Στον παράμεσο του δεξιού χεριού, διακρίνεται η χρυσή της βέρα. Χειροκροτεί ρυθμικά. Δεν θα μάθεις το όνομα της, αλλά θα ακούσεις τη φωνή της καθώς τραγουδάει Γιώργο Ζαμπέτα στο «Τι σου ‘κανα και με εγκατέλειψες». Το σημερινό πρωϊνό δεν έχει τη συνηθισμένη ρουτίνα στη Μονάδα Φροντίδας Ηλικιωμένων Sivilla στη Γλυφάδα. Οι μουσικοί και τραγουδιστές Φάνης Ζαχόπουλος και Δημήτρης Τάσαινας έχουν πάρει θέση στο λόμπι: ο πρώτος με την ακουστική κιθάρα του κι ο δεύτερος με το κόντρα μπάσο. Σήμερα, εκπροσωπώντας τον θεσμό των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, οι δυο τους δίνουν την τρίτη συναυλία τους σε χώρους φροντίδας ηλικιωμένων.
Γύρω τους πάνω από 50 ηλικιωμένοι, περισσότερες γυναίκες παρά άνδρες, με γνωστικά ή και κινητικά προβλήματα, άλλοι καθισμένοι αναπαυτικά σε πολυθρόνες, άλλοι στα αμαξίδια τους ή με ένα πι σε αναμονή, προσπαθούν να βρουν τον ρυθμό των τραγουδιών: με παλαμάκια, με τον ήχο των δαχτύλων τους, ή συναντώντας γνώριμους στίχους για να συνοδεύσουν τους νεαρούς ερμηνευτές. Με την ενθάρρυνση των φροντιστών τους, συγγενών ή επαγγελματιών υγείας, βρίσκουν τρόπο να συμμετέχουν. Ακόμα κι όταν κάποιοι (δεν είναι λίγοι) έχουν χάσει οριστικά τη δυνατότητα της λεκτικής επικοινωνίας, παρατηρούν με περιέργεια τη νέα κατάσταση.

Οι μουσικοί και τραγουδιστές Φάνης Ζαχόπουλος και Δημήτρης Τάσαινας επί τω έργω.
Έχοντας εμπειρία από τα κοινωνικά και εκπαιδευτικά προγράμματα της ΕΛΣ, οι δύο μουσικοί διαπιστώνουν πως «στις δομές έχουν ανάγκη να συμμετέχουν σε ότι συμβαίνει. Ακόμα κι όταν πρόκειται για ωφελούμενους που ιατρικά είναι δύσκολα περιστατικά και δείχνουν πως θα έχουν ελάχιστη αλληλεπίδραση, ξαφνικά σε εκπλήσσουν με τον τρόπο που κάτι ‘πιάνουν’ από το τραγούδι που ακούγεται ή από τις αντιδράσεις των διπλανών τους. Δεν θα ξαφνιαστούμε, δηλαδή, όταν ένα μη συμμετοχικό άτομο, αρχίσει να διευθύνει κινώντας τα χέρια του», λέει ο Δημήτρης Τάσαινας.

Η διάθεση των ωφελούμενων αλλάζει και είναι φανερό.
Στο ρεπερτόριο τους έχουν εντάξει τραγούδια κυρίως ελληνικά, λαϊκά, ρεμπέτικα και ελαφρά, από Μάνο Χατζιδάκι και Βασίλη Τσιτσάνη έως Σογιούλ και Γιώργο Μαρίνο, τραγούδια που έχουν παρελθόν ώστε να συναντήσουν τη μουσική γνώση των ηλικιωμένων και να τους ξυπνήσουν μνήμες και συναισθήματα. Οι φωνές ενώνονται στο «ας ερχόσουν για λίγο, μοναχά για ένα βράδυ, να γεμίσεις με φως το φριχτό μου σκοτάδι» για να παρασύρουν, αμέσως μετά, τον κ. Στέλιο, έναν καλλίφωνο φιλοξενούμενο που, αφού συγχαρεί «τα παιδιά για τις ρομαντικές επιλογές τους» θα πει acapela το τραγούδι του Μάριου Τόκα «Σ’ αγαπώ σαν το γέλιο του Μάη». Το χειροκρότημα των συγκατοίκων του θα είναι θερμό.
«Μας τραγουδάει συχνά ο κύριος Στέλιος, του το ζητάμε αφού δεν έχουμε πολλές τέτοιες ευκαιρίες, όπως η σημερινή. Θέλουμε λίγη ποικιλία στην ημέρα μας», λέει η κυρία Σοφία με μια φυσική ευγένεια να ξεχειλίζει από τις εκφράσεις της. Ζει εδώ και 2.5 χρόνια στη Μονάδα Φροντίδας Ηλικιωμένων όπως και η κυρία Ελισάβετ, που μπήκε ιδία θέληση στη μονάδα για να έχει συντροφιά. Η συναυλία, όπως ομολογεί «της έχει φτιάξει τη μέρα» και αυτό είναι το κοινό βίωμα των περισσότερων ωφελούμενων – ακόμα κι εκείνων που πάσχουν από άνοια. «Συνήθως, μετά από κάθε μουσική εκδήλωση, τη συζήτηση μονοπωλεί αυτό το θέμα. Η μουσική ακουμπά την ψυχή τους, τους αγγίζει, γεννά εικόνες του παρελθόντος κι αυτό είναι παρηγορητικό» εξηγεί ο διευθυντής της Sivilla, Κώστας Γκοτσούλιας.

Συνομιλώντας με την αξιαγάπητη κυρία Σοφία που ζει 2.5 χρόνια στη Μονάδα Φροντίδας στη Γλυφάδα.
Λίγο πριν το φαγητό – «μακαρόνια με κιμά» μας ενημερώνουν από την κουζίνα – η κυρία Ευαγγελία με ένα κατακκόκινο πουλόβερ και μια χαριτωμένη στέκα στα μαλλιά της, τραγουδάει και παίζει παλαμάκια. Είναι 95 χρονών και πάσχει από άνοια. Ο γιος της Θανάσης, που μοιράστηκε τη σημερινή εμπειρία μαζί της, διαπιστώνει χαρούμενος που «όλοι παίρνουν ζωή από εκδηλώσεις σαν αυτή. Όσο πιο συχνά γίνονται, τόσο πιο καλά νιώθουν και το βλέπουμε αθροιστικά. Ειδικά σε μονάδες ηλικιωμένων όπου οι περισσότεροι πάσχουν από άνοια και η επικοινωνία είναι λίγη μεταξύ τους, η μουσική γίνεται ένας κοινός τόπος επικοινωνίας», εξηγεί.
Οι δύο μουσικοί της ΕΛΣ ξέρουν πως έχουν το προνόμιο να μεταχειρίζονται μια γλώσσα που λειτουργεί ανεξήγητα αλλά συμφιλιωτικά, ακόμα και κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες. «Για εμάς οι φιλοξενούμενοι μιας ΜΦΗ είναι ένα καινούργιο ακροατήριο, αλλά δεν νιώθουμε ότι κάνουμε κάτι δύσκολο. Ίσως γιατί η μουσική είναι η πιο ενωτική διάλεκτος και πετυχαίνει γρήγορα την πιο ουσιαστική εμπλοκή και από την πλευρά μας και από την πλευρά του κοινού», σημειώνει ο Δημήτρης Τάσαινας.

Γενναιόδωροι ακροατές και στο χειροκρότημα.
Ο κύκλος των εκπαιδευτικών της Εθνικής Λυρικής Σκηνής σε ΜΦΗ ξεκίνησε πέρυσι (με την ομάδα μουσικού θεάτρου «Ραφή») και μέχρι στιγμής έχουν δοθεί 80 συναυλίες σε 60 δομές. Η φετινή περίοδος, με τους δύο μουσικούς Φάνη Ζαχόπουλο και Δημήτρη Τάσαινα θα επισκεφθεί άλλους 20 χώρους, θα δώσει, δηλαδή, άλλες 20 συναυλίες.
Στο πλαίσιο των ποικίλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων της ΕΛΣ, ο Φάνης Ζαχόπουλος είχε διδάξει κιθάρα σε μαθητές 65 ετών και άνω. Μέσα σε ένα χρόνο, κάποιοι από αυτούς έφυγαν από τη ζωή, αλλάζοντας τις ισορροπίες στην ομάδα. «Δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο, παρά να δεχθείς τη ζωή όπως είναι, με όσο περισσότερη σοφία και στωϊκότητα. Γι’ αυτό και κάθε φορά που βρισκόμαστε μπροστά σε ένα τέτοιο κοινό αγκαλιάζουμε τη στιγμή, τη ζούμε όσο πιο δυνατά μπορούμε γιατί ξέρουμε πως αυτοί οι άνθρωποι σε λίγη ώρα θα γυρίσουν στα δωμάτια τους, ιδανικά έχοντας κάτι καλό για να σκέφτονται. Αναγνωρίζουμε πόσο μετράει για εκείνους, πόσο μάλλον όταν είναι άνθρωποι που ασθενούν ή νομοτελειακά βρίσκονται κοντά στο τέλος της ζωής. Αλλά και μεμονωμένα να το δούμε, με τη ματιά του μουσικού, είναι πολύτιμο να ερχόμαστε σε επαφή μ’ ένα ευάλωτο κοινό γιατί και η μουσική μέσα από τη ζωή γεννιέται, διαφορετικές εκφάνσεις της ζωής απεικονίζει και αυτό που συμβαίνει σε τέτοιες συναυλίες καταλήγει να μας μιλάει και υπαρξιακά. Να είναι τελικά σημαντικό και για εμάς».
Μια ηλικιωμένη κυρία, η Βάσω, χωμένη για ώρα στο αμαξίδιο, με εμφανή την περιορισμένη κινητικότητα, βάζει όλη τη δύναμη στα χέρια της για να τους χειροκροτήσει. Μετά το τέλος της συναυλίας, τη βρίσκω στην είσοδο να καπνίζει τις τελευταίες ρουφιξιές ενός τσιγάρου. «Μα δεν άλλαξε εντελώς το περιβάλλον;», σχολιάζει με έναν ενθουσιασμό που δεν περίμενα να συναντήσω από μια γυναίκα στην κατάσταση της. Μακάρι να την άκουγαν και οι μουσικοί της ΕΛΣ που έφυγαν πιστεύοντας πως δεν έχουν κάνει «σωτήριο, λυτρωτικό».