Αρκετούς μήνες πριν ξεκινήσουν οι πρόβες για «Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού» – το πολύφημο έργο του Μαρκ Μέντοφ, όπως ανεβαίνει στο Θέατρο Άλφα – ο σκηνοθέτης τους, Δημοσθένης Παπαδόπουλος πήρε την απόφαση ώστε οι ηθοποιοί του (η διανομή των Ευσταθίας Τσαπαρέλη, Πάρη Θωμόπουλου, Άντριας Ράπτη, Μιχάλη Γεωργακόπουλου, Δημήτρη Δεληγιάννη και Σοφίας Σίμου) να εκπαιδευτούν στη νοηματική γλώσσα.
«Πιστεύω», λέει, «ότι αυτή ήταν η πιο σημαντική και ουσιαστική επιλογή. Αποφάσισα η παράσταση να είναι πλήρως προσβάσιμη στους κωφούς που μιλούν την νοηματική γλώσσα, στους ανθρώπους δηλαδή που είναι σαν την Μαρία, την πρωταγωνίστρια του δικού μας έργου. Πώς μπορείς να μιλάς μέσω μίας παράστασης για ισότητα μεταξύ ομιλούντων και κωφών και την παράσταση αυτή να μην μπορεί να την παρακολουθήσει ένας κωφός θεατής;» αναρωτιέται, εξηγώντας πως η πρωτοβουλία ανταποκρινόταν σε «ζήτημα ηθικό». Και πως, τελικά, η διαδικασία υπήρξε αποκαλυπτική για όλη την ομάδα. «Νομίζω ότι ήταν η πιο ουσιαστική υποκριτική δουλειά που θα μπορούσε να γίνει πάνω στο έργο», σχολιάζει.
Πάρης Θωμόπουλος και Ευσταθία Τσαπαρέλη σε σκηνή της παράστασης. @Χάρης Γερμενίδης
Έχει δίκιο. Όταν ο Μαρκ Μέντοφ έγραφε «Τα παιδιά ενός κατώτερου θεού» βασιζόταν στη σχέση της κωφού ηθοποιού Φίλις Φρέλιχ και του συζύγου της Ρόμπερτ Στάινμπεργκ, η οποία και καταγράφηκε μέσα στη διαδικασία θεατρικών εργαστηρίων, πριν εμπνεύσει το θρυλικό κείμενο που θα έκανε πρεμιέρα το 1979 στη διάρκεια ενός φόρουμ.
Η πρωτότυπη ιστορία παρακολουθεί τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στη Σάρα, μια κωφή κοπέλα – εργαζόμενη ως καθαρίστρια σε ένα σχολείο κωφών – και του Τζέιμς ενός νεαρού καθηγητή που διδάσκει εκεί. Η κοπέλα συνειδητά αποτραβηγμένη από την κοινωνία των «πολλών», παραμένει εγκλωβισμένη στον κόσμο της σιωπής, πράγμα που ο καθηγητής θα επιχειρήσει να προσεγγίσει και, ίσως, να θεραπεύσει. Το έργο, μετά το θριαμβευτικό του ντεμπούτο σε Broadway και West End, έμελλε, λίγα χρόνια μετά, να τροφοδοτήσει την ταινία της Ράντα Χέινς που εκτόξευσε τη φήμη του.
Ο θίασος της παράστασης εκπαιδεύτηκε για μήνες στη νοηματική γλώσσα υπακούοντας στη θεματική των “Παιδιών ενός κατώτερου θεού”. @Χάρης Γερμενίδης
Δουλεύοντας και για την απόδοση του κειμένου, ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος δανείστηκε στοιχεία και από τις δύο φόρμες μεταφοράς του, τη θεατρική και την κινηματογραφική, «στοιχεία που εγώ τουλάχιστον αναγνωρίζω ως αρετές ενώ παρέλειψα σημεία που θεώρησα πιο αδύναμα ή όχι τόσο σύγχρονα. Το βασικό θέμα του έργου είναι ο σεβασμός στη διαφορετικότητα. Όχι μόνο σεβασμός στους ανθρώπους που έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά από μας, όπως οι κωφοί, αλλά σεβασμός στον άνθρωπο. Γιατί έτσι κι αλλιώς, κάθε άνθρωπος είναι ένα διαφορετικό σύμπαν», σημειώνει.
Την ίδια ώρα, κατά τη σκηνοθετική του διαχείριση, τοποθέτησε την αφήγηση «σε ένα πεδίο μνήμης» όπως λέει. «Ο πραγματικά παρών χρόνος είναι μόνο κατά την έναρξη και το τέλος του έργου. Όλο το άλλο είναι μνήμη. Άρα είναι κάτι προσωπικό, υποκειμενικό και πολλές φορές μη ρεαλιστικό. Κι αυτό είναι ένα στοιχείο που κάνει το έργο να ξεφεύγει, κάποιες φορές, από τον ρεαλισμό και να γίνεται ποιητικό». Προσπαθώντας πάντα να προωθεί τα ευαίσθητα και λεπτά θέματα που αγγίζει το κείμενο με χιούμορ. Θεωρεί εξάλλου πως «το χιούμορ είναι πολύ καλός οδηγός για να κατευθύνεις τον θεατή σε ένα διαφορετικό τρόπο σκέψης».
Η διαφορετικότητα και ο κοινωνικός αποκλεισμός ήταν πάντα μέσα στις κοινωνικές προτεραιότητες του Δημοσθένη Παπαδόπουλου, παρότι ο ίδιος δεν έχει πέσει θύμα κοινωνικής προκατάληψης. «Θα μπορούσε φυσικά να έχει συμβεί λόγω επιλογών ζωής ή επαγγέλματος. Αλλά είμαι αρκετά δυνατός χαρακτήρας για να το επιτρέψω. Ξέρω, όμως, ότι πολλοί άλλοι άνθρωποι είναι θύματα τέτοιων συμπεριφορών».
Είναι κοινός τόπος, εξάλλου, πως τα κοινωνικά στερεότυπα και οι προκαταλήψεις καθορίζουν τις σχέσεις. «Όσο κι αν φαίνεται ότι πάμε μπροστά σαν κοινωνία, παραδείγματος χάριν με το νόμο για τον γάμο των ομοφυλοφίλων ή την ταυτότητα φύλου, την ίδια στιγμή ενδυναμώνεται μία ομάδα ανθρώπων που είναι εναντίον οποιασδήποτε κοινωνικής προόδου σε βαθμό φανατισμού. Και αυτό συμβαίνει παγκοσμίως. Ζούμε εποχές τρομακτικές που θυμίζουν Μεσαίωνα», τονίζει.
Σκηνοθετώντας μια παράσταση με κωφούς ήρωες, ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος σχολιάζει: “Όσο κι αν φαίνεται ότι πάμε μπροστά σαν κοινωνία, παραδείγματος χάριν με το νόμο για τον γάμο των ομοφυλοφίλων, την ίδια στιγμή ενδυναμώνεται μία ομάδα ανθρώπων που είναι εναντίον οποιασδήποτε κοινωνικής προόδου σε βαθμό φανατισμού”.@Αντώνης Καβούρης
«Τα παιδιά ενός κατώτερου θεού» εκτός από ένα σημείο που χορδίζει σύγχρονες πλευρές της κοινωνίας μας, λειτουργούν και ως μια ακόμα διατύπωση του σκηνοθετικού ενδιαφέροντος του Δημοσθένη Παπαδόπουλου – η οποία διαμορφώνεται εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία. Ο ίδιος ομολογεί πως ακόμα και πριν ασχοληθεί με την σκηνοθεσία, τον ενδιέφερε πάντα το σύνολο της θεατρικής διαδικασίας. «Θεωρώ ότι ένα καλό υποκριτικό αποτέλεσμα είναι συνάρτηση όλων των επιμέρους καλλιτεχνικών εργαλείων του θεάτρου, όπως είναι η mise en place – το στήσιμο μιας σκηνής, το σκηνικό, τα φώτα ή η μουσική. Για να πετύχεις ένα καλό θεατρικό αποτέλεσμα πρέπει να συνυπάρχουν αρμονικά όλα αυτά τα θεατρικά υλικά. Κατά έναν περίεργο τρόπο, λοιπόν, όταν σκηνοθετώ νιώθω ότι παραμένω ένας ηθοποιός κι όταν παίζω ότι είμαι ταυτόχρονα σκηνοθέτης. Ο ηθοποιός και ο σκηνοθέτης για μένα είναι μία ταυτόσημη έννοια. Θεωρώ απλά ότι και στα δύο κάνω θέατρο», παρατηρεί.
Υπερβαίνει άραγε η σκηνοθεσία συγκινησιακά την ερμηνευτική διαδικασία; «Αυτό δεν μπορώ να το απαντήσω με σιγουριά», απαντά. «Κάθε ανέβασμα έργου είναι ένα ψάξιμο σ’ ένα άγνωστο τοπίο, είτε είσαι ηθοποιός είτε σκηνοθέτης. Το τι θα βρεις, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, τους ανθρώπους που συμμετέχουν στην θεατρική διαδικασία, το έργο ή την προσωπική φάση που βρίσκεσαι την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Υπήρξαν μέχρι τώρα κάποιες φορές που η σκηνοθεσία υπερέβη την ερμηνευτική διαδικασία,σ αλλά και αρκετές στιγμές που συνέβη το αντίθετο».
Πάρης Θωμόπουλος και Δημήτρης Δεληγιάννης. @Χάρης Γερμενίδης
Η ενασχόληση του με τη σκηνοθεσία του επιτρέπει – αθόρυβα έστω – να γίνεται και πιο επιλεκτικός, ως ηθοποιός πια. Εξηγείται: «Νομίζω ότι ένας ηθοποιός πρέπει να βρίσκει τρόπο να κρατά αποστάσεις και να είναι επιλεκτικός, αν θέλει να εξελίσσεται. Πρέπει να βρίσκεις χρόνο για παρατήρηση, για ενδοσκόπηση και εξέλιξη του εαυτού σου. Βέβαια κάτι τέτοιο είναι για τους περισσότερους δύσκολα εφικτό, όταν μιλάμε ταυτόχρονα και για ένα βιοποριστικό επάγγελμα. Μπορεί να ασχολήθηκα ενδόμυχα με τη σκηνοθεσία για να μπορώ ακριβώς να κρατώ αποστάσεις και να είμαι επιλεκτικός υποκριτικά».
Ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος παίζει λιγότερο και σκηνοθετεί περισσότεροι αφού “ένας ηθοποιός πρέπει να βρίσκει τρόπο να κρατά αποστάσεις και να είναι επιλεκτικός, αν θέλει να εξελίσσεται”. @Αντώνης Καβούρης
Η σκηνοθετική του δράση άρχισε να ανδρώνεται μετά την επιστροφή του από τη Γερμανία, όπου και έζησε για μια πυκνή πενταετία. Εκεί έπαιξε στο Renaissance Theater στο Βερολίνο καθώς και στο Ernst Deutsch Theater του Αμβούργου. Και μολονότι ξεκαθαρίζει πως δεν ενδιαφέρεται να δουλέψει ξανά στη Γερμανία – «κρατώ υπέροχες σχέσεις με όλους τους Γερμανούς συνεργάτες αλλά με ενδιαφέρει να ζω εδώ και μόνο εδώ μπορώ να δουλεύω», τονίζει – δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει τα προβλήματα στο ελληνικό καλλιτεχνικό περιβάλλον.
«Τα πράγματα στο θέατρο και γενικά στον πολιτισμό στην χώρα μας είναι απογοητευτικά. Ζούμε την εποχή των στημένων sold out παραστάσεων, των δημοσίων σχέσεων, των πληρωμένων κριτικών, των επιχορηγήσεων ή την ανάθεση διευθυντικών θέσεων λόγω κομματικών και πολιτικών πεποιθήσεων και πολλά άλλα. Η εκπαίδευση στις δραματικές σχολές είναι απίστευτα ελλιπής. Ταυτόχρονα, υπάρχει μεγάλη έλλειψη σκηνοθετών με την ουσιαστική έννοια του όρου» σχολιάζει. «Ίσως όλο αυτό είναι και απόρροια της σκοτεινής εποχής που ζούμε σε γενικότερο επίπεδο. Κι όλα αυτά συγκριτικά με το Βερολίνο ή γενικότερα με την Γερμανία ή και με άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Οι διευθυντικές θέσεις των μεγάλων θεάτρων δεν αλλάζουν όταν αλλάζει η κυβέρνηση. Αλλάζουν μόνο όταν λήγει η θητεία τους. Το θέατρο, πάντως, περνά κρίση παγκοσμίως».
Τα “Παιδιά ενός κατώτερου θεού“ του Μαρκ Μέντοφ κάνουν πρεμιέρα στο θέατρο Άλφα (28ης Οκτωβρίου (Πατησίων) 37 & Στουρνάρα 51, Τηλ.: 210 520 18 28) στις 20 Οκτωβρίου.
Σκηνοθεσία – απόδοση κειμένου: Δημοσθένης Παπαδόπουλος
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Βοηθός σκηνοθέτη: Λίνα Μπότη
Διδασκαλίας Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας: Αρτεμησία Παντελάκη, σε συνεργασία με την Άννα Λιάκου (Διερμηνέας ΕΝΓ)
Παίζουν: Ευσταθία Τσαπαρέλη, Πάρης Θωμόπουλος, Άντρια Ράπτη, Μιχάλης Γεωργακόπουλος, Δημήτρης Δεληγιάννης, Σοφία Σίμου
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα και Τρίτη, στις 21.00
Τιμές εισιτηρίων: 10-20 ευρώ
Προπώληση εισιτηρίων: more.com