Υπάρχουν πολλές γυναικείες φωνές στον κόσμο που έχουν την ικανότητα να σε συγκινήσουν και να σε ταξιδέψουν. Η φωνή της Beth Gibbons δεν πετυχαίνει μόνο αυτά τα δύο. Όσοι βρεθήκαμε το βράδυ της Κυριακής (20/7) στο Δημοτικό Θέατρο του Λυκαβηττού και την ακούσαμε ζωντανά σε ένα σπάνιο live με την υποστήριξη του Release Athens 2025, ήρθαμε πιο κοντά με τα βαθύτερα συναισθήματά μας, βιώσαμε μια κάθαρση και μια πνευματική ανύψωση. Γιατί η μουσική μπορεί να το καταφέρει αυτό – το ξέρω, γιατί μας το απέδειξε η Gibbons με την επταμελή μπάντα της.
Ο Bill Ryder-Jones άνοιξε τη βραδιάΗ βραδιά ξεκίνησε όταν ο ήλιος έδυε και στην σκηνή εμφανίστηκε ο Άγγλος μουσικός, Bill Ryder-Jones με την κιθάρα του και μια τσελίστρια να τον συνοδεύει. Περίπου 40 λεπτά μας κράτησε συντροφιά με τα τραγούδια του – μίνιμαλ μπαλάντες που αναδείκνυαν τη βαθιά σχέση του με τη μουσική. Ο ίδιος έχει κυκλοφορήσει πέντε σόλο άλμπουμ που κινούνται μεταξύ folk και alternative rock ενώ, για 12 χρόνια ήταν ο βασικός κιθαρίστας της ροκ μπάντας The Coral. Σ’ αυτά τα 40 λεπτά που βρέθηκε μπροστά μας, φάνηκε ότι πάσχιζε να συνδεθεί μαζί μας, με ένα κοινό που είχε ήδη γεμίσει το θέατρο, αλλά εμφανώς ενδιαφερόταν μόνο για την Gibbons. Τι εννοώ; Κάποιοι μιλούσαν διαρκώς και μάλιστα ορισμένοι που βρίσκονταν αρκετά μπροστά στη σκηνή, όπου στεκόμουν κι εγώ, είχαν γυρίσει και πλάτη στον καλλιτέχνη! Δεν θέλω να γίνω γραφική αλλά θα γίνω! Αν δε σε ενδιαφέρει για οποιονδήποτε λόγο ο καλλιτέχνης που ερμηνεύει ζωντανά μπροστά σου, κανένας δε σε υποχρεώνει να στέκεσαι πρώτος-πρώτος. Μπορείς να μιλήσεις στο βάθος και να μην ενοχλείς όσους όντως θέλουν να ακούσουν. Το γεγονός ότι κάποιες εμφανίσεις δεν έχουν ολόκληρη μπάντα, δυνατές κιθάρες και ντραμς δεν σημαίνει ότι γίνονται μουσική-ασανσέρ για τη συζήτησή σου! Αφού, λοιπόν, τα έβγαλα αυτά από μέσα μου, θέλω να επισημάνω πως φάνηκε να δώσαμε μια κάποια λύτρωση στον καλλιτέχνη προς τα τελευταία τραγούδια. Ήταν πράγματι απολαυστικός!
O Bill Ryder-Jones με την τσελίστρια να τον συνοδεύει
Κατά την προετοιμασία της σκηνής, πριν υποδεχτούμε την Beth Gibbons με τους μουσικούς της, μεγάλες ημιδιάφανες κουρτίνες υψώθηκαν στο βάθος και καπνοί άρχισαν να σκεπάζουν τα μουσικά όργανα. Όταν ανέβηκαν όλοι οι μουσικοί, άρχισα να αντιλαμβάνομαι πόσα όργανα θα τη συνόδευαν – ηλεκτρική κιθάρα, μπάσο, ντραμς, πλήκτρα, κρουστά, πνευστά, δύο βιολιά. Έτσι φάνηκε δηλαδή στο πρώτο κομμάτι. Είδα μουσικά όργανα που δεν ξέρω να ονοματίσω παρά να τα κατηγοριοποιήσω ως πνευστά, έγχορδα και κρουστά. Κάποια έμοιαζαν πιο πειραματικά. Λες και ήταν εκεί απλά για να βγάλουν έναν συγκεκριμένο ήχο. Παράλληλα, σχεδόν όλοι οι μουσικοί έκαναν φωνητικά κι άλλοτε παρήγαγαν διάφορους ήχους με τη φωνή τους ή κοφτές ανάσες. Με άλλα λόγια, όλοι ήταν εντυπωσιακοί, υπέρ-ταλαντούχοι και μεθυστικοί καθώς τους χάζευες να παίζουν.
Η Beth Gibbons με τους υπέροχους μουσικούς της
Κι έπειτα έχεις την Beth Gibbons. Στέκεται στο κέντρο και πιάνει το μικρόφωνο σαν ένα ιερό αντικείμενο που θα ανοίξει μια δίοδο επικοινωνίας μεταξύ της φωνής της και του κοινού. Δεν μας καλησπερίζει, δεν λέει ευχαριστώ. Τραγουδάει και μετά από κάθε τραγούδι, γυρίζει πλάτη και πηγαίνει προς το βάθος. Επιστρέφει όταν έρχεται και πάλι η σειρά της. Δεν ένιωσα όμως ότι είναι σνομπ, ντίβα ή δήθεν. Ένιωθα μια παράξενη, ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα. Σε κάθε παύση που προέκυπτε ανάμεσα από τα τραγούδια, υπήρχε απόλυτη ησυχία. Όλοι αυτοί που μιλούσαν πριν στον Ryder-Jones (μπηχτή), δεν έβγαζαν άχνα τώρα. Σιωπή μπροστά σε αυτή τη φωνή, μέχρι να ξανατραγουδήσει. Ξεκίνησε με πέντε τραγούδια από τον πρώτο της προσωπικό δίσκο “Lives Outgrown”, που κυκλοφόρησε πέρσι. Όταν, όμως, ερμήνευσε το “Mysteries” από το άλμπουμ της “Out of Season” με τον Rustin Man, όλοι ζητωκραυγάσαμε και τραγουδήσαμε. Και τότε μάς χάρισε το πρώτο «ευχαριστώ πολύ» στα ελληνικά και ήταν η πιο γλυκιά μέσα στην αβολοσύνη της από την αγάπη που λάμβανε απ’ όλους μας.
Η Beth Gibbons μάγεψε το αθηναϊκό κοινό
Πάντως, τραγούδησε όλα τα τραγούδια από το “Lives Outgrown” (με διαφορετική σειρά), γεγονός που με εξέπληξε ευχάριστα. Κρύβει κάτι πολύ ιδιαίτερο αυτό το άλμπουμ. Εσωστρεφές και ενδοσκοπικό, αισθαντικό και εξιλεωτικό. Από το “Out of Season” έπαιξαν και το “Tom the Model” κι όλοι μαζί τραγουδούσαμε “So do what you’re gotta do, And don’t misunderstand me. You know you don’t ever have to worry ’bout me. I’d do it again”. Και λίγο μετά μάς αποχαιρέτησαν. Μας ευχαρίστησε και μας έκανε νόημα να φωνάξουμε για να ξαναβγούν. Όχι απλώς φωνάξαμε! Τα δώσαμε όλα σα να μην ήταν καθόλου δεδομένο ότι θα επιστρέψει.
Η επιστροφή αυτή ήταν το κάτι άλλο. Πρώτα έπαιξαν το “Roads” από το πρώτο άλμπουμ των Portishead. Η φωνή που σμίλεψε το trip-hop των 90s, ερμήνευε μπροστά μας έναν από τους ύμνους του είδους. Ένιωθες το χαρακτηριστικό τρέμουλο στη φωνή της. Όμως, κανείς δεν με είχε προετοιμάσει για αυτό που θα ακολουθούσε. Ναι εντάξει, το ήξερα ότι θα το πει αλλά ότι θα ήταν περισσότερο συγκλονιστικό ζωντανά απ’ όσο θα ήλπιζα, δεν μπορούσα να το φανταστώ. Είπε το “Glory Box” κι όλοι «βυθιστήκαμε» στην άβυσσο από τις πρώτες νότες. Η φωνή της, που είναι απαράλλαχτη και καθηλωτική, οι μουσικοί, που έπαιζαν αριστοτεχνικά κάθε σημείο του κομματιού, ότι όλοι τραγουδούσαμε κάθε, μα κάθε στίχο…όλα σε έκαναν να ανατριχιάζεις. Υπάρχουν κάποια κομμάτια που αν τα ακούσεις ζωντανά, κάτι αλλάζει στον μηχανισμό του εγκεφάλου σου. Τώρα, μπορεί να με θεωρείτε υπερβολική αλλά εγώ ξέρω ότι θα κυνηγάω για πάντα αυτό το συναίσθημα…