέξανδρος Κουκιάς, Γιάννης Τσίτσος.
Παραστάσεις: Πέμπτη – Κυριακή, 21.00
Προπώληση εισιτηρίων: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/oi-emporoi-tis-benetias