Αγαπώ τις γυναικείες φιλίες για πάρα πολλούς λόγους. Βασικά, αγαπώ όλους τους φίλους μου, αλλά τις γυναίκες λίγο παραπάνω – ή καλύτερα, λίγο διαφορετικά – γιατί τις συνάντησα και με συνάντησαν τόσο από ανάγκη, αλλά κυρίως από ξεκάθαρη επιλογή. Ίσως το καλύτερο πράγμα στη γενικότερη εμπειρία του να είσαι γυναίκα να είναι οι σχέσεις που δημιουργείς με άτομα του ίδιου φύλου. Υπάρχουν εκατομμύρια βιντεάκια στο TikTok και viral trend που εξυμνούν τη γυναικεία εμπειρία, τη μοναδικότητά της, αλλά και την ανάγκη να τη μοιράζεσαι με άλλες γυναίκες. Γενικά, ο πατριαρχικός κόσμος στον οποίο ζούμε είναι πολύ “τετράγωνα” φτιαγμένος ώστε να αποζητάμε με τρυφερότητα – και κυρίως σε βάθος – τις γυναικείες φιλίες. Είναι η γοητεία της κοινής εμπειρίας. Μια γυναίκα, ή καλύτερα μια θηλυκότητα, μπορεί να σε συναντήσει πολύ βαθύτερα, πολύ πιο άμεσα και σίγουρα πιο αληθινά από οποιονδήποτε άλλον εκεί έξω – άσχετα αν είναι γνωστή σου, φίλη σου ή απολύτως άγνωστη στον δρόμο.
Η Νύχτα τώρα – συγκεκριμένα εκείνη της Αθήνας – και η γυναικεία αλληλεγγύη είναι, τουλάχιστον για μένα, άρρηκτα συνδεδεμένες. Πολλά από τα ξενύχτια μου τα έχω περάσει πλάι σε μερικές υπέροχες γυναίκες: χορεύοντας, ανταλλάσσοντας lip gloss, σερβιέτες ή ακόμα και απλά κοπλιμέντα που σου φτιάχνουν τη διάθεση. Οπότε, ήταν ξεκάθαρο για μένα πως μία «Αθήνα τη Νύχτα» (τουλάχιστον) τους άξιζε να αποτυπωθεί στο χαρτί. Ελάτε, λοιπόν, να σας πω πώς μία τριάδα κοριτσιών πέρασε την Παρασκευή το βράδυ της στο Παγκράτι – ανάμεσα στην πολυσυζητημένη agave και τον κρυμμένο (τουλάχιστον για εμάς) θησαυρό που ανακαλύψαμε με το όνομα ΤΡΑΚΑ – και φυσικά δίπλα στις άγνωστες κοπέλες που, για ένα βράδυ, έγιναν οι καλύτερές μας φίλες – γιατί απλά μας δάνεισαν την βεντάλια τους.
Είναι η βεντάλια το απόλυτο αξεσουάρ ενός καλοκαιριού στην Αθήνα; -ΝΑΙ
Θα το πάρω από την αρχή, όμως, και θα ξεκινήσω με τις συστάσεις. Έχετε κι εσείς, φαντάζομαι, κάποιες φίλες που ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που κάπως ήρθαν στη ζωή σας στα χρόνια του σχολείου (συγκεκριμένα γύρω στα 14-15), και κάπου εκεί καταλάβατε πως η φιλία δεν είναι απαραίτητα οι άνθρωποι που βλέπεις κάθε μέρα ή τυχαίνει να πηγαίνετε στο ίδιο σχολείο. Εκείνη η πρώτη φιλία σας που ήταν επιλογή – όχι τόσο “επιτακτική ανάγκη κοινωνικοποίησης”. Αυτοί, λοιπόν, οι άνθρωποι, κάποιοι απ’ αυτούς με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, έμειναν στη ζωή μου. Είναι δύσκολο να κρατήσεις τις εφηβικές σου φιλίες μεγαλώνοντας – κυρίως γιατί αλλάζεις, διαμορφώνεσαι, και συνήθως όλες αυτές οι επιλογές διαφέρουν από εκείνες των φίλων σου, ή τουλάχιστον δεν γίνονται με την ίδια ταχύτητα. Μία στο τόσο, όμως (ναι, έτσι αόριστα θα επιλέξω να χαρακτηρίσω τον χρόνο), οι άνθρωποι μένουν – παρ’ όλες τις αλλαγές, τις επιλογές και γενικά τις αποστάσεις, χιλιομετρικές και μη. Η αγάπη και η σύνδεση παραμένει, και η σχέση συνεχίζει και χτίζεται – ίσως σε διαφορετικά θεμέλια, αλλά το βασικό είναι πως υπάρχει. Για μένα, που λέτε, αυτοί οι άνθρωποι – αυτές οι φίλες – είναι η Ελισώ και η Στέλλα. Συνήθως δεν βρισκόμαστε στην ίδια ζώνη ώρας ή στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος, αλλά όταν αυτό συμβαίνει και τα προγράμματα και των τριών συμπίπτουν, το “girls night”, όπως λένε και στο TikTok, είναι αναμενόμενο και επιτακτικό.
«Το πιο τρανταχτό, όμως, σημάδι ότι η βραδιά μας θα εξελισσόταν εξαιρετικά, ήταν πως όταν μπήκαμε μέσα για να πάρουμε δύο Aperol, έπαιζε ABBA.»
Την Παρασκευή (23/5) είχαμε δώσει ραντεβού στο Παγκράτι, χωρίς ακριβώς να ξέρουμε πού θα πάμε, αλλά με τις πιθανότητες να κατευθύνονται προς το πολυσυζητημένο Agave. Το viral μαγαζί του Παγκρατίου έχει πάρει φωτιά στο TikTok, κυρίως για τα κυριακάτικα πάρτυ του που κλείνουν τους διπλανούς δρόμους από τη λαοθάλασσα ανθρώπων που θέλουν να γίνουν μέρος όλης αυτής της συνθήκης – να βιώσουν την εμπειρία. Προσωπικά, δεν θα σας πω ψέματα, η όλη συνθήκη του “μπουγιού” μου προκαλεί ένα κοινωνικό άγχος και μια κάποιου είδους αγοραφοβία που δεν ήξερα καν ότι διέθετα. Αντιλαμβάνομαι πλήρως ωστόσο γιατί κάποιος να θέλει να βιώσει αυτή τη συνθήκη του “πάρτυ”, αλλά σε προσωπικό επίπεδο δεν με συγκινούσε.
Το agave Athens μπορείτε να το βρείτε στο Παγκράτι στην οδό Ευφράνορος 40
Τα κορίτσια όμως ήθελαν πολύ να πάμε εκεί, και το επιχείρημά τους ότι είναι Παρασκευή βράδυ — και όχι Κυριακή μεσημέρι — και βασικά έχει Final 4 στο μπάσκετ (άρα κάθε Ολυμπιακός ή Παναθηναϊκός της Αθήνας θα βρισκόταν μπροστά σε μια οθόνη) κάπως με έπεισε πολύ εύκολα. Κατά τις 21:30, λοιπόν, ήμασταν στην Agave και τα κορίτσια είχαν καθίσει από την πίσω πλευρά του μαγαζιού, που δεν είχε, ούτως ή άλλως, τόσο κόσμο και φασαρία. Ακόμα και η μουσική που έπαιζε (εκτός του ότι ήταν κατά κύριο λόγο ελληνική και με εξέπληξε ευχάριστα – έπαιξε Χατζηγιάννη παιδιά) ακουγόταν τόσο-όσο έξω, και αυτό μέχρι να κλείσουν τελείως τα παράθυρα, για να μην έχουν θέμα με τους γείτονες και την ώρα κοινής ησυχίας. Η αίσθηση, παρόλα αυτά, ήταν πολύ ωραία, cool και άκρως καλοκαιρινή – ακόμα κι αν ήμασταν στο κέντρο της πόλης. Ο κατάλογος του μαγαζιού ήταν αρκετά πλούσιος σε επιλογές cocktails και κυρίως spritz (το φαγητό δεν το κοιτάξαμε καν – λάθος μας, αν με ρωτάς), και η κοπέλα που μας εξυπηρέτησε ήταν άκρως βοηθητική και γλυκύτατη. Η παραγγελία απαρτιζόταν από τα εξής cocktail: ένας Ήλιος, ένα Σύμποσιον και μία Αγαύη. Η αλήθεια είναι πως ήταν και τα τρία αρκετά γλυκά αλλά και πολύ δροσιστικά. Ναι και φυσικά το χαρακτηριστικό “αγαύη μου..” που ήταν γραμμένο πάνω στα ποτήρια τα έκανε όλα λίγο πιο cute.
Στο ποτήρι της Στέλλας έγραφε “αγαύη μου μην πίνεις…”
Κάπου ενδιάμεσα σε συζητήσεις για έρωτες, σχέσεις, sex και εν δυνάμει καριέρες ήρθε και η δεύτερη παραγγελία, που περιείχε τζιν τόνικ και έναν ακόμα Ήλιο. Ωστόσο, μπορούσες να καταλάβεις πως είχαν τελειώσει και οι δύο αγώνες, γιατί πλέον είχε αρχίσει ο κόσμος να μαζεύεται – και ας ήταν 23:30 – αλλά ταυτόχρονα αντιλαμβανόσουν πως κανείς δεν κέρδισε, γιατί δεν υπήρχε πια και τόσος κόσμος έξω (έκατσαν όλοι σπίτια τους μετά τις ήττες).
Όπως και να έχει, εμείς σκεφτόμασταν ήδη πού θα συνεχίζαμε. Η Στέλλα δεν θα ακολουθούσε, γιατί έπρεπε να προλάβει ένα λεωφορείο για Εύβοια, αλλά εγώ και η Ελισώ ήμασταν πολύ μέσα για ένα Aperol ή και μία τεκίλα και ωραία μουσική. Μετά από την ιδέα – η οποία ναυάγησε σύντομα – να πεταχτούμε στα Εξάρχεια και να ψαχτούμε εκεί, αποφασίσαμε να το περπατήσουμε το Παγκράτι και ή στο Chelsea θα πηγαίναμε ή στο Ramon (στα γνωστά μας, δηλαδή). Επειδή όμως ήμασταν και λίγο αναποφάσιστες, δεν ξέραμε τι μουσική θέλαμε, τι vibe (γενικά υπήρχε μία δυσκολία να καταλήξουμε). Τέλος πάντων, μετά από δυο-τρία «πάνω-κάτω» και ένα search στη λίστα με όσα έχω αποθηκευμένα στο Google Maps με τίτλο “Έξω στην Αθήνα”, καταλήξαμε στο ΤΡΑΚΑ. Είχε πολύ κόσμο — ωραίο κόσμο – που στεκόταν όρθιος έξω ή καθόταν στα τραπεζάκια και κρατούσε πλαστικά ποτήρια (κάπου εδώ να πω πως όταν παίζει πλαστικό ποτήρι στη φάση, ξέρεις πως κάτι θα πάει καλά). Το πιο τρανταχτό, όμως, σημάδι ότι η βραδιά μας θα εξελισσόταν εξαιρετικά, ήταν πως όταν μπήκαμε μέσα για να πάρουμε δύο Aperol, έπαιζε ABBA.
Το μαγαζί ΤΡΑΚΑ μπορείτε να το βρείτε στην οδό Ευφράνορος 2
Ωστόσο, δεν ήμασταν ακόμα σε full-on χορευτικό mood, οπότε πήραμε το ποτό μας και βγήκαμε έξω. Σε κάτι τέτοιες συνθήκες, εκτιμώ λίγο παραπάνω τους φίλους μου – γιατί δεν έχει σημασία αν σε είδα προχθές, αν μιλήσαμε στο τηλέφωνο την προηγούμενη εβδομάδα ή οτιδήποτε άλλο. Πάντα θα έχουμε κάτι να πούμε. Πάντα οι ζωές μας θα τρέχουν πιο γρήγορα από εμάς – αλλά τουλάχιστον θα έχουμε παρέα. Η φίλη μου η Ελισώ θα μείνει για λίγο ακόμα καιρό στο Λονδίνο, και αυτή η χιλιομετρική απόσταση, κάπως, καμία σημασία δεν έχει. Πάνω, λοιπόν, στη συζήτηση για το πώς θα περάσουν οι μέρες μέχρι να επιστρέψει, τα καλοκαιρινά σχέδια, το πάρτι γενεθλίων της αλλά και – φυσικά – συζητήσεις για το πόσο δύσκολες είναι οι ενήλικες φιλίες και ερωτικά σου σου, πετύχαμε κι έναν γνωστό της. Ωστόσο, όσο εμείς είχαμε χαθεί στην κουβέντα, ο κόσμος είχε σχεδόν γεμίσει το εσωτερικό του μαγαζιού – και ακουγόταν αμυδρά απ’ έξω να παίζει Έλενα Παπαρίζου – ε εννοείται οριακά τρέξαμε μέσα. Το πιο αστείο της υπόθεσης είναι πως η φίλη μου δεν ήθελε θεωρητικά να ακούσει ελληνική μουσική, αλλά με κάποιο μαγικό τρόπο, πάλι βρεθήκαμε να τραγουδάμε: «Όταν σ’ είχα πρωτοδεί, κάτι στη ζωή μου ειλικρινά είχε παιχτεί».
Καθ´όλη την διάρκεια της βραδιάς στο τοίχο προβαλλόταν Μπομπ Σφουγγαράκης
Τα Aperol έγιναν τεκίλα και τζιν αντιστοίχως, και εμείς βρήκαμε τη θέση μας κάτω από τον προβολέα που έπαιζε Μπομπ Σφουγγαράκης σε λούπα, όσο στα ηχεία έπαιζε το Gucci Φόρεμα – σουρεαλιστικά υπέροχο. Ήταν όμως και η πρώτη πολύ ζεστή νύχτα της Αθήνας – προοικονομία για το καλοκαίρι μας – και όσο γκρίνιαζα στην Ελισώ πως πρέπει να πάρω βεντάλια οπωσδήποτε, βλέπω δύο κορίτσια ακριβώς δίπλα μας να κρατούν μία, και μετά από λίγη ώρα που δεν την χρησιμοποιούσαν, πολύ φυσικά, σκουντάω τη μία και τη ρωτάω αν θα μπορούσα να τη δανειστώ. Εκείνη σκάει ένα χαμόγελο και απλά μου δείχνει την τσέπη του παντελονιού της για να την πάρω μόνη μου – and the rest is history.
«Το πιο αστείο της υπόθεσης είναι πως η φίλη μου δεν ήθελε θεωρητικά να ακούσει ελληνική μουσική, αλλά με κάποιο μαγικό τρόπο, πάλι βρεθήκαμε να τραγουδάμε: «Όταν σ’ είχα πρωτοδεί, κάτι στη ζωή μου ειλικρινά είχε παιχτεί».
Το υπόλοιπο βράδυ δεν το περάσαμε ως δύο φίλες που είχαν βγει για ποτό, αλλά ως τέσσερα κορίτσια που χόρευαν μεταξύ τους, όσο μία βεντάλια άλλαζε χέρια για να κάνει αέρα η μία στην άλλη, και φώναζαν στίχους από τραγούδια που γράφτηκαν (ίσως) πριν γεννηθούν. Ξαφνικά δεν ήμασταν μόνες μας στο μαγαζί – είχαμε παρέα. Τα κομπλιμέντα πήγαιναν κι έρχονταν, τα αστεία, τα χορευτικά, ο σχολιασμός – όλα. Όταν φύγαμε με τη φίλη μου, αγκαλιάσαμε τα κορίτσια λες και γνωριζόμασταν χρόνια – δεν είχαμε ανταλλάξει καν ονόματα, αλλά δεν είχε σημασία.
Το υπέροχο με αυτή την ιστορία είναι πως αποτελεί μία εκ των πολλών εμπειριών που ζει σχεδόν κάθε γυναίκα στη ζωή της. Αγαπώ απεριόριστα τις γυναίκες για πάρα πολλούς λόγους. Σίγουρα έχει να κάνει με το γεγονός πως είμαι κι εγώ μία από αυτές, αλλά έχω την αίσθηση πως ακόμα και αν δεν είχα γεννηθεί και επιλέξει να υπάρχω σε αυτό το φύλο, πάλι θα τις λάτρευα και θα τις θαύμαζα το ίδιο. Γιατί τα κορίτσια είναι εκείνα που μου κρατούν παρέα στον δρόμο για το σπίτι, είναι εκείνα που με κρατούν ασφαλή, είναι εκείνα που με παρηγορούν, με μαλώνουν και με ανυψώνουν – ασχέτως αν τις γνωρίζω ή όχι. Η τέλεια νύχτα στην Αθήνα, για μένα, νομίζω κατέληξα πως χρειάζεται δύο πράγματα: ωραία cocktail και γυναικεία αλληλεγγύη! Μέχρι την επόμενη Νύχτα που θα κρατήσουμε σε γραμμές και λέξεις, να χαμογελάτε στα κορίτσια της ζωής σας, να τα κερνάτε ποτά και να τα αγκαλιάζετε σφιχτά.