Ο άνδρας που εμφανίζεται στα δεξιά της οθόνης σου, στη διαδικτυακή συνάντηση, είναι 38 ετών. Κι όμως η διαδρομή του στη διεθνή θεατρική σκηνή είναι σπάνια. Λίγοι έχουν καταφέρει αυτό που πέτυχε ο Ζυλιέν Γκοσλέν (Julien Gosselin): να κατακτήσει το κοινό του Φεστιβάλ της Αβινιόν στα 26 του χρόνια με μια ανατρεπτική σκηνοθεσία πάνω στο έπος του Μισέλ Ούελμπεκ, «Τα στοιχειώδη σωματίδια».
Και με μερικές ακόμα θαρραλέες βουτιές σε λογοτεχνικά έργα – όπως το «2666» του Ρομπέρτο Μπολάνιο και το «1993» του Ωρελιάν Μπελανζέ (και οι τρεις παραστάσεις παρέλασαν από τις σκηνές της φεστιβαλικής Πειραιώς 260) έχει δημιουργήσει μια προσωπική μυθολογία στο μεταμοντέρνο θέατρο. Μέρος της οποίας εξαργυρώνει, από το 2024, ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Odéon Théâtre de l’Europe στο Παρίσι. Αυτό το πληθωρικό δημιουργικό παρελθόν μοιάζει να συμπυκνώνει σε μια ομότιτλη παράσταση: το «Le Passe» (Το Παρελθόν) που παρουσιάζει από τις 16 Οκτωβρίου προσκεκλημένος της Στέγης.
Στο επίκεντρο του “Παρελθόντος” το διήγημα του Λεονίντ Αντρέγεφ “Αικατερίνη Ιβάνοβνα”. @Simon Gosselin
Αφοσιωμένος στις μεταγραφές λογοτεχνίας στο θέατρο από την αρχή της καριέρας του – ή όπως λέει στην διάθεση να «ζεις για μερικά χρόνια μέσα στις λέξεις κάποιου άλλου» – ο Γκοσλέν έπεσε πάνω στο έργο του Λεονίντ Αντρέγεφ. Για την ακρίβεια, ενέδωσε στην πρόταση του διακεκριμένου μεταφραστή Αντρέ Μαρκόβιτς: ήταν εκείνος που του σύστησε να μελετήσει το έργο του – πράγματι, διάβασε κάθε διαθέσιμη μετάφραση στα γαλλικά και στα αγγλικά – για να συμφωνήσει τελικά μαζί του: «το έργο του είναι παράξενο και μελαγχολικό», με ένα νήμα μυστικισμού να το διατρέχει.
Γοητευμένος δε από την υφολογική του ακροβασία ανάμεσα στο ρεαλισμό και τα κινήματα που άρχισαν να ανδρώνονται στις αρχές του 20ου αιώνα (φουτουρισμό, εξπρεσιονισμό, σουρεαλισμό) αποφάσισε να επενδύσει σε αυτό το σημείο μετάβασης, «σε αυτό το ανάμεσα» και να προχωρήσει στη σύνθεση του «Le passe» με βασικό πυρήνα το διήγημα του Αντρέγεφ «Αικατερίνη Ιβάνοβνα».
Οι παραστάσεις πρέπει να είναι περίπλοκες, όσο είναι και η ζωή. Κι επειδή είναι δύσκολο να ερμηνεύσεις τη ζωή, είναι ευκολότερο να ερμηνεύσεις ένα έργο
Μετά και την πρόσφατη εμπλοκή του με το έργο της Μαργκερίτ Ντιράς – η οποία και έχει κορυφωθεί σε μια 10ωρη παράσταση – ο Ζυλιέν Γκοσλέν καταλήγει πεπεισμένος πως είναι εξαιρετικά ωφέλιμο για τον σκηνοθέτη να προσεγγίζει το σύνολο του έργου ενός συγγραφέα «αφού υπάρχουν οι ίδιοι συνειρμοί, οι ίδιες εμμονές και υπόγειες συνδέσεις»· επιτρέποντας του να δημιουργήσει επί σκηνής «ένα γαλαξία ήχων, νοημάτων, εννοιών». Στο ίδιο συμπέρασμα τον οδήγησε και η συνομιλία με τα διηγήματα του Λεονίντ Αντρέγεφ. «Δεν θέλω το κοινό να έρχεται σε επαφή με μια επίπεδη παραστατική εμπειρία. Δεν θέλω να παρακολουθήσει μια γραμμική αφήγηση από το Α έως το Ω, χωρίς να μεσολαβεί μια αίσθηση ανισορροπίας και χάους. Οι παραστάσεις πρέπει να είναι περίπλοκες, όσο είναι και η ζωή. Κι επειδή είναι δύσκολο να ερμηνεύσεις τη ζωή, είναι ευκολότερο να ερμηνεύσεις ένα έργο».
Πλάνα που θυμίζουν σινεμά του Αντρέϊ Ταρκόφσκι. @Simon Gosselin
Ο Ρώσος συγγραφέας είναι η πρώτη εξαίρεση στον σκηνοθετικό κανόνα του Γκοσλέν να ανεβάζει σύγχρονους δημιουργούς. Δεν αποτέλεσε την τυπική περίπτωση σκηνοθέτη που, στην προσπάθεια του να γίνει ορατός στον χώρο του γαλλικού θεάτρου, ανέτρεξε στην «ετικέτα» των κλασσικών. Ο ίδιος – σε αντίθεση με πολλούς συναδέλφους του – εξακολουθεί να απορεί για την πολυλάλητη «επικαιρότητα» δημιουργών όπως ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος, ο Ρακίνας και τη σύνδεση τους με το σύγχρονο κόσμο. «Δεν αμφισβητώ την προσπάθεια θεατρικών σκηνοθετών να συνδεθούν με την κληρονομιά μας, μιλάμε εξάλλου για έργα που υπέγραψαν συγγραφικές διάνοιες. Παρόλα αυτά, οι θεατές που επιμένουν στους κλασικούς δεν πιστεύω ότι επιθυμούν να δουν στο θέατρο τις αναλογίες τους με το σήμερα. Οι κλασικοί μάς είναι χρήσιμοι για να διαπιστώσουμε την απόσταση από το παρελθόν. Κατά την άποψη μου, η σκηνή λειτουργεί ως ένας χώρος παρατήρησης των φαντασμάτων μας, ως μια πατρογονική εμπειρία. Δεν θεωρώ πως ευσταθεί ότι οι συγγραφείς αυτής της κλάσης μπορούν να υπογραμμίσουν τις σημερινές συνθήκες καλύτερα από τους σύγχρονους».
Οι κλασικοί μάς είναι χρήσιμοι για να διαπιστώσουμε την απόσταση από το παρελθόν
Εντούτοις, εντοπίζει κάποια σημεία τριβής του Αντρέγεφ με την εποχή μας, όπως την βία των ανδρών απέναντι στις γυναίκες ή τον τρόπο που τα τεκταινόμενα της Ρωσικής Επανάστασης σχολιάζουν την τρέχουσα «πλήρη πολιτική καταστροφή». Με αυτά ακριβώς τα λόγια περιγράφει το πολιτικό σκηνικό στη Γαλλία λέγοντας πως «το αστείο ή το τραγικό είναι ότι πριν από μερικά χρόνια αντιμετωπίζαμε σκωπτικά τους Έλληνες και τους Βέλγους. Να, τώρα είμαστε εμείς στην ίδια θέση. Αυτή η χαοτική κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει είναι ένα στοιχείο της παράστασης».
Ο Αντρέγεφ καταγράφει την πατριαρχική βία, στοιχείο που τον φέρνει πιο κοντά στην εποχή μας. @Simon Gosselin
Παρότι κάτοχος μιας θεσμικής θέσης, ο Ζουλιέν Γκοσλέν δεν διστάζει να γίνει ανοιχτά καυστικός και επικριτικός για το πλαίσιο που κινείται η διεθνής πολιτική σκηνή. Κι αυτό κάνει την συζήτηση μαζί του ακόμα πιο ερεθιστική. Τον ρωτώ αν πιστεύει πως, εν μέσω παγκόσμιας αξιακής κρίσης και κοινωνικής κατάρρευσης μοιάζουμε με πλάσματα ήδη πεπερασμένα, αν έχουμε μπει, ήδη, σε ένα κάδρο παρελθόντος. «Στη Γαλλία συντηρείται πολύ αυτή η συζήτηση· ωστόσο, δεν ξέρω αν μπορούμε να μάθουμε κάτι από το παρελθόν. Πόσο μάλιστα, όταν το επίπεδο ανοησίας, χυδαιότητας, ψεύδους, λογοκρισίας και προπαγάνδας των απανταχού ηγεσιών είναι τέτοιο ώστε διαστρεβλώνει κάθε προσπάθεια να επικρατήσει η αλήθεια. Ζούμε σε μια κατάσταση διαρκούς κατασκευής μυθοπλασιών και πιστεύω ότι αυτό δεν έχει προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία. Οι πολιτικοί δημιουργούν φανταστικά περιβάλλοντα, πιστεύοντας ότι με αυτά θα κατασκευάσουν μια νέα αλήθεια», τονίζει.
Δεν είμαι σίγουρος ότι χρειαζόμαστε τη μυθοπλασία στο θέατρο τη στιγμή που περιτριγυριζόμαστε από αυτήν. Μυθοπλασία θα βρούμε και στα λόγια του Ντόναλντ Τραμπ
Γι’ αυτό και ο 38χρονος Γάλλος σκηνοθέτης προσεγγίζει με σκεπτικισμό το είδος της αφήγησης στο θέατρο. «Δεν είμαι σίγουρος ότι χρειαζόμαστε τη μυθοπλασία στο θέατρο τη στιγμή που περιτριγυριζόμαστε από αυτήν. Μυθοπλασία θα βρούμε και στα λόγια του Ντόναλντ Τραμπ. Εμείς, ως καλλιτέχνες δεν πρέπει να απαντάμε χρησιμοποιώντας τα ίδια κλειδιά, πρέπει να βρούμε άλλους τρόπους για να συνδεθούμε το κοινό, τουλάχιστον αν επιθυμούμε μια τέχνη, έξω από τον φιλελευθερισμό, δυνατή και ανεξάρτητη. Το θέατρο οφείλει να είναι ένας τόπος που θα εξερευνάς άγνωστες περιοχές ή περιοχές που τώρα θέλεις να γνωρίσεις», λέει με πάθος.
Σκηνική δράση σε παράλληλη ζωντανή κινηματογράφιση – ένα από τα αγαπημένα εργαλεία του Γκοσλέν. @Simon Gosselin
Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που το θέατρο του Γκοσλέν είναι ταυτισμένο με την κινηματογράφιση. Στο «Le Passe», αλλά και σε προηγούμενες παραστάσεις του, η χρήση της κάμερας είναι εκτεταμένη. Ο ίδιος την αποδίδει εν μέρει στην ανάγκη του για εξερεύνηση, στο διαρκές ερώτημα που τον βασανίζει, έχοντας αφιερώσει τη ζωή του σε αυτό: «τί είναι θέατρο;» ρωτάει και δεν είναι ένα ακαδημαϊκό ερώτημα. Τον αφορά το «γιατί», το «πώς» του θεάτρου, «αν πρόκειται για μια τέχνη του παρελθόντος ή του παρόντος;».
Ακόμα και το στοιχειώδες: «τι σημαίνει να τοποθετείς ένα σώμα στη σκηνή». «Αυτές είναι απορίες που προσπαθώ να απαντήσω μέσα από τη χρήση της κάμερας. Αν και στη συγκεκριμένη παράσταση, όπου η βία είναι διάχυτη, νομίζω ότι δεν μπορούσα να αντιμετωπίσω μια τυπική παρουσία των ηθοποιών στη σκηνή. Μερικές φορές οι επιλογές μας είναι αποτέλεσμα των συναισθημάτων μας».
Ο Ζυλιέν Γκοσλέν θεωρεί πως “οι κλασικοί μάς είναι χρήσιμοι για να διαπιστώσουμε την απόσταση από το παρελθόν”. @Simon Gosselin
Αναπολώντας το ηχηρό ντεμπούτο του στο Φεστιβάλ της Αβινιόν, όπου συνυπήρχε με θηρία της σκηνής, όπως ο Ρομέο Καστελούτσι ή ο Κριστόφ Μαρτάλερ – αναφέρεται στο διάλογο που είχε με τους τότε διευθυντές του, την Ορτάνς Αρσαμπό και τον Βενσάν Μποντριγιέ. «Αν νομίζεις ότι αυτό που κάνεις είναι ριψοκίνδυνο, κοίταξε τα ρίσκα που παίρνουν εκείνοι», του είπαν· μια προτροπή που άλλαξε τη ζωή του, όπως παραδέχεται σήμερα, 12 χρόνια μετά. «Κατάλαβα πως η δουλειά μου δεν είναι να παραδίδω ωραίες παραστάσεις, αλλά να αναλαμβάνω μεγαλύτερα ρίσκα».
Σήμερα, λοιπόν, 12 χρόνια μετά, ως διεθνώς αναγνωρισμένος σκηνοθέτης ο Ζυλιέν Γκοσλέν λέει, με μια ένταση στη φωνή του, πως «δεν δουλεύω για το κοινό. Δεν με αφορά το κοινό. Κάνω αυτό που πρέπει να κάνω». Είναι το ρίσκο που πρέπει να πάρει. Και όπως φαίνεται είναι το ρίσκο που παίρνει ακόμα και από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Odéon. «Είμαι εδώ για να φέρω στο κοινό έργα που μοιάζουν ανοίκεια – όπως την παράσταση του Μάριο Μπανούσι που παρακολούθησα στην Αβινιόν – αλλά αλλάζουν την οπτική μας για τον κόσμο. Αλλάζουν τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Δεν μπαίνω στη διαδικασία να συντηρήσω κάτι, ούτε καν την παράδοση του θεάτρου. Δεν είμαι εδώ για να προστατεύσω το ίδρυμα, το γαλλικό κράτος ή την γαλλική κουλτούρα. Αν πρέπει κάτι να συντηρήσω είναι το κτήριο του Odéon, τη δικαιοσύνη απέναντι στους καλλιτέχνες και τους εργαζόμενους του, τη δημιουργία ενός χώρου αγαπητού και προσβάσιμου στο κοινό».
Παρακολουθώντας το τολμηρό θέατρο του, αλλά και την ελεύθερη φωνή που υιοθετεί σε όλη τη διάρκεια της συνομιλίας μας, ο Ζυλιέν Γκοσλέν δεν κάνει την έκπληξη όταν απορρίπτει την καλλιτεχνική διεύθυνση του ιστορικού Odéon ως βάθρο εξουσίας. «Δεν έχω καμία επιθυμία να γίνω πλούσιος, καμία επιθυμία να αποκτήσω εξουσία με αυτόν τον τρόπο. Μου αρκεί που είμαι καλλιτέχνης. Έχω ό,τι χρειάζομαι για να νιώθω ικανοποιημένος, δεν μου λείπει κάποιου είδους ανταμοιβή. Είμαι τυχερός γιατί η ζωή μου δεν περιστρέφεται μόνο γύρω από το θέατρο. Και αύριο μπορώ να σταματήσω να εργάζομαι σε αυτό».
Φωτισμοί: Nicolas Joubert
Παραστάσεις: Πέμπτη 16 έως Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2025 (Πέμπτη έως Σάββατο στις 19:00, Κυριακή matinée στις 14:00)
Τιμές Εισιτηρίων: 10-45 ευρώ
Προπώληση: tickets.onassis.org
Γραμμή Αγοράς Εισιτηρίων: 219 219 1000 (Δευτέρα-Κυριακή 10:00 – 21:00)