Νεκρή φύση σε χαντάκι: Στο Studio Μαυρομιχάλη, μια γυναικοκτονία γίνεται ο “καθρέφτης” της κοινωνίας μας
Ο Φώτης Μακρής σκηνοθετεί, στο Studio Μαυρομιχάλη, το βραβευμένο έργο του Φάουστο Παραβιντίνο, «Νεκρή φύση σε χαντάκι», συνθέτοντας επί σκηνής ένα παζλ έξι υπόπτων, που ισορροπεί ανάμεσα στο αστυνομικό μυστήριο και το κοινωνικό σχόλιο, αποκαλύπτοντας έναν κόσμο βίαιο και τρομακτικά οικείο.
Στο έργο του Φάουστο Παραβιντίνο, μια γυναικοκτονία έρχεται να ταράξει την ηρεμία μιας μικρής πόλης στη Βόρεια Ιταλία. Το γυμνό σώμα μιας άγρια δολοφονημένης γυναίκας ανακαλύπτεται σε ένα χαντάκι. Καθώς η αστυνομία προσπαθεί να εξιχνιάσει το έγκλημα, έξι πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση -η μητέρα, το αγόρι του θύματος, ο νεαρός που βρήκε το πτώμα, ένα βαποράκι, μία πόρνη και φυσικά ο αστυνόμος που ανέλαβε την υπόθεση, μονολογούν ξετυλίγοντας ένα “κουβάρι” από προσωπικά άγχη, ακραίες ψυχολογικές μεταπτώσεις, οικογενειακά δράματα, ανέλπιδες προσπάθειες για μια νέα ευκαιρία, ζωές χωρίς σκοπό, χαμένες στα ναρκωτικά. Η σοκαριστική και αναπάντεχη αποκάλυψη του μυστηρίου έρχεται, τελικά, να κλονίσει κάθε βεβαιότητα, ρίχνοντας φως σε έναν κόσμο βίαιο, αδυσώπητο και ακατανόητο.

Ο Φώτης Μακρής υποδύεται τον αστυνομικό που έχει αναλάβει να εξιχνιάσει το έγκλημα.
Πιστό στην καλλιτεχνική του ταυτότητα και υπηρετώντας ένα θέατρο που στοχεύει στην αφύπνιση και τον προβληματισμό, το Studio Μαυρομιχάλη επενδύει για ακόμη μια φορά σε ένα βαθιά κοινωνικοπολιτικό έργο, το οποίο στην περίπτωση της «Νεκρής Φύσης σε Χαντάκι» ενδύεται τον μανδύα μιας αστυνομικής ιστορίας. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την υπόθεση της νεκρής κοπέλας ως αφορμή για να μιλήσει για μια απογοητευμένη κοινωνία, αιχμάλωτη μέσα στη δίνη της ολοκληρωτικής επικράτησης ενός αδηφάγου καπιταλισμού. Μια κοινωνία βαριά άρρωστη, χωρίς ιδανικά η οποία δεν ονειρεύεται πια, αρκείται μοναχά στην επιβίωση.
Φώτης Μακρής: Αν αλλάξεις τα ονόματα, η ιστορία θα μπορούσε να συμβαίνει σε οποιαδήποτε πόλη της Ελλάδος. Και αυτό είναι που την κάνει ακόμα πιο ανατριχιαστική.
Πρόκειται για ένα σκοτεινό έργο, με ισχυρή διαθεματικότητα, που καταφέρνει να περάσει αρχικά από την “ησυχία” ενός θρίλερ, με σασπένς και χιούμορ, στην “ανησυχία” ενός κόσμου άνισου, άδικου και σκληρού, που αποκαλύπτεται, μπροστά στα μάτια του θεατή, οικείος και αναγνωρίσιμος, εντείνοντας την ανησυχία και τον προβληματισμό του. Για τον σκηνοθέτη και έναν εκ των πρωταγωνιστών της παράστασης, Φώτη Μακρή, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία του έργου αποτελεί το γεγονός πως αυτό που θέλει να πει ο Φάουστο Παραβιντίνο δεν το φωνάζει: «Ο συγγραφέας δημιουργεί μια στέρεη αστυνομική ιστορία που θα μπορούσε να σταθεί ως μία απολαυστική ψυχαγωγική παράσταση. Και αυτό είναι που μου κέντρισε το ενδιαφέρον. Το πώς μπορεί μέσα από αυτή την «ψυχαγωγική» ιστορία να περάσει σκέψεις και προβληματισμούς με τρόπο «ύπουλο» θα έλεγα και να καταθέσει τελικά μία έντονη και καθαρή πολιτική σκέψη, χωρίς να το φωνάζει ή να κάνει «μάθημα».
Ο σκηνοθέτης-ηθοποιός χαρακτηρίζει το έργο ως ένα σχόλιο πάνω στον σύγχρονο καπιταλισμό: «Ένα σύστημα που αγνοεί τον άνθρωπο και στοχεύει μονίμως στην συγκέντρωση πλούτου στους λίγους και ψίχουλα στους πολλούς, είναι δεδομένο ότι επηρεάζει κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας. Στρεσάρει τους ανθρώπους, αποπροσανατολίζει την σκέψη τους και τους οδηγεί σε πράξεις που σε πιο νορμάλ συνθήκες δεν θα τις έκαναν». Ενώ, από την μεριά της, η ηθοποιός Στέλλα Κρούσκα αισθάνθηκε πως το έργο φανερώνει πολλά για το γυναικείο ζήτημα στην κοινωνία μας: «Μοιάζει στην εποχή μας η θέση της γυναίκας να βελτιώνεται, αλλά υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα, τα βαρίδια της πατριαρχίας δεν απομακρύνονται, χρειάζεται πολύ δουλειά, επιμονή και αγώνες».
Στέλλα Κρούσκα: Μοιάζει στην εποχή μας η θέση της γυναίκας να βελτιώνεται, αλλά υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα.

Η Στέλλα Κρούσκα υποδύεται την μητέρα της νεκρής κοπέλας.
Αυτό που χωρίζει το έργο «Νεκρή Φύση σε Χαντάκι» από τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα δεν είναι παρά μόνο η γεωγραφική απόσταση. Για τον Φώτη Μακρή, πρόκειται για μια ιστορία που θα μπορούσε να συμβεί δίπλα μας, στη γειτονιά μας: «Αν αλλάξεις τα ονόματα, η ιστορία θα μπορούσε να συμβαίνει σε οποιαδήποτε πόλη της Ελλάδος. Και αυτό είναι που την κάνει ακόμα πιο ανατριχιαστική». Για τον λόγο αυτό ο ίδιος επέλεξε συνειδητά στο φινάλε να πραγματοποιηθεί μια σύνδεση με την Ελλάδα του σήμερα.
Φοίβος Σαμαρτζής: Η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη· οι άνθρωποι δεν χωράνε σε κουτάκια και οι κοινωνίες μας είναι γεμάτες ρωγμές, διασταυρώσεις, γκρίζες ζώνες.

Ο Φοίβος Σαμαρτζής υποδύεται τον σύντροφο της νεκρής κοπέλας.
Ενώ για τον ηθοποιό Πάρι Σκαρτσολιά το έργο λειτουργεί ως ένας “καθρέφτης” όχι μόνο ως προς τα μεγάλα εγκλήματα – αλλά και ως προς τους «μικρούς» ανθρώπους που χάνονται στα ενδιάμεσα: «Η ελληνική κοινωνία έχει πολλές γωνιές όπου επιβίωση, φόβος, μοναξιά και έλλειψη προοπτικής πλάθουν χαρακτήρες σαν και αυτούς. Χαρακτήρες που δεν είναι απαραίτητα πρωτοσέλιδα, αλλά είναι μέρος μιας σκοτεινής πραγματικότητας που συχνά αγνοούμε».
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο ηθοποιός Φοίβος Σαμαρτζής συμπληρώνει: «Το “Νεκρή Φύση σε Χαντάκι” δεν περιγράφει μόνο μια εγκληματική πράξη, περιγράφει μια κοινωνία που αφήνει τους ανθρώπους της να πέσουν σε χαντάκια, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Και όταν βλέπεις πόσο συχνά συμβαίνει αυτό γύρω μας σήμερα, είναι αδύνατο να μη δεις το κείμενο σαν καθρέφτη, όσο σκληρός κι αν είναι για σένα», και σε μια τέτοια συνθήκη, για τον ηθοποιό, οι απλοϊκοί διαχωρισμοί δεν χωράνε : «Αυτό που με τράβηξε στο έργο ήταν η κοινωνική του ματιά. Ο τρόπος που παρατηρεί την τάση μας να χωριζόμαστε σε «καλούς» και «κακούς», σε ομάδες που δεν συναντιούνται ποτέ πραγματικά. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι πολύ πιο σύνθετη· οι άνθρωποι δεν χωράνε σε κουτάκια και οι κοινωνίες μας είναι γεμάτες ρωγμές, διασταυρώσεις, γκρίζες ζώνες».
Πάρις Σκαρτσολιάς: Ως άνθρωπο, με προβληματίζει γιατί βλέπω πόσο εύκολα μπορεί κάποιος να χαθεί όταν το περιβάλλον γύρω του τον τραβάει διαρκώς προς τα κάτω.

Ο Πάρις Σκαρτσολιάς υποδύεται επί σκηνής τον Pusher, όχι τόσο τον κλασικό “σκληρό” του δρόμου αλλά περισσότερο ένα παιδί που βρέθηκε σε μια πραγματικότητα την οποία δεν μπορεί να εγκαταλείψει.
Όπως εξηγεί ο Φώτης Μακρής, ο οποίος μεταξύ άλλων υπογράφει τη σκηνοθεσία της παράστασης, η σκληρότητα του έργου έγινε η αιτία για να επιλεγεί αρχικά μια “ανέμελη” προσέγγιση της οποίας η ζωντανή μουσική αποτελεί βασικό παράγοντα: «Η ιστορία ουσιαστικά ζωντανεύει στην σκηνή από μια μικρή μπάντα μουσικών. Η παράσταση ξεκινάει με ένα υπέροχο, χαρούμενο τραγούδι. Όλοι οι ηθοποιοί που ερμηνεύουν τους ρόλους, παίζουν όργανα και τραγουδούν. Πολλή μουσική και τραγούδια διακόπτουν την καταιγιστική αφήγηση, όταν νοιώθουμε ότι ο θεατής έχει ανάγκη μια συναισθηματικής ανάσας ή μια ανάγκη χρόνου να κατανοήσει ή να εμβαθύνει στα τεκταινόμενα». Ενώ, από την άλλη μεριά, τις στιγμές που κρίθηκε απαραίτητο να μεγεθυνθεί η συναισθηματική φόρτιση των ηρώων, η μονολογική γραφή “σπάει” και τα πρόσωπα έρχονται αντιμέτωπα το ένα με το άλλο.
Από την μεριά των ηθοποιών, ο Θανάσης Κεφαλά, εξηγεί πως η σκηνική παρουσία αυτής της σκληρότητας που θυματοποιεί τους πάντες, ακόμα και τους θύτες, είναι φυσικό να επηρεάζει έναν ερμηνευτή: Πάνω στη σκηνή η έκφραση της είναι λυτρωτική, κάτω από τη σκηνή όμως δύσκολα αντέχετε τόση βία και το κακό είναι ότι συνηθίζουμε και φτάνουμε μέχρι και να την θεωρούμε φυσική κατάσταση». Με τον Πάρι Σκαρτσολιά, ο οποίος έπρεπε για τις ανάγκες της παράστασης έπρεπε να μπει στο μυαλό ενός ανθρώπου που ζει καθημερινά με μια βία που ο ίδιος δεν μπορεί να ελέγξει, να συμπληρώνει: «Ως ηθοποιό σε βάζει σε μια κατάσταση συνεχούς εσωτερικής έντασης: πρέπει να μεταφέρεις την τραγικότητα χωρίς να πέσεις στην υπερβολή. Ως άνθρωπο, με προβληματίζει γιατί βλέπω πόσο εύκολα μπορεί κάποιος να χαθεί όταν το περιβάλλον γύρω του τον τραβάει διαρκώς προς τα κάτω».
Θάνος Κεφαλάς: Κάτω από τη σκηνή δύσκολα αντέχετε τόση βία και το κακό είναι ότι συνηθίζουμε και φτάνουμε μέχρι και να την θεωρούμε φυσική κατάσταση.

Ο Θανάσης Κεφαλάς υποδύεται τον νεαρό που βρίσκει το πτώμα.
Αυτό, όμως, που ο Φώτης Μακρής περιγράφει ως το δυσκολότερο κομμάτι της σκηνοθεσίας, είναι η διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα στο αστυνομικό μυστήριο και τον κοινωνικό σχολιασμό, στο χιούμορ και το σασπένς: « Κάθε φορά πρέπει να προσπαθείς να εντοπίσεις ποιο κομμάτι δείχνει να παίρνει το πάνω χέρι σε βάρος των άλλων. Η τρόπος που λειτούργησα στο συγκεκριμένο έργο, ήταν σε κάθε σκηνή να προσπαθώ με την βοήθεια των ηθοποιών μου φυσικά, να κυνηγάμε αυτή την περιβόητη ισορροπία. Να βρίσκουμε πότε το σημαντικό κρύβεται κάτω από το λιγότερο σημαντικό και να το βγάζουμε στην επιφάνεια. Ο χρόνος είναι σύμμαχος σε αυτή την προσπάθεια. Γι’ αυτό και χρειαστήκαμε 4 μήνες πρόβα. Την ισορροπία μιας σκηνής την βλέπεις αλλιώς τώρα και αλλιώς σε 2 μήνες όταν έχουν ωριμάσει τα πράγματα και όλοι πατάμε καλύτερα μέσα στο έργο».
Ηρώ Χαλκίδη: Να μην δίνουμε τη στεγνή και στενή ματιά μας στους ανθρώπους γύρω μας, να υπάρξει πριν από την κρίση η κατανόηση.

Η Ηρώ Χαλκίδη υποδύεται μια κοπέλα που κατέληξε στην Ιταλία ως θύμα trafficking.
Οι ηθοποιοί της παράστασης «Νεκρή Φύση σε Χαντάκι», Θανάσης Κεφαλάς, Στέλλα Κρούσκα, Φώτης Μακρής, Φοίβος Σαμαρτζής, Πάρις Σκαρτσολιάς και Ηρώ Χαλκίδη, κλήθηκαν να “βουτήξουν” σε ένα “σκοτεινό” σύμπαν συμπυκνωμένης σκληρότητας, ενός έργου που καταργεί τον “τέταρτο τοίχο” -το ασφαλές καταφύγιο για έναν ηθοποιό- με τη συνεχή απεύθυνση ως προς τους θεατές να λειτουργεί, εν τέλει, λυτρωτικά, όπως μας εξομολογείται ο Φώτης Μακρής.
Ωστόσο, μέσα σε όλο αυτό το σκοτάδι του έργου δύναται κανείς να ιχνηλατήσει τα ψήγματα του ανθρώπινου. Για την ηθοποιό Ηρώ Χαλκίδη τα εντοπίζεις στο πρόσωπο της μάνας που έχει χάσει το παιδί της: «Η ίδια που του έδωσε τη ζωή, ως φύση, βιώνει την παραδοξότητα του να συνεχίσει να ζει ενώ ουσιαστικά μέσα της είναι μια «Νεκρή Φύση σε Χαντάκι» αλλά και στο μήνυμα που η ίδια επιθυμεί ο θεατής να πάρει μαζί του φεύγοντας από την παράσταση: «Να μην δίνουμε τη στεγνή και στενή ματιά μας στους ανθρώπους γύρω μας, να υπάρξει πριν από την κρίση η κατανόηση γιατί μπορεί σε μια απρόβλεπτη στιγμή όλα να ανατραπούν».
Για την ηθοποιό Στέλλα Κρούσκα είναι ο ρόλος της ιερόδουλης που βρίσκει μια αχτίδα φωτός στην άκρη του τούνελ αλλά και η πεποίθηση πως ένα καλό θεατρικό έργο σαν τη «Νεκρή Φύση σε Χαντάκι» σε κάνει να νοιώθεις πως δεν είσαι μόνος σου στη φρίκη καθώς σου δίνει το χέρι να προχωρήσεις μαζί του στα σκοτάδια: «Μπορείς λοιπόν να ελπίσεις ότι «μαζί» μπορούμε να κάνουμε κάτι. Και αυτό το έργο ελπίζω να δώσει αυτή την αίσθηση στους θεατές». Ενώ για τον ηθοποιό Θανάση Κεφαλά, το ανθρώπινο βρίσκεται στη διαπίστωση πως «η ψυχή του ανθρώπου είναι άβυσσος».
Νεκρή φύση σε χαντάκι, του Φάουστο Παραβιντίνο στο Studio Μαυρομιχάλη
Σκηνοθεσία: Φώτης Μακρής
Παίζουν: Θανάσης Κεφαλάς, Στέλλα Κρούσκα, Φώτης Μακρής, Φοίβος Σαμαρτζής, Πάρις Σκαρτσολιάς, Ηρώ Χαλκίδη
Παραστάσεις: Κάθε Σάββατο στις 21.00 και Κυριακή στις 20.00
Εισιτήρια: Κανονικό: 16 ευρώ, Φοιτητικό, κάτω των 25 ετών, άνω των 65: 14 ευρώ, Άνεργοι, ατέλειες, Α.Μ.Ε.Α.: 10 ευρώ
Προπώληση: more.com
Studio Μαυρομιχάλη, Μαυρομιχάλη 134, Εξάρχεια