Σύμπραξη του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου με το Εθνικό Θέατρο. Για την εμβληματική τραγωδία του Σοφοκλή, «Αντιγόνη». Με τον Ούλριχ Ράσε, το Γερμανό σκηνοθέτη – που είχε κάνει, μετ’ επευφημιών, το 2022 το ντεμπούτο του στην Επίδαυρο με τον «Αγαμέμνονα» – ξανά επικεφαλής. Με έναν εκλεκτό θίασο Ελλήνων ηθοποιών και συντελεστών να υλοποιεί το όραμα του: Γιώργος Γάλλος, Φιλαρέτη Κομνηνού, Κόρα Καρβούνη, Θάνος Τοκάκης, Κίττυ Παϊταζόγλου, Δημήτρης Καπουράνης, ένας 10μελής ανδρικός Χορός και μια τετραμελή ζωντανή ορχήστρα. Σ’ ένα ανέβασμα που γίνεται αποκλειστικά για το αργολικό κοίλον και θα παιχτεί κατ’ εξαίρεση για τρεις βραδιές (Παρασκευή 27, Σάββατο 28 και Κυριακή 29 Ιουνίου). Θεωρητικά, έχουμε μια ιδανική συνθήκη για να ανοίξουν τα φετινά Επιδαύρια, ενώ αυτό το καλοκαίρι, η διοργάνωση συμπληρώνει 70 χρόνια ζωής.
Ο Ούλριχ Ράσε – που βρίσκεται εδώ και ενάμιση μήνα στην Αθήνα – προβληματίστηκε αλλά δεν πτοήθηκε από την προοπτική να διδάξει τη μέθοδο του σε μια άλλη γλώσσα από αυτή των ερμηνευτών του. Παραμέρισε την αγωνία και το φόβο, αφενός γιατί του ανατίθεται ένα κορυφαίο έργο, σε μια σημαντική συγκυρία για τον θεσμό του Φεστιβάλ, υπό το πλαίσιο μιας συμπαραγωγής (την οποία θεωρεί «επίτευγμα») αλλά και καθώς οι Έλληνες ηθοποιοί του τον έκαναν «να αισθανθεί σαν στο σπίτι του». «Καλλιτεχνικά στη Γερμανία βρίσκομαι κάπως στο περιθώριο. Η σκηνική μου γλώσσα θεωρείται ιδιαίτερη, ίσως ακόμα και απαρχαιωμένη, επειδή επιζητώ τέτοια ακρίβεια από τους ηθοποιούς. Ωστόσο, με την ελληνική ομάδα δουλεύουμε σκληρά επί πέντε εβδομάδες, ασκούμε το σώμα και ταυτόχρονα το λόγο κι έχουμε μπροστά μας άλλες πέντε εβδομάδες για να γίνουμε ακόμα καλύτεροι», σημειώνει.
Την ίδια ώρα, ο Γερμανός συνεργάτης του, Γιάννικ Στόμπενερ – υπεύθυνος για την εκπαίδευση και καθοδήγηση του Χορού που θα έχει κεντρικό ρόλο στην παράσταση – δηλώνει «εντυπωσιασμένος από το ζήλο και το εργασιακό ήθος των Ελλήνων ηθοποιών».
Η Φιλαρέτη Κομνηνού και ο Γιώργος Γάλλος μαζί με τον σκηνοθέτη της “Αντιγόνης”, Ούλριχ Ράσε.
Για όλους όσοι ανακαλούν τον «Αγαμέμνονα» του, η σκηνοθετική γλώσσα του Ράσε αναπτύσσεται πάντα με άξονα μια (ή και περισσότερες) περιστρεφόμενες σκηνές πάνω στις οποίες οι ερμηνευτές συντονίζουν ευλαβικά την κίνηση και τον λόγο, συναρμολογώντας μια αφηγηματική παρτιτούρα υψηλής ακρίβειας. Μια οπτική που, ενώ επιβάλλει ισχυρή τεχνική φορμαλισμού, την ίδια ώρα απαιτεί από τους ηθοποιούς να διατηρούν την ερμηνεία τους υπαρξιακά ελεύθερη.
Δεν είναι τυχαίο που ο πρωταγωνιστής της παράστασης στο ρόλο του Κρέοντα, Γιώργος Γάλλος κάνει λόγο για «πρωταθλητισμό πάνω στο τρίπτυχο λόγος-σώμα-ψυχική εμπλοκή. Ο κόσμος που φτιάνει ο Ούλριχ Ράσε είναι σαφής, καθαρός, με αυστηρούς κανόνες μέσα στους οποίους νιώθω μεγάλη ελευθερία». Η Κόρα Καρβούνη που θα υποδυθεί τον επώνυμο ρόλο της Αντιγόνης χαρακτηρίζει το θέατρο του Γερμανού σκηνοθέτη «ποιητικό και πολυεπίπεδο» καθώς αυτή η αέναα περιστρεφόμενη πλατφόρμα στην οποία δρουν οι ηθοποιοί λειτουργεί συμβολικά για τρεις λόγους: για «τον δρόμο του τραγικού ήρωα προς την καταστροφή, το μόχθο της ύπαρξης του ανθρώπου και την πάλη του ηθοποιού με τον εαυτό του».
Η πολύπειρη (και) στο αρχαίο δράμα Φιλαρέτη Κομνηνού (θα ερμηνεύσει τον Τειρεσία) επισημαίνει πως αυτή η λειτουργία υπογραμμίζει την «τελετουργία η οποία σε στιγμές αναδεικνύει κάτι το μαγικό»· υπερθεματίζοντας κι εκείνη για την σημασία της συνάντησης καλλιτεχνών από διαφορετικές χώρες, με διαφορετικές γλώσσες και προσεγγίσεις αφού τελικά «δεν είμαστε παρά μια μεγάλη οικογένεια, τα μέλη της οποίας έχουν ανάγκη να μεταγγίσουν πράγματα ο ένας στον άλλον».
Ο Γιώργος Γάλλος ως Κρέων, η Κόρα Καρβούνη ως Αντιγόνη και η Κίττυ Παϊταζόγλου ως Ισμήνη.
Αλλά και η δραματουργική προσέγγιση του Γερμανού δημιουργού στην σοφόκλεια τραγωδία φαίνεται πως θα αποκλίνει από τις συνήθεις αναγνώσεις. Ο Ούλριχ Ράσε δίνει έμφαση στο ρόλο του Κρέοντα, καθώς είθισται να «μην του προσφέρεται χώρος όσο στέκεται στη λάθος πλευρά, αυτήν της απολυταρχίας». Σύμφωνα με τις προθέσεις του σκηνοθέτη, ωστόσο, ο Κρέων μοιάζει να εξωραΐζεται αφού τον αντιμετωπίζει ως το όργανο λειτουργίας του κράτους, τοποτηρητή των νόμων «της εργαλειοθήκης των κανόνων που μας έχει δώσει το δημοκρατικό πολίτευμα», όπως λέει χαρακτηριστικά. «Επιχειρούμε να κατανοήσουμε τη θέση του ηγέτη· κάλλιστα ένας αρχηγός κράτους μπορεί να κυβερνά όχι κατά πως επιθυμεί, αλλά κατά πως πρέπει. Παίρνουμε, λοιπόν, μια δημιουργική ελευθερία στον τρόπο που υπογραμμίζουμε τα πράγματα, σε μια προσπάθεια να παρατηρήσουμε την αδυναμία επικοινωνίας ανάμεσα στο θεσμό του κράτους και στο δικαίωμα του πολίτη. Δεν θέλουμε να υπερασπιστούμε τον αυταρχισμό, αλλά να ακούσουμε τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών μέσα από μια νέα οπτική. Ζούμε σε μια εποχή, όπου όλοι έχουν άποψη, παρόλα αυτά δεν ακούμε ο ένας τον άλλο· βρισκόμαστε διαρκώς σε επικοινωνιακά διλήμματα. Κι αυτός είναι ένας από τους λόγους που ξεσπούν πόλεμοι», υποστηρίζει.
Ο Γερμανός σκηνοθέτης με την καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, Κατερίνα Ευαγγελάτου.
Η «Αντιγόνη» βρίσκεται σε παρασκευαστικό στάδιο και το αποτέλεσμα θα δικαιώσει (ή όχι) την όποια θεωρητική προσέγγιση. Πάντως, ο πρόλογος του Ράσε ως προς την ερμηνεία του Κρέοντα – δηλαδή της αμετακίνητης εξουσίας απέναντι στην υπεράσπιση του ανθρώπινου δικαιώματος και του ηθικού δικαίου – δεν μπορεί παρά να δημιουργεί ερωτηματικά. Ο ίδιος σπεύδει να διευκρινίσει πως επουδενί δεν δίνει άλλοθι στις λανθασμένες ενέργειες ενός εξουσιαστή. «Τα λάθη του Κρέοντα δεν δικαιολογούνται στην ανάγνωση μας. Θέλουμε, όμως, να διερευνήσουμε γιατί δεν μπορεί να ξεπεράσει τις αντιστάσεις του. Επιχειρούμε, δηλαδή, να τον δούμε διαφορετικά από την καθηλωμένη εκδοχή του απέναντι στην Αντιγόνη που αντιστέκεται στον αυταρχισμό και είναι έτοιμη να θυσιάσει την ζωή της για να υπερασπιστεί το δίκαιο».
Η μετάφραση – σταθμός του Νίκου Παναγιωτόπουλου πάνω στην τραγωδία του Σοφοκλή θα χρησιμοποιηθεί και εδώ (μετά την θρυλική «Αντιγόνη» του Λευτέρη Βογιατζή) καθώς, όπως επισημαίνει η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Κατερίνα Ευαγγελάτου όσο και η δραματουργός της παράστασης Έρι Κύργια, «είναι μια δοκιμασμένη μετάφραση, μια ποιητική μετάφραση, κοντά στο πρωτότυπο και ο στέρεος ρυθμός της παρακολουθεί το ρυθμό που οραματίζεται ο σκηνοθέτης για την παράσταση του».
Ανάμεσα στους Έλληνες συντελεστές συναντάμε, επίσης, τον Άγγελο Μέντη στα κοστούμια, την Ελευθερία Ντεκώ στους φωτισμούς και τη Μελίνα Παιονίδου στη μουσική διδασκαλία.
Η ιδέα της μετάκλησης Ράσε και της σύμπραξης Εθνικού Θεάτρου με το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου ανήκει στον πρώην καλλιτεχνικό διευθυντή του πρώτου Γιάννη Μόσχο και υλοποιείται από την διάδοχό του, Αργυρώ Χιώτη, η οποία επαινεί το όλο εγχείρημα.
Η «Αντιγόνη» θα είναι ένα από τα αποκλειστικά παραστατικά γεγονότα της φετινής, επετειακής Επιδαύρου. Ωστόσο, δεν υπάρχει ακόμα σχεδιασμός για να ταξιδέψει εκτός Ελλάδας, παρά τη διεθνή της σύνθεση.
Η “Αντιγόνη” του Σοφοκλή κάνει πρεμιέρα στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 27 Ιουνίου.
Σκηνοθεσία – Σκηνογραφία Ulrich Rasche
Δραματουργία Antigone Akgün
Μετάφραση Νίκος Α. Παναγιωτόπουλος
Μουσική – Σχεδιασμός ήχου Alfred Brooks
Κοστούμια Άγγελος Μέντης
Φωτισμοί Ελευθερία Ντεκώ
Εκπαίδευση και καθοδήγηση χορού Yannik Stöbener
Βοηθός σκηνοθέτης David Moser
Βοηθός σκηνογραφίας Lukas Kötz
Δραματολόγος παράστασης Έρι Κύργια
Μουσική διδασκαλία Μελίνα Παιονίδου
Βοηθός σκηνοθέτη Θωμαΐς Τριανταφυλλίδου
Βοηθός σκηνογράφου Ευάγγελος Αγάτσας
Βοηθός συνθέτη Γιάννης Αράπης
Βοηθός ενδυματολόγου Σταυρούλα Παπαποστόλου
Βοηθός φωτισμού Νάσια Λάζου
Παίζουν: Γιώργος Γάλλος, Δημήτρης Καπουράνης, Κόρα Καρβούνη, Φιλαρέτη Κομνηνού, Κίττυ Παϊταζόγλου , Θάνος Τοκάκης
Χορός (αλφαβητικά) Γιώργος Ζιάκας, Δημήτρης Καπουράνης, Μάριος Κρητικόπουλος, Ιωάννης Μπάστας, Βασίλης Μπούτσικος, Γιώργης Παρταλίδης, Θανάσης Ραφτόπουλος, Γκαλ Ρομπίσα, Γιάννης Τσουμαράκης, Στρατής Χατζησταματίου
Ζωντανή ερμηνεία της μουσικής Νεφέλη Σταματογιαννοπούλου κοντραμπάσο, Χάρης Παζαρούλας κοντραμπάσο, Νίκος Παπαβρανούσης κρουστά, Ευαγγελία Σταύρου κρουστά
Παραστάσεις: Παρασκευή 27, Σάββατο 28 και Κυριακή 29 Ιουνίου, 21.00