MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
03
ΜΑΪΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

«Κίεβο» στο θέατρο Επί Κολωνώ: Όταν όλο το σύμπαν συνωμοτεί εναντίον μας!

Μπορεί ένα θεατρικό έργο να χωρέσει τα πάντα; Αυτό φαίνεται να επιχειρεί ο Ουρουγουανός συγγραφέας Σέρχιο Μπλάνκο που έγραψε το έργο КИЕВ (Κίεβο) και το οποίο ανεβαίνει από την ομάδα ΝΑΜΑ στην σκηνή του θεάτρου Επί Κολωνώ.Από τον Γιώργο Σμυρνή

author-image Γιώργος Σμυρνής

Στο ίδιο έργο  έχουμε το φινάλε από τον Βυσσινόκηπο του Τσέχοφ στο αντίστροφό του, ένα πυρηνικό ατύχημα αλά Τσερνομπίλ που εξαφανίζει μια ολόκληρη πόλη (το Κίεβο), μια οικογένεια με τέσσερα-πέντε οικογενειακά δράματα, μια ιστορία άγριου βασανισμού και εκτελέσεων αντιφρονούντων, μια αυτοκτονία, έναν κακό που θυμίζει τον κακό στην ταινία Chinatown του Ρομάν Πολάνσκι, μια ιστορία κακοποίησης ενός ανάπηρου που μου έφερε στο μυαλό τον σαδισμό εναντίον της κόρης του Τίτου Ανδρόνικου στην ομώνυμη τραγωδία του Σαίξπηρ, σχέσεις απέχθειας με δηλητήριο αλά Στρίμπεργκ σε μια δυσλειτουργική οικογένεια, όπως αυτές στον Τένεσι Ουίλιαμς, οικονομικές, πολιτικές ίντριγκες, μια απόπειρα βιασμού, τον εθισμό δύο νέων παιδιών στην μορφίνη και μερικά ακόμα δυσάρεστα γεγονότα και καταστάσεις. Και όλο αυτό σε ένα δράμα που διαδραματίζεται μέσα σε δύο μέρες στους τέσσερις τοίχους ενός σπιτιού προς πώληση και προς γκρέμισμα, με πρωταγωνιστές μία μάνα, την κόρη της και τον ανάπηρο γιο της, έναν μυστηριώδη θείο-λαμόγιο κι έναν νέο, οικογενειακό γνωστό, που έρχεται να παίξει το ρόλο του καταλύτη στο έργο.

Στο Κίεβο κατατίθενται πολλές ιδέες και πολλές εμπνεύσεις και αμέτρητοι προβληματισμοί για τα πολιτικά και κοινωνικά θέματα από την πλευρά του συγγραφέα, τα οποία, συγκεντρωμένα όλα μαζί, δημιουργούν ένα χαοτικό σύνολο ανθρώπινης οδύνης και καταστροφής. Κι αυτό συνδυάζεται με την μονόπλευρη και υπερβολικά καταγγελτική διάθεση του συγγραφέα. Μόνη στιγμή ανάσας πάει να γίνει ο έρωτας δύο νέων παιδιών, αλλά κι αυτό κόβεται γρήγορα από μια άγαρμπη απόπειρα βιασμού, που δεν ολοκληρώνεται πάντως. Όπως δεν ολοκληρώνεται ο έρωτάς τους, αυτή η απόδραση στον Παράδεισο της αγάπης, γιατί όλο το σύμπαν των κακών ανθρώπων συνωμοτεί εναντίον τους. Ο άνθρωπος πρέπει να είναι κτήνος ή σε κατάσταση σωματικής ή συναισθηματικής παράλυσης αναπηρίας στον κόσμο του Μπλάνκο.

Είναι ένα έργο με πολιτικά μηνύματα, με υπαρξιακά μηνύματα, με αρκετή δράση, συγκρούσεις. Το σασπένς συνδυάζεται με μια κουραστική συμβίωση ανθρώπων, με ανιαρούς ή χολερικούς διαλόγους, που κρύβουν μυστικά μεταξύ τους ή καμώνονται ότι κρύβουν μυστικά, σαν τους τέλειους υποκριτές. Τελικά, τα μυστικά βγαίνουν στην επιφάνεια και μαθαίνουμε όλη τη σήψη και την παρακμή που υπάρχει σε αυτό το σπίτι. Όλη αυτή η κακία αποτυπώνεται με εικόνες, όπως μια σάπια πισίνα (αν και αποδεικνύεται, πέρα από τον συμβολισμό, ότι υπάρχει μια πολύ λογική -και τελείως απάνθρωπη- εξήγηση, που τα νερά της πισίνας έχουν σαπίσει) ή ένα ανάπηρο παιδί, που πληρώνει το τίμημα (από ένα ατύχημα ή ίσως μια οικογενειακή κατάρα) για τα ανομήματα της οικογένειας, στην οποία μεγάλωσε.

Η σκηνοθεσία της Ελένης Σκότη  σε συνεργασία με τη Δάφνη Λαρούνη προσπαθεί να αποτυπώσει ρεαλιστικά κάποιες καταστάσεις, αλλά να τονίσει με έναν πιο ποιητικό χαρακτήρα κάποια σημεία του κειμένου, αλλάζοντας το παίξιμο των ηρώων σε συγκεκριμένα σημεία και κάνοντας παιχνίδια με τον φωτισμό και τη μουσική. Τα κριτήρια για την επιλογή των σημείων αυτών, που θέλει να τονίσει ο σκηνοθέτης, δεν μπορώ να πω ότι με πείθουν για την ορθότητά τους. Δημιουργεί ένα ισχυρό χάι λάιτ, ας πούμε, με μια σκηνή που μπαίνει μια μέλισσα στο μάτι του ανάπηρου, ενώ δεν κάνει το ίδιο, όταν διαβάζουν στην εφημερίδα το άρθρο που περιγράφει τον θάνατο μιας ολόκληρης πόλης από πυρηνικό ατύχημα.

Ως προς τις ερμηνείες, θα ήθελα κάπως μεγαλύτερο ρεαλισμό σε ορισμένα σημεία, ιδίως σε εκείνα με τις δηλητηριώδεις αιχμές που ανταλλάσσονται ανάμεσα στον ανάπηρο γιο και την εγωπαθή μητέρα. Αλλά και γενικότερα, το παιδί που είναι σε αναπηρική καρέκλα και ομολογουμένως είναι ο πιο δύσκολος ρόλος του έργου, θεωρώ ότι απαιτούσε περισσότερα από τον Γιάννη Λεάκο.

Τον ρόλο της μητέρας Έιρεν τον μοιράζονται η Φιλαρέτη Κομνηνού και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη – η καθεμιά τον ερμηνεύει στις μισές παραστάσεις αντίστοιχα. Εγώ είδα την παράσταση με πρωταγωνίστρια τη Φιλαρέτη Κομνηνού. Σε γενικές γραμμές, έδωσε μια εξαιρετική ερμηνεία. Οι άλλοι τρεις ηθοποιοί έδωσαν κάπως άνισες ερμηνείες, που όμως είχαν αρκετές δυνατές στιγμές. Ο Στάθης Σταμουλακάτος (στον ρόλο του Έσβαλντ, ενός ευγενικού, διπρόσωπου καθάρματος, που κρατάει την μοχθηρία του καλά κρυμμένη πίσω από ένα ψεύτικο χαμόγελο και τα πάντα του πάνε καλά, ακριβώς επειδή είναι ικανός για κάθε παλιανθρωπιά), καταφέρνει να σου δώσει αυτή την εικόνα για τον χαρακτήρα που ερμηνεύει αρκετά καθαρά και χωρίς υπερβολές. Ο βραβευμένος πέρσι με το βραβείο Χορν Δημήτρης Λάλος είναι καλός στα πιο ευαίσθηατα κι ερωτικά κομμάτια του ρόλου του, ενώ εκεί που πρέπει να εκφράσει απελπισία και ενοχή για το παρελθόν του, γίνεται κάπως υπερβολικός. Η Ηλιάνα Μαυρομάτη δίνει μια ερμηνεία λίγο καλύτερη από το μέτριο, αλλά αρκετά πειστική στο μεγαλύτερο μέρος της.

Σε γενικές γραμμές, το «Κίεβο» είναι ένα έργο που με τις καταστάσεις και τους χαρακτήρες που περιέχει, βάζει τρομακτικές ερμηνευτικές δυσκολίες στους ηθοποιούς, κυρίως γιατί απαιτεί τεράστιο ρεαλισμό στον χειρισμό ενός σε γενικές γραμμές ποιητικού κειμένου, που υπερβαίνει τα ρεαλιστικά πλαίσια διαρκώς. Αν και δεν ανταποκρίθηκαν σε όλες, οι ηθοποιοί του θιάσου κατέβαλαν συγκινητικές προσπάθειες να αποδώσουν το πνεύμα και το συναίσθημα του έργου στο κοινό και σε αρκετά σημεία το καταφέρνουν. Η σκηνοθεσία άλλοτε τους βοηθάει σε αυτό και άλλοτε όχι.

Κυρίως όμως, αυτό που μένει, είναι ένα υπερβολικά φορτωμένο έργο, που μοιάζει να προσπαθεί να συνδυάσει όλη την απελπισία της παγκόσμιας δραματουργίας με όλα τα πολιτικά, κοινωνικά και οικολογικά εγκλήματα που συμβαίνουν αυτή τη στιγμή στον πλανήτη. Κι όταν βάζεις έναν πέρα από τη λογική μαξιμαλιστικό στόχο, είναι λογικό να μην καταφέρνεις να τον πετύχεις. Ή να νομίζεις ότι τον πέτυχες.

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις
VIMA_WEB3b