Η Σοφία Καλογιάννη παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το αριστούργημα του Μπόρις Βιάν, ενός από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολεμικής Γαλλίας: «Οι Οικοδόμοι της Αυτοκρατορίας» (Les Batisseurs d’Empire). Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά το 1959 στο Παρίσι, σε σκηνοθεσία του Ζαν Βιλάρ, και απαγορεύτηκε έως το 1962. Στην χώρα μας παραμένει σχετικά άγνωστο, καθώς μέχρι σήμερα δεν είχε την τύχη να παρουσιαστεί επί σκηνής.
Λίγα λόγια για το έργοΗ ιστορία λαμβάνει χώρα μέσα σε ένα απροσδιόριστο συγκρότημα διαμερισμάτων, όπου μια τριμελής μεσοαστική οικογένεια, μαζί με την οικιακή της βοηθό, καταδιώκεται από έναν ανεξήγητο και τρομακτικό θόρυβο, γεγονός που την αναγκάζει να δραπετεύει συνεχώς από το ένα διαμέρισμα στο άλλο. Σε έναν κόσμο υπό κατάρρευση που διαρκώς συρρικνώνεται, η εκτόνωση της πίεσης είναι αναπόφευκτη και οδηγεί σε ακραίες συμπεριφορές.
Σκηνοθετικό σημείωμα:Το τολμηρό αυτό κείμενο, το οποίο εντάσσεται στο θέατρο του Παραλόγου και χαρακτηρίζεται από το γνωστό σουρεαλιστικό χιούμορ του συγγραφέα, επιτρέπει πολλά επίπεδα ανάγνωσης. Από το υπαρξιακό ή ψυχολογικό θρίλερ έως την κοινωνικοπολιτική αλληγορία και την μοντέρνα δυστοπία. Ο Μπόρις Βιάν διασυνδέει ευφυώς το συλλογικό με το ατομικό, καθώς η ιστορική παθογένεια παραλληλίζεται με την κοινωνική αλλά και την ατομική παθογένεια. (Η έμμεση αναφορά του συγγραφέα στο αποικιοκρατικό παρελθόν της χώρας του, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη τα κινήματα ανεξαρτησίας της Αλγερίας, είναι πρόδηλη). Εστιάζοντας στα διαχρονικά του στοιχεία, η συγκεκριμένη απόδοση αποφεύγει να προσδιορίσει το χωροχρονικό πλαίσιο του έργου, το οποίο στηλιτεύει την υποκρισία και ουσιαστικά σαρκάζει την κατάρρευση και την αποτυχία των αξιών του νεότερου Δυτικού πολιτισμού. Η κριτική της αστικής τάξης και του πατριαρχικού μοντέλου, το αντιπολεμικό ιδεώδες, οι σχέσεις εξουσίας, η έλλειψη επικοινωνίας, αλλά και το υπαρξιακό αδιέξοδο, αποτελούν βασικούς θεματικούς άξονες πάνω στους οποίους ο συγγραφέας συνυφαίνει αριστοτεχνικά την πλοκή της ιστορίας του.
– Σοφία Καλογιάννη
Ο Μπορίς Βιάν γεννήθηκε το 1920. Πολύπλευρη προσωπικότητα, μηχανολόγος μηχανικός στο επάγγελμα εκτός από το συγγραφικό του έργο είχε να επιδείξει και μια αξιόλογη παρουσία στη μουσική (έπαιζε τρομπέτα και τραγουδούσε) και στον κινηματογράφο. Έγραψε μεταξύ άλλων μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και ποιήματα. Γνωστός, τα πρώτα χρόνια της Απελευθέρωσης και του υπαρξισμού, ως “ο πρίγκιπας του Σαιν-Ζερμαίν-ντε Πρε”, συγχρωτίστηκε με τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ, τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ και τον Ρεημόν Κενώ. Τα βιβλία του ανακαλύπτονται εκ νέου τη δεκαετία του ’60 και γίνονται αναγνώσματα καλτ για τη γενιά του Μάη του ’68, αλλά και για τις μετέπειτα γενιές. Ο “αιώνιος έφηβος”, κατά τον Μωρίς Ναντώ, εξακολουθεί να σαγηνεύει τους απανταχού αναγνώστες του. Ο Μπόρις Βιάν πέθανε το 1959 σε ηλικία 39 ετών, ενώ παρακολουθούσε δοκιμαστική προβολή για τη μεταφορά του «Θα φτύσω τους τάφους σας» στον κινηματογράφο. Σήμερα, ο συγγραφέας που αντιμετωπίστηκε ως «διαρκές σκάνδαλο» και δεύτερης κατηγορίας όσο ζούσε, θεωρείται από τους σημαντικότερους διανοουμένους της μεταπολεμικής Γαλλίας, πρόδρομος του «Νέου Μυθιστορήματος» («Nouveau Roman») σύμφωνα με τον ίδιο τον «πατέρα» του νέου λογοτεχνικού ρεύματος, τον Αλέν Ρομπ -Γκριγιέ.