MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
14
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ελένη Κοκκίδου: Είμαι φτιαγμένη από υλικά τέτοια, που μπορώ να πετάξω

Η ηθοποιός και τραγουδίστρια Ελένη Κοκκίδου εξηγεί πως ζωή της έχει έχει φερθεί πολύ καλά. Αλλά θέλει να ζήσει κι άλλα, οπότε διψάει ακόμα.

KEIMENO: Στέλλα Χαραμή | 14.11.2025 Φωτογραφίες: Θανάσης Καρατζάς

Με έχει φιλοξενήσει κι άλλες φορές στο σπίτι της, αλλά σήμερα φροντίζει να με ξεναγήσει στις καινούργιες γωνιές του. Καινούργιες γιατί ο στενός της φίλος, ηθοποιός και εικαστικός Άγγελος Παπαδημητρίου άφησε το ίχνος της έμπνευσης του πάνω σε κάποιους από τους τοίχους του διαμερίσματος της. Στο κρεβάτι της χουχουλιάζει μια ατάραχη, στρουμπουλή ασπρόμαυρη γάτα, στο σαλόνι χοροπηδάει γεμάτη ενθουσιασμό για τη νέα επισκέπτρια, η αξιολάτρευτη σκυλίτσα της.

Η Ελένη Κοκκίδου μένει σε αυτό το σπίτι από τότε που γεννήθηκε και τα αντικείμενα – όπως το πιάνο της μητέρας της που βρίσκεται σε περίοπτη θέση – μοιάζουν να αφηγούνται επεισόδια της ζωής της. Η αλήθεια είναι πως η ζωή της ηθοποιού και τραγουδίστριας βρίσκεται σε μια στροφή από την οποία κοιτάζει τα πράγματα με άλλο βλέμμα. Σαν το καινούργιο βλέμμα που έχει υιοθετήσει για να κοιτάζει τα επιτοίχια έργα του Παπαδημητρίου.

Αν και η, σχετικά πρόσφατη, απώλεια της μητέρας της την έχει σημαδέψει, η Ελένη Κοκκίδου καλωσορίζει μια νέα εποχή στην καλλιτεχνική της διαδρομή, καταρχάς με τους «Αγώνες και τις μεταμορφώσεις μιας γυναίκας» του Εντουάρ Λουί που ανεβαίνει στο θέατρο «Τζένη Καρέζη» σε σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Σωτηρίου.

Είναι από τις λίγες φορές στην θεατρική της καριέρα που γεύεται γνήσια χαρά από τη δουλειά της, επιλέγοντας να υποδυθεί μια γυναίκα ανώνυμη μα μαχόμενη. Κι αυτός ο ρόλος μοιάζει με μια αφετηρία για να φροντίσει περισσότερο, όπως επισημαίνει, τις επιλογές της και να ζήσει μεγαλύτερες συγκινήσεις με τους ισόβιους «παρτενέρ της»: το θέατρο και το τραγούδι. Έδωσε προσωπικούς αγώνες για να νιώσει ελευθερία μέσα σε αυτούς τους χώρους, αν και εξομολογείται «πως ήμουν από μικρή ένα πλάσμα, σχεδόν αιθεροβάμον. Είχα μια ποιητική σχέση με τη ζωή».

Ποζάροντας με την πολυαγαπημένη σκυλίτσα της.

Σας γνώρισα στην «Γυναίκα της Πάτρας», ρόλο σταθμό για εσάς. Και συνειδητοποιώ πως τελευταία, έχετε επιστρέψει σε ρόλους με θέμα την ελεύθερη γυναικεία ζωή. Καλή ώρα τώρα, όπου πρωταγωνιστείτε στους «Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας». Είναι τυχαίο; Ή μια προσωπική ανάγκη;

«Η γυναίκα της Πάτρας» ήταν προσωπική μου ανάγκη. Η Φλέρυ παρα-ήταν προσωπική. Παρότι δεν έκανα εγώ την πρόταση στο Μάνο Καρατζογιάννη, προέκυψε ως ένα τεράστιο δώρο στη ζωή μου, γιατί μεγάλωσα με τη μουσική της. Λάτρευα αυτή τη γυναίκα, αφού ήταν ένα σύμβολο ελευθερίας. Μπορεί να ήταν ψυχικά ασταθής, αλλά εκείνο που έψαχνε σε όλη της τη ζωή ήταν η αγάπη και η ελευθερία. Μεγάλωσα με τη Φλέρυ Νταντωνάκη και τη Μαρία Κάλλας, που τραγουδούσαν για να δραπετεύσουν από το πόνο που είχαν ζήσει ως γυναίκες. Έχοντας αυτούς τους δύο φάρους, συναντώ τώρα τη Μονίκ, τη μητέρα του Εντουάρ Λουί, η οποία δυστυχώς είναι μια γυναίκα που δεν μπορεί να μετασκευάσει τον πόνο σε κάτι άλλο, σε τέχνη, ας πούμε. Ζει σε ένα πλαίσιο προκαθορισμένης ζωής, στη βόρεια βιομηχανική Γαλλία, μέσα στην απόλυτη φτώχεια. Τη βλέπουμε να λέει «δεν έχω τίποτα να φάω» και η λέξη «τίποτα» είναι κυριολεκτική. Αυτό με σόκαρε πολύ, συνειδητοποιώντας πως η πραγματικότητα του δυτικού κόσμου, βαδίζει προς μία ζωή ανέλπιδη.

Γεγονός που περιγράφει και την κατάσταση στη χώρα μας.

Στην Ελλάδα, είχαμε πάντα τους δικούς μας φτωχούς και τους δικούς μας καημούς αλλά τα παράθυρα, κάποια άνοιγαν κάποια στιγμή μέσα στην ημέρα. Στην ελληνική κουλτούρα λες ένα τραγούδι, σε βλέπει ο ήλιος, η θάλασσα, υπάρχουν κάποιες ανάσες. Παρόλα αυτά κι εμείς, ολοένα, μεταλλασσόμαστε σε κάτι ζοφερό. Η καθημερινότητα είναι επιβαρυντική και ασφυκτική, με την ανεργία ή την απάνθρωπη εργασία να την ορίζει, με μια ζωή δίχως όνειρα. Καταλαβαίνουμε πως η εξέλιξη στη ζωή είναι θέμα καθαρά ταξικό. Αυτή είναι και η συγγραφική εμμονή του Εντουάρ Λουΐ, ο οποίος μπήγει το μαχαίρι μέσα στο δέρμα, ψάχνοντας να βρει τη λειτουργία, το πώς οι άνθρωποι δεν έχουν τη δυνατότητα να ξεφύγουν.

Η εξέλιξη στη ζωή είναι θέμα καθαρά ταξικό

Πώς αφουγκράζεστε τη γύρω σας πραγματικότητα;

Όταν βγαίνω έξω – ενώ μεγάλωσα σε μια οικογένεια, η οποία είχε μια οικονομική επιφάνεια δουλεύοντας σκληρά – συνειδητοποιώ πως το κεφάλι μου είναι στραμμένο προς τα κάτω· γιατί ο δρόμος είναι γεμάτος τρύπες και λακκούβες, γιατί οι πλάκες των πεζοδρομίων είναι σπασμένες και γεμάτες σκουπίδια, γιατί τα κτήρια είναι ψηλά και μας καταπίνουν. Ο άνθρωπος – για κάποιους, η ετυμολογία της λέξης αντλείται από τη φράση «άνω θρώσκω», δηλαδή το πλάσμα που κοιτάζει προς τα πάνω, προς τα μπροστά – δεν υπάρχει πια. Κι έτσι αυτή η γυναίκα, η Μονίκ στους «Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας» με ενδιαφέρει πάρα πολύ. Νιώθω πως την εμπεριέχω.

Εσείς διαλέξατε αυτό το έργο;

Είναι από τα έργα και τις ηρωίδες που έρχονται και με βρίσκουν. Όπως όταν ήρθε ο Κώστας Τσιάνος να με βρει στο καμαρίνι του Εθνικού για να μου πει «εσύ πρέπει να παίξεις τη ‘Γυναίκα της Πάτρας’». Αντίστοιχα, ήρθε η Φλέρυ, μετά από μια πρόταση του Μάνου (Καρατζογιάννη). Έτσι ήρθε τώρα βρεθήκαμε με τον Αλέξανδρο Σωτηρίου. Μ’ αρέσει να δίνω ένα στίγμα, κάτι που κινητοποιεί τους ανθρώπους. Γιατί δεν είμαι ένας άνθρωπος, μια ηθοποιός και μια καλλιτέχνιδα που μπορεί ενταχθεί κάπου. Παίζω σε πολλά ταμπλό, σε διαφορετικές πίστες. Είμαι και του σαλονιού και του λιμανιού. Και εφόσον αυτό με χαρακτηρίζει, με κάνει να μπορώ να ασχοληθώ με τέτοιους ήρωες· ακριβώς επειδή έχω μιαν άλλη ματιά πάνω τους. Χαίρομαι πολύ, λοιπόν, που συναντήθηκα με τον Αλέξανδρο Σωτηρίου – ένα παιδί που δεν γνώριζα, απόφοιτο του Θεάτρου Τέχνης, πολύ φίλο της Μάγιας Λυμπεροπούλου. Είναι ένας δημιουργός ιδιαίτερα μεθοδικός, που ξέρει ακριβώς τι θέλει από την παράσταση. Και είμαι ευτυχής που προστίθεται στην ομάδα των ανθρώπων με τους οποίους έχω συνεργαστεί· δόξα τω Θεώ έχω γνωρίσει και έχω δουλέψει με πολύ καλούς σκηνοθέτες στη ζωή μου. Με τους καλύτερους.

Η Ελένη Κοκκίδου είναι ευτυχής για τη γνωριμία και τη συνεργασία με πολύ καλούς σκηνοθέτες. “Με τους καλύτερους”, όπως λέει συγκεκριμένα.

Ούσα εγγόνι μεταναστών, κουβαλάτε μια γονιδιακή μνήμη για τον ανθρώπινο μόχθο;

Απόλυτα. Είναι συμβάντα που αναγνωρίζω συνεχώς. Γι’ αυτό κι έχω μεγάλο σεβασμό για τους ανθρώπους που θυσιάζονται προσπαθώντας να έχουν πρόσβαση στα απολύτως αναγκαία. Ξέρεις, έχω βρει υλικό από τα μαγαζιά που έφτιαξε ο παππούς μου και τ’ αδέρφια του στην Αμερική. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο παππούς μου έφευγε για την Αμερική ξυπόλυτος. Υπάρχει η βιογραφία του – τον έβαλε μία θεία μου να τη γράψει – η οποία τελειώνει με την εξομολόγηση πως «στην ερώτηση αν έζησα ευτυχισμένος θα σας πω ότι ναι, έζησα καλά, αν και δεν γνώρισα μητέρα. Και πως, γυρνώντας πια στην Ελλάδα, το 1927, πέρασα με το αυτοκίνητο μου από το χωριό μου στην Πελοπόννησο και βρέθηκα στους δρόμους που περπατούσα ξυπόλυτος. Αν έζησα ευτυχισμένος είναι γιατί έδωσα δουλειά σε εκατοντάδες ανθρώπους». Αυτός είναι ένας κύκλος ζωής που θαυμάζεις. Αυτή είναι σισύφεια προσπάθεια που έκαναν άνθρωποι σαν τον παππού μου, βιώνοντας όχι μόνο τον κόπο, αλλά και την ξενιτιά.

Η Μονίκ, η ηρωίδα σας, τι φέρει από αυτό τον κόσμο;

Είναι μια γυναίκα χωρίς μόρφωση, φτωχή που αποφασίζει να εγκαταλείψει τον άνδρα της μετά από είκοσι χρόνια γιατί περνάει πολύ δύσκολα κοντά του. Δεν έχει καμιά εργασιακή διέξοδο εκτός από το να φροντίζει ηλικιωμένους ανθρώπους. Είναι εγκλωβισμένη, δυστυχισμένη. Μοναδική της ελπίδα, ο γιος της.

Δεν είμαι μια καλλιτέχνιδα που μπορεί ενταχθεί κάπου. Παίζω σε πολλά ταμπλό, σε διαφορετικές πίστες. Είμαι και του σαλονιού και του λιμανιού

Η δική σας διέξοδος στα πράγματα ήταν η τέχνη;

Η αλήθεια είναι πως δεν μπορούσα να ταυτιστώ με κανένα στοιχείο της οικογένειας μου. Ένιωθα σαν ερμαφρόδιτη, δεν μπορούσα να ταυτιστώ ούτε με την λαϊκή της πλευρά – γιατί οι παππούδες μου ήταν αγρότες – ούτε με τον αστικό τρόπο που μεγάλωσα. Η καλλιτεχνική μου φύση, νομίζω, με βοήθησε στο να ζήσω μια τρίτη διάσταση, η οποία περιέχει τις άλλες δύο, αλλά δεν στέκεται σε αυτές. Ευτυχώς είχα το ταλέντο, να το επιτύχω. Και μάλιστα δεν το επέλεξα, ήρθε εκείνο σε μένα. Δεν είπα ποτέ, «θέλω να γίνω ηθοποιός». Το ένστικτό μου με οδηγούσε σε έναν τρίτο δρόμο. Και το να μπορείς να παράξεις, να δημιουργήσεις τέχνη είναι μια φοβερή ευλογία. Γι’ αυτό και λατρεύω τους καλλιτέχνες, ειδικά τους χειρώνακτες, τους εικαστικούς. Όπως θεωρώ καλλιτέχνες τις καλές μαγείρισσες και τους καλούς μάγειρες, τις μοδίστρες και τις κομμώτριες που κάνουν τους ανθρώπους να λάμπουν μέσα κι έξω. Και πιστεύω πως αυτό πρέπει να κάνει και το θέατρο, όπως θα έλεγε και ο δάσκαλος μου ο Βασίλης Παπαβασιλείου. Αισθάνομαι πως τον εμπεριέχω, όπως και τον Λευτέρη (Βογιατζή).

“Έπρεπε να βρω έναν τρόπο να ζήσω έξω από την οικογένεια μου”, λέει, σχολιάζοντας τον καλλιτεχνικό δρόμο που πήρε.

Λαμβάνοντας υπόψιν τον τίτλο της παράστασης, πού έχετε δώσει τους μεγαλύτερους αγώνες σας;

Στην προσπάθεια να επιβιώσω σε αυτό το μοναχικό δρόμο που πήρα, σε σχέση με την οικογένειά μου – γιατί η οικογένειά μου είχε βαρύνουσα σημασία στη ζωή μου, την κουβαλούσα πάντα. Ταυτόχρονα, όμως, έπρεπε να βρω έναν τρόπο να ζήσω έξω από αυτή. Και τώρα ζω μια πολύ μεγάλη μεταμόρφωση, μετά από το θάνατο του τελευταίου και του πιο βασικού μέλους, που είναι η μάνα μου. Έχουν περάσει, σχεδόν, δύο χρόνια που την έχασα και ζω τη μεταμόρφωση της πεταλούδας, όπου φέρνεις το κουκούλι, τις ενοχές γιατί δεν τους ακολούθησες, τις ενοχές γιατί δεν ήσουν αυτό που περιμέναν.

Ζήσατε απόρριψη;

Από μικρό κορίτσι μέχρι τώρα δεν μπορούσαν να κατανοήσουν αυτό που είμαι. Πλέον, ως πεταλούδα πετάω στο άγνωστο, στο φως. Μόνη μου πια.

Ζω μια πολύ μεγάλη μεταμόρφωση, μετά από το θάνατο της μητέρας μου

Ποιο είναι το σημείο αναφοράς σας;

Ο ίδιος μου εαυτός, γιατί εμπεριέχει τους γονείς μου ούτως ή άλλως, αλλά χωρίς να λογοδοτεί πια σε κανέναν. Είναι πολύ μεγάλη ελευθερία να μην έχεις να λογοδοτήσεις σε κανέναν. Τώρα αρχίζω να τη μαθαίνω. Είμαι στα πρώτα μου περπατήματα.

Είναι κάποιου είδους ενηλικίωση αυτή η περίοδος της ζωής σας;

Φυσικά. Αλλά η ενηλικίωση είναι ένα σχετικό πράγμα. Γιατί ναι μεν, είναι μια εποχή αγάπης προς τον εαυτό σου αλλά και μια εποχή απαιτήσεων. Μπορεί να σε κρατάει δεμένη στη γη και να μη σε αφήνει να πετάξεις. Κι εγώ είμαι φτιαγμένη από υλικά τέτοια που μπορώ να πετάξω. Αισθάνομαι υπεύθυνη προκειμένου να φύγω όσο πιο ψηλά γίνεται.

Είναι πολύ μεγάλη ελευθερία να μην έχεις να λογοδοτήσεις σε κανέναν. Τώρα αρχίζω να τη μαθαίνω. Είμαι στα πρώτα μου περπατήματα

Τι ξεκινάει τώρα για εσάς; Θέλετε να ζήσετε μια ζωή που δεν είχατε ζήσει μέχρι τώρα;

Αυτό είναι σίγουρο. Νομίζω ότι τώρα θα ζήσω την κανονική μου ζωή, μ’ έναν τρόπο. Τώρα θα αρχίσω να ζω σαν Ελένη – μόνη με το βαλιτσάκι μου.

Καταλαβαίνω πως χρειάστηκε να δώσετε αγώνες άλλου τύπου.

Μα η ζωή μου ήταν μόνο αγώνες. Με ένα εσωτερικό βάσανο να τα καλύπτει όλα, το οποίο αντανακλούσε στη δουλειά μου. Στην πραγματικότητα, δεν είχα νιώσει γνήσια ευχαρίστηση στη δουλειά μου. Χάρηκα μόνον εκείνες τις δύο φορές (που σας προανέφερα) ακριβώς γιατί έγινε μία ένωση χημική με τους ρόλους· μα πέρα από αυτές δεν έχω βιώσει χαρά. Για μένα πάντα, το θέατρο, το τραγούδι ήταν ένας αγώνας πρωταθλητισμού. Εξάλλου, η χαρά είναι και ηλικιακό θέμα, απαιτεί μια ωρίμανση. Ο ηθοποιός πλάθεται σιγά-σιγά μέχρι να πεθάνει. Κι όσο πλησιάζει στο τέλος, τόσο πιο σπουδαίος πιο ουσιαστικός γίνεται.

“Δεν θεωρώ ότι έχω φτάσει κάπου, δεν θεωρώ ότι είμαι καταπληκτική, δεν έχω καθόλου τέτοιες ψευδαισθήσεις και κάθε φορά που κάτι κατορθώνω, μηδενίζω”, ομολογεί.

Ποιες συναντήσεις σας έβαλαν σε δρόμο ουσίας; Μιλήσατε ήδη για τον Βασίλη Παπαβασιλείου και τον Λευτέρη Βογιατζή.

Πιστεύω ότι υπήρξαν κάποιοι άνθρωποι που ήρθαν και μας άφησαν αντίδωρα για να πάρουμε στο σπίτι μας. Ένας από αυτούς είναι ο Βασίλης Παπαβασιλείου. Από τον Βασίλη έμαθα πως ό,τι κάνουμε στη ζωή έχει δημόσιο αντίκτυπο. Ότι ο ηθοποιός, με το που βγαίνει στη σκηνή, γίνεται δημόσιο πρόσωπο – άρα έχει ευθύνες, άρα θα πρέπει να μαγεύσει τον κόσμο και να τον οδηγήσει σ’ ένα άλλο σημείο. Αν δεν έχουν μετακινηθεί οι θεατές δεν έχει επιτελεστεί το θαύμα του θεάτρου. Ο Βασίλης μας έλεγε «πηγαίνεις στο θέατρο για να συναντηθείς με τον εαυτό σου».

Τι άλλο θυμάστε από τον δάσκαλο σας;

Τον γνώρισα στα 27 μου χρόνια, εκείνος μου έφτιαξε τη συνείδηση που πρέπει να έχει ένας καλλιτέχνης, πως πρέπει να είναι ο βίος του, την πίστη πως ο βίος του πρέπει να συνάδει με την τέχνη του. Μας έλεγε πως «ηθοποιοί θα γίνετε μετά τα 40!». Θυμάμαι να τον ακούω στα 27 μου, μα όταν ήρθε εκείνη η ηλικία κατάλαβα τι έλεγε. Είναι η εποχή που αρχίζεις να μετασκευάζεις όσες πληροφορίες έχεις συγκεντρώσει στη ζωή.

Από τον Βασίλη Παπαβασιλείου έμαθα πως ό,τι κάνουμε στη ζωή έχει δημόσιο αντίκτυπο

Διαχειριστήκατε καλά αυτές τις πληροφορίες στη ζωή σας;

Με τον καλύτερο τρόπο που μπορούσα, αλλά θα μπορούσα κι άλλο. Έχω μέλλον, όμως – αν ο Θεός μου δώσει χρόνια. Δεν θεωρώ ότι έχω φτάσει κάπου, δεν θεωρώ ότι είμαι καταπληκτική, δεν έχω καθόλου τέτοιες ψευδαισθήσεις και κάθε φορά που κάτι κατορθώνω, μηδενίζω και ξεκινάω από την αρχή. Το τελευταίο, το έμαθα από τα διαβάσματά μου και από τον Λευτέρη (Βογιατζή), ο οποίος δεν μπορούσε να βρει ποτέ την άκρη· πάντα μηδένιζε, η πρόβα του ήταν ένας διαρκής μηδενισμός. Μας ρωτούσε: «νομίζεις ότι ξέρεις;». Γι’ αυτό και μας ζητούσε να βρεθούμε σε αιώρηση πριν πέσουμε κάπου… με το αλεξίπτωτο. Μας ζητούσε να βρούμε κάτι στη διαδρομή. Κι αυτό επαληθεύεται στη ζωή μου: κάθε φορά που κλείνει ένας κύκλος, πριν πατήσω κάπου αλλού, πρέπει να βρεθώ σε αιώρηση. Μπορεί να είναι πολύ επίπονο, αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού μου, ξέρω ότι είναι μία αιώρηση, γιατί πηδάω από τη μία όχθη του ποταμού στην άλλη. Δεν γίνεται να πας παρακάτω αν προηγουμένως δεν βρεθείς στο κενό.

Για τον εαυτό σας τι ανακαλύψατε μέσα από αυτές τις αιωρήσεις;

Διαφορετικά πράγματα κάθε φορά – κι όχι μόνο για τον εαυτό μου αλλά και για τους άλλους, για τη ζωή. Μην ξεχνάς πως κάνουμε μια δουλειά πάνω στην ανθρώπινη ψυχή κι αυτό δεν τελειώνει. Αλλά είναι σημαντικό να μην φοβηθείς να πετάξεις. Ο καλλιτέχνης πρέπει να ορίζεται από το ερωτηματικό κι όχι από την κατάφαση του.

Με εξαίρεση δύο ρόλους αλλά και τη φετινή της θεατρική απόπειρα, η Ελένη Κοκκίδου παραδέχεται πως “στην πραγματικότητα, δεν είχα νιώσει γνήσια ευχαρίστηση στη δουλειά μου”.

Ο χρόνος είναι σύμμαχος σας;

Ναι, είναι. Αν και ήδη έχει αρχίσει η αρθρίτιδα! Λογικό, είμαι 65 χρονών. Αν και ανήκω σε αυτές που πιστεύουν ότι οι άνθρωποι μεγαλώνοντας γίνονται πιο ουσιαστικοί και πιο… άνθρωποι. Η ουσία της ζωής είναι στο γήρας. Ένας άνθρωπος φαίνεται από το ποιος είναι στο τέλος του. Το τέλος προσδιορίζει το πριν. Γι’ αυτό και είναι θλιβερό για το ότι η σύγχρονη κοινωνία υποτιμά και υποβαθμίζει τους ηλικιωμένους, τους διαγράφει από το κάδρο.

Όπως είπατε και νωρίτερα, βιώσατε το τέλος με την απώλεια της μητέρας σας. Έχοντας χάσει και τους δυο γονείς, βλέπετε με άλλο μάτι τη ζωή και το θάνατο;

Ο θάνατος εμπεριέχει τη ζωή, είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος. Ο δρόμος προς το τέλος φυσικά είναι πολύ επώδυνος – ήταν τουλάχιστον για τη μητέρα μου. Αλλά νομίζω ότι τα παιδιά σε σχέση με τους γονείς λειτουργούν εγωιστικά. Βιώνουν το θάνατο τους ως δική τους απώλεια, προτάσσουν το «εγώ» τους.

Δεν γίνεται να πας παρακάτω αν προηγουμένως δεν βρεθείς στο κενό

Παραμείνατε κόρη. Είχε κόστος ότι δεν αποκτήσατε ένα δικό σας παιδί;

Όχι και νομίζω πως έχει να κάνει με τη δουλειά μου, με τον τρόπο που ζω. Θα ήθελα μόνο να έχω την εμπειρία της κύησης, του τοκετού, του θηλασμού. Αν μου έλειψε, αν λυπήθηκα για κάτι, πιο πολύ είναι γι’ αυτό. Δεν έζησα τη φάση όπου σαν μάνα γίνεσαι μικρός θεός, δίνεις ζωή από τη ζωή σου. Είναι ένα πεδίο που δεν γνωρίζω και δεν θα έχω ποτέ τη γνώση του.

Τι σας εμπνέει μητρικά αισθήματα;

Το μεγάλωμα των ζώων μου, των λουλουδιών μου. Αγαπώ βαθιά τη φύση και έχω και μια τεράστια αδυναμία στα γαϊδούρια!

“Δεν αισθάνομαι πως απέρριψα τη συντροφικότητα, μα ζω πολύ καλά μόνη μου”, εκμυστηρεύεται.

Θα λέγατε πως είστε χορτασμένος άνθρωπος;

Ναι, η ζωή μου έχει φερθεί πολύ καλά. Αλλά θέλω να ζήσω κι άλλα, οπότε διψάω ακόμα.

Αυτό σημαίνει πως είστε ανοιχτή και στον έρωτα;

Πάντα, δεν το έχασα ποτέ αυτό.

Ακούγεται κλισέ, ενώ είναι τόσο στοιχειώδες: έχετε αγαπήσει και αγαπηθεί;

Ναι, είμαι ανάμεσα στους τυχερούς.

Σας λείπει η συντροφικότητα μεγαλώνοντας;

Δεν την αναζητώ, αλλά αν προκύψει θα την δεχθώ με μεγάλη χαρά. Κάνουμε επιλογές που μας φέρνουν μαζί με άλλους ανθρώπους ή και μόνους. Δεν αισθάνομαι πως απέρριψα τη συντροφικότητα, μα ζω πολύ καλά μόνη μου, δεν μου λείπει κάτι. Αλλά και πάλι ξέρω πως ποτέ δεν σου λείπει κάτι, μέχρι την ώρα που θα το συναντήσεις. Για να καταλήξω, θα έλεγα πως δεν παραπονιέμαι, ούτε νιώθω αδικημένη.

Ανήκω σε αυτές που πιστεύουν ότι οι άνθρωποι μεγαλώνοντας γίνονται πιο ουσιαστικοί και πιο… άνθρωποι. Η ουσία της ζωής είναι στο γήρας

Τι θέλετε να συναντήσετε που δεν θα έρθει να σας βρει – όπως συνέβη με άλλα στο παρελθόν – αλλά θα το έχετε προκαλέσει εσείς;

Πλέον, στη ζωή μου, παρτενέρ μου είναι το θέατρο και η μουσική. Εκεί θέλω να συναντηθώ με πρόσωπα, πράγματα και δυνατότητες.

Δυνατότητες;

Ναι, δυνατότητες. Ενώ μπορώ να προτείνω πράγματα, δεν έχω ασχοληθεί με αυτό το κεφάλαιο. Δεν είχα το χρόνο. Από εδώ και πέρα θέλω να το φροντίσω πιο πολύ, θέλω να είμαι πιο επιλεκτική, ώστε να βρίσκω παράθυρα χρόνου και να ξαναμπώ σε μια διαδικασία αναζήτησης, να βρω νέα κίνητρα. Παρόλα αυτά, δεν έχω τίποτα συγκεκριμένο στο μυαλό μου, εκτός από την ανάγκη μου να ξαναβρεθώ με τη μουσική μου πλευρά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΟ Βασίλης πίσω από τον Παπαβασιλείου12.09.2018

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η Ελένη Κοκκίδου πρωταγωνιστεί στην παράσταση “Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας” που ανεβαίνει στο θέατρο Τζένη Καρέζη (Ακαδημίας 3, 210 363 61 44)

Κείμενο: Εντουάρ Λουί
Μετάφραση: Στέλα Ζουμπουλάκη
Διασκευή-Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Σωτηρίου
Σκηνογράφος−Ενδυματολόγος: Κέννυ Μακλέλαν
Σχεδιασμός φωτισμών: Νίκος Σωτηρόπουλος
Μουσική: Αλέξανδρος Καζάκος
Κινησιολογία: Έντι Λάμε
Βοηθός σκηνοθέτη: Ιουλιέτα Καραχάλιου

Συμπρωταγωνιστεί ο Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος.

 

Ημέρες και ώρες παραστάσεων Τετάρτη στις 19:00 | Πέμπτη στις 21:00
Εισιτήρια: 15-22 ευρώ
Προπώληση εισιτηρίων: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/agones-kai-metamorfoseis-mias-gynaikas

 

Περισσότερα από Πρόσωπα
Σχετικά Θέματα
Θεατρικά Νέα
Ποιες είναι οι “Καλλιόπες” που μιλούν για το πένθος μέσα από την κωμωδία;
Πρόσωπα
Μαρία Παπαφωτίου: Στη θεατρική σκηνή όλα συγχωρούνται και όλα επιτρέπονται
Πρόσωπα
Φωκάς Ευαγγελινός: Η Αλεξάνδρεια δεν είναι απλώς ένα τοπωνύμιο – είναι μνήμη
Πρόσωπα
Για τον Θέμο Σκανδάμη, οι στιγμές θαυμασμού είναι αυτές που γίνονται τραγούδια
Πρόσωπα
Αργυρώ Χιώτη: Το Εθνικό είναι εδώ για να προτείνει σε όλα τα επίπεδα
Πρόσωπα
«Η Λέλα και η Λέλα» μάς βάζουν στον κόσμο του νέου έργου του Ανδρέα Στάικου
Πρόσωπα
Για τον Βαγγέλη Μουλαρά, δεν υπάρχει καλύτερο συναίσθημα απ’ το να γελάνε με τα αστεία σου
Πρόσωπα
Θέμις Μαρσέλλου: Θα μπορούσα ν’ ανεβάζω το Annie όλη μου τη ζωή
Art & Culture
Για τη Βαλέρια Δημητριάδου, το κενό δεν είναι απουσία αλλά πρόσκληση να κοιτάξεις μέσα σου
Πρόσωπα
Έλλη Ιγγλίζ: Κάθε άνθρωπος που βρίσκει τη φωνή του είναι ποιητής
Πρόσωπα
Τάσης Χριστογιαννόπουλος: Το "Μονόγραμμα" είναι ένα ποίημα τόσο ονειρικό μα και τόσο αληθινό
Θεατρικά Νέα
Στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά ανεβαίνει μια διαφορετική “Στρίγγλα” – που αντιστέκεται