Ινομυώματα στη μήτρα: Πόσο συχνά είναι και πότε πρέπει να αφαιρούνται
Υπολογίζεται ότι το 40% έως 80% των γυναικών έχει ινομυώματα, αν και συχνά παραμένουν αδιάγνωστα λόγω του ότι πολλές γυναίκες δεν εμφανίζουν συμπτώματα.

Τα ινομυώματα είναι οι πιο συχνοί καλοήθεις όγκοι της μήτρας. Υπολογίζεται ότι το 40% έως 80% των γυναικών έχουν ινομυώματα, αν και συχνά παραμένουν αδιάγνωστα λόγω του ότι πολλές γυναίκες δεν εμφανίζουν συμπτώματα. «Τα ινομυώματα μπορεί να αναπτυχθούν μόνο ένα ή πολλά μαζί. Το μέγεθός τους κυμαίνεται από 1 χιλιοστό έως 20 και πλέον εκατοστά» εξηγεί ο Μαιευτήρας – Χειρουργός Γυναικολόγος δρ Ηλίας Μεταξάς.
Τα συμπτώματαΟ λόγος που κάποιες γυναίκες έχουν ινομυώματα δεν είναι πλήρως κατανοητός. Όπως εξηγεί ο γιατρός, πιστεύεται ότι στην εμφάνισή τους συμβάλλουν περιβαλλοντικοί παράγοντες, γενετικές μεταλλάξεις, ορμονικές ανισορροπίες, με τα οιστρογόνα και την προγεστερόνη να παίζουν σημαντικό ρόλο. «Στους παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνονται η πρώιμη εμμηναρχή, η παχυσαρκία (εξαιτίας της αυξημένης παραγωγής οιστρογόνων) και το χρόνιο στρες», προσθέτει.
Τα συμπτώματα εμφανίζονται περίπου στο 20-25% των περιπτώσεων και εξαρτώνται από το μέγεθος, τη θέση και τον τύπο των ινομυωμάτων. Η έντονη αιμορραγία κατά την έμμηνο ρύση ή ανάμεσα στους κύκλους, η αναιμία, οι πιέσεις στην ουροδόχο κύστη, η δυσκοιλιότητα, οι χρόνιες κολπικές εκκρίσεις, ο πόνος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής, ακόμα και η υπογονιμότητα ή επιπλοκές στην εγκυμοσύνη, είναι τα πιο συχνά προβλήματα.

Αν και η πιθανότητα ένα ινομύωμα να εξελιχθεί σε κακοήθεια είναι πολύ μικρή (περίπου 1 στις 350 περιπτώσεις), αυτή η πιθανότητα πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη. Το αν η γυναίκα έχει ήδη οικογένεια ή επιθυμεί να αποκτήσει παιδιά παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιλογή θεραπείας. Η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να μειώσει τα συμπτώματα και να συρρικνώσει προσωρινά τα ινομυώματα, όμως δεν δίνει οριστική λύση. Η χειρουργική επέμβαση παραμένει η μόνη ριζική θεραπεία με παράγοντες όπως η θέση, ο αριθμός, το μέγεθος και το σχήμα τους καθορίζουν τη μέθοδο επέμβασης με στόχο τη μέγιστη ασφάλεια και αποτελεσματικότητα.
Οι γυναίκες που υποβάλλονται σε λαπαροσκοπική αφαίρεση ινομυωμάτων έχουν μειωμένη πιθανότητα επιπλοκών, σε σύγκριση με εκείνες που επιλέγουν την ανοιχτή χειρουργική. Αυτή η σύγχρονη προσέγγιση θεωρείται πιο ασφαλής, λιγότερο επώδυνη και λιγότερο τραυματική, ενώ συμβάλλει σημαντικά και στην ταχύτερη μετεγχειρητική ανάρρωση. Μια ιταλική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of Minimally Invasive Gynecology ανέλυσε δεδομένα από 383 γυναίκες, εστιάζοντας στις χειρουργικές και μη χειρουργικές επιπλοκές μέσα στις πρώτες 30 ημέρες από την επέμβαση. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ανοιχτή χειρουργική ήταν ο μόνος ανεξάρτητος παράγοντας αυξημένου κινδύνου επιπλοκών.
«Τα τελευταία 20 χρόνια, η γυναικολογική χειρουργική έχει προχωρήσει και περιλαμβάνει ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, όπως η λαπαροσκοπική, ώστε να μειωθεί η ταλαιπωρία της γυναίκας και να επισπευσθεί η ανάρρωσή της. Όσο μικρότερη είναι η χειρουργική τομή τόσο λιγότερο πονάει και τόσο πιο γρήγορα κινητοποιείται και επανέρχεται στις καθημερινές της δραστηριότητες. Αποτελεί, δηλαδή, ασφαλέστερη εναλλακτική λύση της ανοιχτής χειρουργικής επέμβασης, λόγω των μικροσκοπικών τομών και συνήθως σχετίζεται με λιγότερες επιπλοκές και μικρότερο χρόνο αποκατάστασης. Χρησιμοποιείται δε για τη διάγνωση και θεραπεία πολλών άλλων γυναικολογικών παθήσεων, όπως της ενδομητρίωσης, της έκτοπης εγκυμοσύνης, των κύστεων, του πυελικού πόνου και της υπογονιμότητας» εξηγεί ο δρ. Μεταξάς.
Για τις γυναίκες που επιδιώκουν να τεκνοποιήσουν, θα πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι τα ινομυώματα τείνουν να μεγαλώνουν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, εξαιτίας των ορμονών. Αυτό μπορεί να έχει επιπτώσεις στην κύηση, όπως αιμορραγία κατά τη διάρκειά της αλλά και στη γέννα, αποβολή, πρόωρη ρήξη μεμβρανών, αποκόλληση και πρόωρο τοκετό. Γι’ αυτό καλό είναι να αξιολογούνται και να αποφασίζεται η αντιμετώπισή τους πριν από τη σύλληψη.