Την εβδομάδα που πέρασε πήγαμε θέατρο και σινεμά, ακούσαμε μουσική, διαβάσαμε βιβλία, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα – και όσα κρατήσαμε θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!
(+) Στο «Θέλω να σου κρατάω το χέρι» θα δεις κάτι από εσένα και τη σχέση σου
Δεν γίνεται να μη δεις κάτι από εσένα στην παράσταση «Θέλω να σου κρατάω το χέρι» του Τάσου Ιορδανίδη, με τη Θάλεια Ματίκα, το οποίο έχει επιστρέψει για 5η χρονιά στη σκηνή του Θεάτρου Άλφα – Ληναίος – Φωτίου. To «Θέλω να σου κρατάω το χέρι» δεν είναι απλώς μια παράσταση για ζευγάρια, αλλά για όποιον έχει ζήσει πολλά χρόνια μαζί με έναν άνθρωπο και ξέρει τι σημαίνει η καθημερινότητα, η ρουτίνα, όλα εκείνα που σε απομακρύνουν, αντί να σε φέρνουν κοντά. Οι δύο πρωταγωνιστές παρουσιάζουν με ωμότητα και αμεσότητα την πραγματικότητα των σχέσεων σήμερα: τα προβλήματα που αφήνουμε να αιωρούνται, τα «θέλω» και τα «πρέπει», τις στιγμές απόστασης αλλά και τις σπάνιες στιγμές συντροφικότητας που μας κάνουν να αντέχουμε. Κάθε λεπτομέρεια στη σκηνή έχει σημασία: οι ατάκες, οι αλλαγές ύφους, ακόμη και οι σιωπές – όλα οδηγούν σε ένα συγκλονιστικό plot twist που δεν το βλέπεις να έρχεται αλλά σε χτυπάει κατευθείαν. Κράτα πως η παράσταση θα σε κάνει να συγκινηθείς, να γελάσεις, μα πάνω απ’ όλα ν’ αναρωτηθείς: μπορείς ακόμη να κρατάς το χέρι του άλλου;
Ευδοκία Βαζούκη
Το κλασικό διήγημα του 1892, «Η κίτρινη ταπετσαρία», ανεβαίνει και φέτος στο Θέατρο Αλκμήνη, σε σκηνοθεσία της Francesca Minutoli με την Μαρία Μαλταμπέ – και αυτή ήταν η τέλεια ευκαιρία για να ξαναθυμηθώ το αγαπημένο αυτό βιβλίο. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα φεμινιστικά κείμενα της αμερικανικής λογοτεχνίας, που μιλά για μια γυναίκα που απομονώνεται σε ένα δωμάτιο «για το καλό της», λόγω επιλόχειας κατάθλιψης — μια εποχή όπου η γυναικεία θλίψη θεωρούνταν “ιδιοτροπία”. Ο γιατρός σύζυγός της, της απαγορεύει να γράφει, να σκέφτεται. Σταδιακά, ό,τι αυτός βαφτίζει «φροντίδα» την καταπιέζει και η κίτρινη ταπετσαρία στους τοίχους του δωματίου μετατρέπεται στον καθρέφτη της παρακμής της.
Στην παράσταση δεν ένιωσα να παρακολουθώ απλώς μια ηρωίδα που παραλογίζεται, αλλά μια γυναίκα να σπάει σιωπές που ακόμα υπάρχουν. Παρατήρησα πως, ενώ το βιβλίο εστιάζει στην απώλεια του εαυτού, η παράσταση φώτισε περισσότερο το κομμάτι της επιλόχειας κατάθλιψης. Η ταπετσαρία γίνεται σύμβολο όλων εκείνων των πραγμάτων, που οι γυναίκες κλήθηκαν να αντέξουν σιωπηλά. Κι ενώ το πρωτότυπο κείμενο μιλά για τα όρια του γάμου και της «σωστής» θηλυκότητας, η θεατρική μεταφορά, μου θύμισε κάτι πιο σύγχρονο: πόσο εύκολα μπορεί να διαλυθεί μια γυναίκα μετά τη μητρότητα, όταν γύρω της υπάρχει μόνο σιωπή, καθήκον και «έτσι πρέπει». Το κείμενο της Σάρλοτ Πέρκινς Γκίλμαν και η ερμηνεία της Μαρίας Μαλταμπέ συναντιούνται κάπου στη μέση: σαν η φωνή μιας γυναίκας από το 1892 να βρίσκει τη γυναίκα του σήμερα. Γιατί, ακόμα και σήμερα, η ελευθερία, δυστυχώς, δεν χαρίζεται. “Κερδίζεται” κάθε φορά, με το ξήλωμα μιας ταπετσαρίας.
Κάτια Τριανταφύλλου
Αν σου ξέφυγε κι εσένα το The Long Walk στο σινεμά, να ξέρεις ότι η ταινία ήρθε επιτέλους online, κι εγώ είμαι εδώ για να ξεκαθαρίσω αν αξίζει το “walk”. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Stephen King, που εκδόθηκε το 1979. Τώρα, όταν ακούς “Stephen King”, το μυαλό πάει αυτόματα σε φαντάσματα, αίματα και τρόμο. Το The Long Walk είναι όντως τρομακτικό αλλά όχι με τον τρόπο που φαντάζεσαι. Ο τρόμος εδώ είναι ψυχολογικός, σιωπηλός, εκείνος που σιγά σιγά σε βαραίνει όσο η ιστορία προχωρά. Αν νοσταλγείς τις ένδοξες dystopian εποχές του 2013-2016, όταν η τριάδα-φωτιά (The Hunger Games, Maze Runner και Divergent) κυριαρχούσε στις οθόνες, οι πιθανότητες να σου αρέσει το The Long Walk πολλαπλασιάζονται. Η ταινία διαδραματίζεται σε μια Αμερική μετά από εμφύλιο, όπου κάθε χρόνο η κάθε πολιτεία στέλνει ένα αγόρι να περπατήσει μέχρι… θανάτου. Ο τελευταίος που μένει όρθιος κερδίζει ό,τι ευχηθεί. Αν σου θυμίζει κάτι, δεν είναι τυχαίο: αν έχεις δει The Hunger Games, Battle Royale ή Squid Game, σκέψου το The Long Walk σαν τον μεγάλο, λίγο πιο φιλοσοφημένο θείο της οικογένειας. Και εντελώς συμπωματικά, ο σκηνοθέτης που έχει αναλάβει τις περισσότερες Hunger Games ταινίες, βρίσκεται και πίσω από αυτήν εδώ. Αξίζει να το δεις.
Δάφνη Τζώρτζη
Την Πέμπτη βράδυ βρέθηκα στον Σταυρό του Νότου Plus, για την πρώτη παρουσίαση του νέου άλμπουμ του Γιώργου Καζαντζή «Ο Πλανόδιος». Ο Γιώργος Καζαντζής έστησε μια συναυλία–γιορτή, καταφέρνοντας κάτι σπάνιο: να συγκεντρώσει όλους τους ερμηνευτές του δίσκου επί σκηνής. Η παρουσία τους από μόνη της φανερώνει τον σεβασμό και την εκτίμηση που χαίρει ο συνθέτης. Πλάι σε γνώριμες φωνές όπως ο Λάκης Παπαδόπουλος, ο Γιώργος Μεράντζας, η Μαρία Παπαγεωργίου και η Νατάσσα Μποφίλιου, είχαν την ευκαιρία να λάμψουν και νεότερες παρουσίες, όπως η Ναταλία Λαμπαδάκη. Στη σκηνή βρέθηκαν και οι Μωζάικ, οι βιρτουόζοι «Μουσικοί του Κουτιού», των οποίων μάλιστα η πρόταση οδήγησε στη δημιουργία του άλμπουμ κι έτσι η μουσική σφραγίδα τους είναι ευδιάκριτη στη μοναδική ενορχήστρωση.
Το κλίμα ήταν κάτι παραπάνω από παρεΐστικο – ήταν αληθινά οικογενειακό. Τραγουδιστές και μουσικοί όλοι εξέφρασαν την ευγνωμοσύνη τους προς τον συνθέτη για την ανιδιοτελή προσφορά του στην ελληνική μουσική. Το φινάλε ήρθε δυναμικά, με όλους τους ερμηνευτές να ανεβαίνουν στη σκηνή και να τραγουδούν τις «Μέλισσες» μαζί με το κοινό, σε μία όμορφη στιγμή που μου θύμισε πόση δύναμη έχει η μουσική όταν μας ενώνει.
Ερμιόνη Τσακιράκη

Photo by Michael Fousert on Unsplash
Την Κυριακή που μας πέρασε, μάθαμε για την – ίσως – μεγαλύτερη κλοπή του αιώνα. Στις 9:30 το πρωί, λίγα λεπτά αφού άνοιξε το μουσείο του Λούβρου, τέσσερις άνθρωποι μπήκαν μέσα με τρόπο που έμοιαζε βγαλμένος από κωμωδία και έκλεψαν κοσμήματα ανεκτίμητης αξίας. Μέσα σε λίγες ώρες, το διαδίκτυο πήρε φωτιά: memes, χιουμοριστικά βιντεάκια και αστεία σχόλια κατέκλυσαν τα social media.Για να είμαι ειλικρινής, γέλασα κι εγώ με μερικά από αυτά, όμως νομίζω ότι πολύ γρήγορα (όπως συνήθως γίνεται στα social media) χάθηκε κάθε αίσθηση του μέτρου, όταν κάποιοι σχολίαζαν πως «είμαστε με το μέρος των ληστών» ή «εύχομαι να μην βρεθούν ποτέ τα κοσμήματα». Ναι, οι πολύτιμοι λίθοι προέρχονται από τις πρώην γαλλικές αποικίες και αποτελούν προϊόν εκμετάλλευσης, όμως η ιστορική δικαιοσύνη δεν αποδίδεται με κλοπές, και σίγουρα όχι με την καταστροφή κειμήλιων. Πολύ συχνά τα memes είναι ένας τρόπος να διαχειριστούμε τη δύσκολη πραγματικότητα με χιούμορ, όταν όμως αρχίζουμε να υποστηρίζουμε την καταστροφή σημαντικών αντικειμένων για την πολιτιστική κληρονομιά, τότε κάτι δεν πάει καλά. Αν το ίντερνετ επικροτεί την «τέλεια ληστεία», εγώ μάλλον θα μείνω στην πλευρά που ακόμα σέβεται την τέχνη.
Γιώτα Ευθυμούδη Μηνούδη
Θα αναφερθώ συνοπτικά στο περιστατικό, καθώς δεν ενδιαφέρει τόσο αυτό όσο η θλιβερή διαπίστωση που προκύπτει. Κυκλοφορεί το βίντεο με τη Δέσποινα Βανδή μέσα στο περιπολικό και στον αντίποδα οι γονείς της Κυριακής Γρίβα ακούν ξανά να αντηχεί στα αυτιά τους η τραγική φράση που στοίχισε τη ζωή του παιδιού τους: «Κυρία μου, το περιπολικό δεν είναι ταξί». Και σε αυτήν τη συνθήκη δεν έχει κανένα νόημα να στοχοποιήσεις τη συγκεκριμένη τραγουδίστρια, όποια ή όποιος κι αν ήταν στη θέση της το ίδιο θα γινόταν. Γιατί σε αυτήν την κουλτούρα έχουμε μάθει. Όχι μόνο οι κρατικοί φορείς, αλλά και καθένας από εμάς. Ο διάσημος και απέναντι ο απλός άσημος πολίτης. Του πρώτου του δίνεται σειρά προτεραιότητας στο εστιατόριο, ο δεύτερος δεν πειράζει αν κατά λάθος ακυρώθηκε η κράτησή του. Ο πρώτος κερδίζει την προσοχή όλων, ο δεύτερος περνά απαρατήρητος. Ακόμα χειρότερα, ο πρώτος σώζεται με ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό, ο δεύτερος περιμένει υπομονετικά σε μία κρύα αίθουσα νοσοκομείου ή καλή ώρα έξω από ένα αστυνομικό τμήμα, με την ίδια του τη ζωή να απειλείται. Καιρός να μας νοιάξει και για τους δύο. Καιρός να προτάξουμε την ανθρώπινη ιδιότητά μας – προνόμιο όλων ανεξαιρέτως.
Μιλένα Αργυροπούλου