Καρδιακή ανεπάρκεια: Τι αλλάζει στη διαχείρισή της;
Εκτιμάται ότι στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 200.000-250.000 άνθρωποι με καρδιακή ανεπάρκεια, ενώ κάθε χρόνο έχουμε περίπου 30.000 νέες διαγνώσεις.
Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια κατάσταση όπου η καρδιά δεν μπορεί να αντλεί αρκετό αίμα για να καλύψει τις ανάγκες του οργανισμού, με συνέπεια τα όργανα και οι μύες να μη λαμβάνουν επαρκές οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά. Συνήθως αυτό συνοδεύεται από κατακράτηση υγρών, δηλαδή συγκέντρωση αίματος στις φλέβες, πρήξιμο στα πόδια ή την κοιλιά, και συμφόρηση στους πνεύμονες που προκαλεί δύσπνοια. Τα συμπτώματα εμφανίζονται αρχικά με κόπωση κατά τις δραστηριότητες και βαθμιαία αυξάνονται, φτάνοντας μέχρι να υπάρχουν και σε ηρεμία.
Η συχνότητα της καρδιακής ανεπάρκειας αυξάνει σημαντικά με την ηλικία. Σε άτομα κάτω των 65 ετών το ποσοστό είναι περίπου 1%, ενώ μεταξύ 75-84 ετών φτάνει στο ~7%, και σε όσους είναι άνω των 85 ετών μπορεί να φτάσει έως το ~15%. Η διάγνωση γίνεται μέσω συνδυασμού του ιστορικού, φυσικής εξέτασης και παρακλινικών εξετάσεων όπως ηλεκτροκαρδιογράφημα, υπερηχοκαρδιογράφημα, ακτινογραφία θώρακος, μαγνητική τομογραφία της καρδιάς καθώς και αιματολογικές εξετάσεις με ειδικά πεπτίδια.
Σήμερα, η καρδιακή ανεπάρκεια επηρεάζει περισσότερους από 64 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, με υψηλά ποσοστά θνησιμότητας και συχνές νοσηλείες. Παρά τη βελτίωση των κατευθυντήριων οδηγιών και των θεραπευτικών επιλογών, η νόσος εξακολουθεί να επιβαρύνει σημαντικά τόσο τους ασθενείς όσο και τα συστήματα υγείας. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ασθενείς με μειωμένο κλάσμα εξώθησης έχουν έως και 73% πιθανότητα νοσηλείας ή θανάτου μέσα σε έναν χρόνο από την έξοδο από το νοσοκομείο μετά από καρδιακό επεισόδιο, ενώ η καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης χαρακτηρίζεται από υψηλά ποσοστά συννοσηροτήτων και περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές. Επιπλεόν, oi πιο σπάνιες μορφές καρδιακής ανεπάρκειας, όπως η σχετιζόμενη με την τρανσθυρετίνη αμυλοειδική μυοκαρδιοπάθεια (ATTR-CM) παραμένoυν σε μεγάλο βαθμό υποδιαγνωσμένες, με μέση επιβίωση 3-5 έτη, εάν δεν χορηγηθεί η κατάλληλη θεραπεία.
Επιβράδυνση της νόσου και βελτίωση της ποιότητας ζωής
Στο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας (ESC 2025), παρουσιάστηκαν οι πλέον πρόσφατες επιστημονικές εξελίξεις στο πεδίο της καρδιακής ανεπάρκειας, εστιάζοντας σε νέες θεραπευτικές επιλογές, που στοχεύουν στη μείωση του κινδύνου για τους ασθενείς και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους. Όπως δήλωσε η Christine Roth, Executive Vice President, Global Product Strategy and Commercialization και μέλος της ηγετικής ομάδας του Τομέα Pharmaceuticals της Bayer, «η καρδιακή ανεπάρκεια εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις πιο επείγουσες προκλήσεις στη σύγχρονη υγεία. Νόσοι όπως η ATTR-CM συχνά παραμένουν αδιάγνωστες, στερώντας από τους ασθενείς πολύτιμο χρόνο. Οι νέες μας θεραπείες δίνουν νέα ελπίδα, μειώνοντας τον κίνδυνο σοβαρών καρδιαγγειακών συμβάντων και επιβραδύνοντας την εξέλιξη της νόσου».
Με ένα από τα πιο εκτεταμένα ερευνητικά προγράμματα στον τομέα της καρδιακής ανεπάρκειας και τρεις θεραπείες εγκεκριμένες ή υπό έγκριση για διαφορετικούς τύπους καρδιακής ανεπάρκειας, η Bayer επενδύει στρατηγικά στην ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων, που καλύπτουν ευρύ φάσμα ασθενών. Παράλληλα, η εταιρεία ερευνά μία νέα γονιδιακή θεραπεία, για την αντιμετώπιση της συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας, με μία μόνο δόση. Η θεραπεία αυτή αναπτύσσεται από την εταιρεία AskBio Inc, μία εταιρεία ανάπτυξης γονιδιακών θεραπειών, που ανήκει εξ’ολοκλήρου στον όμιλο της Bayer AG. «Η καρδιακή ανεπάρκεια συνεχίζει να αποτελεί μια μεγάλη παγκόσμια πρόκληση. Στην Bayer, τα εγκεκριμένα και τα υπό αξιολόγηση φάρμακά μας, σε συνδυασμό με την έρευνα στη γονιδιακή θεραπεία, αντανακλούν τη δέσμευσή μας να βελτιώνουμε τα κλινικά αποτελέσματα, μειώνοντας νοσηλείες και θανάτους και ενισχύοντας την ποιότητα ζωής των ασθενών», δήλωσε ο κ. Θανάσης Κώτσανης, ιατρός καρδιολόγος και Medical Director Greece & Cyprus & Southern Mediterranean & Black Sea (SMBS) Cluster Medical Director.