MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΔΕΥΤΕΡΑ
29
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Η Μαρία Κάλλας ‘επιστρέφει’ στο Ηρώδειο

Με αφορμή δύο μεγάλα γεγονότα στη μνήμη της κορυφαίας υψιφώνου, μια ρετροσπεκτίβα στους σταθμούς της αξεπέραστης καριέρας της στο λυρικό τραγούδι.

author-image Στέλλα Χαραμή

Γεννιέται στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Νέα Υόρκη. Της δίνεται το όνομα Μαρία Άννα Σεσίλια Σοφία Καλογερόπουλος. Κόρη Ελλήνων μεταναστών. Εκατό χρόνια μετά, παραμένει το μεγαλύτερο αστέρι του ελληνικού πολιτιστικού στερεώματος με διεθνή λάμψη. Η επέτειος ενός αιώνα μετά τη γέννηση της γίνεται αφορμή για σειρά εκδηλώσεων στη μνήμη της τόσο από την Εθνική Λυρική Σκηνή – που ανέδειξε το ταλέντο της – όσο και από ιδιωτικούς φορείς.
Μετά τη «Μήδεια» σε διεύθυνση Φιλίπ Ωγκέν, η ΕΛΣ διοργανώνει στις 16 Σεπτεμβρίου (ανήμερα της επετείου θανάτου της Κάλλας) ένα μεγάλο gala στη μνήμη της: Τέσσερις διεθνώς αναγνωρισμένες πρωταγωνίστριες της όπερας – Άννα Πιρότσι, Κάθριν Φόστερ, Βασιλική Καραγιάννη και Νίνα Μινασιάν – ερμηνεύουν άριες από όπερες των Καλομοίρη, Μπετόβεν, Βάγκνερ, Βέρντι, Ντονιτσέττι, Τομά που η ίδια ερμήνευσε στο ρωμαϊκό ωδείο.

Νωρίτερα, στα τέλη Αυγούστου (28 και 30/8) ο Τομ Βολφ, δημιουργός του ντοκιμαντέρ «Maria by Callas», πραγματοποιεί στην Αθήνα την ευρωπαϊκή πρεμιέρα της «Νόρμα» με κεντρικούς ερμηνευτές την σοπράνο Τζόις Ελ Χούρι και τον τενόρο Μάριο Φραγκούλη.
Το Ωδείο Ηρώδου Αττικού, εξάλλου, ήταν ο μοναδικός χώρος στην Ελλάδα με τον οποίο συνδέθηκε στενά η Μαρία Κάλλας: Τόσο κατά το ξεκίνημα της καριέρας της στα 18 της χρόνια – ήταν ο τόπος που ερμήνευσε τον πρώτο της μεγάλο ρόλο – και ο τόπος που επέστρεψε στο απόγειο της καριέρας της, ως η διασημότερη πια τραγουδίστρια όπερας στην ιστορία.
Με αυτά τα μεγάλα παραστατικά ραντεβού στον ορίζοντα του Ηρώδειο, παρακολουθούμε τους σταθμούς της Μαρία Κάλλας, στον χρόνο και στον τόπο, στους ρόλους όπου άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της, στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου όπου διέπρεψε – συμπεριλαμβανομένου των ελληνικών αρχαίων θεάτρων.

To ρεκόρ της «Νόρμα»

Θεωρείται μοναδικό νούμερο για μια μονωδό να συνδεθεί με ένα ρόλο. Κι όμως, η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε επί σκηνής τη «Νόρμα» του Μπελίνι πάνω από 90 φορές! Κι έτσι ίσως μοιάζει ‘ανακριβές’ το γεγονός πως ο ρόλος της Νόρμα σημάδεψε το ρεπερτόριο της Κάλλας, ενώ τελικά συνέβη το αντίστροφο. Αφού για την ακρίβεια, η ηρωϊδα του Μπενίλι, το μελόδραμα του 19ου αιώνα, λειτούργησε ως πήχης για την ανάδειξη της δυναμικής μιας δραματικής υψιφώνου – τουλάχιστον για το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.
Σε ηλικία 25 μόλις ετών, το 1948 στη Φλωρεντία συναντά τη «Νόρμα» για πρώτη φορά και η σχέση της με το ρόλο θα παραμείνει άσβεστη για τα επόμενα 17 χρόνια. Η ιέρεια που ερωτεύεται το Ρωμαίο κατακτητή και αποκτά νόθα παιδιά μαζί του την συστήνει και στο κοινό του Μπουένος Αϊρες ενώ με τον ίδιο ρόλο πραγματοποιηθεί το ντεμπούτο της στην Βασιλική Όπερα του Λονδίνου (1952), στη νεότευκτη Όπερα του Σικάγο (1954) και φυσικά στη Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης. Είναι 1956 και τέσσερα χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 1960, η Μαρία Κάλλας θα γράψει μια ακόμα χρυσή σελίδα στην όπερα του Μπελίνι: Θα βρεθεί στην ορχήστρα της Επιδαύρου με σκηνοθέτη τον Αλέξη Μινωτή, διευθυντή ορχήστρας τον σταθερό συνεργάτη της Τούλιο Σεραφίν και σκηνογράφο τον Γιάννη Τσαρούχη. Είναι ιστορικές οι αφηγήσεις για την υποδοχή της από το επιδαύριο κοινό που την έφερε για υπόκλιση περί τις δέκα φορές. Ήταν, μάλιστα, προσωπική της επιθυμία να ερμηνεύσει αυτό το ρόλο στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Το 1964 θα κατακτούσε και το Παρίσι ως Νόρμα στην σκηνή της Όπερας Garnier, παρά τα φωνητικά προβλήματα που είχαν ήδη αρχίσει να γίνονται ορατά.

Οι (υπόλοιποι) ρόλοι που θα σημάδευαν το ρεπερτόριο της

Μόλις ενηλικιώνεται βαπτίζεται και στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Ο μικρός ρόλος της Βεατρίκης στην οπερέτα του «Βοκάκιου» το 1941 – και παρά τον σοβαρό ανταγωνισμό τον οποίο δέχεται από τις γυναίκες συναδέλφους εντός του οργανισμού – δεν θα της στερήσουν την αναγνώριση: Μόλις ένα χρόνο μετά, ερμηνεύει την «Τόσκα» του Πουτσίνι ενώ το 1944 κάνει την παρθενική της εμφάνιση στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού με τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον «Πρωτομάστορα» του Μανώλη Καλομοίρη, βασισμένο στο ομώνυμο έργο του Νίκου Καζαντζάκη. Την ίδια χρονιά, οι κριτικοί την αποθεώνουν για την ερμηνεία της ως Λεονόρε στον «Φιντέλιο» του Μπετόβεν. Η μύηση της στην Ελλάδα, την ασκεί σημαντικά για τους επόμενους ρόλους -σταθμούς που, πλέον, θα ερμηνεύσει σε ξένο έδαφος. Το 1947 στην Αρένα της Βερόνα στέφεται «Τζοκόντα» του Πουτσίνι υπό την διεύθυνση του Τούλιο Σεραφίν – και είναι μόλις 23 ετών. Το 1950, η Κάλλας θα δοκιμαστεί, μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, σε δύο εντελώς διαφορετικούς ρόλους: Την Ελβίρα στους «Πουριτανούς» του Μπελίνι και την Μπρουχίλντε στην «Βαλκυρία» του Βάγκνερ. Οι φωνητικές απαιτήσεις των δύο ρόλων απείχαν παρασάγγας, αναδεικνύοντας εκ νέου τη φήμη της Κάλλας που κατάφερε τέτοιον άθλο, επιβεβαιωμένο και από τα χείλη του Φράνκο Τζεφιρέλι που βρισκόταν ανάμεσα στους θεατές της. Ασφαλώς την περιμένουν σπουδαίες ερμηνείες κατά την επόμενη δεκαετία: Η «Λουτσία Ντι Λαμερμούρ» του Ντονιτσέτι και η «Μήδεια» του Κερουμπίνι (και οι δύο στη Σκάλα του Μιλάνου), η Αμίνα στην «Υπνοβάτιδα» του Μπελίνι, η Βιολέτα Βαλερί στην «Τραβιάτα» του Βέρντι – όπως και στην «Αϊντα» του – η «Μαντάμα Μπατερφλάϊ» του Πουτσίνι.

Ακούγοντας τις σημαντικότερες ηχογραφήσεις της

Από τους κορυφαίους ρόλους της καριέρας της που τροφοδοτούσαν και δεκάδες δημοσιεύματα της εποχής ανά τον κόσμο, αναδείχθηκαν και μερικές κλασικές πια ηχογραφήσεις όπου η φωνή της Μαρία Κάλλας – βρισκόμενη στο άνθος της ερμηνευτικής της καριέρας και σε συνεργασία με κορυφαίους μαέστρους, εμβληματικές ορχήστρες – ‘λυγίζει’ το χρόνο. Φυσικά και δεν θα μπορούσε να λείπει η «Νόρμα» από αυτή τη ‘συλλογή’ με την καλύτερη ηχογράφηση να τοποθετείται στα 1954 και υπό τη διεύθυνση του Σεραφίν η Κάλλας να αποθεώνει την άρια της Casta Diva.
Ένα χρόνο νωρίτερα (1953), η «Τόσκα» του Πουτσίνι σε διεύθυνση του Βίκτορ Ντε Σαμπάτα θεωρήθηκε από τη μουσική κριτική ως η καλύτερη ηχογράφηση του έργου για εκείνη τη δεκαετία, κάτι που επιβεβαιώθηκε και 70 χρόνια αργότερα όταν επελέγη από το ιστορικό πολιτιστικό αμερικανικό ίδρυμα Library of Gongress ως απόκτημα.
To ιερό δισκοπότηρο των ηχογραφήσεων της Κάλλας θεωρείται η «Τραβιάτα» της το 1958 στο Covent Garden ενώ άλλοι ειδικοί ερίζουν για την εξαιρετική περφόρμανς της στον ίδιο ρόλο, την ίδια χρονιά στη Λισαβόνα. Φτάνει προς το τέλος της καριέρας της για να ερμηνεύσει την «Κάρμεν» του Μπιζέ. Κι ενώ η ηχογράφηση δεν πυροδοτήθηκε από κάποια εμφάνιση της – καθώς είχε δηλώσει την αποστροφή της για το ρόλο της ωραίας τσιγγάνας – η Μαρία Κάλλας προσέφερε μια ακόμα μνημειώδη ερμηνεία. Με την ασφάλεια ενός από τους αγαπημένους της διευθυντές ορχήστρας, του Ζορζ Περτρ, απέδωσε με απόλυτη ευκρίνεια όλες τις φάσεις του ρόλου, «στοιχειώνοντας» το ρόλο, όπως έγραψε ο Τύπος. Και δικαιώνοντας όλους τους καλλιτεχνικούς διευθυντές οπερών ανά τον κόσμο που είχαν προσπαθήσει να την μεταπείσουν σε ένα ανέβασμα της «Κάρμεν».

Στο Ηρώδειο και στην Επίδαυρο

Η συλλεκτική αφίσα της εμφάνισης της Μαρία Κάλλας στη μοναδική εμφάνιση της στην Επίδαυρο.

Μπορεί το Ηρώδειο να την είχε υποδεχθεί όταν ακόμα ήταν άσημη και έκανε τα πρώτα της βήματα ως υψίφωνος, αλλά οι εμφανίσεις της ως diva στα αρχαία θέατρα της Ελλάδας ήταν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού. Η πρώτη της εμφάνιση στο Ρωμαϊκό Ωδείο γίνεται το 1957 όπου η Κάλλας είναι η απόλυτη πρωταγωνίστρια μιας συναυλίας με άριες από ιταλικές, γαλλικές και γερμανικές όπερες. Το 1960 κάνει ένα όνειρο της πραγματικότητα και καθηλώνει το κοινό της Επιδαύρου με τη «Νόρμα» της, ως καλεσμένη της Εθνικής Λυρικής Σκηνής της οποίας τότε πρόεδρος του ΔΣ και καλλιτεχνικός διευθυντής της ήταν ο Κωστής Μπαστιάς, προσωπικότητα που είχε συμβάλλει καθοριστικά και στην ίδρυση της. Μόλις ένα χρόνο μετά, επιστρέφει στην Επίδαυρο για να ερμηνεύσει έναν άλλο αγαπημένο της ρόλο, τη «Μήδεια» του Κερουμπίνι – αυτή τη φορά με διευθυντή ορχήστρας το Νικόλα Ρεσίνιο αλλά και πάλι με σκηνοθέτη τον Αλέξη Μινωτή. Την ενδυματολογία και την σκηνογραφία είχε αναλάβει ο Γιάννης Τσαρούχης και τις χορογραφίες η Μαρία Χορς. Ήταν η τελευταία σκηνική εμφάνιση της στη χώρα.

Θριαμβεύτρια στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου

Τις μεγαλύτερες στιγμές δόξας και καταξίωσης η Μαρία Κάλλας τις γνώρισε επί ξένων σκηνών. Θεωρητικά η διεθνής της καριέρα θα είχε ξεκινήσει από τη Νέα Υόρκη αν είχε δεχθεί να υποδυθεί τη «Μαντάμα Μπατερφλάϊ» στα αγγλικά κι αν δεν θεωρούσε ότι τα παραπανίσια κιλά (που είχε τότε) δεν την έφερναν σε αντίφαση με το ρόλο. Κατά συνέπεια, το ξέσπασμα της πορείας της ξεκίνησε από τα θέατρα της Ιταλίας – με κορυφαίο το Λα Φενίτσε, την Όπερα της Ρώμης, και φυσικά τη Σκάλα του Μιλάνο, όπου και ‘ανέβηκε’ το 1950. Στο μεταξύ, είχε δημιουργήσει δεσμούς και με το κοινό της Νοτίου Αμερικής επισκεπτόμενη το Μπουένος Άϊρες και το Μεξικό. Η δεκαετία του ’50 την βρίσκει στην Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, όπου και ερμηνεύει ενωπίω της Βασίλισσας Ελισάβετ και της υπόλοιπης βασιλικής οικογένειας. Η Αμερική δεν θα αργήσει τελικά να αποδεχθεί το νόθο ‘τέκνο’ της με τους δικούς της όρους κλείνοντας εμφανίσεις στη Metropolitan Opera, στην όπερα του Σικάγο και του Ντάλας. Η μοναδική πρεμιέρα που άργησε για την Κάλλας ήταν η Όπερα των Παρισίων όπου και εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1958 – με τι άλλο; Με «Νόρμα».

Τα, επί σκηνής, «σκάνδαλα»

Μια ερμηνεύτρια της κλάσης της Μαρία Κάλλας δεν θα μπορούσε να αποφύγει και τις δραματικές εντάσεις. Όχι μόνο εκείνες του προσωπικού βίου, αλλά και της σκηνικής της ζωής που σ’ ένα βαθμό διαμόρφωσαν τον χαρακτηρισμό της ως diva με μεσογειακό ταπεραμέντο. Το πρώτο και – ίσως σοβαρότερο επεισόδιο – που πήρε μεγάλες διαστάσεις συνέβη την Πρωτοχρονιά του 1958, όταν η Όπερα της Ρώμης ανέβαζε «Νόρμα» με την Κάλλας ως πρωταγωνίστρια. Ο πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας, στελέχη της κυβέρνησης και όλη η καλλιτεχνική και κοσμική Ρώμη ήταν εκεί. Στο τέλος της πρώτης πράξης, το κοινό δεν ανταποκρίθηκε στην απόδοση της πρωταγωνίστριας – παρά μόνο με αποδοκιμασίες. Η Κάλλας δεν εμφανίστηκε ποτέ στη σκηνή για το δεύτερο μέρος της παράστασης, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων τόσο μέσα στο θέατρο όσο και τις ημέρες που ακολούθησαν. Η δικαιολογία της ότι ήταν άρρωστη με βρογχίτιδα – «ανήμπορη» όπως δήλωσε εκ των υστέρων έχοντας εξεταστεί και από γιατρό της όπερας – δεν κατάφερε να πείσει κανέναν· πόσο μάλλον εκείνους που έφτασαν μέχρι το ξενοδοχείο της για να διαμαρτυρηθούν για την απρέπεια της. Τέτοιος ήταν ο σάλος που προκάλεσε η υπόθεση, ώστε κατατέθηκε μέχρι και ερώτηση στην ιταλική Βουλή προς αποφυγή παρόμοιου περιστατικού στο μέλλον. Με την πίστη ότι το όνομα της υπέστη μεγάλη ζημιά μετά το περιστατικό και τους Ιταλούς να εξαπολύουν μύδρους για καιρό στο άκουσμα του ονόματος της η ίδια δήλωνε: «Πολλοί δημοσιογράφοι απαιτούσαν μια φωτογραφία μου άρρωστη στο κρεβάτι για να με πιστέψουν. Όμως, εγώ είμαι σοβαρή καλλιτέχνις, δεν είμαι καμία σουμπρέτα. Αυτό έκανε έξαλλο τον Τύπο που θεώρησε καλό να συνεχίσει να αναπαράγει κουτσομπολιά περί του ιδιότροπου χαρακτήρα μου, παρά να πουν τη δική μου ιστορία».
Σε εξέγερση του Τύπου, αυτή τη φορά του ελληνικού, οδήγησε και η πρώτη εμφάνιση της Μαρία Κάλλας στο Ηρώδειο, το 1957. Προσκεκλημένη του νεοσύστατου Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, η κορυφαία υψίφωνος επρόκειτο να εμφανιστεί για δύο βράδια στο ρωμαϊκό θέατρο προσφέροντας την αμοιβή της υπέρ της διοργάνωσης. Ωστόσο, η χειρονομία της απορρίφθηκε με τους ιθύνοντες του Φεστιβάλ να εκτιμούν πως ήταν οικονομικά ικανό να καλύψει τα έξοδα μιας τέτοιας μετάκλησης. Η Κάλλας εισέπραξε τελικώς 9.000 δολάρια -270.000 δραχμές – για να δεχτεί τα πυρά της τότε αντιπολίτευσης (πρωθυπουργός ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής) που θεωρούσαν υπέρογκη την αμοιβή της· ειδικά για μια χώρα που μόλις συνερχόταν από τον Εμφύλιο. Οι αντιδράσεις οδήγησαν στην ακύρωση της μιας εκ των συναυλιών που επρόκειτο να δώσει, με την ίδια και πάλι να αποδίδει το συμβάν στην κόπωση της φωνής της. Όταν τρία χρόνια μετά, επέστρεφε στην Ελλάδα και στην Επίδαυρο, προσκεκλημένη της ΕΛΣ, παραχωρούσε την αμοιβή της για την ίδρυση του θεσμού υποτροφιών με το όνομα της προς ενίσχυση νέων λυρικών τραγουδιστών, ανταποδίδοντας την στήριξη που της είχε δείξει ο οργανισμός στο ξεκίνημα της.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

*  Η “Νόρμα” του Μπελίνι ανεβαίνει στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού την Τετάρτη 28 και 30 Αυγούστου, 21.00

Μαέστρος: Eugene Kohn
Σκηνοθέτης: Tom Volf

Σολίστ : Joyce El-Khoury, Μάριος Φραγκούλης, Theresa Carlomagno,Sava Vemic, Διαμάντη Κριτσωτάκη, Alexander Marev

Ενδυματολόγος: Γιάννης Μετζικώφ
Σκηνογράφος: David Negrin
Χορογράφος: ‘Ερση Πήττα
Σχεδιασμός Φωτισμών: Λευτέρης Παυλόπουλος
Μαέστρος Χορωδίας: Κωστής Κωνσταντάρας
Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα ΕΡΤ
Μεικτή Χορωδία “Fons Musicalis”

Εισιτήρια από 15 -140 ευρώ. https://www.ticketservices.gr/event/norma-herodeion/?lang=el

 

* Η Εθνική Λυρική Σκηνή παρουσιάζει το gala “H Κάλλας στο Ηρώδειο” το Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου, 20.30

Μουσική διεύθυνση: Φιλίπ Ωγκέν
Σολίστ: Άννα Πιρότσι, Κάθριν Φόστερ, Βασιλική Καραγιάννη, Νίνα Μινασιάν

Με την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής

Εισιτήρια από 12-55 ευρώ. https://www.nationalopera.gr/hrodeio/synaulies-hrodeio/item/5435-i-kallas-sto-irodeio

 

 

 

 

Περισσότερα από Art & Culture
VIMA_WEB3b