MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΚΥΡΙΑΚΗ
18
ΜΑΪΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
HOT OR NOT

Hot or Not #167: Όλα όσα μας άρεσαν (ή μας χάλασαν) αυτή την εβδομάδα

Αυτή την εβδομάδα πήγαμε θέατρο, είδαμε ταινίες, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα – και όπως κάθε εβδομάδα θέλουμε να μοιραστούμε μαζί σας, όλα όσα ξεχωρίσαμε.

Monopoli Team | 18.05.2025 COVER COLLAGE: ΜΑΡΙΑ ΒΑΛΤΖΑΚΗ

Την εβδομάδα που πέρασε πήγαμε θέατρο και σινεμά, ακούσαμε μουσική, κάναμε βόλτες στην πόλη, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα – και όσα κρατήσαμε θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!


Αγαπητή Sugar..

Παρασκευή βράδυ και Θέατρο Παλλάς είναι ασφυχτικά γεμάτο. Μια σταρ του Hollywood κάνει πρεμιέρα με μια παράσταση στα ελληνικά. Η Nia Vardalos ήρθε πρώτη φορά στην Ελλάδα, για λίγες μόνο παραστάσεις με το  «Tiny Beautiful Things». Η Sugar, η πρωταγωνίστρια της ιστορίας μας, είναι μία γυναίκα που έχει οικογένεια, καριέρα, αλλά και μια ιστορία ζωής με αρκετά σκαμπανεβάσματα, τραύματα και πληγές. Μια γυναίκα που η ζωή τής φέρθηκε σκληρά και εκείνη προσπάθησε να την μετατρέψει σε ό,τι καλύτερο. Αυτή η γυναίκα, λοιπόν, έχει μια δημοσιογραφική στήλη όπου απαντάει σε γραπτά μηνύματα ανθρώπων που της στέλνουν τα προβλήματα, τις ιστορίες, τα συναισθηματικά τους διλήμματα ή ακόμα και υπαρξιακά θέματα, μέχρι το οικουμενικό ερώτημα «τι στον πούτσο;».

Για μιάμιση ώρα, λοιπόν, η Nia Vardalos ως Sugar μονοπωλεί τη σκηνή και τα εξαιρετικά σκηνικά του Γιώργου Γαβαλά, καθώς και την πλειοψηφία του σεναρίου – το οποίο είναι και στα ελληνικά. Οι τρεις ηθοποιοί που τη συντροφεύουν επί σκηνής, η Δανάη Λουκάκη, ο Δημήτρης Κίτσος και ο Δημήτρης Παπανικολάου έρχονται και φεύγουν στις ιστορίες μας, τριγυρίζουν στη σκηνή, αλλάζουν θέσεις, αξιοποιούν το (εξαιρετικό – ναι, ξανά) σκηνικό και τον λίγο χρόνο, η αλήθεια είναι, που μιλούν και παίζουν, τον χρησιμοποιούν εξαιρετικά. Η ιστορία που έρχεται να μας διηγηθεί η Νία Βαρντάλος είναι δυνατή, ειλικρινής και βαθιά πραγματική. Ωστόσο, όση προσπάθεια και έχει κάνει η ίδια και οι άνθρωποι που δούλεψαν σκληρά για αυτή την παραγωγή, κάπου φτάνει να μην βρίσκει ακριβώς τον θεατή. Η προφορά της, όσο και να φαίνεται πως έχει δουλευτεί σκληρά – και τα ελληνικά της είναι πραγματικά αξιοπρεπέστατα και αξιοθαύμαστα για άνθρωπο που δεν ζει στην Ελλάδα – σε απομακρύνει από το νόημα, και η σύγκριση με τους πολύ καλούς, έμπειρους στο ελληνικό θέατρο συνοδοιπόρους της στο έργο είναι αναπόφευκτη και δυστυχώς όχι υπέρ της.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΔημήτρης Κίτσος: Θα ήθελα να ζήσω κάποια χρόνια εκτός Ελλάδας12.09.2018

Ταυτόχρονα, οι λέξεις και οι φράσεις που κάνουν την ιστορία αυτή μοναδική στη μετάφραση χάνονται. Έχουμε μια τρομερά πλούσια γλώσσα που μπορεί το κάθε τι να το πει κάποιος με τρεις ή τέσσερις διαφορετικές λέξεις. Οι ιστορίες όμως που γράφτηκαν σε άλλη γλώσσα, σε άλλες κουλτούρες, με διαφορετικό χιούμορ και άλλο λεξιλόγιο, ακόμα και με την αφθονία της ελληνικής γλώσσας δεν μπορούν να “καλυφθούν”. Η μετάφραση τέτοιων έργων είναι πάντα ένα δύσκολο ζήτημα. Ωστόσο, φάνηκε σε αυτή τη μιάμιση ώρα πως πολλοί άνθρωποι με πολύ ταλέντο είχαν δώσει τον χρόνο τους και είχαν προσπαθήσει να φέρουν εις πέρας ένα τρομερά δύσκολο εγχείρημα. Η Sugar σίγουρα είχε πράγματα να μας πει – σε όλους – να μας διδάξει, να μας δείξει. Απλώς, ίσως να χαθήκαμε λίγο στη μετάφραση.
Υπογραφή,
ευγνώμων θεατής
Μαρία Βαλτζάκη 

(+) Νέα εβδομάδα με νέα πρόταση για σειρά: “The Pitt” στο Max

Άψογη η ιατρική σειρά The Pitt, όπως και η βαθμολογία της στο IMDB με 8,9 που είναι αντιπροσωπευτική της ποιότητας και της αίσθησης που προκάλεσε ως μια από τις καλύτερες σειρές του 2025. 15 επεισόδια, 15 ώρες, 1 βάρδια στα επείγοντα ενός νοσοκομείου στο Pittsburgh, η κάμερα ακολουθεί τους φρενήρεις ρυθμούς της ιατρικής πρακτικής, τα περιστατικά που βρίσκουν χώρο στα νοσοκομειακά δωμάτια, κυρίως την ψυχολογία των ακούραστων γιατρών και ασκούμενων φοιτητών που περνούν από σαράντα κύματα και ισορροπούν σε τεντωμένα σχοινιά. Αυτό που πετυχαίνει εξαιρετικά η σειρά είναι ότι η σκηνοθεσία βρίσκεται συνέχεια μέσα στην δράση, μέσα στους χώρους, πλάι στους ασθενείς και πάνω από τους γιατρούς δίνοντας την αίσθηση ότι δεν σταματάει ποτέ όπως ακριβώς και τα απανωτά γεγονότα του σεναρίου, οι προκλήσεις και οι δυσκολίες του ομαδικού σπορ που είναι η ιατρική. Κάθε χαρακτήρας παίρνει την θέση και τον ρόλο του όσο όλα πρέπει να λειτουργούν σαν καλοκουρδισμένο ρολόι σε μια υποδομή που πάσχει από έλλειψη πόρων, ασφάλειας και προσωπικού. Ο δε Dr. Robinavitch, επικεφαλής των επειγόντων, που υποδύεται ο Noah Wyle αποτελεί το highlight και την ψυχή του the Pitt, χαρίζοντας ήσυχες στιγμές με βλέμματα και βάθος, διαπεραστικές και ανθρώπινες.. Προτείνεται ανεπιφύλακτα, ό,τι καλύτερο έχει βγει το 2025 σε medical genre και όχι μόνο… Τα λέμε στη δεύτερη σεζόν!
Λίνα Ρόκα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΠέντε ρομαντικές κομεντί για να «ρομαντζάρεις» το Σαββατοκύριακο12.09.2018

(-) 1η εβδομάδα στο Φεστιβάλ Καννών με μπόλικη υποκρισία

Η Παλαιστίνια Fatma Hassona δολοφονήθηκε από τις δυνάμεις του Ισραήλ, πριν προλάβει να δει το ντοκιμαντέρ να κάνει πρεμιέρα στις Κάννες. Μάλλον, όμως, το πόσο δέρμα θα δείχνουν οι γυναίκες ηθοποιοί είναι πιο φλέγον ζήτημα

Πάλι ήρθε αυτή η εποχή του χρόνου που μετράμε πόσα λεπτά χειροκρότησαν στις Κάννες, περιμένουμε να δούμε τις εμφανίσεις των fashion girlies στην Κρουαζέτ, να ακούσουμε τους μεγάλους νικητές και κυρίως να ανακαλύψουμε τις ταινίες που θα μας στείλουν στις κινηματογραφικές αίθουσες τον υπόλοιπο χρόνο. Για όλους τους παραπάνω λόγους, ανυπομονώ κάθε χρόνο για το Φεστιβάλ Καννών – φέτος όμως, μία οδηγία με ξενέρωσε πολύ: Θα απαγορεύεται η είσοδος σε όσους – ή μάλλον όσες αν θέλουν να είναι ειλικρινείς – είναι “προκλητικά ντυμένοι”. Σύμφωνα με τους διοργανωτές, αυτό γίνεται σε μία προσπάθεια να σταματήσουν οι γυναίκες να φορούν «γυμνά φορέματα» και προκλητικά ρούχα στο κόκκινο χαλί. Είναι πραγματικά να απορείς, έτσι; Εγώ, πάντως, δεν μπορώ να πιστέψω ότι σκέφτονται με τέτοιο – υποτιμητικό προς τις γυναίκες – τρόπο άνθρωποι του πολιτισμού, που σίγουρα θα αυτοαποκαλούνται “προοδευτικοί” – η αγαπημένη λέξη εκείνων που μόνο προοδευτικοί δεν είναι – και ακόμα πιο σίγουρα έχουν δει άπειρο κινηματογράφο στη ζωή τους. Κάποιος θα περίμενε ότι θα έχει ανοίξει το μυαλό τους, ότι τέτοιοι άνθρωποι δεν θα φοβούνται το γυναικείο σώμα, που τόσο έχει αποθεωθεί στον κινηματογράφο. Ειλικρινά με ξεπερνάει το γεγονός πως πρέπει πάλι να λέμε τα αυτονόητα. Ότι το σώμα μας δεν είναι κάτι “βρώμικο”, κάτι που πρέπει να κρατάμε κρυφό για το καλό αυτού του κόσμου. Ότι υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα ζητήματα, με τα οποία θα έπρεπε να ασχοληθούμε, όπως για παράδειγμα η συνεχιζόμενη γενοκτονία στη Γάζα. Για να είμαι δίκαιη, ευτυχώς υπάρχουν κάποιες φωνές στις Κάννες που δεν ξοδεύουν τις δυνάμεις τους σε ανούσια dress codes, αλλά επιλέγουν να μιλήσουν για αυτά που πραγματικά μάς απασχολούν. Μόνο ελπίδα ένιωσα στην είδηση ότι σχεδόν 400 καλλιτέχνες υπέγραψαν επιστολή που καλεί τον κόσμο να μην κλείνει τα μάτια στα εγκλήματα του Ισραήλ, στη δολοφονία της 25χρονης φωτορεπόρτερ Fatma Hassona (που πρωταγωνιστεί στο ντοκιμαντέρ «Put Your Soul on Your Hand and Walk» που θα κάνει πρεμιέρα στο φεστιβάλ), στη γενοκτονία που αυτη τη στιγμή διαπράττεται με την ενεργό στήριξη του δυτικού κόσμου.
Τατιάνα Γεωργακοπούλου

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΔημήτρης Κίτσος: Θα ήθελα να ζήσω κάποια χρόνια εκτός Ελλάδας12.09.2018

(+) Black Dog: Ποιος είναι ο άνθρωπος δίχως τα ζώα;

Δεν είχα ξαναδεί ταινία του Κινέζου κινηματογραφιστή Γκουάν Χου. Και το «Black Dog» – φιλμ που απέσπασε το βραβείο «Ένα κάποιο βλέμμα» στο Φεστιβάλ Καννών 2024 – ήταν μια από τις πιο μελαγχολικές, ποιητικές ματιές για το πως έχει επιδράσει στη σχέση μας με τη φύση και τα ζώα η ακραία καπιταλιστική κοινωνική δομή.

Το σενάριο (που υπογράφει ο ίδιος ο Χου μαζί με τον Ρούι Γκε) θίγει με υποδειγματική λιτότητα αυτό το καθιερωμένο, εδώ και δεκαετίες, μοτίβο. Ήρωας του, είναι ένας νεαρός άνδρας, ο Λανγκ· ένας πάλαι ποτέ, λαϊκός ήρωας στην κωμόπολη της κινεζικής επαρχίας όπου ζούσε. Τώρα είναι άρτι αποφυλακισθείς, κυνηγημένος, ανένταχτος. Το δυστύχημα ενός φίλου του με τη δική του μηχανή τον κήρυξε ένοχο για ανθρωποκτονία εξ αμελείας και δέκα χρόνια μετά ξαναβγαίνει στο φως της ζωής.

Η ζωή, όμως, δεν έχει πια φως. Η πόλη του είναι μια έρημη πόλη, μια άψυχη πρόσοψη κτηρίων σαν σκηνικό από γουέστερν. Σε αντίθεση με το Πεκίνο όπου ετοιμάζεται να φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008 και όλα κινούνται γύρω από την ανάγκη της επιβεβλημένης περηφάνιας για ένα καινούργιο κόσμο που ανατέλλει. Μια καπιταλιστική ψευδαίσθηση την ώρα που η επαρχία ερημοποιείται, οι κάτοικοι εκδιώκονται, τα παλιά σπίτια γκρεμίζονται χάριν της ανάπτυξης. Ακόμα και τα ζώα, τα αδέσποτα σκυλιά κυνηγούνται γιατί δεν χωράνε στο νέο αφήγημα που επελαύνει. Σε αυτή την αποκαρδιωτική συνθήκη, ο Λανγκ συνδέεται με έναν σκύλο που κυνηγούν οι μπόγιες και τον υιοθετεί. Ο μαύρος σκύλος είναι ο λόγος που τον στερεώνει ξανά στη ζωή, την ώρα που όλα καταρρέουν. Ακόμα και ο πατέρας του Λανγκ, ιδιοκτήτης ενός ζωολογικού κήπου, βρίσκεται κι αυτός στο κατώφλι του θανάτου, σαν να μην ανήκει σε όλα αυτά που έρχονται.

Ένα υπαρξιακό, κοινωνικο-πολιτικό δράμα που ο Γκουάν Χου αιχμαλωτίζει μέσα σε απόκοσμες, μελαγχολικές εικόνες, σε νουάρ ατμόσφαιρες και βαθιά συναισθήματα τα οποία δεν υποκύπτουν στην «εύκολη» συγκίνηση – παγίδα που συνοδεύει τις ταινίες συνύπαρξης ανθρώπου – ζώου. Η πιο ενδιαφέρουσα από τις ‘παρατηρήσεις’ αυτής της ταινίας είναι πως ο Χου αναγνωρίζει τα ζώα ως αγνή μαρτυρία της φύσης – άρα και με έναν τρόπο ανώτερο είδος από τους ανθρώπους που υποκύπτουν στην λαγνεία της ύλης. Μια οπτική που ολοένα και υπενθυμίζεται ή αναδεικνύεται από σειρά έργων τέχνης (εικαστικά, κινηματογραφικά, λογοτεχνικά) σε μια εποχή που η διάσωση του φυσικού πλούτου είναι ταυτόσημη με την ευημερία του ανθρώπου.
Είδα το «Black Dog» στο σινεμά «Διάνα» του Αμαρουσίου.
Στέλλα Χαραμή

(+) «Η Λέλα και η Λέλα»: Ο Ανδρέας Στάικος επιχειρεί να δώσει ‘φως’ σε ζητήματα σύγχρονου προβληματισμού

Το υπόγειο του Ιδρύματος Μιχάλη Κακογιάννη – όπου συνήθως ηθοποιοί και θεατές έχουν τέτοια εγγύτητα που μπορούμε πια να μιλάμε για οικογενειακή ατμόσφαιρα – ήταν χώρος γνώριμος για μένα. Εκεί βλέπεις είχε τύχει να παρακολουθήσω και την «Ερμιόνη», πάλι από την πένα του Ανδρέα Στάικου. «Η Λέλα και η Λέλα» λοιπόν ήταν μια ‘πρόκληση’, ένα στοίχημα για το τι ‘μαγικά’ θα έχει κάνει αυτήν τη φορά ο συγγραφέας και σκηνοθέτης. Η γραφή του είναι σαφώς ιδιαίτερη – το γνώριζα πολύ καλά αυτό – και οι ήρωες που ‘πλάθει’ μοιάζουν να κινούνται στη σφαίρα του παράλογου, για να ‘καταδείξουν’ μια επίσης παράλογη πραγματικότητα, ‘μπολιασμένη’ επίσης συχνά με στοιχεία χριστιανικής και αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας, όπως ένα απογευματινό συμπόσιο.

Σε πρώτο πλάνο εδώ ο εργασιακός κόσμος, τα δικαιώματα ενός εργαζομένου. Τι καλύτερο από μία εργοδότρια που δεν απαιτεί από την εργαζόμενή της να κουνήσει ούτε το μικρό της δαχτυλάκι; Όλοι μια τέτοια θα θέλαμε. Οι προθέσεις της όμως αρκούνται απλώς στο να μετατραπεί η υπάλληλός της σε μία ακριβή ‘φωτοτυπία’ της, σ’ ένα ον άβουλο χωρίς προσωπικότητα και διεκδικήσεις. Και όταν όλο το αποτέλεσμα του εγχειρήματος είναι το ‘εδώ που είσαι ήμουνα και εδώ που είμαι θα ‘ρθεις’, τότε οι σχέσεις εξουσίας στον εργασιακό – και όχι μόνο – χώρο κλείνουν το ‘μάτι’ στον θεατή. Και φυσικά όλο αυτό δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς την κατάλληλη διανομή στους δύο πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ελένη Ζαραφίδου και Εμμανουέλα Κοντογιώργου διαθέτουν εμφανή χημεία – το έχουμε συνειδητοποιήσει αυτό άλλωστε και από τις προηγούμενες συνεργασίες τους – και καθιστούν απολαυστικό τον συνεχή μεταξύ τους διάλογο. Σε συνδυασμό εννοείται και με τη ‘χορευτική’ παρουσία της Ματίνας Μαυρομάτη. Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο για δύο ακόμα εβδομάδες. Προλαβαίνετε νομίζω!
Μιλένα Αργυροπούλου 

(-) No politica στη Eurovision; Ναι, αλλά όταν και όπως μάς βολεύει

Η EBU μάς έχει συνηθίσει σε αμφιλεγόμενες αποφάσεις, με το “no politica” ίσως και να είναι το περισσότερο αμφιλεγόμενο από όλα. Και μπορεί η ιδέα πίσω από την προσπάθεια να κρατηθεί η πολιτική εκτός του διαγωνισμού να υπάρχει στα λόγια, όμως σε πρακτικό επίπεδο η θέση αυτή αποδεικνύεται περισσότερο ευέλικτη – ανάλογα με το τι βολεύει κάθε φορά και η EBU μάλλον το ζει μόνη της με την ψευδαίσθηση της ουδετερότητας.

Πριν από λίγα χρόνια, η Ρωσία αποκλείστηκε από τον διαγωνισμό λόγω της ιμπεριαλιστικής της πολιτικής απέναντι στην Ουκρανία – μια απόφαση που σε μεγάλο βαθμό έγινε αποδεκτή από την κοινή γνώμη. Παρ’ όλα αυτά, η EBU δεν φαίνεται να έχει το ίδιο αυστηρό κριτήριο όταν πρόκειται για άλλες χώρες, όπως το Ισραήλ, το οποίο συμμετέχει κανονικά στον διαγωνισμό παρότι αντιμετωπίζει κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου – και αυτό δεν γίνεται να μη σου δημιουργεί ερωτήματα. Πώς μπορεί το “no politica” να ισχύει για κάποιες χώρες και να παρακάμπτεται για άλλες; Γιατί, αν το “no politica” θέλουν να υπάρχει για να προστατεύσει τον διαγωνισμό από τις όποιες πολιτικές παρεμβάσεις, τότε δεν μπορεί να χρησιμοποιείται σαν εργαλείο για να εξυπηρετήσει πολιτικά συμφέροντα ή να κάνει “στρατηγικές” επιλογές. Για να μην αναφέρω το ότι το Ισραήλ δεν ανήκει καν στην Ευρώπη, αλλά εντάξει αφού έχουμε και την Αυστραλία για το ξεκάρφωμα…

Ειδικά φέτος, η εμφάνιση της Ισραηλινής Yuval Raphael ξεπερνάει τα όρια της πρόκλησης, αφού η ίδια επιζώσα της 7ης Οκτωβρίου, ανεβαίνει στη σκηνή του διαγωνισμού και τραγουδά το αφήγημα της “ελπίδας” και πώς “A New Day Will Rise” την ίδια στιγμή που η γενοκτονία στη Γάζα συνεχίζεται. Υποκρισία, λοιπόν, παντού και καμία “νέα μέρα δεν θα ανατείλει” όσο κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας.
Ευδοκία Βαζούκη

(-) Εύκολα κρίνοντες δύσκολα κρινόμενοι

Είναι η δεύτερη συνεχόμενη χρονιά που το υποκριτικό «no politica» της Eurovision αποδεικνύεται περισσότερο διχαστικό παρά ενωτικό -όπως ισχυρίζεται η EBU πως είναι και ο πρωταρχικός του στόχος. Για άλλη μια χρονιά στο επίκεντρο αυτού του διχασμού βρίσκεται η συμμετοχή του Ισραήλ, για άλλη μια χρονιά το ζήτημα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο καταφέρνει να επηρεάσει και την ελληνική συμμετοχή και σε αυτό θα ήθελα να επικεντρωθώ. Είναι εύκολο να κρίνουμε εκ του ασφαλούς, πόσο μάλλον δε όταν για κάποιους από εμάς η στάση και οι τοποθετήσεις μας έρχονται με μηδαμινό προσωπικό και επαγγελματικό κόστος. Για τον λόγο αυτό τολμώ να πω πως αισθάνθηκα αρκετή αμηχανία για τις επιθέσεις που δέχθηκε στα σόσιαλ μίντια η φετινή μας εκπρόσωπος στη Eurovision, η Κλαυδία, αναφορικά με τη στάση της απέναντι στην Ισραηλινή συμμετοχή. Πιο συγκεκριμένα ερωτηθείσα για τη Yuval Raphael και το τραγούδι της «New Day Will Rise» δήλωσε: «Μου αρέσει το τραγούδι της, μου αρέσει η φωνή της, δεν έχουμε γνωριστεί ακόμη αλλά ελπίζω να γίνει και αυτό». Αυτή η δήλωση της καθώς και μια φωτογραφία της που έκανε το γύρω του X στην οποία αναφέρεται πως έδωσε συνέντευξη σε ισραηλινό μέσο (η μόνη συνέντευξη που βρήκα), κατέστησε την Ελληνίδα καλλιτέχνιδα ως στόχο αρνητικών σχολίων.

Προσωπικά διαφωνώ με τη συμμετοχή του Ισραήλ στη Eurovision και δεν συμφωνώ απόλυτα με τη δήλωση της Κλαυδίας στην DW ότι «Ούτε σήμερα, ούτε και στο μέλλον θα πολιτικοποιήσω τη Eurovision, γιατί νομίζω ότι θα χάσει όλο το νόημα. Η Eurovision είναι ένα πάρτι που ενώνει όλες τις χώρες και όλους τους ανθρώπους μέσω της μουσικής», καθώς θεωρώ πως ναι η μουσική ενώνει υπό ιδανικές συνθήκες, όμως όταν την ίδια στιγμή διεξαγωγής του διαγωνισμού διαπράττεται η γενοκτονία ενός ολόκληρου λαού και αυτό που θα έπρεπε να μας ενώσει είναι μια ομόφωνη απαίτηση να σταματήσουν οι σφαγές των αμάχων, ωστόσο, δεν περιμένω από ένα 22χρονό κορίτσι, στα πρώτα της μεγάλα επαγγελματικά βήματα, να υιοθετήσει μια θέση που ούτε η ίδια η EBU φαίνεται διατεθειμένη να πάρει -πόσο μάλλον όταν πέρσι γίναμε μάρτυρες του πως ένα «απλό χασμουρητό», ούτε καν συγκεκριμένη πολιτική τοποθέτηση, μπορεί να βάλει μια καλλιτέχνιδα σε μπελάδες. Και φυσικά δεν περιμένω από μια 22χρονή καλλιτέχνιδα που απλώς συμμετέχει σε έναν ευρωπαϊκό διαγωνισμό τραγουδιού να πράξει όπως ούτε ισχυροί αρχηγοί κρατών σε παγκόσμιο επίπεδο δεν πράττουν. Και ας ήταν η «Αστερομάτα» της, ένα τραγούδι για δεινά του παρελθόντος, μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία. Δεν έχουμε το δικαίωμα να την κρίνουμε για τη διπλωματική της στάση, όταν ο εμείς, οι παλαιότερες γενιές, με τον ωχαδελφισμό μας, κληροδοτήσαμε αυτόν τον κόσμο, όπου παιδιά δολοφονούνται, ακρωτηριάζονται, πεθαίνουν από την πείνα και τις ασθένειες και δεν «κουνιέται φύλλο», στην Κλαυδία και τα νεότερα παιδιά. Δεν ξέρουμε καν ποια είναι η πραγματική της άποψη για τα όσα συμβαίνουν στη Γάζα.

Ας κρατήσουμε λοιπόν την ψυχραιμία μας και ας ευχηθούμε σε αυτή την ταλαντούχα κοπέλα με το συγκινητικό τραγούδι και την ακόμη πιο συγκινητική ερμηνεία -τη στιγμή που γράφω αυτές τις γραμμές δεν έχει γίνει ο τελικός, δεν γνωρίζω τα αποτελέσματα- καλή επιτυχία. Και κλείνω με μια εξομολόγηση: Ναι όταν ακούω τον στίχο «Γλυκιά μου μάνα μη μου κλαις, Μαύρα κι αν σου φορούνε, Το ξέθωρο το σώμα μου, Φλόγες δε το νικούνε, Τα χελιδόνια της φωτιάς, Θάλασσες κι αν περνούνε, Του ριζωμού τα χώματα, Ποτέ δε λησμονούνε», το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι η εικόνα της πιο μαρτυρικής φιγούρας της εποχής μας, της Παλαιστίνιας μάνας.
Αριστούλα Ζαχαρίου

Περισσότερα από ΕΙΔΑΜΕ / Παραστάσεις