Την εβδομάδα που πέρασε πήγαμε θέατρο και σινεμά, ακούσαμε μουσική, κάναμε βόλτες στην πόλη, παρακολουθήσαμε την επικαιρότητα – και όσα κρατήσαμε θέλουμε να τα μοιραστούμε μαζί σας. Συγκεντρώσαμε ότι μάς κέντρισε το ενδιαφέρον και μάς ενθουσίασε ή μας απογοήτευσε!
(+) Η ορχήστρα του αδερφού μου: Καλό γαλλικό σινεμάΟμολογώ πως «τσίμπησα» στο άκουσμα του ονόματος του Μπενζαμέν Λαβέρν, ενός από τους καλύτερους νέους Γάλλους ηθοποιούς και μέλους του ιστορικού θιάσου της Comedie Francaise. Και βρέθηκα μπροστά σε μια τρυφερή ιστορία υπό τον τίτλο «Η ορχήστρα του αδερφού μου». Η νέα ταινία του Εμανουέλ Κουρκόλ – που άνοιξε και το 25ο Γαλλόφωνο Φεστιβάλ Κινητματογράφου της Αθήνας – αφηγείται την επανένωση δύο αδερφών που χωρίστηκαν στο ορφανοτροφείο, αγνοώντας ο ένας την ύπαρξη του άλλου. Μέχρι που ενήλικοι πια, στα 30 και κάτι, συναντώνται κάτω από αναπάντεχες συνθήκες. Ο πρώτος, ένας μαέστρος διεθνούς φήμης, διαγιγνώσκεται με καρκίνο και αναζητά δότη μυελού ανάμεσα στα συγγενικά του πρόσωπα. Εκεί ανακαλύπτει πως ο βιολογικός αδερφός του ζει στη γαλλική επαρχία, παιδί της εργατικής τάξης που, μετά βίας, επιβιώνει. Έχει, όμως, κι εκείνος ταλέντο στη μουσική – εκτός από το ίδιο DNA.
Η σχέση που χτίζεται μεταξύ των δύο αδερφών δίνει την δυνατότητα στον Κουρκόλ να βάλει στο κάδρο πολλά θέματα. Ίσως κάποια από αυτά να τα εξετάζει επιφανειακά – όπως για παράδειγμα την ανεργία που σαρώνει την πατρίδα του εξαιτίας της αποβιομηχανοποίησης. Από την άλλη, η αφήγηση του αναβλύζει από αγνό συναίσθημα και διαθέτει εξαιρετικές ερμηνείες· μαζί με τον Λαβέρν ενδιαφέρον έχει και η εμφάνιση του Πιερ Λοτάν στο ρόλο του έτερου αδερφού.
Μελαγχολική, συγκινητική αλλά και με ανάσες ελαφρότητας «Η ορχήστρα του αδερφού μου» σχολιάζει την κοινωνική αδικία, την έλλειψη ίσων ευκαιριών που δύναται να καταστρέψει τη ζωή ικανών ανθρώπων, την συγγένεια που μπορεί να εμφανιστεί εκεί που δεν το περιμένεις. Και τελικά, εκπροσωπεί εκείνο το πολύτιμο είδος των ταινιών που τοποθετούν τον απλό άνθρωπο στο κέντρο τους δηλώνοντας πίστη σε αυτόν σε μια, μάλλον, ανθρωποφαγική εποχή.
Στέλλα Χαραμή
Κάθε φορά που επιστρέφω από ταξίδι στο εξωτερικό, παθαίνω το ίδιο: μπαίνω σε mode σύγκρισης. Δεν το θέλω αλλά να, είναι που σε προκαλεί η ίδια η πραγματικότητα. Κάθε φορά, το ίδιο σκηνικό: γυρνάς γεμάτος εικόνες από τάξη, ευγένεια και συστήματα που – ω ναι – δουλεύουν, πατάω το πόδι μου στην Ελλάδα και νιώθω λες και το σύμπαν λέει «ωραία, ώρα να της θυμίσουμε λίγο τώρα πού βρίσκεται». Και δεν ξέρω πώς το καταφέρνει, αλλά σχεδόν κάθε φορά, κάτι κουλό θα συμβεί. Είναι σαν να έχει στήσει καρτέρι η ελληνική πραγματικότητα να μου τα σκάσει. Κι έτσι ξεκινά πάλι το έργο: εγώ να προσπαθώ να επεξεργαστώ πώς γίνεται από το ένα άκρο να φτάνεις στο άλλο μέσα σε μόνο λίγες ώρες πτήσης. Φτάνει με τον πρόλογο.
Αυτή την εβδομάδα επέστρεψα από την Αγγλία, συγκεκριμένα 7 ημέρες από επισκέψεις σε διάφορες πόλεις της, όπου όλα δούλευαν σαν ένα καλοκουρδισμένο ρολόι. Όλα στην εντέλεια: τα MME πάντα στην ώρα τους, χαμόγελα σε κάθε “please”, τα “thank you” ψωμοτύρι – ακόμη και οι σκύλοι νιώθεις πως έχουν μάθει να περιμένουν στη διάβαση όταν το φανάρι δείχνει κόκκινο. Και μετά… προσγείωση στην Αθήνα. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Από την υποδοχή στο -σαν να έχει πέσει βόμβα- Ελ. Βενιζέλος στον υπάλληλο στον γκισέ που θέλησα να ζητήσω πληροφορίες για το δρομολόγιο του λεωφορείου να με αγριοκοιτάζει σαν να καταπατούσα εκείνη την ώρα ένα ζωτικής σημασία δικαίωμά του. Έπειτα στον ελεγκτή εντός του λεωφορείου που μου απάντησε «όλα καλά» όταν του είπα ότι έχω χτυπήσει χρεωστική κάρτα στο μηχάνημα (λογικά με τη δύναμη του νου ελέγχει ότι εγώ έχω χτυπήσει πράγματι εισιτήριο).
Και φτάνουμε στα διόδια λίγες ώρες αργότερα όταν πήρα αμάξι και έκανα το «λάθος» να βρεθώ στην ουρά όπου μπορείς να χτυπήσεις ανέπαφα την κάρτα σου στο μηχάνημα. Μα και γιατί να λειτουργεί αυτό, εσύ πες μου! Πατάω το κουμπί για βοήθεια και η «βοήθεια» ήταν η προτροπή να πετάξω κέρματα. Ας πούμε δηλαδή ότι εγώ είχα κέρματα αλλά είχα τρομερή διάθεση να περάσω από όλη αυτή τη διαδικασία (και με τους οδηγούς πίσω μου να με έχουν ταράξει στη φωνή, την κόρνα και το μπινελίκι). Μη τα πολυλογώ, έπειτα από ένα χαρτί με την αιτιολογία της «δικής μου παράβασης», δύο υπαλλήλους και δύο διόδια μετά βρέθηκα στην ΛΕΑ να περιμένω τον ελεγκτή να μου σβήσει την «παράβαση» επειδή δεν πλήρωσα στα προηγούμενα διόδια. Και φυσικά δεν ήμουν μόνη, αφού κι άλλα οχήματα είχαν την τύχη μου, μιας και δεν υπήρχε προειδοποίηση ότι το συγκεκριμένο μηχάνημα δεν δέχεται κάρτα. Με την απόδειξη (με λάθος στοιχεία φυσικά) στο χέρι και αφού έπρεπε να περάσω τον δρόμο και τις μπάρες των διοδίων με δική μου ευθύνη για να πάω εγώ κοντά στον ελεγκτή- δεν είχε λέει ρεύμα για να φέρει το POS κοντά μου, τα κατάφερα – και θυμήθηκα την αξία της αρετής της υπομονής σε αυτή τη χώρα. Αυτή ήταν η γκρίνια της εβδομάδας για τη χώρα αυτή που αγαπιέται μονάχα για τις σουρεάλ στιγμές της… και κλείνοντας να τονίσω πως προσπαθώ πάντα να δείχνω κατανόηση απέναντι στους υπαλλήλους, που τις περισσότερες φορές (αν όχι όλες) κάνουν το καλύτερο δυνατό που μπορούν με τα ελάχιστα μέσα που διαθέτουν…
Ευδοκία Βαζούκη
Τα ενοίκια και τα σπίτια για μένα αυτή την περίοδο είναι ευαίσθητο ζήτημα, κυρίως γιατί μετά από 4 χρόνια πρέπει να αφήσω το σπίτι μου και να μπω στην πίστα για αναζήτηση κατοικίας προς ενοικίαση στο κέντρο της Αθήνας. Μεταξύ μας, ίσως ήταν πιο εύκολο να μεταναστεύσω. Η αγορά λοιπόν αυτή τη στιγμή κινείται σε απολύτως παράλογους ρυθμούς (αν και η λογική πλέον είναι υποκειμενική). Εκεί λοιπόν που περνούσα από την μία κρίση πανικού στην επόμενη κρίση άγχους, και λίγο πριν κάποιος ακόμα φίλος μου πει «θα σε φιλοξενήσουμε εμείς ρε μέχρι να βρεις!», ήρθε ο “σωτήρας” Κυριάκος Μητσοτάκης να μου δώσει λύση — ή μια ακόμη κρίση πανικού.
“Επιστροφή ενοικίου” κυρίες και κύριοι! Όπως μας ενημέρωσε ο Υπουργός Οικονομικών, κύριος Πιερρακάκης, οι πολίτες με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα (δηλαδή όλοι;) θα λαμβάνουν μια μόνιμη επιστροφή ενοικίου μία φορά το χρόνο. Δεν θέλω να σας μπερδέψω με πληροφορίες, λεπτομέρειες, χρονοδιαγράμματα και κριτήρια — άλλωστε υπάρχουν παντού στο ίντερνετ αναλυτικά όλα. Εκεί που θέλω όμως να εστιάσω είναι πως το τρέχον μέτρο που ανακοινώθηκε είναι κάτι αντίστοιχο του να προσπαθώ να σταματήσω αιμορραγία κεντρικής αρτηρίας με χανζαπλάστ — απλά δεν θα πετύχει!
Γιατί δυστυχώς ο κόσμος αυτή τη στιγμή — και συγκεκριμένα ο κάθε άνθρωπος που νοικιάζει το ακίνητο του — είναι αμείλικτος όσον αφορά τη χρέωση ενοικίασης. Και ναι, αυτό συμβαίνει γιατί ο πληθωρισμός είναι στον θεό, αλλά συμβαίνει επίσης γιατί το κράτος έχει επιτρέψει να συμβεί. Η ανασφάλεια του κάθε ιδιοκτήτη είναι λογική αν με ρωτάτε — ζούμε σε μια χώρα που ο κλάδος της αγοράς ακινήτων είχε παγώσει για τουλάχιστον δέκα χρόνια — δηλαδή ακόμα και την “απληστία” αυτών των ανθρώπων μπορώ να την κατανοήσω.
Αυτό που δεν μπορώ να καταλάβω είναι πώς, όταν ο καθαρός κατώτατος μισθός είναι (περίπου) 742€ και το μέσο ενοίκιο για ένα αξιοπρεπές διαμέρισμα 49 τ.μ. είναι 550€ (άρα με 192€ κάποιος πρέπει να πληρώσει λογαριασμούς και να φάει), η λύση είναι να του επιστρέφουμε μία φορά το χρόνο ένα ενοίκιο στην τράπεζα. Δηλαδή, συγγνώμη αλλά είμαι στα όρια της τρέλας…
Τέτοια μέτρα “χανζαπλάστ” στο μόνο που χρησιμεύουν είναι για επικοινωνιακούς σκοπούς και για το φαίνεσθαι — πρακτικά δεν βοηθούν τους πολίτες. Γιατί αν τώρα εγώ που έψαχνα σπίτι δεν έβρισκα — όλοι εκείνοι που νοικιάζουν σπίτι με ένα οποιοδήποτε ενοίκιο θα το δουν να αυξάνεται με την πολύ απλή δικαιολογία του «μωρέ αφού θα τα πάρεις πίσω το Νοέμβριο, το είπε ο Κυριάκος». Με το να κουκουλώσουμε κάτι δεν το λύνουμε — αλλά αυτό είναι κάτι που σαν χώρα αρνούμαστε να αποδεχτούμε – εκτός από την άθλια συλλογική μας μνήμη.
Τουλάχιστον υπάρχουν πολλά τραγούδια για σπίτια και πόνο και κάπως θα βγάλουμε το άχτι μας. Siri, play “Ένα Σπίτι Καίγεται” by Τριαντάφυλλος.
Μαρία Βαλτζάκη