MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΕΜΠΤΗ
25
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΠΗΓΑΜΕ / ΕΙΔΑΜΕ

Hot or Not #16: Όσα μας άρεσαν και όσα μας “χάλασαν” αυτή την εβδομάδα

Η ομάδα του Monopoli κάνει έναν απολογισμό της εβδομάδας που πέρασε και συγκεντρώνει όλα όσα της τράβηξαν το ενδιαφέρον.

Monopoli Team | 19.06.2022

Την εβδομάδα που πέρασε κάναμε βόλτες στην πόλη, δοκιμάσαμε νέες γεύσεις, πήγαμε σε συναυλίες, επισκεφθήκαμε μουσεία και πολλά άλλα και θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!

Όλα όσα μάς άρεσαν

(+) Ο Cave που ακόμα συγκινεί

Δεν ξέρω αν υπάρχουν πολλοί αγαπημένοι του ελληνικού συναυλιακού κοινού που ενώ δεν σταματούν να το επισκέπτονται, η σχέση τους δεν έχει φθαρεί, ούτε έχει εκπέσει. Ο Nick Cave και οι Bad Seeds βρίσκεται σίγουρα στην βραχεία λίστα αυτών που τιμούν τα λεπτά της παρουσίας τους στη σκηνή με τη θέρμη της πρώτης φοράς. Απλώς, η σχέση αυτή διαμορφώνεται πια και από την ωριμότητα, το βάθος κάθε μακρόχρονης σχέσης.

Με αυτά τα χαρακτηριστικά του έρωτα, παίζει πάντα ο Cave: Αγαπά να ερωτοτροπεί με τις πρώτες σειρές των fans του – αυτούς που φρόντισαν να βρεθούν στα κάγκελα – επιφυλάσσει εντάσεις και ξεσπάσματα για να τσαλακώσει το τέλειο κοστούμι του (μην ξεχνάμε πως ανήκει και στην κάστα των Δανδήδων) και σκαλίζει τις πληγές και τις σκέψεις του πλήθους με λυρισμό, καθισμένος μόνος στο πιάνο· λες και παίζει για τον εαυτό του και λίγους φίλους.

Και μπορεί η τελευταία συναυλία του στο Release Festival να μην ήταν best of, μπορεί τα τραγούδια πάνω στο πιάνο να ήταν περισσότερα από όσα αποζητούσε το κοινό των lockdowns, αλλά ο Cave φρόντισε να τα σκεπάσει όλα με συγκίνηση, με το συναίσθημα που κυριαρχεί μεταξύ των ανθρώπων που τους δένει αγάπη «όλα αυτά τα χρόνια». Αυτή την σχέση μνημόνευσε και ο ίδιος.
Στέλλα Χαραμή

(+) English Baroque Soloist-Monteverdi Choir στο Ηρώδειο

@Thomas Daskalakis

Αισθάνομαι ότι τα λόγια είναι ανεπαρκή για να αναπαραστήσουν ή έστω να περιγράψουν την εμπειρία που είχα στις 14 Ιουνίου στο Ηρώδειο. Η μουσική είναι ίσως η πιο σπλαχνική τέχνη. Εκείνη που έχει την ικανότητα να εισχωρεί βαθιά στο ηλιακό πλέγμα και να εξακτινώνεται παντού μέσα στο σώμα. Ιδιαίτερα όταν την ακροάσαι ζωντανά. Αυτή την αίσθηση είχα ακούγοντας το εξαιρετικό μουσικό σύνολο English Baroque Soloist-Monteverdi Choir σε διεύθυνση του καταπληκτικού Sir John Eliot Gardiner -που πράγματι χόρευε επί σκηνής αποπνέοντας μία ανακουφιστική ηρεμία.

Εισχωρούσε η μουσική κάθε φορά σε κάθε κομμάτι μέσα μου, με διέτρεχε, και με εξέπλητε εκ νέου η δύναμη και οι δυνατότητες των εναλλαγών στις εντάσεις [και ιδιαίτερα του pianissimo], του κουρδίσματος των φωνών και των οργάνων, της αντίστοιξης, της τονικότηττας και της τροπικότητας των έργων, των ηχοχρωμάτων [και ιδιαίτερα της ανθρώπινης φωνής]. Με εξέπλητε, εμένα που δεν πιστεύω, η υπερβατικότητα της [θρησκευτικής] μουσικής που μπορεί να συγκινεί και πέρα -αναρωτήθηκα- από την πίστη. Η συμφιλίωση με την εμπειρία του θανάτου που φαίνεται να είναι δυνατή ακριβώς λόγω της εμπιστοσύνης που φέρει εγγενώς η πίστη. Με συγκίνησε ακόμη η δυνατότητα να συνυπάρχουν τόσες διαφορετικές χρονικότητες [ρωμαϊκή περίοδος, 17ος αι και κυρίως σήμερα] σε έναν τόπο, όπως το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, που φέρει ήδη εμφατικά τα ίχνη της δικής του ιστορικής εποχής.

Ήταν μία συγκλονιστική εμπειρία και δικαίως καταχειροκροτήθηκε από το δυστυχώς όχι κατάμεστο Ηρώδειο [λόγω φαντάζομαι των ιδιαίτερα ακριβώς εισιτηρίων]. Αισθάνομαι πραγματικά τυχερή που βρισκόμουν εκεί. Θυμήθηκα ξανά τη σκηνή εκείνου του ντοκιμαντέρ όπου ο Μώραλης βάζει σε έναν δίσκο τα κατά Ματθαίον του Μπαχ και λεεί με αφοπλιστική ηρεμία “για κάτι τέτοιες στιγμές αξίζει να ζει ο άνθρωπος”. Σκέφτηκα ξανά το σχόλιο που έκανε “ένας διάσημος επιστήμονας όταν ρωτήθηκε για το ποιο μήνυμα έπρεπε να περιληφθεί σε έναν πύραυλο που θα εκτοξευόταν σε αναζήτηση άλλων μορφών νοημοσύνης στο διάστημα, ο οποίος απάντησε: θα μπορούσαμε να τους στείλουμε Μπαχ αλλά αυτό θα ήταν καυχησιολογία”, και ακόμη, παρόλο που τα έργα του πρώτου μέρους των Heinrich Schütz (1585-1672) και Johann Hermann Schein (1586 -1630).,έργα περισσότερο τροπικά ήταν εξίσου συγκινητικά, σπλαχνικά και υπερβατικά. Σκέφτηκα εκείνο το μονόλεκτο ποίημα από το Υστερόγραφο του Μανώλη Αναγνωστάκη που συμπυκνώνει, ανάμεσα όλη αυτή την κληρονομιά ο Μπαχ. Πανέμορφος και ο τρόπος που “καληνύχτησαν τον κόσμο” δεν το ήξερα αυτό το έργο του υιού Μπαχ…
Παρασκευή Τεκτονίδου

(+) Ανατρεπτικός Ταρτούφος στην Πειραιώς 260

Η πιο αναμενόμενη και, πιθανώς, η πιο  εμπορικά αποδοτική παράσταση του Φεστιβάλ Αθηνών δεν θα μπορούσε παρά να είναι άλλη από τη νέα άφιξη της Comedie Francaise στην Ελλάδα. Πόσο μάλλον, όταν πίσω από τον ιστορικό γαλλικό θίασο, βρίσκεται ο Ίβο Βαν Χόβε, ο Βέλγος σκηνοθέτης που εδώ και δέκα χρόνια συσφίγγει διαρκώς τη σχέση του με τους εγχώριους θεατρόφιλους.

Η αναμονή δικαιώθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό. Ο «Ταρτούφος», η εμβληματική σάτιρα του Μολιέρου, αποδόθηκε με άψογο σκηνικό ρυθμό, φορτισμένες ερμηνείες (υπενθυμίζοντας μας πως οι Γάλλοι ηθοποιοί αποτελούν μια ειδική κατηγορία Ευρωπαίων ερμηνευτών ανάμεσα στους παθιασμένους του Νότου και τους ψυχρούς του Βορρά συναδέλφους τους), ανάγλυφους χαρακτήρες, λιτό αλλά και ευρηματικό σκηνικό, φωτισμό με μερίδιο στην αφήγηση.

Έναν «Ταρτούφο» που, παρά τα κωμικά του ξεσπάσματα και τον σαρκασμό του, δεν θα μπορούσε αφομοιωθεί ως κωμωδία παρά ως δράμα για την ανθρώπινη υποκρισία. Όσο για την queer ανατροπή του φινάλε, που έβγαλε γλώσσα στο πρωτότυπο, έβαλε την παράσταση πιο μέσα στην εποχή της – έστω και κάπως βεβιασμένα.
Στέλλα Χαραμή

(+) Chez Lucien: Μία επίσκεψη στο Γαλλικό εστιατόριο των Άνω Πετραλώνων

Photo Credits: Chez Lucien

Κάνοντας βόλτα στα όμορφα στενά των Άνω Πετραλώνων, ανακάλυψα το Chez Lucien, ένα μικρό εστιατόριο-bistrot στη συνοικιακή οδό Τρώων που σερβίρει αυθεντικά πιάτα της γαλλικής κουζίνας. Παρόλο που έχει αλλάξει διεύθυνση, το Chez Lucien έχει τις ρίζες του στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και διατηρεί ακόμα την προσωπικότητα του. Οι κόκκινες αποχρώσεις, ο μαύρος πίνακας με τα πιάτα ημέρας και οι ασπρόμαυροι vintage πίνακες που διακοσμούν τον εσωτερικό χώρο σε συνδυασμό με το φιλικό προσωπικό ταιριάζουν με τη ατμόσφαιρα της αθηναϊκής γειτονιάς που αποπνέει το εστιατόριο. Τα τραπεζάκια που βρίσκονται στο πεζοδρόμιο σου υπενθυμίζουν την άφιξη του καλοκαιριού και σε προετοιμάζουν για την δοκιμή του ιδιαίτερου μενού. Προτείνω ανεπιφύλακτα το μοσχαρίσιο Carpaccio συνοδευόμενο με μία φώλια παρμεζάνας και πράσινη σαλάτα αρωματισμένη με τρούφα και – σε περίπτωση που δεν έχετε δοκιμάσει ξανά – τα σαλιγκάρια με βούτυρο, σκόρδο και μυρωδικά. Επίσης, αξίζει να δοκιμάσετε τις τραγανές τηγανιτές πατάτες -pommes allumettes, λεπτοκομμένες σαν σπίρτα- και, για κλείσιμο, την δροσερή crême brulée με κρέμα βανίλιας, καμμένη καραμέλα και μία μικρή δόση αλατιού. Παράλληλα, το Chez Lucien περιλαμβάνει μία ενημερωμένη λίστα με κρασιά, από την οποία εμείς προτιμήσαμε το «Cedre Heritage, Cahors 2018» με γήινα αρώματα από κόκκινα και μαύρα μούρα, βανίλια και καπνό, το οποίο συνόδευσε απόλυτα το φαγητό μας. Παρόλο που προσωπικά δεν είμαι λάτρης της γαλλικής κουζίνας, ομολογώ πως το εστιατόριο Chez Lucien σε ταξιδεύει με τα πιάτα του στη Γαλλία και σε οδηγεί στην ανακάλυψη των ιδιαίτερων γεύσεων της γαλλικής γαστρονομίας. Θα το βρείτε στην οδό Τρώων και αριθμό 32. Γίνονται και τηλεφωνικές παραγγελίες.
Ναταλία Βουρλιωτάκη

(+) Nick Cave & The Bad Seeds: Η πρώτη μου μεγάλη συναυλία της χρονιάς
Φωτογραφία: Φωτεινή Νικολίτσα

Photo Credits: Φωτεινή Νικολίτσα

Την περασμένη Τετάρτη ήρθε μια στιγμή που περίμενα πολύ καιρό: Είδα live τον Nick Cave. Ένα μάθημα της εξεταστικής πήγε για Σεπτέμβρη αλλά άξιζε χωρίς δεύτερη σκέψη και, φυσικά, ο ενθουσιασμός ήταν ακόμη μεγαλύτερος –με μια δόση συγκίνησης- που μετά από τρία χρόνια ξαναπήγα σε ένα μουσικό φεστιβάλ. Δυστυχώς, δεν πρόλαβα τα δύο πρώτα ονόματα κι έτσι είδα για αρχή τους Fontaines DC, οι οποίοι ήταν απίστευτοι. Είναι από τα συγκροτήματα που μπορούν να ξεπεράσουν ζωντανά και τις ηχογραφήσεις!

Έπειτα ακολούθησαν οι Mogwai, τους οποίους ομολογώ πως δεν γνώριζα και πήγα τελείως ανυποψίαστη. Με εξέπληξαν θετικά με το παίξιμό τους και για μια ώρα χωρίς καθόλου στίχους, πέρασε πολύ ευχάριστα.

Και τέλος ήρθε η ώρα για το μεγάλο όνομα της βραδιάς, Nick Cave & The Bad Seeds. Όταν μιλάμε για έναν τόσο μεγάλο καλλιτέχνη μαζί με μια εξίσου αξιόλογη μπάντα, το να παίξουν για δύο ολόκληρες ώρες, δεν γίνεται να μην εκτιμηθεί. Είπαν απ’ όλα, δεν νομίζω πως κάποιος έφυγε δυσαρεστημένος. Συγκινηθήκαμε, τραγουδήσαμε, γελάσαμε και πήραμε κάμποση από την ενέργεια που έφερνε μαζί του.
Φωτεινή Νικολίτσα

(+) Η τέταρτη σεζόν «Stranger Things» είναι πολύ καλύτερη από ό,τι περίμενα

Αυτή την εβδομάδα είπα και εγώ να ξεκινήσω την 4η σεζόν «Stranger Things» που βγήκε πρόσφατα στο Netflix. Μετά από πολλά χρόνια αναμονής επιτέλους θα έχουμε έναν επίλογο σε αυτή την υπέροχη «80’s vibe» σειρά που πολλοί από εμάς παρακολουθούμε φανατικά από την πρώτη σεζόν. Οι ηθοποιοί στην κυριολεξία έχουν αλλάξει τόσο πολύ (στην πρώτη σεζόν ήταν απλώς παιδάκια σαν και εμάς) που μπορεί κανείς να πει πως μεγαλώσαμε κι εμείς μαζί τους. Μέχρι και την τρίτη σεζόν, τα πράγματα είχαν περιπλέξει πάρα πολύ · μια κοπέλα με υπερδυνάμεις, ένα «Demogorgon», το «Upside Down» μέχρι και η «KGB» έχουν αναμειχθεί σε αυτή την πρωτότυπη σειρά από τους Duffer Brothers. Η σειρά είχε τόσο μεγάλη επιτυχία και τόσο σταθερό fanbase, με την τελευταία σεζόν να αποδεικνύεται τόσο θεαματική που έχει χωριστεί σε δύο μέρη. Βλέποντας το πρώτο μέρος είμαι στην ευχάριστη θέση να πω, πως δεν βρίσκω πολλές αδυναμίες. Το σενάριο έχει μια πολύ καλή συνέχεια σχετικά με τις προηγούμενες σεζόν και οι χαρακτήρες κρατούν καλά. Βέβαια κάποιοι περισσότερο από άλλους. Ο Steve Harrington θα είναι για πάντα ο babysitter της καρδιάς μας, αφού είναι στο πλευρό των παιδιών για ακόμη μια φορά. Τα παιδιά έχουν μεγαλώσει αρκετά, αλλά λόγω του ότι τα παρακολουθούμε στα χρόνια της εφηβείας δεν μάς κακοφαίνεται. Όσον αφορά στην πλοκή – και χωρίς να θέλω να κάνω «spoiler» – εξεπλάγην από το πώς εν τέλη καταλήγει κάθε γεγονός που έχει συμβεί κατά την διάρκεια των διαφορετικών σεζόν να συνδέεται με το άλλο, βγάζοντας πλέον μια σωστή σειρά γεγονότων και κάνοντάς τα όλα να βγάζουν νόημα. Περιμένω με μεγάλη ανυπομονησία το επόμενο μέρος, που θα κυκλοφορήσει στο Netflix την πρώτη Ιουλίου, και ελπίζω το φινάλε να είναι όσο φοβερό όσο και το πρώτο μέρος!
Νάνσυ Δεληγιώργη

(+) Βόλτα στο Ολυμπιακό Μουσείο ίσον ένα βιωματικό ταξίδι στις αξίες και τους σταθμούς του Ολυμπισμού

Με αφορμή τη συμπλήρωση ενός έτους λειτουργίας για το Ολυμπιακό Μουσείο της Αθήνας, βρέθηκα στον χώρο του κι έγινα μέρος ενός μοναδικού ταξιδιού στον χρόνο και την πορεία των Ολυμπιακών Αγώνων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, με επίκεντρο την Ελλάδα. Όπως μπορεί να διαβάσει κανείς στο κείμενο που έγραψα μετά την επίσκεψή μου στο Μουσείο, πρόκειται για μια συναρπαστική εμπειρία κι ένα πολύ «γεμάτο» ταξίδι στους σταθμούς του Ολυμπισμού στην Ελλάδα. Ο χώρος του υπερσύγχρονος, με εντυπωσιακές αίθουσες που φιλοξενούν ένα μείγμα από εκθέματα, τεκμήρια και αναμνηστικά, με τη συνδρομή των ψηφιακών μέσων αλλά και αυθεντικών τεκμηρίων, που στόχο έχουν να μεταδώσουν σε εμάς τις αξίες του Ολυμπισμού, να μάς δώσουν την ευκαιρία να γνωρίσουμε τους αθλητές, τους ήρωες του Ολυμπιακού Κινήματος και φυσικά να συγκινηθούμε και να εμπνευστούμε…Άπλετη συγκίνηση προσφέρει η στάση στην αίθουσα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, με όλα τα χαρακτηριστικά εκείνης της λαμπρής περιόδου, που έχει χαραχθεί στη μνήμη κάθε Έλληνα, ενώ έμπνευση το γεγονός ότι μέσω των εκθεμάτων και της πορείας που ακολουθείς συνειδητοποιείς πως το ίδιο το μουσείο, εκτός από το να προβάλει τις αρχές και τις αξίες του Ολυμπισμού, τους μεγάλους σταθμούς του Ολυμπιακού Ιδεώδους, τον ρόλο της Ελλάδας, αλλά και των Ελλήνων αθλητών, την ίδια στιγμή αναδεικνύει και τον προσωπικό, διαρκή «αγώνα» του καθενός από εμάς σε πολλές από τις πτυχές της ζωής μας. Στα «συν» η αφήγηση στο σύνολό της που ήταν απολαυστική, η διαδραστικότητα και η χρήση νέων μέσων και το άθροισμα μια απολαυστική, ολοκληρωμένη εμπειρία που αξίζει σίγουρα την προσοχή μας.
Ευδοκία Βαζούκη

(+) Το αποστομωτικό tweet της Στέγης και το πανέμορφο βίντεο για όλες τις ομόφυλες οικογένειες εκεί έξω


Το highlight αυτής της εβδομάδας για εμένα -αν όχι ολόκληρου του μήνα- ήταν και θα είναι πάντα το Athens Pride. Σίγουρα, ένας Pride Month δεν είναι αρκετός για να “γιορτάσουμε” και κυρίως να διεκδικήσουμε τα αυτονόητα δικαιώματα που θα έπρεπε να έχει η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Και ακόμη πιο σίγουρα, δεν με αφήνουν ανεπηρέαστη οι ανησυχίες περί της εμπορευματοποίησης του Athens Pride (με τη μορφή χορηγών για να μην παρεξηγούμαστε) τα τελευταία χρόνια. Όποιες κι αν είναι οι ενστάσεις μου όμως, οι εικόνες από την καθιερωμένη ετήσια πορεία-παρέλαση μόνο χαμόγελο μου προκαλούν και μάλλον κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί οτι οι δράσεις που γίνονται στο πλαίσιο του Pride μόνο καλό μπορούν να κάνουν για την ορατότητα της κοινότητας και την διεκδίκηση ίσων δικαιωμάτων. Μία τέτοια αναγκαία δράση ήταν εκείνη της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, που σε συνεργασία με τις “Οικογένειες Ουράνιο Τόξο”, δημοσίευσε στις αρχές της εβδομάδας αυτής ένα πανέμορφο βίντεο με “πρωταγωνιστή” μία οικογένεια ενός ομόφυλου ζευγαριού. Με μότο “Η αγάπη κάνει την οικογένεια”, το βίντεο αυτό θέλησε να ρίξει φως στο γεγονός ότι στην Ελλάδα -σε αντίθεση με πολλές ευρωπαϊκές χώρες- τα δικαιώματα των ομόφυλων οικογενειών είναι μηδαμινά. Σε αντίθεση με τα ετερόφυλα ζευγάρια, το δικαίωμα τεκνοθεσίας για τα ομόφυλα ζευγάρια δεν είναι νομικά αναγνωρισμένο, με αποτέλεσμα ο “δεύτερος”, μη βιολογικός γονέας να μην αναγνωρίζεται νομικά ως μέρος της οικογένειάς του. Αυτό το βίντεο, όπως ήταν μάλλον αναμενόμενο, προκάλεσε τις αντιδράσεις της συντηρητικής πλευράς της ελληνικής κοινωνίας, που έσπευσε να κατακρίνει τη Στέγη στα social media, εκφράζοντας την ειλικρινή ανησυχία ότι… θα τρίζουν τα κόκκαλα του Αριστοτέλη Ωνάση! Ε, λοιπόν, όπως απάντησε και η Στέγη με ένα αποστομωτικό, εντελώς unbothered tweet Δεν τρίζουν”. Και αυτή είναι η μοναδική απάντηση που αξίζουν όσοι δεν αφήνουν επιτέλους την κοινωνία μας να προχωρήσει…
Τατιάνα Γεωργακοπούλου

(+) Moon Knight: Ο Όσκαρ Άιζακ δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας ως ένας όχι και τόσο τυπικός υπερήρωας της Marvel

Φωτογραφία: Marvel Studios

Αν και ομολογώ ότι δεν υπήρξα ποτέ μεγάλη θαυμάστρια της MCU, ωστόσο, ακούγοντας για τη νέα σειρά έξι επεισοδίων της Marvel «Moon Knight», και κυρίως για το εξαιρετικό της καστ το οποίο ηγούνται δύο από τους συναρπαστικότερους ηθοποιούς της εποχής μας, ο Όσκαρ Άιζακ και ο Ίθαν Χοκ, ήταν αρκετό για να μου εξάψει την περιέργεια. Έτσι την εβδομάδα που μάς πέρασε βρέθηκα να παρακολουθώ την πρώτη σεζόν της σειράς. Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από τον Steven Grant (Όσκαρ Άιζακ), έναν πράο και κοινωνικά αδέξιο πωλητή σε gift shop μουσείου με αγάπη για την αιγυπτιολογία, ο οποίος πάσχει από διασχιστική διαταραχή ταυτότητας και εκτεταμένη απώλεια μνήμης, παλεύοντας για τον έλεγχο του σώματος του με το alter ego του, τον γεμάτο αυτοπεποίθηση, σκοτεινό, πρώην μισθοφόρο Marc Spector με τον οποίον διάγουν δύο εντελώς διαφορετικές ζωές. Και σαν να μην ήταν αρκετό όλο αυτό, ο Steven ανακαλύπτει ότι το σώμα του κυριεύεται από τον Χονσού, τον Αιγύπτιο θεό του φεγγαριού και μετατρέπεται σε έναν «νυκτόβιο» υπερήρωα-πολεμιστή του κακού. Steven και Marc θα πρέπει να συμφιλιωθούν καθώς θα βρεθούν στο επίκεντρο μιας θανατηφόρας διαμάχης ανάμεσα στις Αιγύπτιες θεότητες. Αν και η χαοτική αφηγηματική δομή των δύο πρώτων επεισοδίων με μπέρδεψε αρκετά, ωστόσο, καθώς προχωρούσε η ιστορία ένιωθα ότι τα χαμένα κομμάτια του παζλ έμπαιναν στη θέση τους και έτσι μπόρεσα να απολαύσω τις εξαιρετικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών, ιδιαίτερα τα απολαυστικά πολλαπλά προσωπεία που δημιούργησε Άιζακ, την προσεγμένη σκηνοθεσία και τα εντυπωσιακά εφέ. Οι μεγαλύτερες αποκαλύψεις για εμένα ήταν το soundtrack, τόσο η πρωτότυπη μουσική του βραβευμένου Αιγύπτιου συνθέτη Hesham Nazih, όσο και τα τραγούδια που επίσης επιλέχθηκαν να ντύσουν τη σειρά, αλλά και η Αιγυπτιοπαλαιστίνια ηθοποιός May Calamawy στον ρόλο της δυναμικής Layla El-Faouly, η οποία στο πλευρό των Marc/Steven θα προσπαθήσει να σώσει την ανθρωπότητα από μια μεγάλη απειλή στο πρόσωπο της Θεάς Αμμούτ και του άβαταρ της Harrow (Ίθαν Χοκ).
Αριστούλα Ζαχαρίου

Και κάτι που δεν μας άρεσε…

(-) Γλυκόπικρη αίσθηση από το Cap Cap
Φωτογραφία: Μωραΐτη Ειρήνη

Φωτογραφία: Μωραΐτη Ειρήνη

Το Cap Cap είναι γνωστό για τα νόστιμα γλυκά, τις ευφάνταστες θεματικές και την πάντα προσεγμένη διακόσμηση του. Όταν έμαθα πως το θέμα αυτής της περιόδου αφορά τα 90s και συγκεκριμένα το Κωνσταντίνου και Ελένης, την σειρά που οριακά μάς μεγάλωσε και μάς κρατούσε συντροφιά κάθε μεσημέρι μετά το σχολείο, έσπευσα στο Αιγάλεω, χωρίς δεύτερη σκέψη. Όταν έφτασα εκεί όμως, κάπως έφυγε ο πρωτύτερος ενθουσιασμός μου, καθώς το προσωπικό του πάνω ορόφου ήταν κάθε άλλο παρά ευγενικό και κατατοπιστικό. Ο όροφος αυτός είναι το μέρος συνάντησης της θεματικής, καθώς είναι διαμορφωμένος και διακοσμημένος σαν το σπίτι του Κωνσταντίνου και της Ελένης. Τα γλυκά ήταν φανταστικά, όπως πάντα και κατά γενική ομολογία το καλύτερο ήταν το «Πατ-Κιουτ», εκεί που το cheesecake συναντά το banoffee και το αποτέλεσμα είναι εκπληκτικό. Αυτό όμως που δεν μάθαμε ποτέ, παρά μόνο όταν πληρώσαμε, και αυτό μετά από μία ειρωνική απάντηση, είναι πως το παγωτό με το οποίο συνοδευόταν χρεωνόταν επιπλέον, χωρίς αυτό να αναγράφεται πουθενά και ούτε να έχουμε ενημερωθεί. Φυσικά και δεν ήταν το θέμα μας το παγωτό και τα επιπλέον 2€, αλλά η γενικότερη συμπεριφορά, η οποία μάς χάλασε το κατά τα άλλα όμορφο mood και μάς άφησε μία γλυκόπικρη αίσθηση φεύγοντας. Παρόλα αυτά, είναι κρίμα να ακυρώνεται μία προσπάθεια ενός ολόκληρου μαγαζιού για κάποιες μεμονωμένες συμπεριφορές, οπότε θα πρότεινα να επισκεφτείτε το μαγαζί γιατί είναι ένας παράδεισος για τους νοσταλγούς εκείνης της εποχής – και με τέλειες επιλογές guilty pleasure 90s τραγουδιών – και απλά να ξέρετε πως αν σας δώσουν παγωτό χωρίς να το ζητήσετε, δεν πάει «πακέτο» με το γλυκό αλλά χρεώνεται, ακόμα και αν δεν κάνουν τον κόπο να σας ενημερώσουν για αυτό!
Ειρήνη Μωραΐτη 

Περισσότερα από Στην Πόλη
VIMA_WEB3b