MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
28
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΘΕΑΤΡΟ

Γυναίκες της διπλανής πόρτας σπάνε τη σιωπή τους για τον άνδρα της πατριαρχικής κοινωνίας

Η Μαρία Μαγκανάρη θεατροποιεί το super hit της Ρουμένα Μπουζάροφσκα «Ο άνδρας μου» και μαζί με τις Μαρία Σκουλά και Αμαλία Καβάλη αναζητούν τη γυναικεία φωνή στη σύγχρονη πραγματικότητα.

Στέλλα Χαραμή | 19.01.2024 Φωτογραφίες: Μαρία Τούλτσα

Το βιβλίο της καθηγήτριας λογοτεχνίας από τη Βόρεια Μακεδονία Ρουμένα Μπουζάροφσκα «Ο άνδρας μου» (εκδόσεις Gutemberg, μετάφραση Αλεξάνδρα Ιωαννίδου) έκανε ήδη θραύση στην Ευρώπη – παρά την εγχώρια πολεμική από τους συντηρητικούς και ακροδεξιούς – όταν έφτασε στα χέρια της Μαρίας Μαγκανάρη.

Η τελευταία, βρισκόταν πάλι στη σκηνή του «Θησείον» ανεβάζοντας το «Μισάνθρωπο» του Μολιέρου, όταν της προτάθηκε να διαβάσει τη συλλογή διηγήσεων, καθώς ίσως εκεί ν’ αναγνώριζε το υλικό της επόμενης παράστασης της. Όπερ και εγένετο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΣυν & Πλην: «Ο Μισάνθρωπος» στο Θησείον12.09.2018

«Ο άνδρας μου» κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή 26 Ιανουαρίου με επτά (από τις 11 του βιβλίου) αφηγήσεις γυναικών: Είναι παντρεμένες, καταπιεσμένες από τους συντρόφους, τις μητέρες τους ή και τα δύο, εξαρτώμενες οικονομικά αλλά και ιδεολογικά από την πατριαρχική παράδοση που καταδυναστεύει τις κοινωνίες, φοβισμένες – αλλά όχι αρκετά για να μην εξεγερθούν από τα δεσμά τους. Γυναίκες της διπλανής πόρτας, θυμωμένες και μελαγχολικές, γυναίκες που μας μοιάζουν ή μας θυμίζουν γυναίκες που γνωρίζουμε. Σε αυτά τα πρόσωπα, η Μαγκανάρη αναγνώρισε μια γνήσια θεατρική ζωηράδα (δεν ήταν η μόνη· το βιβλίο έχει ήδη θεατροποιηθεί και σε άλλες χώρες), μια σύγχρονη λογοτεχνία υψηλών θερμοκρασιών που δεν περιέγραφε μόνο σημερινές αλήθειες για τη θέση της γυναίκας στον κόσμο αλλά και παλιά, αρχαία λάθη.

Επί σκηνής, η ίδια (παράλληλα σκηνοθετεί και διασκευάζει), η Μαρία Σκουλά και η Αμαλία Καβάλη αναβιώνουν το χρονικό περιβάλλον όπου ανατράφηκαν οι δικές τους – δικές μας – γυναικείες συνειδήσεις: Όταν ως μικρά κορίτσια μεγάλωναν σε μια περίοδο θολής γυναικείας χειραφέτησης και θεσμοθέτησης δικαιωμάτων. Ακόμα και σήμερα, τα χρώματα παραμένουν αρκετά θαμπά στον χώρο της γυναικείας πραγματικότητας, ωστόσο η πατριαρχία έχει προσδιοριστεί, χωρίς περιστροφές, ως το ασφυκτικό πλαίσιο που την οριοθετεί. Μέσα από τους ρόλους της Μπουζάροφσκα που συγχέονται φυσικά με τις προσωπικές τους εμπειρίες και τα φορτία των στερεοτυπικών αντιλήψεων, η Μαρία Μαγκανάρη, η Μαρία Σκουλά και η Αμαλία Καβάλη μιλούν, σε κοινωνική βάση, για τη σχέση των φύλων και την προοπτική μιας ισότιμης κοινωνίας.

Μαρία Μαγκανάρη: «Δεν πιστεύω ότι μια Σουηδή μητέρα θα συμβούλευε την κόρη της να υπομείνει την απιστία του άνδρα της με την ίδια ευκολία που το έχει κάνει μια Ελληνίδα ή μια Σλαβόφωνη»

Στη διάρκεια των αναγνώσεων και των πρώτων προβών, λέει, η Μαρία Μαγκανάρη «υπήρξε μια εσωτερική ταραχή την οποία μοιραζόμασταν όλες οι ηθοποιοί. Όχι μόνο επειδή είχαμε παρόμοια βιώματα με των ηρωίδων, αλλά περισσότερο γιατί δίναμε φωνή σε συμβάντα και συμπεριφορές που έχουν περάσει στο κύτταρο μας». Κι έτσι μικρή σημασία έχει αν αυτές οι γυναίκες είναι νεότερες ή μεγαλύτερες, είναι νοικοκυρές ή εργαζόμενες, είναι κόρες ή μανάδες. «Το κοινό τους σημείο είναι πως όλες είναι παντρεμένες και θυμωμένες. Τι πιο μπανάλ θέμα από αυτό. Το έχουμε δει κι ακούσει πολλές φορές. Η διαφορά, ωστόσο, στην καταγραφή της Μπουζάροφσκα έγκειται αφενός στην εντοπιότητα και αφετέρου στην υπέρβαση αυτών των γυναικών και τη συνομιλία τους με το χώρο του συμβόλου» συνεχίζει.

Η ηθοποιός και σκηνοθέτρια της παράστασης κινητοποιείται από την χαρτογράφηση της παραδοσιακής γυναικείας ταυτότητας με βαλκανικό πρόσημο. «Εκτιμώ ότι η πατριαρχία στα Βαλκάνια έχει διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά, τα οποία ως Ελληνίδες είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε. Δεν πιστεύω ότι μια Σουηδή μητέρα θα συμβούλευε την κόρη της να υπομείνει την απιστία του άνδρα της και να μην διαλύσει το σπίτι της, με την ίδια ευκολία που το έχει κάνει μια Ελληνίδα ή μια Σλαβόφωνη» σημειώνει χαρακτηριστικά.

Βάζοντας στο στόμα της, μια από τις πιο πολυδιατυπωμένες έννοιες της εποχής μας, την πατριαρχία, η Μαγκανάρη επιχειρεί να αποκωδικοποιήσει τι σημαίνει τελικά – τουλάχιστον όπως η Ρουμένα Μπουζάροφσκα και οι ηρωίδες της την περιγράφουν: «Είναι μια σύνθετη δομή που συγκροτεί καταρχάς την οικογένεια και εν συνεχεία την κοινωνία και η οποία στηρίζεται στο αξίωμα πως η γυναίκα δεν έχει φωνή και οφείλει να σιωπά» απαντά. «Γι’ αυτό και οι γυναίκες του έργου είναι πρόσωπα που ενώ έχουν θέση υποτελούς αναζητούν τον τρόπο για να αποκτήσουν υπόσταση. Είναι γυναίκες ακυρωμένες που έχουν μάθει να κοιτάζουν χαμηλά και δεν τους έχει γεννηθεί η ανάγκη να δημιουργήσουν κάτι άλλο εκτός από παιδιά».

Μαρία Μακανάρη: ‘Ο άνδρας μου’ είναι μεν ένα βιβλίο με λαϊκό χαρακτήρα, αλλά καταφέρνει να βάλει σε επικοινωνία το λαϊκό με το ιερό, το ποιητικό, το μυθικό.

Για τη Μαγκανάρη, η πατριαρχία δεν συνιστά ένα φαινόμενο που έχει προκύψει αποκλειστικά από κυριαρχικούς, κακοποιητικούς ή βίαιους άνδρες αλλά και ως απότοκο της παγίδας των ρόλων, των κατασκευών και των στερεοτύπων που έχει επιβάλλει αρχετυπικά η οικογενειακή δομή. «Είναι οι ρόλοι που καταπίνουμε αμάσητους γενιές και γενιές, είναι οι εντυπώσεις που μας έχουν ριζωθεί και μόνο τα τελευταία χρόνια έχουμε αρχίσει να δημιουργούμε αποκλίσεις αφού… δηλητηριαζόμαστε από τον δυτικό τρόπο ζωής» παρατηρεί.

Το βιβλίο της Μπουζάροφσκα χαρακτηρίστηκε πολλάκις φεμινιστικό υλικό, αλλά η Μαρία Μαγκανάρη διευκρινίζει πως δεν θα υπέκυπτε στη θεατροποίηση του παρακινημένη από το έμφυλο ζήτημα και μόνο. «Καταρχάς, με φοβίζουν οι παραστάσεις που έχουν σκοπό να ακουμπήσουν σε μια κοινωνική επικαιρότητα. Δεν θα με γοήτευε μια νατουραλιστική αναπαράσταση ή αποκλειστικά η μεταφορά ενός μηνύματος προς την κοινωνία. ‘Ο άνδρας μου’ είναι μεν ένα βιβλίο με λαϊκό χαρακτήρα, αλλά καταφέρνει να βάλει σε επικοινωνία το λαϊκό με το ιερό, το ποιητικό, το μυθικό. Αυτό το υφολογικό και αισθητικό άνοιγμα της γραφής της είναι που με αφορά» εξηγεί.

Θεωρητικά, η αφήγηση εκδοχών της γυναικείας εμπειρίας γύρω από τη σχέση με τον άνδρα συνοψίζει μια παράσταση για γυναικείο κοινό. Είναι κι αυτό όμως, μια κατασκευασμένη πλάνη καθώς, όπως διευκρινίζει η Μαρία Μαγκανάρη, «πιστεύω πως αφορά εξίσου γυναίκες και άνδρες. Και τα δύο φύλα ασφυκτιούν εξίσου, αναζητούν εξίσου μια άλλη πραγματικότητα για να συνυπάρξουν. Δεν μπορείς να δεις το ένα φύλο χωρίς το άλλο δίπλα του».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΜαρία Σκουλά-Αμαλία Μουτούση: Συνεχίζουν την αναγνωστική περιπέτεια των “Παραβάσεων”12.09.2018

Μαρία Σκουλά: «Αν συμφωνούμε πως πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο, δεν θα αλλάξουν αν στραφούμε εναντίον του ανδρικού φύλου. Αν θέλουμε να πάμε παρακάτω αλλιώς, θα πρέπει να πάμε μαζί»


Μεγαλωμένη στην Κρήτη, η Μαρία Σκουλά γνώρισε από μικρή πλήθος γυναικών που παραπέμπουν στις ηρωίδες της Ρουμένα Μπουζάροφσκα – ενίοτε σε απόλυτο βαθμό. Τα τελευταία χρόνια, πάλι, συνειδητοποίησε ότι τόσο η ίδια όσο και πολύ κοντινές της γυναίκες μεγάλωσαν μέσα στον ίδιο ανομολόγητο, αθόρυβο μα εγκατεστημένο φόβο. «Δεν μιλώ για ένα φόβο που γεννιέται από τη βία ή την κακομεταχείριση του συντρόφου, αλλά το φόβο που χαρακτηρίζει τον τρόπο της συμπεριφοράς των γυναικών απέναντι στον κόσμο και στους άνδρες γενικότερα» σημειώνει. Και ο φόβος είναι το σημείο συνάντησης των ηρωίδων της με τη ζωή. «Τις βλέπεις, ξαφνικά, να αναρωτιούνται: ‘Μα τι κάνω τώρα που έπαψα να φοβάμαι;’ Εκεί είναι η αφετηρία του θυμού».

Μέσα από τα πορτρέτα γυναικών που δεν εργάζονται μα έχουν επιφορτιστεί με τις δουλειές του σπιτιού και με το να αντιμετωπίζουν τα πράγματα από χαμηλά, η παράσταση αποτυπώνει την καθημερινότητα ενός οικείου εγκλωβισμού. «Αυτές οι γυναίκες συνέχισαν την παράδοση πολλών δεκαετιών, να εκφράζουν το ‘μέσα’ κόσμο. Κι είναι ένας πλούσιος κόσμος αυτός, αλλά έχει πάψει να τους αρκεί. Η Μπουζάροφσκα τις καταγράφει λίγο πριν το βήμα τους στην έξω ζωή. Θέλω να πω οι ιστορίες τους είναι αναγνωρίσιμες, καθημερινές αλλά και συνάμα πολύ προσωπικές, άρα και μοναδικές» παρατηρεί.

Μαρία Σκουλά: Το έργο δίνει χώρο στη γυναικεία φωνή κάτι που, επιτέλους, όλο και περισσότερες δραματουργίες κάνουν. Αισθάνομαι πως, όπως και κοινωνικά, έτσι και θεατρικά διανύουμε ένα πέρασμα.

Παρά τα σαφή χαρακτηριστικά της γυναικείας αφήγησης, η ηθοποιός δεν αποδίδει την ταμπέλα ενός φεμινιστικού έργου στον «Άνδρα μου». «Αν το αντιμετωπίσουμε αποκλειστικά ως τέτοιο στενεύουμε τα όρια του, του στερούμε την ανθρωπινότητα του και τελικά περιορίζουμε το φαντασιακό μας: Τόσο των θεατών όσο και το δικό μας, ως ερμηνευτριών. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το πατριαρχικό σύστημα που καταγγέλλει το έργο είναι άδικο. Αυτή η αδικία μας αφορά όλους. Επομένως, δεν αισθάνομαι πως ανεβαίνω στη σκηνή για να πάρω θέση υπέρ των γυναικών. Ελπίζω η κουβέντα να διευρυνθεί πολύ περισσότερο από αυτό το πλαίσιο. Η φεμινιστική οπτική των πραγμάτων είναι μόνο ένα μέρος αυτού του κειμένου. Μιλάμε εξάλλου για πολύ παλιά, πολύ ριζωμένα πράγματα στην κυτταρική μας μνήμη που το φεμινιστικό κίνημα δεν αρκεί για να περιγράψει. Αν συμφωνούμε πως πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο, δεν θα αλλάξουν αν στραφούμε εναντίον του ανδρικού φύλου. Αν θέλουμε να πάμε παρακάτω αλλιώς, θα πρέπει να πάμε μαζί, αλλιώς», τονίζει.

Παραδέχεται, ωστόσο, πως ως ηθοποιός έμαθε, ασυνείδητα σχεδόν, να μπαίνει σε θεατρικούς κόσμους φτιαγμένους από άνδρες, με ρόλους γυναικών που κατασκεύασαν άνδρες συγγραφείς, σε ένα σύνολο έργων που σπάνια δίνουν το λόγο σε γυναίκες. Ομολογουμένως, το έργο της Μπουζάροφσκα είναι μια εξαίρεση ή όπως λέει το δείγμα μιας μεταβατικής εποχής. «Δίνει χώρο στη γυναικεία φωνή κάτι που, επιτέλους, όλο και περισσότερες δραματουργίες κάνουν. Αισθάνομαι πως, όπως και κοινωνικά, έτσι και θεατρικά διανύουμε ένα πέρασμα. Περισσότερες γυναίκες σκηνοθετούν, περισσότερες γυναίκες παίζουν πρωταγωνιστικούς ρόλους, περισσότερα κείμενα προβάλλουν τη γυναίκα. Οι γυναίκες, τουλάχιστον στο χώρο μας, δεν φοβούνται πια να είναι δημιουργικές. Νιώθω πως σιγά – σιγά δυναμώνουμε ως κοινότητα».

Αμαλία Καβάλη: «Οι σχέσεις των φύλων μόνο καλύτερες μπορούν να γίνουν αρκεί να στηρίζονται σε όρους ειλικρίνειας και ελευθερίας»


Κι όμως. Σε ένα έργο όπου έχει τον τίτλο «Ο άνδρας μου» η Αμαλία Καβάλη αναγνωρίζει είδωλα γυναικών. «Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο και παίζοντας σε αυτό το έργο αναλογίζομαι σε πρώτο επίπεδο πως αυτές είμαστε: Αυτά ζούμε, αυτά ποθούμε, αυτά κρύβουμε και φοβόμαστε, αυτά αγαπάμε και μισούμε, αυτά σκεφτόμαστε. Είναι ένα ηχείο που εκπέμπει τις φωνές μας» σημειώνει η ηθοποιός, ξεκαθαρίζοντας πως η Μπουζάροφσκα δεν κατασκευάζει ιδανικά πορτρέτα γυναικών. «Απεναντίας, οι ηρωίδες της είναι τρισδιάστατες, έχουν όλες ελαττώματα, οι περισσότερες δεν είναι υπερήφανες για τον εαυτό τους. Συχνά είναι οι ίδιες που διατυπώνουν μισογυνισμό για άλλες γυναίκες. Αυτή η τρωτότητα, μας ενώνει όλες σιωπηρά, αφού όλες έχουμε υπάρξει στη θέση τους ή έχουμε δει τις ιστορίες τους να συμβαίνουν σε διπλανές πόρτες. Είναι γυναίκες γραμμένες στο κοινό μας συλλογικό».

Αμαλία Καβάλη: Οι ιστορίες του έργου μου φαίνονται πολύ ανακουφιστικές. Με παρηγορούν, μου δίνουν την ελπίδα ότι υπάρχει πάντα ελπίδα για σύνδεση ανάμεσα στον άνδρα και στη γυναίκα και εν δυνάμει οι σχέσεις τους μπορεί να λειτουργήσουν

Άραγε, το μοίρασμα της γυναικείας εμπειρίας καθιστά ένα αφήγημα αμιγώς γυναικείο; Η Αμαλία Καβάλη διαφωνεί. Πιστεύει πως διατυπώνοντας οικείες δυναμικές για τις διαπροσωπικές σχέσεις αποστασιοποιείται πολύ από την τυπική υπεράσπιση της έμφυλης ταυτότητας. «Για την ακρίβεια», σχολιάζει, «μου φαίνονται πολύ ανακουφιστικές αυτές οι ιστορίες. Με παρηγορούν, μου δίνουν την ελπίδα ότι υπάρχει πάντα ελπίδα για σύνδεση ανάμεσα στον άνδρα και στη γυναίκα και εν δυνάμει οι σχέσεις τους μπορεί να λειτουργήσουν».

Όχι, η Καβάλη δεν ζει σε μιαν άλλη πραγματικότητα, αλλά στη χώρα που οι γυναικοκτονίες εξακολουθούν να ταράσουν με στυγνότητα την καθημερινή ειδησεογραφία, όπου οι γυναίκες δεν εκπροσωπούνται στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, όπου επί μια δεκαετία η Ελλάδα βρίσκεται ευρωπαϊκά στη χαμηλότερη θέση του δείκτη ισότητας. Και όπου στα χωριά εξακολουθούν ως «παιδιά» να λογίζονται μόνο τα αγόρια. «Αυτό πλαίσιο πεποιθήσεων, το τόσο βαθιά εγκατεστημένο μέσα μας, είναι η πατριαρχία. Και είναι τόσο μέσα μας, για τόσο πολύ καιρό ώστε μόλις αρχίζουμε να εντοπίζουμε πως δεν μας ανήκει και πως μας καταπιέζει, γυναίκες και άνδρες».

Ανήκοντας στη γενιά που σήκωσε στους ώμους τα στερεότυπα ενός ροζ κόσμου για τα κορίτσια κι ενός γαλάζιου για τα αγόρια (με όλες τις συνέπειες αυτού του φαινομενικά αθώου διαχωρισμού) και που αφομοίωσε αδιαμαρτύρητα τις κοινωνικές κατασκευές οι οποίες ανάθρεψαν και τους γονείς μας, συνειδητοποιεί πως «καλούμαστε να κουνηθούμε από τη θέση μας. Βολευτήκαμε, αλλά φτάνει. Οι σχέσεις των φύλων μόνο καλύτερες μπορούν να γίνουν αρκεί να στηρίζονται σε όρους ειλικρίνειας και ελευθερίας. Δεν έχει αλλάξει το αφήγημα· τουλάχιστον όμως έχουν αλλάξει οι συζητήσεις. Υπό αυτή την έννοια, μόνο για θετικές εξελίξεις πρέπει να δουλέψουμε».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ24 (+) παραστάσεις που περιμένουμε το 202412.09.2018

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

O άνδρας μου” της Ρουμένα Μπουζάροφσκα κάνει πρεμιέρα στο θέατρο “Θησείον” στις 26/1 (Τουρναβίτου 7, Θησείο).

Μετάφραση: Αλεξάνδρα Ιωαννίδου
Δραματουργία, Σκηνοθεσία: Μαρία Μαγκανάρη
Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου
Σκηνικά: Μαρία Μαγκανάρη, Παύλος Θανόπουλος. Κοστούμια: Παύλος Θανόπουλος. Φώτα: Μαρία Γοζαδίνου. Κίνηση: Σεσίλ Μικρούτσικου. Βοηθός σκηνοθέτη: Πάολα Καλλιγά. Ειδικές κατασκευές: Δήμητρα Καίσαρη
Παίζουν: Μαρία Σκουλά, Aμαλία Καβάλη, Μαρία Μαγκανάρη

Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 18:00
Διάρκεια: 120 λεπτά
Εισιτήριο: 18 € γενική είσοδος, 15 € μειωμένο
Online αγορά εισιτηρίων : https://www.more.com/theater/o-antras-mou/

Περισσότερα από Art & Culture
VIMA_WEB3b