Είδαμε τους Avenged Sevenfold στο Release Αthens 2025
Εντυπώσεις από την πρώτη metal βραδιά στο Release Αthens 2025, το Σάββατο 7 Ιουνίου με τους Avenged Sevenfold και τους Palaye Royale.

Έχεις δει τον Steve McQueen. Στην «Μεγάλη Απόδραση». Στα «Βότσαλα της Άμμου». Στο «Bullit». Στην «Υπόθεση Τόμας Κράουν». Στον «Πεταλούδα». Αν τον έχεις δει, υπό ποιές συνθήκες να εντυπωσιαστείς με τον –καθ’ όλα αξιόπιστο για την σύγχρονη κινηματογραφικη΄παραγωγή- Ryan Gosling;
Σκέψεις σαν κι αυτή στροβιλίζονταν στο μυαλό μου πριν, κατά και κυρίως μετά την πρώτη και πλήρη ενθουσιασμού μέταλ βραδιά του Release Athens 2025 στην Πλατεία Νερού.

Το κοινό, αρκετό για να δημιουργήσει συναυλική ατμόσφαιρα όσο και για να μην σε κάνει να ασφυκτιάς, με μέσο όρο ηλικίας κάτω των 40, είχε κατακλύσει τις πρώτες σειρές και είχε ακουμπήσει κάγκελο μπροστά στην σκηνή από πάρα πολύ νωρίς, παρακολουθώντας υπό 35 βαθμούς Κελσίου του Palaye Royale που άνοιγαν σαππόρτ.
Οι οποίοι, με τραγουδιστή ένα από τα χιλιάδες στυλιστικά αποπαίδια του Iggy Pop, τον γεμάτο τατουάζ σε όλο το κορμί, Remington Leith και μια φωνακλάδικη, ναρκισισστική εκδοχή εξηλεκτρισμένης νέο-ποπ (ο Bryan Molko τράκαρε στο δρόμο με το αγριεμένο ξαδερφάκι των Grren Day που κουβαλούσε παλιούς δίσκους των Verve) επιχείρησαν να ζεστάνουν ένα κοινό που ήταν φανερό δεν είχε έρθει γι’ αυτούς…

Είχε έρθει για να δει τους καλιφορνέζους μεταλλάδες Avenged Sevenfold που μετά από 25 χρόνια καρριέρας θεωρούνται εδώ και χρόνια το πιο ανθεκτικό συγκρότημα που επεβίωσε απ’ τα χρόνια του “Nu Metal”, φέρνοντας μαζί της όλα τα ηχητικά γνωρίσματα εκείνης της εποχής: τις σφυροκοπηματικές συγχορδίες, τα φωνητικά τα γεμάτα Χετφηλντικό θυμό, τις industrial σαντιγές, τα τραγούδια που θυμίζουν κάτι απ’ όλα όσα είχαν προηγηθεί μέχρι το 2000.
Ειδικά οι πολυπλατινένιοι Avenged με τα 2 άλμπουμ στο Νο 1 ολόκληρου Billboard, το έκαναν συνταιριάζοντας τα παραπάνω με ένα μουσικά ειδοποιό στοιχείο: την πολύ στέρεη και σε σημεία όντως εμπνευσμένη κιθαριστική δουλειά του Synyster Gates (πιο Μάρβελ όνομα και λιποθυμάς στα χέρια του Hulk – για να σε συνεφέρει ο άλλος κιθαρίστας, που λέγεται Zacky Vengeance).

Με 25 χρόνια ιστορίας, τον κιθαρίστα σου (ετών 44) να έχει βραβευθεί από τον μέταλ χώρο ως ένας από τους καλύτερους της γενιάς του, τον –μπατζανάκη του, καθώς έχουν παντρευετεί δύο δίδυμες αδελφές- τραγουδιστή M Shadows (ετών ομίως 44) κι ένα προσεκτικά δομημένο σετ λιστ ώστε να περιλαμβάνουν αντιπροσωπευτικές στιγμές από όλες τις φάσεις τους, οι δηλωμένοι Ρεπουμπλικάνοι Avenged Sevenfold ήρθαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα να διαδηλώσουν ότι και οι millennials του μεταλ έχουν κι αυτοί παρελθόν.

Και πράγματι, ο ενθουσιασμός και η πώρωση του κοινού κατά την διάρκεια της περίπου 90λεπτης εμφάνισης των Avenged αυτό επαλήθευσε. Ότι υπάρχουν πολλοί σαραντάρηδες που γνώρισαν αυτούς, μαζί με Korn, Limp Biscuit, Slipknot και Marylin Manson ως το μέταλ της γενιάς τους. Ότι με αυτό μεγάλωσαν, αυτό τους συνόδεψε μετά την εφηβεία και αυτό γιορτάζουν τώρα που πλησιάζουν τη μέση ηλικία. Και αυτό είναι υγιές.
Οι αναπομπές στο τί είχε προηγηθεί της εποχής που αυτά τα συγκροτήματα έκαναν επιτυχία ως το «νέο μέταλ» δεν μπορούν παρά να προκαλούν ερωτήματα ταυτότητας και κριτηρίων για το σημερινό μέταλ. Σε σχέση με τα «παλιά κλασσικά» συγκροτήματα, εκείνα που προσπάθησε να σβήσει το grunge, κυριαρχεί μια στυλιστική απενοχοποίηση, τόσο στο look και τον ήχο, όσο και στους σημειολογικούς δεσμούς ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο.
Αν δει κανείς την εξέλιξη της δισκογραφίας τους, οι Avenged ξεκίνησαν από το να παίζουν metalcore με καλή κιθάρα, συνέχισαν κλίνοντας προς ένα πιο ιδιότροπο αμάλγαμα Iced Earth – Metallica – Guns ‘N’ Roses εποχής Chinese Democracy και έφτασαν από το “The Stage” του 2016 και μετά να αγκαλιάσουν το σύγχρονο progressive metal, με εκπληκτικά βίντεο κλιπ, δαιδαλώδεις συνθέσεις και ίχνη πολικαπολιτίκ μηνυμάτων στο στίχο.

Ο τραγουδιστής M Shadows ξεκίνησε από οργισμένος σκινχεντ, άφησε μοϊκάνα και στη συνέχεια μεταλλοφέρνον μαλλί το ’13 (όταν με το “Hail To The King” έφεραν και τον ήχο τους στο πιο generic), για να ανέβει στη σκηνή το Σάββατο ως ένας τατουαζοφορεμένος χτίστης με ξυρισμένους κροτάφους και τσαλαπατημένο κοκκοράκι που κατέληγε σ’ έναν μεγαλοπρεπή λασπωτήρα.
Ο κιθαρίστας Synyster Gates εξαπέλυε τα γρήγορα, με jazz fusion ταχύτητα αλλά Petrucci ομφαλοσκοπικά σόλο του, φορώντας φαρδιές καδένες ράπερ από ταινία του Spike Lee, μπλουζάκι με την γυναίκα – ρομπότ από τα εξώφυλλα των… Autograph (’84-’87) και μορφάζοντας κάνοντάς σε να μαντεύεις αν η αιτία είναι η υπερπροσπάθεια ή απόλυτη βαριεστημάρα.
Ο μπασίστας φορούσε γυαλιά ηλίου, παντελόνι φόρμας με λιλιπούτεια μαυρόσπρα τετραγωνάκια σχεδίου σκακιέρας, και μόστραρε περίεργα χτενισμένη ξυριστουά μοϊκάνα – σαν μεσήλικας surfer που χτύπησε σε ζόρικο κύμα και ζαλισμένος έπεσε μέσα στην ντουλάπα και φόρεσε ό,τι βρήκε. Ο δεύτερος κιθαρίστας Zacky Vengeance με ύφος δυσανασχετέ, πλατινέ μαλλί πλέϋμομπίλ και ατημέλητη τριχοφυία προσώπου, τον έλεγες και μεγάλο αδελφό της Ραμόνας του Τσουβέλα. Ο δε drummer, ένας ημίγυμνος, πολύ κουρασμένος και πολύ κρεμασμένος μεσήλικας, έκανε ότι μπορούσε πάνω στο απαιτητικό σετ.

Όλοι μαζί, ένα συναυτουργικό, με ενδεχόμενο δόλο έγκλημα κατά κάθε έννοιας stage clothing. Όμως αυτό δεν έχει σημασία, καθώς αν έβλεπες το κοινό, το ηλικιακά συνομήλικό τους κοινό, δεν είχε και μεγάλες διαφορές. Οι Avenged είναι πράγματι βγαλμένοι από το κοινό των millennials.
Το μουσικό περιεχόμενο της εμφάνισης ήταν σφιχτοδεμένο, με κομμάτια που έσπερναν κύματα παροξυσμού όλο και μεγαλύτερα. Έβλεπεες παρέες να γρονθοκοπούν τον αέρα, να τραγουδούν όλους τους στίχους, ένα σετ όλο ενέργεια. Εκείνο όμως που γνωρίζαμε ότι είναι το δυνατό σημείο της μπάντας επί σκηνής, πλην του αξιόπιστου παιξίματος, θα ήταν τα οπτικά εφέ. Αξιοποιώντας στο έπακρο ολόκληρη την πλάτη της σκηνής και τα δύο γιγάντια video wall οι Avenged έδωσαν όντως το κάτι παραπάνω.
Ξεκινώντας από το “Mattel” (ένα από τα κομμάτια του καινούριου τους άλμπουμ), όπου έβλεπες τις φιγούρες των πέντε μουσικών με την αυθεντική τους επί σκηνής κινησιολογία να μεταμορφώνονται σε δαιμονικές μορφές, σε Barbie, να αλλα΄ζουν χρώμα, έκφραση, φύλο, στάση, σαν ένα διαρκώς εναλλασσόμενο app που έχει βαλθεί να σου προκαλέσει Δ.Ε.Π.Υ.. εφιάλτες μέσα σε 5 λεπτά, η οπτικοποίηση των τραγουδιών ήταν όντως ένα σόου από μόνο του. Κάθε κομμάτι είχε τις οπτικές στιγμές του. Και το κοινό χοροπηδούσε, κοίταζε, χαμογελούσε, ίδρωνε, παρατηρούσε τα video wall ή και ούρλιαζε τα ρεφραίν, χωρίς αναγκαία αυτήν την σειρά.

Όταν έχει κανείς δει τους Iron Maiden σε πέντε διαφορετικές δεκαετίες, τον Alice Cooper, τον King Diamond ή τους Kiss, η σκέψη αργά ή γρόγορα θα σου έρθει : πρόκειται για το μέταλ σόου της εποχής: Αυστηρά δισδιάστατο, ωστόσο παραπλανητικά τρισδιάστατο. Οφθαλμήλατο, ταιριστό με την οθονοκεντρική αντίληψη όλων των πραγμάτων που έχουν οι millennials.
Ακόμη κι αν οι Avenged παίζουν αυτά τα 13-14 κομμάτια με την ίδια σειρά σε ολόκληρη την περιοδεία τους, προγραμματισμένα, ίδια, χωρίς encore, ακόμη κι αν ο M Shadows μοιάζει να διαθέτει λεξιλόγιο ημιαγράμματου κρακ ντήλερ με λογοδιάρροια που επειδή έγινε εκατομμυριούχος δεν τον νοιάζει που περισσότερα είναι τα φακ από τις υπόλοιπες λέξεις σε κάθε του πρόταση, ακόμη κι αν μας προέτρεψε “don’ t boo” όταν ξεκίνησε να λέει κάτι για το ότι το συγκρότημα πήγε “στην Istanbul” (το οποίο έσωσε με την αναμενόμενη κολακεία προς το «φοβερό κοινό»), η αλήθεια είναι μία: Κομμάτια όπως τα Hail to the King, Buried Alive, Nightmare και Bat Country επέδρασαν μαζί με την επιβλητική οπτική υποβοήθηση στο μέγιστο. Δεν μπορείς να πεις ότι ήταν μια «μέτρια» συναυλία, με κανέναν τρόπο. Ήταν απολύτως επιτυχημένη και ο κόσμος την ευχαριστήθηκε.
Επευφημώντας και ταυτιζόμενο με το καλιφορνέζικο γκρουπ κατ΄ανάλογο τρόπο που το ίδιο κοινό έχει καταναλώσει και προτυποποιήσει τον Ryan Gosling και τους λίγο σκεπτόμενους, λίγο σέξυ, λίγο σκυθρωπούς, λίγο άφοβους στα ξυλίκια, λίγο υπαινικτικούς ήρωες που ενσαρκώνει στο “Drive”, το “La La Land” , το “Fracture”, το “Blue Valentine” ή το “The Fall Guy”.
Ποιός έχει τώρα την όρεξη να ψάξει να συγκρίνει το οικείο (του) με το πρωτότυπο; Ποιος να τρέχει να βρει να δει το “Getaway”, τους “Reivers”, τον “Junior Bonner” ή το “Cincinnati Kid;”. Ε;

Εισαγωγή / Game Over / Mattel / Afterlife / Hail to the King / Buried Alive / The Stage / So Far Away (Αφιερωμένο στον Rev «κι όλους εκείνους που χάσαμε») / Nobody / Nightmare / Bat Country / Unholy Confessions / Cosmic / A Little Piece of Heaven