Τα τελευταία χρόνια πιάνω τον εαυτό μου πολλές φορές να αμφισβητεί τη δύναμη και την επιρροή της πλειοψηφίας – κυρίως όταν πρόκειται για την κοινή λογική. Η αλήθεια είναι πως οι επιλογές των “πολλών”, σε παγκόσμιο επίπεδο, τα τελευταία δύο χρόνια δεν βοηθούν στο να επαναπροσδιορίσω την άποψή μου. Ωστόσο, αντιλαμβάνομαι όλο και περισσότερο πως η πλειοψηφία δεν είναι η μόνη μονάδα μέτρησης που έχουμε. Σε έναν κόσμο που πλέον βρίσκει πολλά περισσότερα να τον χωρίζουν παρά να τον ενώνουν, και με τους ανθρώπους να είναι τόσο πολλοί, η επιλογή και η συσπείρωση μοιάζουν – ανά περιόδους – πιο σημαντικές από την πλειοψηφία. Κυρίως γιατί ζούμε σε μια περίοδο όπου η γνώμη των πολλών δεν αντικατοπτρίζει πλήρως τα συμφέροντα των πολλών. Ταυτόχρονα, είμαστε σε αυτή την ιστορική καμπή όπου (ξανά), η δύναμη και ο πλούτος των λίγων εξαγοράζουν – με πολύ ευφάνταστους τρόπους, δεν μπορώ να πω – την πλειοψηφία.
Θα σταματήσω όμως με την κοινωνικοπολιτική θεωρία μου και θα επικεντρωθώ σε δύο περιστατικά που με έβαλαν σε σκέψεις αυτές τις μέρες: για την πλειοψηφία και κυρίως για την επιρροή που όντως μπορούν να έχουν οι άνθρωποι όταν θέλουν κάτι, όταν είναι μαζί, χωρίς απαραίτητα να υποστηρίζονται από τους θεσμούς.
Την εβδομάδα που μας πέρασε, μεταξύ άλλων, στον απόηχο της δολοφονίας του Charlie Kirk (άλλη ιστορία αυτή), ο Jimmy Kimmel και η πολύ δημοφιλής βραδινή εκπομπή του κόπηκαν από τον αμερικανικό τηλεοπτικό αέρα βίαια – σε μία κίνηση που έκλεινε εμφανέστατα το μάτι στον όρο λογοκρισία. Μετά από έξι μέρες, στις 23/9, ο Jimmy Kimmel επέστρεψε στον αέρα.
Τώρα, θα μου πείτε πώς όλα αυτά συνδέονται. Μεταξύ τους, ως γεγονότα, ίσως να μην συνδέονται άμεσα – ωστόσο αντικατοπτρίζουν τις δύο έννοιες που ανέφερα στην αρχή: συσπείρωση και επιλογή. Σε έναν κόσμο που, σε παγκόσμιο επίπεδο πάντα, η πλειοψηφία δεν είναι αρκετά παρούσα στην πολιτικοκοινωνική σκηνή – για να το πω πιο ξεκάθαρα, είναι επιρρεπής στην πλύση εγκεφάλου, συνθήκη για την οποία, σε μεγάλο βαθμό, ευθύνεται η πολιτεία σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και οι προτεραιότητες της – η πλειοψηφία, αν και φυσικά επιδραστική, πιθανότατα δεν είναι η μονάδα μέτρησης που χρειαζόμαστε σήμερα έτσι ώστε να αλλάξουμε όλα όσα πάνε λάθος στον κόσμο.
Την Τετάρτη, 17 Σεπτεμβρίου, ανακοινώθηκε από το τηλεοπτικό δίκτυο ABC, το οποίο ανήκει στην Walt Disney Company, πως η πολύ δημοφιλής βραδινή εκπομπή «Jimmy Kimmel Live!» , «αποσύρεται δια παντός» από τον τηλεοπτικό αέρα και ότι ο παρουσιαστής της, Jimmy Kimmel, δεν πρόκειται να επιστρέψει στο δίκτυο υπό καμία άλλη ιδιότητα. Σύμφωνα με σχετική δήλωση της εταιρείας, η απόφαση αυτή ελήφθη λόγω των σχολίων που έκανε ο Kimmel στην εκπομπή του, αναφερόμενος στη δολοφονία του Charlie Kirk, αλλά και —όπως χαρακτηριστικά ανέφερε το κανάλι— «για να μην οξυνθεί περισσότερο μια ήδη ευαίσθητη και τεταμένη συγκυρία για τη χώρα μας».
Για να σας δώσω μια ιδέα των “αποτρόπαιων” σχολίων που οδήγησαν τους αρμόδιους σε αυτή την απόφαση, ο Kimmel, στον εισαγωγικό του μονόλογο στην εκπομπή της Δευτέρας, 15 Σεπτεμβρίου, είπε απλώς πως «η “συμμορία των MAGA” προσπαθεί απεγνωσμένα να παρουσιάσει το παιδί που δολοφόνησε τον Charlie Kirk ως κάτι διαφορετικό από έναν δικό τους, και ότι προσπαθούν να κερδίσουν πολιτικούς πόντους από αυτό». Όχι και το μεγαλύτερο hate comment που έχω ακούσει, αν με ρωτάτε.
Λίγες ώρες πριν από αυτήν την είδηση, ο Brendan Carr, επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Επικοινωνιών των ΗΠΑ (FCC), θέση που του είχε αναθέσει ο πρόεδρος Τραμπ, σε συνέντευξή του στο podcast του Benny Johnson χαρακτήρισε τα λόγια του Kimmel «ορισμένα από τα πιο διεστραμμένα σχόλια που θα μπορούσε κανείς να ακούσει». «Σε ορισμένους κύκλους, υπάρχει μια πολύ συντονισμένη προσπάθεια να εξαπατήσουν τον αμερικανικό λαό σχετικά με τη φύση μιας από τις πιο σημαντικές, ειδησεογραφικές και δημόσιου συμφέροντος ενέργειες που έχουμε δει εδώ και πολύ καιρό», τόνισε ο Carr. Παράλληλα, υπέδειξε ότι η ίδια η Disney, θα έπρεπε να αναλάβει δράση σχετικά με τη συμπεριφορά του Kimmel, πριν εμπλακεί η FCC. «Μπορούμε να το κάνουμε με τον εύκολο τρόπο ή τον δύσκολο τρόπο», δήλωσε χαρακτηριστικά. Αν αυτή η δήλωση σας φάνηκε απειλητική, υπερβολική ή σχεδόν μαφιόζικη, μην ανησυχείτε – πολύ καλά διαβάσατε.
Όταν όλη αυτή η συνθήκη κατέλαβε τον κόσμο του διαδικτύου και συγκεκριμένα του TikTok, τα hashtag #cancelABC και #canceldisney έκαναν την εμφάνισή τους και έγιναν viral. Ήταν μια εμφανέστατη κίνηση λογοκρισίας και καταστολής της ελευθερίας του λόγου από πλευράς πολιτικών θεσμών και, στη συνέχεια, μιας ιδιωτικής εταιρείας που ακολουθεί πιστά τη γραμμή τους. Αυτό προκάλεσε την οργή εκατομμυρίων ανθρώπων, αγνώστων του διαδικτύου, αλλά και γνωστών του Hollywood. Από συναδέλφους παρουσιαστές μέχρι ηθοποιούς, σταρ, ρεπουμπλικάνους πολιτικούς και TikTokers — πολλοί έσπευσαν να εκφράσουν την αγανάκτησή τους που ένα show λογοκρίνεται, ας είμαστε ξεκάθαροι, απλώς επειδή εκφράστηκε μια άποψη που δεν εξυπηρετεί τα προεδρικά συμφέροντα της Αμερικής. Η αγανάκτηση αυτή εκφράστηκε λεκτικά, γραπτά αλλά και πρακτικά, καθώς πολλοί ήταν αυτοί που έσπευσαν να ακυρώσουν τη συνδρομή τους στο Disney+. Η Walt Disney Company, σύμφωνα με τους Economic Times, μέσα σε αυτές τις 6 μέρες, έχασε σχεδόν 5 δισεκατομμύρια δολάρια σε χρηματιστηριακή αξία.
Αυτό το τελευταίο πιστεύω πως είναι και ο λόγος που, μετά από σχεδόν μία εβδομάδα, το show Jimmy Kimmel είναι και πάλι στον αέρα με την εταιρεία της Disney να δηλώνει πως: «Τις τελευταίες μέρες είχαμε εποικοδομητικές συζητήσεις με τον Jimmy και μετά από αυτές τις συζητήσεις καταλήξαμε στην απόφαση να επιστρέψει η εκπομπή την Τρίτη». Ωστόσο, αξίζει να αναφερθεί πως πολλά “τοπικά” μέσα και σταθμοί σε διάφορες πολιτείες της Αμερικής αρνήθηκαν να μεταδώσουν την εκπομπή της Τρίτης (π.χ. το Seattle).
Στον εναρκτήριο μονόλογο της εκπομπής (18 λεπτών) είπε πολλά – αξίζει δηλαδή να το δείτε – καθώς έχει πολύ ενδιαφέρον το πώς επέλεξε να σχολιάσει όλα όσα συνέβησαν, καθώς και να συγχαρεί τη χήρα του Charlie Kirk, η οποία συγχώρεσε τον δολοφόνο του άντρα της (!). Χαρακτήρισε την τακτική που ακολούθησαν το FCC και η Disney «αντι-αμερικανική και μη νόμιμη», καθώς και υπογράμμισε το πώς ο Donald Trump προτρέπει τα κανάλια και τις εταιρείες παραγωγής να σταματήσουν τα late night shows στην Αμερική, τα οποία στην πλειοψηφία τους του ασκούν κριτική – χωρίς να τον αφορά το πόσοι άνθρωποι μπορεί να μείνουν στον δρόμο.
Το βασικότερο όμως εκείνου του μονολόγου – αλλά και το νόημα του κειμένου που διαβάζετε- είναι πως, όπως είπε και ο ίδιος: «Αυτό το show δεν είναι σημαντικό. Σημαντικό είναι να ζούμε σε μια χώρα που μας επιτρέπει να έχουμε ένα τέτοιο show».
Δεν ξέρω πώς έχουμε φτάσει στο σημείο της ιστορίας που, ξανά, η ελευθερία του λόγου – μαζί με αρκετές άλλες, όπως εκείνη της ύπαρξης και του δικαιώματος στη ζωή – βρίσκονται υπό αμφισβήτηση. Ή μάλλον ξέρω. Οι επιλογές της πλειοψηφίας μας έφεραν όλους εδώ. Μιας πλειοψηφίας που είναι απίστευτα κουρασμένη από την προδοσία που μονίμως υφίσταται από τους ανθρώπους που εκλέγει, και μιας πλειοψηφίας που – ας είμαστε ειλικρινείς – είναι ανεπαρκής και ανέκπαιδευτη να πάρει αποφάσεις. Φυσικά, ως άνθρωποι έχουμε ευθύνη, αλλά η μεγάλη ευθύνη πέφτει σε μια πολιτεία που ο στόχος της είναι να έχει ακριβώς αυτούς τους πολίτες. Η τρέχουσα κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι ΗΠΑ είναι το πιο τρανό παράδειγμα αυτής της ιστορίας.
Παρ’ όλα αυτά, μία μερίδα κόσμου στάθηκε απέναντι σε μία εξωφρενική απόφαση και, πρακτικά, κατάφερε να την αλλάξει. Η επιλογή του να πεις τη γνώμη σου σε ένα περιβάλλον που είναι φτιαγμένο για να σε κρίνει, και η ευτυχής συνθήκη του να συσπειρώνονται άνθρωποι – που, αν και δεν είναι οι περισσότεροι, είναι αρκετοί – είναι από μόνη της σημαντική. Ίσως ακόμα και να είναι η απάντηση στην απαισιοδοξία την δική μου και πολλών άλλων για το πόσοι άνθρωποι μπορεί να αλλάξουν τον κόσμο – ίσως πάλι και όχι.