MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΡΙΤΗ
16
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΠΗΓΑΜΕ / ΕΙΔΑΜΕ

Hot or Not #65: Όσα μας άρεσαν και όσα μας «χάλασαν» αυτή την εβδομάδα

Η ομάδα του Monopoli κάνει έναν απολογισμό της εβδομάδας που πέρασε και συγκεντρώνει όλα όσα της τράβηξαν το ενδιαφέρον.

Monopoli Team | 04.06.2023

Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, πήγαμε θέατρο, είδαμε ταινίες, ακούσαμε μουσική, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα και πολλά άλλα και κάποια από αυτά θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑHot or Not #64: Όσα μας άρεσαν και όσα μας «χάλασαν» αυτή την εβδομάδα12.09.2018

(+) Όλα όσα μάς άρεσαν

(+) Kadinelia και Alkyone κατέβηκαν Αθήνα και μας ξεσήκωσαν φέρνοντας το folk στο σήμερα

Ένα πολύ δημοφιλές (και δικό μου αγαπημένο) trend που βλέπουμε όλο και πιο συχνά στην ελληνική σκηνή είναι η αναβίωση της παραδοσιακής μουσικής από νέους, σύγχρονους μουσικούς – είτε μιλάμε για εκείνους που “πειράζουν” παραδοσιακούς folk ήχους για να τους φέρουν στο σήμερα, είτε για εκείνους που εμπνέονται από την παραδοσιακή μουσική για να γεννήσουν κάτι εντελώς καινούριο. Το βράδυ της Παρασκευής, δύο από τα πιο πρωτότυπα σχήματα που έχουν γεννηθεί από αυτή ακριβώς την τάση για εξερεύνηση της παράδοσης στο σήμερα, ένωσαν τις δυνάμεις τους για ένα πολύ ενδιαφέρον live στα Πανοραμικά Σκαλιά του ΚΠΙΣΝ. Μιλάω για την Alkyone και τα Kadinelia, που εγκαινίασαν τα Music Escapades για φέτος και μάς χάρισαν ένα δίωρο γεμάτο αγαπημένα τραγούδια – πρωτότυπα και διασκευές – ο κάθε ένας με τον δικό του μοναδικό τρόπο.

Η αιθέρια Alkyone ανέβηκε πρώτη στη σκηνή, για να ερμηνεύσει μεταξύ άλλων τα “Ξενιτεμένα μου Πουλιά” με τη δική της, φρέσκια φυσικά προσέγγιση, το ξεσηκωτικό “Απάνω στην Τριανταφυλλιά”, ένα έργο από τον “Επιτάφιο” του Γιάννη Ρίτσου σε μία από τις πιο όμορφες στιγμές της βραδιάς, αλλά και κομμάτια από τον ολοκαίνουριο πρώτο της δίσκο “Exit Sign” – που μπορώ να πω ότι είχαν μεγάλο ενδιαφέρον. Σειρά είχαν οι σαφώς πιο ξεσηκωτικοί Kadinelia, που έπαιξαν όλα εκείνα τα παραδοσιακά τραγούδια (από ηπειρώτικα μέχρι ποντιακά) που τόσο έχουμε αγαπήσει – και δεν γινόταν να μην σηκωθείς να χορέψεις, όσο αναπαυτικά κι αν ήταν στα σκαλιά. Γυρνώντας στο σπίτι σκεφτόμουν πόσο όμορφες στιγμές μπορεί να γεννήσει ο (ουσιαστικός) πειραματισμός με την παράδοση, πόσο αρμονικά μπορείς να φέρεις το παρελθόν στο παρόν, αλλά και το πόσο διασκέδασα!
Τατιάνα Γεωργακοπούλου

(+) Greek Cinema Night στο πάρκο Ελευθερίας και πιο…θερινό δεν γίνεται

Φωτογραφία: Ευδοκία Βαζούκη

Κάτω από τα αστέρια, πάνω σε ψάθα απλωμένη στο γρασίδι…μία πραγματικά υπέροχη εμπειρία – και μάλιστα δωρεάν – έζησα μαζί με την παρέα μου στο πάρκο Ελευθερίας. Στη μαγεία της 7ης τέχνης αλά ελληνικά είχαν σκοπό να μάς ταξιδέψουν οι προβολές της σειράς Greek Cinema Nights στο πλαίσιο του Αthens City Festival του Δήμου Αθηναίων. Αρχικά τα σχέδια ήθελαν να βλέπαμε τα “Φθηνά Τσιγάρα” του Ρένου Χαραλαμπίδη – την απόλυτη ταινία των θερινών – την περασμένη Παρασκευή, αλλά ο καιρός τα “χάλασε” στη διοργάνωση κι έτσι καταλήξαμε να βλέπουμε το “Δε θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό” του Γιώργου Γεωργόπουλου. Και δεν είναι τόσο για την ταινία που θέλω να κάνω μνεία σε αυτό το “hot”, αν και ήταν απολαυστική. Αλλά για την όλη συνθήκη του να βρίσκεσαι στο κέντρο της πόλης αλλά ταυτόχρονα να νιώθεις χιλιόμετρα μακριά της. Η οθόνη στημένη μπροστά σου κι ένα απολαυστικό Dj set σε υποδέχεται λίγο πριν την προβολή. Στρώνεις την ψάθα, καθίζεις τους φίλους, απλώνεις τις μπίρες. Λίγη κουβεντούλα ώσπου να ξεκινήσει η ταινία. Ο αθηναϊκός ουρανός χαμηλώνει τα φώτα του…και το σκηνικό γίνεται ακόμη πιο ιδανικό. Κανείς δεν μιλάει, αν και είμαστε πολλοί που μαζευτήκαμε με την αφορμή αυτή. Κανείς δεν τσεκάρει το κινητό του, κανένα φως οθόνης δεν σε ενοχλεί, κανένας ήχος κλήσης/ξυπνητηριού δεν διακόπτει. Κανείς δεν αφήνει κανένα σκουπίδι στο γρασίδι φεύγοντας. Οι τίτλοι της ταινίας πέφτουν και κανένας δεν βιάζεται να σηκωθεί να φύγει. Το μόνο που ακούς είναι γέλια και κουβέντες. Κουβέντες και ξανά γέλια. Καλοκαίρι στην Αθήνα σημαίνει θερινό σινεμά – και ακόμη καλύτερα όταν μπορεί και συμβαίνει έτσι. Σαν μία συνάντηση γνωστών και αγνώστων. Όχι τόσο για την ταινία σαν ταινία (εντάξει και γι’ αυτή) αλλά για τη συνθήκη.
Ευδοκία Βαζούκη

(-) Και κάτι που δεν μάς άρεσε

(-) Είδα και εγώ τα “Μπάσταρδα” του Νίκου Πάστρα

Φωτογραφία: Ανδρομάχη Αρβανίτη

Πριν περίπου μία εβδομάδα, έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Νίκου Πάστρα με τίτλο “Μπάσταρδα”. Η ταινία είχε προηγουμένως προβληθεί στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (2022) και είχε μάλιστα διακριθεί. Έτσι και εγώ, έχοντας υπόψιν μου την επιτυχία της, θέλοντας κιόλας να στηρίξω ένα ελληνικό κινηματογραφικό εγχείρημα, Τετάρτη βράδυ έκλεισα εισιτήρια στην πολυαγαπημένη Ριβιέρα των Εξαρχείων για να γνωρίσω κι εγώ αυτά τα…Μπάσταρδα. Η εμπειρία μου δεν ήταν και η καλύτερη αλλά είχε ενδιαφέρον. Ας ξεκινήσουμε πρώτα με το κόνσεπτ της ταινίας, έτσι τουλάχιστον όπως το αντιλήφθηκα εγώ. Τα Μπάσταρδα είναι μία παρέα από πέντε αγόρια και πέντε κορίτσια τα οποία έχουν δραπετεύσει από τα σπίτια τους και έχουν εγκατασταθεί στην εξοχή. Επιχειρούν να δημιουργήσουν ένα μέρος, ένα κοινόβιο, απαλλαγμένο από τα στερεότυπα και τους φραγμούς που θέτει η κοινωνία σχετικά με το σεξ, τα ναρκωτικά, την αγάπη, τη νεότητα και να αναγεννήσουν τον θεσμό της οικογένειας. Πραγματικά, το νόημα είναι πολύ όμορφο, στην πράξη όμως δεν βρήκε τόση καλή εφαρμογή. Τι εννοώ; Μου φάνηκε αρκετά επιτηδευμένη η προβολή των παραπάνω ζητημάτων, σε βαθμό που αντέστρεψε το αρχικό νόημα που ήθελε να περάσει προς τα έξω. Δημιούργησε μία έντονη αντίθεση ανάμεσα στην ταινία και την πραγματικότητα, τόσο έντονη, που έβαλε και τα ίδια τα μπάσταρδα σε καλούπια. Όσον αφορά στο σενάριο, αυτό ήταν εμφανώς ελλιπές, ενώ το plot twist στο τέλος -αν και αντιλαμβάνομαι τη μεταφορά- αχρείαστο, χωρίς κάποιο build up. Μία ταινία με πολλές προσδοκίες που δυστυχώς δεν εκπλήρωσε. Σε μία πιο ευχάριστη νότα, για το τέλος, θα αφήσω το εξής: κάποια κινηματογραφικά καρέ ήταν μαγικά, ενώ η μουσική των Mazoha ξεχώρισε!
Ανδρομάχη Αρβανίτη

(-)Αγάπη και μίσος για την νέα ταινία του Αρνό Ντεπλεσάν

Ο Γάλλος σκηνοθέτης Ντεπλεσάν μας έχει συνηθίσει στα οικογενειακά δράματα, ένα θέμα που διαχέει σχεδόν όλη την φιλμογραφία του. Έτσι λοιπόν, και η τελευταία ταινία του «Αγάπη και Μίσος» με το ερμηνευτικό δίδυμο Μαριόν Κοτιγιάρ και Μελβίλ Πουπό βάζει στο επίκεντρο τον αδελφικό δεσμό. Η Αλίς, μια ιδιότροπη διάσημη ηθοποιός βρίσκεται σε ρήξη με τον αδερφό της Λουί, δάσκαλο και ποιητή εδώ και 20 χρόνια με ένα ανεξήγητο μίσος να τους διακατέχει. Όταν όμως ένα τραγικό ατύχημα οδηγεί τους ηλικιωμένους γονείς τους στο νοσοκομείο, θα αναγκαστούν να συνυπάρξουν.

Παρά τις προσπάθειες των δύο πρωταγωνιστών να αποτυπώσουν τη μιζέρια και το χάος των δυο αυτών συγγενών, το σενάριο δεν αποκτά ποτέ ξεκάθαρο στόχο. Ο Ντεπλεσάν δεν δείχνει να ξεκαθαρίζει τα ηθικά ζητήματα που οδήγησαν στην καταστροφή της οικογένειας με αποτέλεσμα ο θεατής να μην μπορεί να ταυτιστεί ή να συμπονήσει τους ήρωες, αφού τα συναισθήματα και οι πράξεις τους μοιάζουν αναίτια. Παρόλο που βλέπουμε τους ήρωες να τιμωρούνται και να αυτομαστιγώνονται καθ’ όλη τη διάρκεια, η ταινία στερείται βάθους και δεν πλησιάζει κανένα συγκεκριμένο θέμα, παρά μόνο επιφανειακά. Η ταινία σίγουρα δεν αποτελεί χάσιμο χρόνου και περιέχει κομμάτια που αξίζουν την προσοχή μας, όταν όμως η ομάδα συντελεστών μπροστά και πίσω από τις κάμερες είναι τόσο δυνατή, ο θεατής φεύγει από την αίθουσα χωρίς να έχει συναντήσει τις προσδοκίες του.
Σπύρος Χαϊντούτης

(-) Η Lizzo, η χοντροφοβία και το δήθεν ενδιαφέρον για την υγεία των άλλων

Την εβδομάδα που μάς πέρασε η βραβευμένη με Grammy τραγουδίστρια, τραγουδοποιός και ράπερ Lizzo δέχθηκε για μια ακόμη φορά χοντροφοβική επίθεση για την εμφάνιση της. Συγκεκριμένα το σχόλιο της youtuber Layah Heilpern στο twitter που έγραφε «Πως η Lizzo είναι τόσο παχιά όταν κινείται συνεχώς στη σκηνή; Αναρωτιέμαι τι να τρώει», ήταν φαίνεται η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για την ερμηνεύτρια, η οποία απάντησε με δικό της ποστ από τον προσωπικό της λογαριασμό: «Μόλις συνδέομαι στην εφαρμογή τέτοιου είδους σχόλια για εμένα βλέπω κάθε φορά. Έχει αρχίσει και με κάνει να μισώ τον κόσμο», ενώ σε διαφορετικό ποστ πρόσθεσε πως «Έτσι φαίνεται το σώμα μου ακόμη και όταν τρώω υγιεινά ή ασκούμε», διευκρινίζοντας επίσης: «Το να είμαι παχιά δεν είναι το brand μου. Έτσι απλώς δείχνει το σώμα μου. Αυτό είναι όλο. Το brand μου είναι η feel-good μουσική, η υποστήριξη κάθε ανθρώπου, η απελευθέρωση των μαύρων γυναικών».

Δεν είναι η πρώτη φορά ούτε η τελευταία που η Lizzo, η οποία και κλείδωσε τον λογαριασμό της στο twitter, δέχεται μια τέτοια χοντροφοβική επίθεση. Δυστυχώς η χοντροφοβία είναι μια αποδεκτή από την πλειοψηφία της κοινωνίας μορφή διάκρισης στο όνομα δήθεν ενός πάρα πολύ υπαρκτού προβλήματος, της παχυσαρκίας. Τα χοντρά άτομα, ωστόσο, όταν μιλάνε για «body positivity» δεν εννοούν -όπως πολλές φορές κατηγορούνται- την «προώθηση ανθυγιεινών προτύπων», αλλά το δικαίωμα τους να υπάρχουν στην ιδιωτική και τη δημόσια σφαίρα χωρίς να αισθάνονται ντροπή ή να πρέπει να απολογούνται στον οποιοδήποτε, το δικαίωμα τους να ζουν και να χαίρονται τη ζωή τους ως έχει, να αγαπούν και να δέχονται τον εαυτό τους όπως είναι, χωρίς ενοχές, αυτό-λύπηση ή χωρίς η απώλεια βάρους να τους γίνει έμμονη ιδέα. Όπως αξίζει δηλαδή κάθε άνθρωπος να αισθάνεται. Το αν είναι υγιείς ή όχι αυτό αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση για το κάθε χοντρό άτομο και το ξέρει μόνο εκείνο και οι γιατροί του. Ένας αριθμός στη ζυγαριά -όσο μικρός ή μεγάλος αν είναι αυτός- δεν είναι ενδεικτικός ούτε για την ποιότητα ούτε για την αξία ενός ανθρώπου. Peace and Love!
Αριστούλα Ζαχαρίου

Περισσότερα από Εκδηλώσεις
VIMA_WEB3b