Η γκρι κάπα της Αντιγόνης, ένδυμα του Γιώργου Πάτσα στην παράσταση του 2002 σε σκηνοθεσία της Νικαίτης Κοντούρη. Έντυσε τη Λυδία Κονιόρδου. Το χυτό φόρεμα της Ισμήνης (και πάλι με την υπογραφή Πάτσα) όπως παρουσιάστηκε στην δίγλωσση συμπαραγωγή του «Aττις» με το Teatro Olympico di Vicenza, σε σκηνοθεσία Θεόδωρου Τερζόπουλου. Την Ισμήνη υποδύθηκαν διαδοχικά οι Μπενεντέττα Λαουρά, Γκάια Απρέα και Σόνια Μπεργκαμάσκο. Είμαστε πίσω στο 1994. Η ασπίδα του Φύλακα στην «Αντιγόνη» του Μίνωα Βολανάκη, το 1995. Το επώνυμο ρόλο ερμήνευε η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Σε μια προθήκη, οι μάσκες της (δεύτερης) «Αντιγόνης» του Λευτέρη Βογιατζή. Πλάι, το σημειωματάριο του. Αντιγόνη του έγινε η Αμαλία Μουτούση. Έτος 2006.
Από την εμβληματική “Αντιγόνη” του Θεόδωρου Τερζόπουλου το 1994, σε συμπαραγωγή του Teatro Olympico di Vicenza. @Γιοχάνα Βέμπερ
Μέσα στο πέτρινο κτίσμα του αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, αποκαλύπτονται τα ευρήματα μιας 70χρονης ιστορίας. Η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή ζει στην σκηνή της αργολικής ορχήστρας από το 1956 μέχρι σήμερα, όταν για πρώτη φορά, η Άννα Συνοδινού φέρνει τη «δυστυχισμένη κόρη του Οιδίποδα» για πρώτη φορά εντός φεστιβαλικού πλαισίου. Η φωτογραφία των χιλιάδων Ελλήνων (υπολογίζονται στις 16.000 ανθρώπων) που συνωστίζονται στο κοίλον, κάθονται στο χώμα ή σκαρφαλώνουν στις πλαγιές του μνημείου, ανήκουν σε αυτό το πρώτο (στην ιστορία των Επιδαυρίων) ανέβασμα της τραγωδίας, πιάνοντας το νήμα των δεκαετιών όπου η Αντιγόνη θα συναντούσε τη μοίρα της μέσα σε συμφορές. Έσχατη η ανυπακοή της στο νόμο του βασιλιά της Θήβας, Κρέοντα. Δύο έννοιες που διαπνέουν το μύθο της Αντιγόνης και, ως εκ τούτου, υποτιτλίζουν και την περιοδική έκθεση στο όνομα και την ιστορία της.
«Η Αντιγόνη θεμελιώνεται σε αυτό το δίπολο που διαβάζεται διαφορετικά από κάθε καλλιτέχνη και από κάθε γενιά. Το ερώτημα ποιος από τους δύο υπερασπίζεται το δίκαιο, (η Αντιγόνη που θέλει να προσφέρει ταφικές τιμές στον αδερφό της Πολυνείκη ή ο Κρέων που το απαγορεύει αναγνωρίζοντας στο πρόσωπο του έναν προδότη), είναι γεμάτο αμφισημίες, αντιφάσεις και διλήμματα. Η Αντιγόνη διαπράττει έγκλημα κατά της πόλης ή υπακούει σε ένα ιερό χρέος; Εξεγείρεται στον αυταρχισμό, αψηφώντας το νόμο και την κοινωνία; Είναι μια υπέρμαχος των ιδιωτικών αξιών απέναντι σε μια ισόνομη κοινωνία ή εκφράζει την αρχέγονη θεϊκή δίκη; Προσωπικά, στέκομαι με αμηχανία σε όλα αυτά τα ερωτήματα και αισθάνομαι πως ούτε και η τραγωδία του Σοφοκλή απαντά σε αυτά», εξηγεί ο επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών ΕΚΠΑ και επιστημονικός επιμελητής της έκθεσης «Αντιγόνη: νόμος και ανυπακοή» , Παναγιώτης Μιχαλόπουλος.
Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη σε σκηνή της Αντιγόνης, υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Μίνωα Βολανάκη. @Δωρεάν παραχώρηση από Στούντιο Δέλτα
Ο σχεδιασμός της έκθεσης από την αρχιτέκτονα και σκηνογράφο Θάλεια Μέλισσα και τον αρχιτέκτονα Γιώργο Ρυμενίδη δημιουργεί ένα σκοτεινό χώρο που παραπέμπει στο σπήλαιο όπου φυλακίζεται και απαγχονίζεται η Αντιγόνη. «Στόχος είναι να αναδειχθεί το αποτέλεσμα, το έρεβος αυτού του διλήμματος: νόμος και ανυπακοή. Είναι μια αντίφαση που συναντάμε διαρκώς στη ζωή αλλά και μέσα μας. Ο καθένας από εμάς παλεύει με διλήμματα γι’ αυτό και το ζήτημα της Αντιγόνης είναι βαθιά ανθρώπινο», παρατηρεί η Θάλεια Μέλισσα. Η ένταση του μαύρου χρώματος στον εκθεσιακό χώρο υπερτονίζει την αντίθεση – αντίφαση: «μέσα από το μαύρο φόντο όλα τα τεκμήρια αναδεικνύονται σαν τα κτερίσματα μιας ανασκαφής. Οι λεπτομέρειες φωτός λειτουργούν ως χειρονομίες για τους επισκέπτες που θα αναδυθούν προς τος φως του θεάτρου», προσθέτει.
Τα τεκμήρια – κυρίως φωτογραφίες και προγράμματα παραστάσεων αλλά και κάποια ηχητικά αρχεία, κοστούμια και σκηνικά αντικείμενα – αντλήθηκαν από τα αρχεία των οργανισμών: του Εθνικού Θεάτρου, του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, του Κρατικού Θέατρου Βορείου Ελλάδος, του Άττις, του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου και της Εθνικής Βιβλιοθήκης όπου έχει παραχωρηθεί το αρχείο Βογιατζή.
Η Αντιγόνη Βαλάκου στην τραγωδία του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου για το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.
Στο σύνολο τους 20 παραστάσεις της «Αντιγόνης» έχουν παρασταθεί στην Επίδαυρο μέσα σε αυτά τα 70 χρόνια (δηλαδή, κατά προσέγγιση ανέβαινε μια «Αντιγόνη» ανά τετραετία) και εκτός από την ταυτότητα και τις φωτογραφικές μαρτυρίες της κάθε παραγωγής, οι δύο αρχιτέκτονες είχαν αξιόλογα τεκμήρια να εκθέσουν: κοστούμια, μάσκες, ασπίδες, θώρακες και φυσικά σημειώσεις των σκηνοθετών, προγράμματα σε ανατύπωση, οδηγούς σκηνής και τις πλήρεις ταυτότητες των παραστάσεων.
Η Αντιγόνη ως πολιτική μαρτυρίαΓια όσους από εμάς, βρέθηκαν στα εγκαίνια της «Αντιγόνης: Νόμος και Ανυπακοή» η έκθεση λειτούργησε ως προθάλαμος στην παράσταση του Ούλριχ Ράσε – κοστούμια και αντικείμενα της οποίας θα βρουν τη θέση τους εντός της, συμπληρώνοντας με ακρίβεια το ορόσημο των 70 ετών. Καθώς η έκθεση θα είναι ανοιχτή σε όλη τη διάρκεια του φετινού Φεστιβάλ Επιδαύρου μέχρι και τις 23 Αυγούστου, θα πάρει μιαν αυτόνομη πορεία και, όπως σημειώνει ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος, «θα λειτουργεί ως μια αφορμή αναστοχασμού για την ιστορία του Φεστιβάλ».
Για τον επιστημονικό επιμελητή της έκθεσης σηματοδοτεί ένα πανόραμα αισθητικού θεατρικού αποτυπώματος με σημείο αναφοράς την Αντιγόνη αλλά και ένα σημείο παρατήρησης «για τις συνολικές εξελίξεις στο ελληνικό θέατρο με ιστορική προοπτική. Αφενός, παίρνουμε γεύση για τις διαφορετικές ερμηνευτικές προσεγγίσεις του έργου που διαφοροποιούνται ακόμα και ανάλογα με το θεσμό που της διαχειρίστηκε – από συντηρητικές έως και πιο ριζοσπαστικές προσεγγίσεις – και την ίδια ώρα φωτίζεται ένα παλίμψηστο ερμηνειών που αντικατοπτρίζει την πολιτική και κοινωνική μας συνείδηση μέσα στο πέρασμα των χρόνων, ακριβώς γιατί συνομιλεί με έννοιες ρηξιγενείς, όπως ο νόμος και η ανυπακοή σε αυτόν».
Στο πέτρινο κτίσμα του Κωνσταντινίδη συνυπάρχουν ανάσες από εκατοντάδες δημιουργούς όλων των ειδικοτήτων, από μυθικά πρόσωπα της ελληνικής σκηνής έως πολύτιμους αλλά άγνωστους εργάτες της, που όλοι εξέπνευσαν στην τραγωδία της Αντιγόνης. Για την Θάλεια Μέλισσα είναι συγκινητικό που όλες αυτές οι παρουσίες – πολλές έχουν φύγει από τη ζωή – συνυπάρχουν. «Μοιάζουν σαν να περπάτησαν αθόρυβα στο ίδιο μονοπάτι, από τα καμαρίνια μέχρι την ορχήστρα, κρατώντας το ίδιο νήμα μέσα στο χρόνο. Και τώρα ξανασυναντώνται στον ίδιο τόπο, στον ίδιο χώρο για τον ίδιο λόγο. Υπάρχει ένα δέος εδώ».
Προσεγγίζοντας το φαινόμενο της «Αντιγόνης», τρεις φεστιβαλικές ερμηνεύτριες της κατά τον 21ο αιώνα, η Λυδία Κονιόρδου, η Αμαλία Μουτούση και η Κόρα Καρβούνη εκθέτουν τη δική τους ματιά για την σοφόκλεια ηρωίδα μα και για το πως εκτιμούν ότι αγγίζει τις συνειδήσεις μας.
Λυδία Κονιόρδου @Δωρεάν παραχώρηση από Στούντιο Δέλτα
Το 1978 θα υποδυόταν μιαν άλλη Αντιγόνη στις «Φοίνισσες» σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Είκοσι χρόνια αργότερα θα γινόταν ένα από τα βασικά γρανάζια των εργαστηρίων του Λευτέρη Βογιατζή στη μελέτη της σοφόκλειας «Αντιγόνης». Και το 2002, για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου θα ερμήνευε την ηρωίδα που «για δεκαετίες αντιμετωπίζαμε ιδεαλιστικά, μέσα από μια απλοϊκή ανάγνωση που σταδιακά άρχισε να αλλάζει» παρατηρεί.
Με αποσκευή την συνάντηση της με την ερευνητική εργασία του Βογιατζή, η Λυδία Κονιόρδου επιχείρησε πια μια πιο διαλεκτική προσέγγιση στην Αντιγόνη, «αποφεύγοντας τις παγιωμένες απόψεις και προτάσσοντας τα στοιχεία εκείνα που εκθέτουν το δίλημμα. Το μερίδιο δικαίου και αδίκου αγγίζει και τα δύο τραγικά πρόσωπα. Τόσο η Αντιγόνη όσο και ο Κρέων ξεπερνούν το μέτρο και μπαίνουν σε περιοχές όπου εμπεριέχουν την ύβρη», εξηγεί η πολύπειρη τραγωδός.
Παρότι απείχε ηλικιακά από την ψυχολογία του κοριτσιού που εξεγείρεται «συνδέθηκα με τα λόγια μιας νεαρής γυναίκας που παρορμητικά, ενστικτωδώς έρχεται σε σύγκρουση με την κοινωνία, την εξουσία, τη ζωή, το θάνατο. Χρειαζόταν να βρίσκεται κανείς σε μια ώριμη στιγμή για να ανταποκριθεί σε αυτήν την πρόκληση. Αισθάνθηκα τυχερή που είχα καταφέρει να συμπυκνώσω την εμπειρία χρόνων, ώστε να μπορέσω να ολοκληρώσω την προσέγγιση μου στην Αντιγόνη».
Η ανάγνωση της Νικαίτης Κοντούρη, απομακρυσμένη από τον διδακτισμό, ταυτιζόταν με το συγκρουσιακό μέτωπο των δύο θέσεων που σχημάτιζαν ο Κρέων και η Αντιγόνη. Η Κονιόρδου θυμάται πως το σχήμα που η σκηνοθεσία είχε δώσει στα πρόσωπα «ήταν πιο ανθρώπινο και ως τέτοια πλάσματα συνθλίβονταν από το σύστημα. Ζούσαν σε ένα ψυχρό γυάλινο πλαίσιο (σκηνικά: Γιώργος Πάτσας) και με τη ρυθμική μουσική από κρουστά (Τάκης Φαραζής) η ρήξη πλησίαζε ολοένα, αναπόφευκτα».
Λυδία Κονιόρδου: Τόσο η Αντιγόνη όσο και ο Κρέων ξεπερνούν το μέτρο και μπαίνουν σε περιοχές όπου εμπεριέχουν την ύβρη
Έχοντας την ευκαιρία η «Αντιγόνη» – τότε επί διεύθυνσης του Εθνικού από το Νίκο Κούρκουλο – να ταξιδέψει και στις πέντε ηπείρους του πλανήτη, η Λυδία Κονιόρδου αδυνατεί να αποσπάσει την εμπειρία της περιοδείας από την υποδοχή του και την επίδραση του στο νεανικό κοινό της εποχής. «Όπου κι αν ταξιδέψαμε, κυρίως στην Κίνα και στην Ιαπωνία, η παράσταση συνδέθηκε με διαμαρτυρίες για την, τότε, εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ. Ακόμα θυμάμαι τα πλακάτ έξω από τα θέατρα που χρησιμοποιούσαν το πρώτο συνθετικό της Αντιγόνης, γράφοντας ‘Αnti -war’. Δεν φανταζόμουν ότι μέσα από την αντίδραση των θεατών θα ανακάλυπτα ξανά το βλέμμα της νεότητας. Στην Κίνα, με τη νωπή ανάμνηση της σφαγής στην πλατεία Τιεναμέν, οι νέοι θεατές ούρλιαζαν. Συνειδητοποιούσαν, παρακολουθώντας την παράσταση, ότι διαμορφώνουν την προσωπικότητα και την άποψη τους σε έναν τρομακτικό κόσμο».
Και καθώς το ένδυμα αυτού του κόσμου δεν αλλάζει ένδυμα, η Αντιγόνη θα είναι πάντα φορτισμένη με την ισχύ του συμβόλου. Η Λυδία Κονιόρδου τονίζει πως «η τυφλή εξουσία, η κατ’ επίφαση τήρηση των νόμων αλλά στην πραγματικότητα η επικράτηση της αλαζονείας, δεν θα σταματήσει να εγκλωβίζει τους ανθρώπους. Σήμερα, όπου και να στρέψουμε το βλέμμα μας θα δούμε απόψεις να αλληλοσυγκρούονται με απίστευτη βία καθώς τα τραγικά πρόσωπα προβάλλουν κι από τις δύο πλευρές. Ωστόσο, μπροστά στη σύγκρουση αυτών των κόσμων δεν μπορούμε να μην πάρουμε θέση γιατί δεν θ’ αργήσει η στιγμή που δεν θα μας επιτρέπεται να το πράξουμε Δείτε μόνο πόσοι άνθρωποι, σαν άλλες Αντιγόνες, φυλακίζονται ανά τον κόσμο ως εχθροί της τάξης και του νόμου».
Αμαλία Μουτούση @ Εύη Φυλακτού
Ήταν στενή συνεργάτιδα του Λευτέρη Βογιατζή εδώ και με δεκαετία όταν θα αναλάμβανε να δώσει αίμα στην «Αντιγόνη» του το 2006, ύστερα από την εργαστηριακή έρευνα του ιδίου στην τραγωδία του Σοφοκλή. Σχεδόν, είκοσι χρόνια μετά, η Αμαλία Μουτούση ανακαλεί τους άξονες της ανάγνωσης Βογιατζή στο μύθο της Αντιγόνης λέγοντας πως «αισθάνομαι ότι, από την αρχή ως το τέλος, ο Λευτέρης (Βογιατζής) πήγαινε με το ερώτημα ‘τι είναι ο άνθρωπος’· κι από εκεί νομίζω πλησίασε το έργο. Δεν έβλεπε την Αντιγόνη σαν μια επαναστατημένη ηρωίδα πάνω σε βάθρο, ούτε τον ενδιέφερε να ηθικολογήσει ή να δώσει μια διάσταση στενά πολιτική. Έβλεπε την Αντιγόνη και τον Κρέοντα σαν ένα πρόσωπο κομμένο στα δύο. Δύο αντιμαχόμενες Αρχές που, εν δυνάμει, συνυπάρχουν και οι δύο μέσα μας. Τον ενδιέφερε σχεδόν εμμονικά το στοιχείο μιας τυφλότητας και μιας απολυτότητας που έχουν και οι δύο στον τρόπο που υπερασπίζονται τις Αρχές τους. Μια απολυτότητα που υπερβαίνει τα όρια, ακριβώς γιατί δεν αφήνει χώρο στον άλλον. Με άλλα λόγια, όταν κανείς διαλέγει να είναι ‘μόνος, τότε διαπράττεται η ύβρις· νομίζω πως έτσι το έβλεπε».
Αλησμόνητη μέσα στο γήινο, ωχρό φόρεμα της (κοστούμια της Χλόης Ομπολένσκι), ανάμεσα σε ένα συμπαγή στρόβιλο 20 και πλέον ανθρώπων, η Μουτούση θυμάται το «συνεχόμενο πήγαινε-έλα, από Αντιγόνη σε Χορό κι από Χορό σε Αντιγόνη. Ήμουν και η Αντιγόνη και πρόσωπο του Χορού. Μα η Αντιγόνη με τραβούσε στα άκρα, στο απόλυτο, στα όρια μου και ο Χορός με ισορροπούσε, με γείωνε. Αυτή η συνεχόμενη ταλάντωση ανάμεσα σ’ αυτό το δίπολο ήταν κι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της παράστασης μας», εξηγεί.
Αμαλία Μουτούση: Ο Βογιατζής έβλεπε την Αντιγόνη και τον Κρέοντα σαν ένα πρόσωπο κομμένο στα δύο. Δύο αντιμαχόμενες Αρχές που, εν δυνάμει, συνυπάρχουν και οι δύο μέσα μας
Παράσταση εμβληματική, χαραγμένη στην, κατά τα άλλα, βραχύβια θεατρική μνήμη, δεν έχει σηματοδοτήσει για την ίδια τη συνάντηση με ένα ρόλο. Η Αμαλία Μουτούση μνημονεύει το «μαζί»· «το πως χτίστηκε αυτή η σχέση Χορού-προσώπων και οδήγησε σ’ ένα ‘ή όλοι μαζί ή τίποτα’. Αυτό το ‘μαζί’ ήταν η απόλυτη αλήθεια της παράστασης. Κι αν μου έχει μείνει κάτι είναι η χαρά πως το ‘μαζί’ μπορεί στ’ αλήθεια να συμβεί».
Ταυτισμένη με την εξέγερση στην εξουσία, ειδικά από τους νεότερους, όσους κοινωνικά ανδρώνονται – αν δεν έχουν ήδη ματαιωθεί – η ηθοποιός δεν αγνοεί πως η Αντιγόνη φέρνει φορτίο στην εποχή της βίας, της απολυταρχίας και του πολέμου που περιγράφει τις ζωές μας. Όμως, δεν μιλάει για το αυτονόητο: «Εκεί έξω αυτό που κυρίως υπάρχει, είναι ολόκληρο το έργο του Σοφοκλή ‘Αντιγόνη’, όχι μόνο σκέτες Αντιγόνες. Κι αυτό είναι μια επανάσταση που γίνεται μέσα μας, μια προσπάθεια αυτογνωσίας».
Άρρηκτα συνδεδεμένη με την ηρωϊδα του Σοφοκλή, η Αμαλία Μουτούση θα διδάξει από τις 7 έως τις 22 Ιουλίου στο Διεθνές Εργαστήριο Αρχαίου Δράματος του Εθνικού Θεάτρου, εκκινώντας από το στίχο στο Α΄ Στάσιμο της τραγωδίας που λέει «βρήκε στα βάθη του, γλώσσα με λέξεις» σε μετάφραση του Νίκου Α. Παναγιωτόπουλου.
Κόρα Καρβούνη
Παρότι από μαθήτρια στην δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου είχε συναντηθεί με την σοφόκλεια ηρωίδα, η Κόρα Καρβούνη έπρεπε να μπει στον κόσμο του Ούλριχ Ράσε για να αναγνωρίσει «ένα κορίτσι που διαπράττει ύβρη αφού συγχέει τον εαυτό της με τους θεούς. Καταλαβαίνω ότι στα μάτια μας η Αντιγόνη ήταν για πολλά χρόνια ένα πρόσωπο εξιδανικευμένο, μα μελετώντας την, συνειδητοποίησα πως δεν έχει φίλτρο στις πράξεις της, δεν αντιλαμβάνεται το μέγεθος της ύβρεως. Θα έλεγε κανείς πως δρα φανατικά», παρατηρεί η ηθοποιός· έχοντας μόλις ολοκληρώσει τις εμφανίσεις στην, κατά Ράσε, «Αντιγόνη» που τροφοδότησε πολλές συζητήσεις. Στην πρόσφατη απόδοση της «Αντιγόνης», πρόθεση του Γερμανού σκηνοθέτη ήταν να αναδείξει και το δίκαιο του Κρέοντα, ως υπερασπιστή των νόμων και θεσμών του κράτους.
Όπως και ο Κρέων έτσι και η Αντιγόνη, στα μάτια της Κόρας Καρβούνη είναι ήρωες προς αποφυγή. «Θεωρώ ότι δεν είναι πρόσωπα που μας καλούν να ταυτιστούμε μαζί τους. Λειτουργούν στα όρια, έχοντας καταληφθεί από έπαρση και είναι φτιαγμένοι για να μας αποθαρρύνουν από ακραίες πράξεις», σχολιάζει.
Κόρα Καρβούνη: Σήμερα, δεν βλέπω πουθενά μια Αντιγόνη. Εκτός από τους τοίχους των social media, ο κόσμος δεν συγκρούεται. Όσες συγκρούσεις ζούμε είναι ευτελείς, δεν μάχονται για ιδανικά
Έχοντας επί τρεις μήνες προβών αντιμετωπίσει τον δρόμο προς την αυτοχειρία της Αντιγόνης, η Κόρα Καρβούνη δηλώνει τρομαγμένη. Αξιολογεί την πράξη της ως «μια πεπερασμένη πρακτική, μολονότι υπερασπίζεται ένα υψηλό ιδανικό».
Στην ερώτηση, πάλι, αν στην εποχή της (πάσης φύσεως) ακρότητας που διανύουμε αναγνωρίζει γύρω της Αντιγόνες, η Καρβούνη είναι ξεκάθαρη. «Σήμερα, δεν βλέπω πουθενά μια Αντιγόνη. Εκτός από τους τοίχους των social media, ο κόσμος δεν συγκρούεται. Όσες συγκρούσεις ζούμε είναι ευτελείς, δεν μάχονται για ιδανικά. Είναι σπασμωδικές, ναρκισσιστικές κινήσεις που, επίσης, με τρομάζουν».
Δεν μπορεί, παραταύτα, να αγνοήσει την ανατριχιαστική συγκυρία που ανεβαίνει ξανά το έργο – ένας ακόμα λόγος που δεν θα πάψουμε ν’ ανατρέχουμε σε αυτό. «Η Αντιγόνη λέει πως γεννήθηκε για να ενωθεί με την αγάπη κι όχι με το μίσος. Μπορεί να έχω μια χαζή, ανόητη ουτοπία στο μυαλό μου, μα δεν βλέπω άλλη λύτρωση από το να κάνουμε το αγνό συναίσθημα, οδηγό μας».
Η περιοδική έκθεση “Αντιγόνη. Νόμος και Ανυπακοή” που περιλαμβάνει πολλά εκθέματα (φωτογραφίες, κοστούμια, μακέτες, παρτιτούρες και οπτικοακουστικό υλικό) παρουσιάζεται στον εκθεσιακό χώρου του Αρχαίου Θεάτρου της Επιδαύρου και είναι ανοιχτή για το κοινό από τις 18.00 έως τις 23 Αυγούστου.