MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΔΕΥΤΕΡΑ
09
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Έκτορας Λιάτσος: Επιζητώ να είμαι σε παραστάσεις αληθινών καλλιτεχνών

Ιδανικά, ο ηθοποιός ‘Εκτορας Λιάτσος δεν θα ήθελε να δουλεύει για την επιβίωση του – θα ήθελε να κάνει θέατρο μόνο από ανάγκη δημιουργικότητας

Στέλλα Χαραμή | 21.04.2023 Φωτογραφίες: Θανάσης Καρατζάς

Το περασμένο καλοκαίρι στη διάρκεια μιας παράστασης στις φυλακές Κορυδαλλού, η ηθοποιός και δασκάλα θέατρου των κρατουμένων Λουκία Πιστιόλα μου μιλούσε για το γιο της «επίσης ηθοποιό» Έκτορα Λιάτσο. Ενεργός θεατρικά περίπου δέκα χρόνια, ο τελευταίος φαίνεται πως έχει κάνει σοβαρή οικονομία στο πως «ξοδεύει» τον εαυτό του, το πόσο μιλάει για την προσωπική του ζωή, πόσο συχνά εμφανίζεται στο θέατρο και με ποιους. Καθόλου περίεργο, λοιπόν, που η πληροφορία για την μητέρα του ερχόταν ως μικρή αποκάλυψη.

Μετά από μερικές σημαντικές – αν και μετρημένες στα δάχτυλα – συνεργασίες με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, τον Νίκο Καραθάνο, την Έλενα Μαυρίδου, ο Έκτορας Λιάτσος επιστρέφει στη συνεργασία του με τον Δημήτρη Καραντζά και κάνει το ντεμπούτο του στο Εθνικό Θέατρο με το σαιξπηρικό κλασικό «Ρωμαίος και Ιουλιέττα».

Αιφνιδιάζοντας μέχρι και τον εαυτό του, ο «Ρωμαίος και Ιουλιέττα» είναι η δεύτερη παράσταση για την οποία δουλεύει αυτόν τον καιρό, αφού παράλληλα προετοιμάζεται και για τα επιδαύρια «Βατράχια» σε σκηνοθεσία της Έφης Μπίρμπα, στο πλευρό του Άρη Σερβετάλη. Η κανονική ροή των πραγμάτων για εκείνον έχει πολύμηνα διαλείμματα ανάμεσα στις θεατρικές δουλειές – κάτι που, εκ προοιμίου, τον κάνει να μοιάζει με εξωτικό είδος για το ελληνικό θέατρο που βρίσκεται αμετανόητα σε αδιάκοπη παραγωγή.

Σίγουρα ρομαντικός στον τρόπο που προσεγγίζει την τέχνη του, ο Λιάτσος μοιάζει να διατηρεί την αθωότητα του και στις υπόλοιπες εκφάνσεις της ζωής του: Ταξιδεύει πολύ σε άγνωστα μέρη, επιδιώκει να γνωρίζει αγνώστους ή συναναστρέφεται με ανθρώπους εκτός συστήματος, αγαπά με πάθος τα ζώα και τη φύση. Για την ακρίβεια, μοιάζει να ξανακατακτά αυτήν την αθωότητα ,αφού ως παιδί, ομολογεί πως, κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια να γίνει μεγάλος. Κι όσο προχωράει η κουβέντα συνειδητοποιεί πως έχει πει περισσότερα από όσα συνηθίζει να λέει για τον εαυτό του.

Ο Έκτορας Λιάτσος πρωταγωνιστεί στο “Ρωμαίος και Ιουλιέττα” που ανεβαίνει στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά.

Αγαπάς τις σταθερές συνεργασίες; Να επιστρέφεις κοντά σε συγκεκριμένους ανθρώπους;

Ο Δημήτρης Καραντζάς είναι η πρώτη περίπτωση όπου κάνω δεύτερη συνεργασία με τον ίδιο άνθρωπο. Αφενός δεν έχει προκύψει και αφετέρου έχει να κάνει με το γεγονός πως κι εγώ επιδιώκω κάποια κενά από τη δουλειά. Παίζω σε μια παράσταση και μετά απέχω για 6-7 μήνες.

Ακούγεται κάπως ιδανικό, όπως το περιγράφεις.

Αυτή τη στιγμή που μιλάμε κάνω διπλές πρόβες κι ομολογώ πως έχω φρικάρει. Χρειάζομαι χρόνο. Ακόμα κι αν επιστρέφω από ένα ταξίδι, έχω ανάγκη 2-3 ημέρες για να επανέλθω πριν κάνω οτιδήποτε άλλο. Θέλω λίγο χώρο ανάμεσα στα ‘κύματα’. Ιδανικά, δεν θα ήθελα να δουλεύω καθόλου, δεν θα ήθελα να έχω ανάγκη να δουλεύω για την επιβίωση μου, θα ήθελα να κάνω θέατρο μόνο από δημιουργικότητα. Να κάνω μόνο πράγματα που αγαπώ πολύ.

Όταν φεύγω μόνος μου, έξω από τα οικεία, ξαναβρίσκω το κέντρο μου. Με τοποθετεί μέσα σε κάτι πιο μεγάλο

Μικρός είχες μια κλίση προς τις θετικές επιστήμες και στον αθλητισμό. Πώς έφτασες τελικά να λες «αγαπώ πολύ το θέατρο». Τι μεσολάβησε;

Μου αρέσει να περνάω χρόνο στο θέατρο, παρότι μερικές φορές δεν νιώθω καλά ή πιέζομαι, δυσκολεύομαι και αμφιβάλλω για τον εαυτό μου. Κάθε φορά που μπαίνω σε μια νέα εργασία ξεκινάει μια σχέση με τον εαυτό μου, του τύπου «άντε πάλι». Στην αρχή είμαι πολύ ενθουσιασμένος, μετά γουστάρω πολύ, λίγο πιο κάτω αρχίζουν τα «ωχ, ωχ», «τι κάνω πάλι εδώ» κτλ… Αρχίζει κάθε φορά μια φάση ανασφάλειας και αναρώτησης. Και μόνο μετά από πολλή δουλειά με τον εαυτό μου, κάπως βρίσκω το δρόμο μου. Κάπως σαν να με πείθει το θέατρο από την αρχή. Ωστόσο, ναι, οικονομικές ήταν οι πρώτες σπουδές μου, τις οποίες και δεν ολοκλήρωσα· κάτι που για χρόνια με ενοχλούσε. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα ξεκίνησα να δουλεύω σε διάφορα μπαρ στα Εξάρχεια και τότε, σιγά-σιγά, άρχισε η σχέση μου με το θέατρο. Σίγουρα έπαιξε ρόλο ότι η μητέρα μου ήταν ηθοποιός – αν και για πολλά χρόνια δεν ήθελα να σχετιστώ με αυτό που έκανε, κρατούσα αποστάσεις. Δεν ένιωθα ότι θα μπορούσα να εκφραστώ μέσα από το θέατρο. Κι επίσης είχα ζήσει τη φάση όπου η μητέρα μου ήταν πολύ αναγνωρίσιμη, οπότε μας σταματούσαν άγνωστοι στο δρόμο για να της μιλήσουν κάτι το οποίο με εκνεύριζε τρομερά. Ακόμα και σήμερα με φέρνει σε φοβερή αμηχανία.

Κι αν η αναγνωρισιμότητα συμβεί σε σένα;

Έχω κάνει 1-2 δουλειές στην τηλεόραση, οπότε αν κανείς με αναγνωρίσει στο δρόμο, παγώνω, νιώθω πάλι πολύ αμήχανα.

“Για πολλά χρόνια δεν ήθελα να σχετιστώ με αυτό που έκανε η μητέρα μου, κρατούσα αποστάσεις” ομολογεί.

Ίσως είναι κι αυτός ένας λόγος που παίρνεις αποστάσεις από το θέατρο;

Είναι καλή αυτή η ερώτηση. Έχω καταλήξει πως δεν μου ταιριάζει διαφορετικά. Φυσικά και γνωρίζω ανθρώπους που δεν σταματούν καθόλου να δουλεύουν, ανθρώπους που έχουν ένα πολύ ισχυρό πνεύμα γύρω από το θέατρο και το κάνουν εξαιρετικά καλά. Εγώ, πάλι, δεν μπορώ.

Και πως περνάς το χρόνο σου στο διάστημα της αποχής;

Μέχρι πριν από δύο χρόνια, έκανα άλλες δουλειές, μάζευα χρήματα και πήγαινα ταξίδια. Λατρεύω να ταξιδεύω. Θυμάμαι όταν με τους «Όρνιθες» του Νίκου Καραθάνου ταξιδέψαμε στη Χιλή είχα φροντίσει να μείνω στην περιοχή. Τελικά έμεινα 2.5 μήνες και εξερεύνησα ολόκληρη την Παταγονία· μόνος μου. Ξέρεις, όταν φεύγω μόνος μου, έξω από τα οικεία, ξαναβρίσκω το κέντρο μου. Με τοποθετεί μέσα σε κάτι πιο μεγάλο.

Το θέατρο γίνεται πολύ σημαντικό – αλλά μόνο για μένα. Δεν γίνομαι εγώ σημαντικός για το θέατρο

Το θέατρο έχει πάρει ποτέ τέτοιες διαστάσεις στο μυαλό σου; Ως κάτι «μεγάλο»;

Ναι, γίνεται πολύ σημαντικό – αλλά μόνο για μένα. Δεν γίνομαι εγώ σημαντικός για το θέατρο. Είναι μεγάλο για μένα, λόγου χάρη, να βρίσκομαι μπροστά σε κόσμο, να προσπαθώ να μεταφέρω το νόημα ενός κειμένου, να νιώθω καλά, να εκφράζομαι και κάποιοι θεατές να το εισπράττουν εξίσου καλά. Αν και όταν το πετυχαίνω μου μοιάζει σπουδαίο ως προσωπική υπέρβαση.

Γενικά αισθάνεσαι ότι τα καταφέρνεις;

Λογικά ναι, συναισθηματικά όχι. Έχω δουλειά, μου προτείνουν πράγματα. Συναισθηματικά, όμως, θα πω «όχι» γιατί δεν ξέρω τι πρέπει να καταφέρω. Βέβαια, υπάρχουν κάποιες φορές που αισθάνομαι πως κάτι συμβαίνει.

Ο Έκτορας Λιάτσος θεωρεί πως είναι μια ανθρωποφαγική πρακτική αυτή της ασταμάτητης δουλειάς.

Πράγματι, κάτι πρέπει να συμβαίνει γιατί συνεργάζεσαι τώρα με τον Δημήτρη Καρατζά για το Εθνικό Θέατρο ενώ πιο πριν δούλεψες με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου και το Νίκο Καραθάνο για τη Στέγη και με την ‘Ελενα Μαυρίδου για το «Χώρο». Τύχη ή και πολλή δουλειά;

Στην παράσταση του Παπαϊωάννου πήγα με ακρόαση – η οποία μάλιστα κράτησε και πολύ καιρό, πέρασε από πολλές φάσεις – άρα ήταν δουλειά κοπιώδης. Από εκεί και πέρα, για την τύχη δεν έχω πολύ καλή άποψη. Έχω μια θεωρία εξισώσεων ότι η δουλειά που κάνεις και όσα επιθυμείς πολύ κάπως συναντώνται. Αυτό κάποιοι το ονομάζουν τύχη. Ασφαλώς και έχει συμβεί ένας σκηνοθέτης να με δει σε μια παράσταση και να μου ζητήσει να συνεργαστούμε.

Με συγκινεί πολύ η έρευνα. Με συγκινεί εκείνος που ψάχνει λίγο πιο έξω από αυτόν, ακόμα και μέσα στα στερεότυπα, που θέλει να τα διαλύσει και να βρει άλλες όψεις μιας πραγματικότητας

Ανήκεις σε μια γενιά που, λόγω κρίσης, πήρε τα πράγματα στα χέρια της, συνέστησε ομάδες, δούλεψε για πολύ λίγα χρήματα. Είσαι σε διάθεση, πλέον, να επιθυμείς τα δικά σου πράγματα;

Διεκδικώ πολύ την επιλογή μου στα πράγματα. Πάντα αναζητούσα να είμαι μέσα σε παραστάσεις αληθινών καλλιτεχνών. Να είναι άνθρωποι που κάνουν θέατρο ως προσωπική κατάθεση, χωρίς να σκέφτονται την επιτυχία ή το μεγάλο κοινό. Οι δημιουργοί που ανέφερες είναι όλοι πρόσωπα με ένα δικό τους κόσμο, τον οποίο υποστηρίζουν και στον οποίο επιστρέφουν ξανά και ξανά. Είναι εκεί και παλεύουν με κάτι που έχουν μέσα τους. Πάντα προς τα εκεί πάω.

Ανάγκη να προτείνεις κάτι σε κάποιον/α και να πείτε «πάμε να το κάνουμε μαζί» δεν έχεις νιώσει;

Πολύ πρόσφατα προέκυψε αυτή η ανάγκη, τώρα μαγειρεύεται. Μετά από 9 χρόνια στο θέατρο αισθάνομαι πως κάπου τείνω λίγο πιο καθαρά.

Για την σχέση του με το θέατρο: “Είναι πολύ προσωπική, δεν μοιάζει με τίποτα άλλο· είναι μια πολύ καθαρή σχέση. Μου είναι καθαρό πότε θέλω να δουλέψω σε μια συνεργασία και πότε όχι. Και δεν έχω ενοχές και τύψεις”.

Τι θέατρο, τελικά, αγαπάς να κάνεις; Όντας τόσο επιλεκτικός;

Με συγκινεί πολύ η έρευνα. Με συγκινεί εκείνος που ψάχνει λίγο πιο έξω από αυτόν, πιο άγνωστα από αυτόν. Μου αρέσει αυτός που ερευνά ακόμα και μέσα στα στερεότυπα, που θέλει να τα διαλύσει και να βρει άλλες όψεις μιας πραγματικότητας. Στην πρόβα του Παπαϊωάννου, για παράδειγμα, χρησιμοποιήσαμε διάφορα αντικείμενα, μεταξύ αυτών κι ένα σωλήνα βρύσης με τέτοιο τρόπο όπου παρήγαγε ήχους και μουσική. Μου αρέσουν, λοιπόν, οι άνθρωποι που βρίσκουν άλλους τρόπους να ερμηνεύσουν κάτι. Μάλλον, αυτό ψάχνω κι εγώ.

Εξακολουθώ να απορώ πώς βιοπορίζεσαι στο ενδιάμεσο αυτής της μακράς επιλεκτικότητας;

Για πάρα πολλά χρόνια δούλευα σε μπαρ. Θέατρο – μπαρ· για πολύ καιρό ταυτόχρονα. Όταν τελείωνα από μια παράσταση δεν αναζητούσα την επόμενη, πήγαινα στο μπαρ και περίμενα να έρθει μια πρόταση. Έχω δουλέψει πολλές φορές σε μπαρ, επειδή έχω πει «όχι» σε παραστάσεις στις οποίες δεν ήθελα να συμμετέχω. Ήμουν πολύ χαρούμενος που δεν έκανα εκπτώσεις. Για την ακρίβεια, έχω κάνει ελάχιστες. Πλέον, δραστηριοποιούμαι επαγγελματικά σε άλλους χώρους για να μπορώ να συντηρώ αυτό το προφίλ επιλογών.

Δεν σκέφτεσαι τον ανθρωποφάγο χώρο που λειτουργεί με το «αν δεν μπορείς εσύ, έρχεται ο επόμενος»;

Ναι. Αλλά θεωρώ πως είναι εξίσου ανθρωποφάγο να δουλεύεις ασταμάτητα.

Όταν τελείωνα από μια παράσταση δεν αναζητούσα την επόμενη, πήγαινα στο μπαρ και περίμενα να έρθει μια πρόταση. Έχω δουλέψει πολλές φορές σε μπαρ, επειδή έχω πει «όχι» σε παραστάσεις στις οποίες δεν ήθελα να συμμετέχω

Θα ακουστεί κλισέ, αλλά η σχέση σου με το θέατρο μοιάζει κάπως ερωτική.

Η σχέση μου με το θέατρο είναι πολύ προσωπική, δεν μοιάζει με τίποτα άλλο· είναι μια πολύ καθαρή σχέση. Μου είναι καθαρό πότε θέλω να δουλέψω σε μια συνεργασία και πότε όχι. Και δεν έχω ενοχές και τύψεις. Είμαι εντάξει όταν δουλεύω και εντάξει όταν δεν δουλεύω. Παλιά, ήμουν πιο αγχωμένος με αυτά τα μεγάλα διαλείμματα που έκανα – κυρίως γιατί πίστευα ότι μου λείπει η άσκηση ή ότι δεν θα με έβλεπαν συχνά δημιουργοί για να μου προτείνουν δουλειά. Αν έχω χάσει κάτι, είναι όντως η μεγαλύτερη άσκηση στο θέατρο. Ίσως, αν δούλευα περισσότερο να μου είχε γεννηθεί νωρίτερα η ανάγκη να εμπλακώ κάπου, σε ομάδες, σκηνοθεσίες ή ό,τι άλλο. Από την άλλη, η διαστολή του χρόνου που έχω επιλέξει, με ωριμάζει και με πιο αργό ρυθμό μέσα στο θέατρο.

Για τα “κέρδη” της διδασκαλίας θεάτρου στη φυλακή: “Είναι, ξέρεις, πολύ σπάνιο να μιλάς με έναν άνθρωπο και αυτός την ώρα που μιλάς να μην σκέφτεται τι θα πει. Είναι πιο άφιλτρη η επικοινωνία με τους ανθρώπους στη φυλακή, πολύ πιο αληθινή”.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο έχεις κάνει κάτι επίσης προσωπικό: Να διδάξεις θέατρο σε φυλακές. Τι σε οδήγησε εκεί;

Η μητέρα μου είχε ξεκινήσει να δουλεύει με φυλακισμένους και την ακολούθησα. Για μένα προέκυψε ως μια μοναδική εμπειρία. Ήταν ένας άλλος κόσμος, μια παράλληλη πραγματικότητα. Καταρχάς, η έννοια του σωφρονισμού – αν υπάρχει – σίγουρα δεν επαληθεύεται στην κοινωνία. Κι όχι μόνο αυτό· τα άτομα που αποφυλακίζονται είναι σε πολύ χειρότερη μοίρα, καθώς το κράτος δεν υποστηρίζει την επανένταξη τους.

Εσύ τί ανακάλυψες μέσα από αυτήν την εμπειρία;

Συνομιλούσα με τους ανθρώπους εκεί, σε ένα σπάνιο επίπεδο για τον ‘έξω’ κόσμο. Μιλούσα, με ακούγανε – και το αντίστροφο. Είναι, ξέρεις, πολύ σπάνιο να μιλάς με έναν άνθρωπο και αυτός να μην σκέφτεται τι θα απαντήσει. Είναι πιο άφιλτρη η επικοινωνία με τους ανθρώπους στη φυλακή, πολύ πιο αληθινή. Κάτι που έχω συναντήσει μόνο στα μεγάλα ταξίδια μου, στις γνωριμίες και στις συνομιλίες μου με αγνώστους.

Ακούγεσαι σαν να ψάχνεις αφορμές για να γνωρίσεις τη ζωή καλύτερα – είτε πρόκειται για ένα ταξίδι, είτε για την αναγνώριση μιας άλλης πτυχής της πραγματικότητας. Τι το πυροδοτεί αυτό;

Η ανάγκη της εμπειρίας από τη μια. Γεννιούνται νέα ερεθίσματα στο μυαλό μου και φαντάζομαι πως είναι το ίδιο εξελικτικό και για τον συναισθηματικό μου κόσμο. Θέλω να σχετιστώ με τα πράγματα, με τους ανθρώπους. Όταν πηγαίνεις σε άγνωστα μέρη, όλως παραδόξως είναι πιο εύκολο να σχετιστείς απ’ ότι όταν είσαι στα γνωστά. Μπορείς να πεις την αληθινή ιστορία της ζωής σου σ’ έναν άνθρωπο – κι όχι αυτή που λες ή θα ήθελες να λες – χωρίς το φόβο να κριθείς.

Το λες σαν να το έχεις κάνει.

Ναι, πράγματι. Έχω συζητήσει πράγματα με αγνώστους που μπορεί να ξέρουν 4-5 κολλητοί μου. Έτσι, στα ξαφνικά. Το σπουδαίο είναι πως βλέπεις τον τρόπο ν’ ανοίγεσαι σ’ έναν άγνωστο και τελικά μαθαίνεις το πως θα μιλάς και με τους δικούς σου ανθρώπους.

“Θέλω να σχετιστώ με τα πράγματα, με τους ανθρώπους. Όταν πηγαίνεις σε άγνωστα μέρη, όλως παραδόξως είναι πιο εύκολο να σχετιστείς απ’ ότι όταν είσαι στα γνωστά” παραδέχεται.

Μιλούσαμε για τις φυλακές, έναν, κατ’ εξοχήν, χώρο βίας. Πώς ερμηνεύεις αυτήν την έννοια;

Βία στα μάτια μου είναι κι ένας μοναχικός, πεινασμένος σκύλος. Νομίζω ότι την χωρίζω σε δύο χώρους: Στη συστημική βία – στις βάσεις και τις δομές της κοινωνίας μας – και στην ατομική βία. Στην δεύτερη κατηγορία μπορείς να εντάξεις οποιαδήποτε μορφή κατάχρησης εξουσίας. Και τότε παγώνω. Αν κάτι μπορεί να με μεταμορφώσει είναι να διαπιστώσω πως κάποιος καταχράται την δύναμη του εις βάρος κάποιου άλλου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΟι θεατρικές πρεμιέρες της Άνοιξης12.09.2018

Ο Σαίξπηρ πιστεύει στην ομορφιά και στο αγνό συναίσθημα ως αντίποδα της βίας. Εσύ;

Πράγματι αυτό προκύπτει στον «Ρωμαίο και Ιουλιέτα». Ο έρωτας είναι φως, αντίδοτο και οδηγεί προς το καλό. Μου είναι, βέβαια, δύσκολο να απαντήσω γιατί υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά στη δομή της ανθρώπινης προσωπικότητας όπου γίνεσαι βίαιος χωρίς να το καταλάβεις. Είναι σαν να είναι γραμμένο μέσα μας. Υπάρχουν στιγμές που συλλαμβάνουμε τον εαυτό μας να προσπαθεί να επιβληθεί, να χειριστεί συναισθηματικά τον άλλον κι αυτό είναι πολύ βίαιο, καθώς ενυπάρχει σε ένα τεράστιο ποσοστό των σχέσεων. Αυτές οι πτυχές των σχέσεων είναι για μένα πολύ βασανιστικές, γι’ αυτό και προσπαθώ να τις αξιολογώ και να οδηγούμαι σε πιο φωτεινά πράγματα.

Ποια είναι αυτά;

Η σωματική και ψυχική εκτόνωση. Είτε αθλούμαι και το σώμα μαλακώνει, είτε δίνω κάτι, προσφέρω και η ψυχή μαλακώνει πάλι.

Μέσα μου, δεν έχω θυσιάσει την αγνότητα και το ρομαντισμό μου. Αλλά δεν είναι καθόλου εύκολο να έχεις ανοιχτά μάτια

Έχεις θυσιάσει την αγνότητα και το ρομαντισμό σου λόγω συνθηκών και εποχής;

Μέσα μου, σίγουρα όχι. Δεν είναι καθόλου εύκολο να έχεις ανοιχτά μάτια. Υπάρχει τεράστια ώθηση να κλείσεις τα μάτια στα δύσκολα και πολλές φορές πέφτεις στην παγίδα.

Και τι σε βοηθάει να τα κρατάς ανοιχτά;

Οι σχέσεις, οι φίλοι μου, η σχέση με το γιο μου, με την κοπέλα μου. Κάθε σχέση όπου είμαστε αληθινοί. Παίρνω μεγάλη ανάσα όταν πιάνω στον αέρα μικρά πραγματάκια πως βρισκόμαστε στον ίδιο ψυχικό τόπο με τον άλλο.

“Όταν μοιράζεσαι τον κόσμο σου, λυτρώνεσαι. Και ομολογώ πως αυτό το έχω νιώσει πιο πολύ σε φιλικό πλαίσιο, παρά σε ερωτικό. Ο έρωτας είναι χαοτικός, έχει πολύ συμπλεγματικά πράγματα μέσα του” λέει.

Είναι λυτρωτική η δύναμη του έρωτα; Τουλάχιστον από όσα έχεις υποψιαστεί μέχρι σήμερα;

Για πάρα πολλά χρόνια, μου ήταν δύσκολο να μοιραστώ κάποια πράγματα. Δεν τα μοιραζόμουν με κανέναν. Οπότε, όταν κατάφερα να τα μοιραστώ ήταν, όντως, πολύ λυτρωτικό. Όταν μοιράζεσαι τον κόσμο σου, λυτρώνεσαι. Και ομολογώ πως αυτό το έχω νιώσει πιο πολύ σε φιλικό πλαίσιο, παρά σε ερωτικό. Ο έρωτας είναι χαοτικός, έχει πολύ συμπλεγματικά πράγματα μέσα του. Τα αντικρίσματα στον έρωτα είναι πολύ σοβαρά, τόσο όσο του θανάτου. Αν μπορούσα πραγματικά να πω ότι λυτρώνομαι με τον έρωτα, θα έλεγα πως δεν φοβάμαι και τον θάνατο – τον οποίο, όμως, φοβάμαι πολύ.

Πώς έχεις βιώσει τις απώλειες;

Mε παγώνει η ανυπαρξία. Τη φοβάμαι πολύ, γιατί δεν μπορώ να την κατανοήσω με τίποτα. Έτσι βίωσα δύο χρόνια, στη διάρκεια των οποίων έχασα κάποιους ανθρώπους: Έχασα τον πατέρα μου και δύο φίλους μου – ο ένας πολύ στενός φίλος. Βιώνοντας αυτά τα γεγονότα χαλάρωσε κάπως η ανάγκη της σκέψης μου να καταλάβει τι είναι ο θάνατος. «Δεν θα καταλάβεις, ρε. Κολύμπα»· αυτό είπα στον εαυτό μου.

Φοβάσαι και το δικό σου τέλος;

Κυρίως, το δικό μου τέλος φοβάμαι.

Τα αντικρίσματα στον έρωτα είναι πολύ σοβαρά, τόσο όσο του θανάτου. Αν μπορούσα πραγματικά να πω ότι λυτρώνομαι με τον έρωτα, θα έλεγα πως δεν φοβάμαι και τον θάνατο – τον οποίο, όμως, φοβάμαι πολύ

Είσαι πατέρας ενός αγοριού. Η πατρότητα σε έχει βάλει αλλιώς μέσα στο τι είναι ζωή και τι απώλεια;

Όχι, αυτό που έχω κερδίσει ως πατέρας είναι να χαίρομαι πολύ που δίνω κάτι, με απόλυτη ανιδιοτέλεια.

Τι άλλο τρομάζει τη σκέψη σου, όπως λέει και ο Σαίξπηρ;

Τα αεροπλάνα. Τα φοβάμαι πάρα πολύ, αλήθεια! Παρότι, ο πατέρας μου ήταν πιλότος.

Και παρότι έχεις ταξιδέψει αεροπορικώς στο άλλο ημισφαίριο…

Φοβάμαι γενικά όλα τα πράγματα στα οποία δεν έχω τον έλεγχο. Και φαντάζομαι πως αυτό έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη μου στους ανθρώπους. Ομολογώ πως έχω υπάρξει δύσκολος με αυτό.

Για την εμπειρία της πατρότητας: “Αυτό που έχω κερδίσει ως πατέρας είναι να χαίρομαι πολύ που δίνω κάτι, με απόλυτη ανιδιοτέλεια”.

Μεγαλώνοντας τι αλλάζει σε σένα;

Όσο μεγαλώνω, αποδέχομαι το πόσο μικραίνω κιόλας – με την καλή έννοια. Κατά την ενηλικίωση μου υπήρχε μια εξαλοσύνη, ήθελα να τα διαλύσω όλα και να πατάξω καθετί παιδικό κι ευαίσθητο. Μεγαλώνοντας, όμως, όλο και έρχομαι πιο κοντά με αυτό, με όμορφο τρόπο. Πλέον, θέλω να είμαι πιο παιδικός στα πράγματα ή να τα φοβάμαι πιο ανοιχτά. Λέω πως δεν πειράζει αν δεν είμαι πολύ σκληρός ή πολύ δυνατός.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΡωμαίος και Ιουλιέττα, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά στο Εθνικό Θέατρο12.09.2018

Υπάρχουν και πράγματα για τα οποία έχεις μετανιώσει; Που θα ήθελες να ξανακοιτάξεις;

Όχι δεν έχω μετανιώσει για τίποτα. Όσο κι αν ακούγεται κλισέ, ό,τι έκανα με οδήγησε κάπου. Δεν μου αρέσει η λέξη «μετανιώνω». Μου αρέσει η σκέψη να μην επαναλάβω ένα λάθος.

Τι δεν θα ήθελες να επαναλάβεις, δηλαδή;

Προσπαθώ να είμαι λίγο εγκρατής με τα χρήματα. Γενικά, θα ήθελα να είμαι πιο φερέγγυος. Με διακατέχει μια αφερεγγυότητα στα πράγματα. Θα πω ότι «ναι, θα έρθω το βράδυ», μα δεν θα πάω. Υπάρχουν τέτοια εκνευριστικά πραγματάκια σε μένα. Άσε που όταν μου κάνουν κάτι ανάλογο γίνομαι έξαλλος.

Κατά την ενηλικίωση μου υπήρχε μια εξαλοσύνη, ήθελα να πατάξω καθετί παιδικό κι ευαίσθητο. Μεγαλώνοντας, όμως, όλο και έρχομαι πιο κοντά με αυτό. Πλέον, θέλω να είμαι πιο παιδικός στα πράγματα

Είσαι παιδί μιας αστικής οικογένειας αλλά παρόλα αυτά έχεις βρεθεί στην ανάγκη της επιβίωσης. Ήταν λίγο αντιφατικό;

Δούλευα από πολύ μικρός, γιατί μου άρεσε. Δούλευα από τα 14 μου, κάθε καλοκαίρι γιατί ήθελα να έχω τα δικά μου χρήματα. Έχω δουλέψει σε μάντρα με σίδερα, πωλητής σε super market, έχω δουλέψει σε εργοστάσιο και όπως σου είπα, έχω δουλέψει πολύ σε μπαρ. Μου άρεσε να δουλεύω, με έκανε να νιώθω παραγωγικός κι εννοείται πως ήθελα να έχω το δικό μου ταμείο για να παίρνω μηχανάκια. Επίσης, το επιδίωκα γιατί γνώριζα ανθρώπους μέσα σε ένα πλαίσιο, έμπαινα σ’ ένα κόσμο δομημένο στον οποίο έπρεπε να ενταχθώ. Τώρα, όσο μεγαλώνω, θέλω να περνάω και ωραία – κι όχι μόνο να δουλεύω. Μάλλον, μερικά πράγματα, τα έχω κάνει ανάποδα.

“Δεν μου αρέσει η λέξη «μετανιώνω». Μου αρέσει η σκέψη να μην επαναλάβω ένα λάθος” εξηγεί.

Ως καλλιτέχνης, έχεις σκεφτεί να εργαστείς εκτός Ελλάδας;

Αν μπορούσα να εκφράσω μια επιθυμία είναι να κάνω κινηματογράφο στην Ευρώπη. Κατά τα άλλα, μου αρέσει τόσο πολύ η δουλειά μου έτσι όπως την κάνω εδώ, ώστε δεν μου έχει προκύψει τέτοια ανάγκη. Εξάλλου, θεωρώ πως το θέατρο στην Ελλάδα είναι σε πολύ καλό επίπεδο.

Ωστόσο, εκπαιδευτικά απαξιώνεται.

Μα πώς να μην απαξιώνεται όταν βρισκόμαστε σε μια χώρα που δεν πιστεύει ότι η Παιδεία είναι πρόοδος και προκοπή; Και επίσης, όταν δεν θεωρεί ότι ο πολιτισμός είναι καλλιέργεια; Στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν την τέχνη καπιταλιστικά.

Πώς είδες την αντίδραση του κόσμου των τεχνών σε όλο αυτό;

Στο τέλος αυτής της καλλιτεχνικής αντίδρασης είδαμε πως το κράτος που πρέπει να πολεμήσουμε έγινε ακόμα μεγαλύτερο. Φυσικά, αν σχολιάσουμε το συλλογικό επίτευγμα είναι πολύ σημαντικό που συσπειρώθηκε ο χώρος μας. Από εκεί και πέρα, εγώ είμαι υπέρμαχος μιας άλλης διαδρομής: Από το προσωπικό στο συλλογικό. Ασφαλώς, η μάζα έχει δύναμη. Αλλά αν αυτή η δύναμη θέλουμε να τρυπάει τοίχους και να μην σκάει το κεφάλι της στον τοίχο, πρέπει να ξεκινήσει από βασικά πράγματα: Από το να μην δουλέψει ξανά κανένας ηθοποιός απλήρωτος ή να μην δεχθεί να δουλέψει με μισθό 600 ευρώ. Εγώ ποτέ δεν δέχθηκα να δουλέψω τσάμπα, δεν το καταλάβαινα καν! Δεν καταλάβαινα, επίσης, το δεδομένο για κάποιους «δεν θα πληρωθείς τρεις μήνες προβών». Έχω αρνηθεί δουλειά που ήθελα να κάνω, επειδή η αμοιβή μου ήταν χαμηλή. «Έλα ρε πιτσιρικά» μου έλεγαν τότε, αναζητώντας τον επόμενο που θα ενδώσει. Ωστόσο, δεν το αρνήθηκα μόνο για μένα, αρνήθηκα και για τους άλλους. Αυτό έπρεπε και πρέπει να λειτουργεί αλυσιδωτά. Και για να μην λέω μεγάλα λόγια, πολεμούμε ένα τέρας. Δεν ξέρω, λοιπόν, αν οι δικές μου αντιλήψεις είναι πολύ αυστηρές.

Αν μπορούσα να εκφράσω μια επιθυμία είναι να κάνω κινηματογράφο στην Ευρώπη

Έχοντας ζήσει στο εξωτερικό πώς εγγράφεται στο κεφάλι σου η ελληνική η εμπειρία τα τελευταία χρόνια;

Σπούδασα στην Αγγλία και για την περιοδεία του Δημήτρη Παπαϊωάννου βρισκόμασταν επί 1.5 χρόνο σε διαρκή κίνηση εκτός Ελλάδας – οπότε είδα πως δουλεύουν μεγάλοι πολιτιστικοί οργανισμοί του εξωτερικού. Και ναι, η ελληνική εμπειρία με σπρώχνει κάπου αλλού. Θα ήθελα να ζήσω κάπου αλλού. Παρότι, ψυχικά ανήκω εδώ, πολύ θα ήθελα να ζήσω εκτός Ελλάδας – και σίγουρα όχι σε πόλη. Αν, πάλι, έμενα στην Ελλάδα, θα πήγαινα στα Τζουμέρκα.

Και θα έπαυες να δουλεύεις ως ηθοποιός;

Μπορεί να δούλευα μια φορά στα δύο χρόνια. Με μια ταινία, με μια ωραία παράσταση. Μου αρκεί.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ο ‘Εκτορας Λιάτσος πρωταγωνιστεί στο έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ “Ρωμαίος και Ιουλιέττα” που ανεβαίνει στο Εθνικό Θέατρο.

Παίζουν επίσης (αλβαφητικά): Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Γιώργος Γιαννακάκος, Άννα Καλαϊτζίδου, Γιάννης Κλίνης, Αντώνης Κολοβός,  Θάνος Κόνιαρης, Γιάννης Κόραβος, Ρίτα Λυτού, Άρης Μπαλής, Ηρώ Μπέζου,  Άρης Νινίκας, Γιάννης Νταλιάνης, Μάνος Πετράκης. Ρένη Πιττακή, Χάρης Χαραλάμπους-Καζέπης, Γιάννης Χαρκοφτάκης

Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης. Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς. Σκηνικά: Μαρία Πανουργιά. Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη. Κίνηση: Τάσος Καραχάλιος. Μουσική: Γιώργος Πούλιος. Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης. Σχεδιασμός βίντεο: Γρηγόρης Πανόπουλος. Δραματολόγος παράστασης: Έρι Κύργια

Hμέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη και Κυριακή στις  19:00, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο στις 20:30
Προπώληση εισιτηρίων: ticketservices.gr και στο 210.7234567 (με χρήση πιστωτικής-χρεωστικής κάρτας)
Πληροφορίες: Ταμεία κτηρίου Τσίλλερ (Αγίου Κωνσταντίνου 22-24), τηλ. 210.5288170-171

Περισσότερα από Πρόσωπα