MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΕΤΑΡΤΗ
11
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Οι παραστάσεις που ξεχώρισαν από το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών

Στο κλείσιμο της Πειραιώς 260 αρχίζει να δουλεύει η μνήμη: ΄Εξι ακαδημαϊκοί και ειδικοί των παραστατικών τεχνών θυμούνται τα καλύτερα της φετινής διοργάνωσης.

Στέλλα Χαραμή | 16.08.2024 Φωτογραφία εξωφύλλου: Θωμάς Δασκαλάκης

Το 69ο Φεστιβάλ Αθηνών είναι ήδη κομμάτι της ιστορίας του θεσμού. Έριξε αυλαία στα τέλη Ιουλίου, ξεκινώντας δύο μήνες νωρίτερα με πολλές προσδοκίες σε ένα στιβαρό, από κάθε άποψη, πρόγραμμα. Πόσες από αυτές εκπληρώθηκαν με την ολοκλήρωση του είναι αφενός μια συνθήκη υποκειμενικότητας και αφετέρου ζήτημα ενός συνολικού απολογισμού – η ώρα για τον οποίο δεν έχει έρθει αφού ακόμα η διοργάνωση βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη μέσα από το Φεστιβάλ Επιδαύρου. Παρόλα αυτά, αναζητούμε μερικά από τα καλά στιγμιότυπα του Φεστιβάλ στην πόλη – ειδικά όπως τα αξιολόγησαν ακαδημαϊκοί των παραστατικών τεχνών, «ειδικοί», έμπειροι επαγγελματίες – θαμώνες της αθηναϊκής ενότητας της διοργάνωσης. Γράφουν (αλφαβητικά) οι Δηώ Καγγελάρη, Νίκος Καζής, Τζωρτζίνα Κακουδάκη, Αντιγόνη Καράλη, Νίκος Μαυράκης και Λίνα Ρόζη.

Γράφει η Δηώ Καγγελάρη, διευθύντρια της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου

@Magda Hueckel.

Η ανάμνηση μιας σημαντικής παράστασης συμπυκνώνεται σε μία εικόνα, έλεγε ο Georges Banu: Από την σκηνοθεσία του Κριστόφ Βαρλικόφσκι «Ελίζαμπεθ Κοστέλο. Επτά μαθήματα και πέντε παραβολές» κρατώ τη σκηνή με την ομώνυμη ηρωίδα στο τέλος του βίου της, ξαπλωμένη μέσα στο γυάλινο θάλαμο-κλουβί, συντροφιά με έναν πίθηκο.
Εμβληματικό μυθιστορηματικό πρόσωπο, που επινόησε ο νομπελίστας J.M. Coetzee, η Eλίζαμπεθ Κοστέλο έχει, προ πολλού, στοιχειώσει τη σκέψη του Πολωνού δημιουργού, για να της αφιερώσει αυτή τη φορά μια ολόκληρη παράσταση. Κεντρικό δραματικό πρόσωπο, που ερμηνεύουν διαδοχικά πέντε γυναίκες ηθοποιοί και ένας άντρας, είναι μια κορυφαία συγγραφέας-alter ego ταυτόχρονα του συγγραφέα και του σκηνοθέτη. Ενορχηστρώνοντας έναν εξαιρετικό θίασο, ο τελευταίος εστιάζει σε κρίσιμα ζητήματα του καιρού μας, μέσα από τις δημόσιες ομιλίες της διανοούμενης ηρωίδας του, αλλά και τις ιδιωτικές συζητήσεις της. Δια στόματος Κοστέλο, αυτός ο σπουδαίος στοχαστής της σκηνής δοξάζει την πολιτισμική μνήμη, ανοίγοντας άμεσα ή έμμεσα διάλογο με τον Αριστοτέλη, τον Γκαίτε, τον Κάφκα, τη Χάνα Άρεντ. Σε αυτή την πυκνή σε νοήματα δραματουργία (σε συνεργασία με τον Piotr Gruszczyński), που προϋποθέτει την ενεργητική συμμετοχή του θεατή, παίζει συνεχώς με τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας, έργου τέχνης και δοκιμίου, λέξεων και εικόνας. Αντιμέτωπος με τα φαντάσματα της Ιστορίας, ανασύρει το Ολοκαύτωμα και το ανεπούλωτο τραύμα του, συγκρίνει σκανδαλωδώς τη σφαγή των ζώων με τα ναζιστικά κέντρα εξόντωσης, θέτει ερωτήματα για την καλλιτεχνική δημιουργία, για την έννοια του Κακού και την αναπαράστασή του, για το γήρας, την αποξένωση, τον θάνατο.
Ο Κριστόφ Βαρλικόφσκι μοιράζεται με τον Μίλαν Κούντερα την αγωνία για την υποχώρηση της ευρωπαϊκής κουλτούρας, στρέφεται στο μυθιστόρημα, κατεξοχήν κατάκτηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού και υπερασπίζεται, σε πείσμα του σιωπηλού πίθηκου και του αμνήμονα κόσμου του, τη σκηνική τέχνη ως ανάχωμα στη «λήθη του είναι».

Γράφει ο Νίκος Καζής, εικαστικός

Με φόρα στην κατηφόρα, κατηφόριζα την Πειραιώς 260 για να ντύσω τα βράδια μου και να ενισχύσω το κουλτουριάρικό μου στιλ· αλλά κατά βάθος για να γιατρέψω την ψυχή μου.
Η σχέση μας, ξεκίνησε με την πρώτη ματιά και κράτησε με τους δικούς της πάντα όρους καθ’όλη τη διάρκεια του Φεστιβάλ Αθηνών: Η γνωριμία μου με την πρωταγωνίστρια της διοργάνωσης, τη μαύρη γάτα ξεκίνησε την ώρα που έπαιρνε το λουτρό της.
Με ανεπιτήδευτη κομψότητα χορογραφούσε τις κινήσεις της, πάνω στα custom-made τραπέζια σχεδιασμένα από τη σκηνογράφο Εύα Μανιδάκη – αχ! τι ανεμελιά, τι αδιαφορία για όλους και για όλα.
Τράβαγε όλα τα φλας πάνω της και ανταποκρινόταν πάντα με το καλό της προφίλ, ως άλλη χολιγουντιανή σταρ, ενώ βρισκόταν Πειραιώς 260 και δίπλα στις πρωταγωνίστριες έκλεβε τα φλας των κινητών.
Η πιο φωτογραφημένη περσόνα της βραδιάς γιατί ήταν πάντα εκεί, παρούσα, συνεπής στο ραντεβού, élégante, χωμένη μέσα στη μαύρη στιλπνή γούνα της κατακαλόκαιρο – άλλη ιδιοτροπία και αυτή μιας ντίβας χωρίς καμία δυσφορία.
Ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του βιομηχανικού χώρου της Πειραιώς, έδινε τη δική της νότα στα όμορφα πάρτι και τις υπέροχες μουσικές βραδιές που έγιναν ο προορισμός και τόπος συνάντησης για τους φίλους του Φεστιβάλ – αλλά και για τους φίλους μου που δεν είχαν καμία καούρα να δουν κάποια παράσταση.
Ένα σημείο συνάντησης όχι μόνο για να γνωρίσουμε τις νέες ελληνικές και ξένες δημιουργίες σε θέατρο και χορό, αλλά να αγκαλιαστούμε, να φιληθούμε, να συζητήσουμε, να απολαύσουμε μουσική και να χορέψουμε ιδρωμένοι, επιχειρώντας να απαντήσουμε στο διπλό ερώτημα: «Πώς να ζήσουμε τη ζωή μας; Πώς να αντέξουμε τη ζωή μας;». Μάλλον όπως η μαύρη γάτα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΗ Καρολίν Γκιγελά Ενγκιγέν φοβάται για το μέλλον της Γαλλίας12.09.2018

Γράφει η Τζωρτζίνα Κακουδάκη, θεατρολόγος

@Jean Louis Fernandez.

Ξεχώρισα την παράσταση «Lacrima» της Καρολίν Γκιγελά Ενγκιγέν για τον τρόπο που επαναπροσδιορίζεται στη σκηνή ένα είδος μελοδραματικής αφήγησης. Μετά την πλήρη απενοχοποίηση του μελό – κατά την γνώμη μου μέσα κυρίως από το k-drama – η παράσταση αυτή έδωσε μια δραματουργικά περίπλοκη και, ιστορικά πυκνή, διαχείριση του θεσμού του γάμου και της οικογένειας.
Με ένα θέμα καθόλου ελκυστικό για τα γούστα μου – ένας οικογενειακός οίκος μόδας εργάζεται κοπιαστικά για ένα χρόνο περίπου για να φτιάξει ένα πέπλο βασιλικού γάμου – εντυπωσιάστηκα με την αμεσότητα, την πρωτοτυπία των χαρακτήρων, τους συμβολισμούς και τις περίπλοκες οικογενειακές ιστορίες στο παρόν και το παρελθόν του έργου. Γάμοι που διαλύονται, οικογενειακά μυστικά που θα αναγκαστούν να βγουν στη φόρα, τραυματικές θυσίες για το μεγάλωμα των παιδιών, αποικιοκρατικά κατάλοιπα που αφήνουν τεράστια πολιτισμικά και πολιτικά κενά, αδυναμία διαχείρισης του άγχους, αυτοθυσία χωρίς νόημα, κυνισμός και βία σε κάθε συμπεριφορά ισχύος, ιδεοληψία με εμμονή στην λεπτομέρεια, δημιούργησαν μια παράσταση που η πλοκή μετακινείται σε μια ψυχρή αποτύπωση των γεγονότων, συνήθως μέσα από ψηφιακή επικοινωνία και βιντεοκλήσεις και σε ένα διαρκές φλερτάρισμα μελοδραματικών οριακών συμπεριφορών.
Η αφήγηση, που πάντα περιστρέφεται γύρω από ένα μπιμχλιμπιδάτο και χρυσοκέντητο πέπλο, αφήνει το χώρο τελικά στο θεατή να αναρωτηθεί για αυτήν την άμεση αναγκαιότητα, την προτεραιότητα που πρέπει να μείνει, μάλιστα, μυστική, επείγουσα σε σημείο ζωής και θανάτου της δημιουργίας ενός μοναδικού, πρωτότυπου, αψεγάδιαστου και άξιου για βασιλικό γάμο, πέπλου. Το διακοσμητικό αυτό αντικείμενο, την ιστορία του οποίου μαθαίνουμε μέσα από την μουσειακή του παράδοση αλλά και μέσα από κεντήστρες που ρόζιασαν τα χέρια τους ή τελικά τυφλώθηκαν για να κεντήσουν με την επιμονή της αρτιότητας, γίνεται ένα αποκαλυπτικό σύμβολο για η σημερινή ηθική, τα ενδοοικογενειακά εγκλήματα που κουκουλώνονται, την υποκρισία των θρησκευτικών και κοινωνικών παραδόσεων, την ταξική υπεροψία, την συγκάλυψη της αλήθειας μέσα από τον φωτεινότερο και δημοφιλή θεσμό του γάμου.

Γράφει η Αντιγόνη Καράλη, μέλος της κριτικής επιτροπής των βραβείων Χορν


Καθώς έχει ολοκληρωθεί το Φεστιβάλ Αθηνών, μέσα από ένα τοπίο πολυποίκιλων παραστάσεων, τι κρατάει ο θεατής; Τι είναι αυτό που τον συντροφεύει ακόμη ως μνήμη, μνήμη ευχάριστη, μνήμη έντονη, μνήμη καταφυγής ή ανακούφισης; Ποιες εικόνες περνούν μπροστά από τα μάτια του στο view master του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών;
Οι ανθρώπινες ιστορίες της Καρολίν Γκιγελά Ενγκιγέν στο υπέροχο «Lacrima», και πώς το προσωπικό γίνεται οικουμενικό, πώς το κοινωνικό σχόλιο περνάει αθόρυβα, λειτουργικά, χωρίς διδακτισμό σε μια παράσταση 180 (και πλέον) λεπτών τα οποία κυλούν σα νεράκι, μια παράσταση για τη βία και τα δάκρυα που κρύβονται πίσω από την ομορφιά – στην προκειμένη το ονειρεμένο νυφικό μιας πριγκίπισσας της βασιλικής οικογένειας της Αγγλίας. Χωρίς να χάνεται η επαφή με το συναισθηματικό νήμα της ιστορίας, ακολουθούμε το νοηματικό ιστό, νιώθουμε τους ήρωες, μοιραζόμαστε τις αγωνίες τους και ξεχνάμε ότι πρόκειται για θεατρικούς χαρακτήρες. Ανοίγοντας το χάρτη του κόσμου στο Παρίσι, στη Βομβάη, στην Αλανσόν (τους διαφορετικούς χώρους δράσης της παράστασης) στη συνείδησή μας οι ήρωες βρίσκονται εκεί με σάρκα και οστά, αναπνέουν, πασχίζοντας καθημερινά για τη ζωή και την επιβίωσή τους.
Το παρόν ως αποκύημα του παρελθόντος, η οικογένεια, η ταυτότητα, η διαφορετικότητα, τα κληρονομικά τραύματα, όλα «στριμώχνονται» σε ένα διαμέρισμα, διεκδικώντας το δίκιο, την αλήθεια και την χρησιμότητά τους στη ζωή καθενός από τους τρεις ήρωες, μέσα από τολμηρές σκηνές κι εντυπωσιακά οπτικά εφέ που «πνίγουν» το χώρο κάτω από τόνους νερού. Σα να πέρασε ο Δούναβης μέσα από το διαμέρισμα, ξεπλένοντας αλλά όχι «καθαρίζοντας» τη σκληρή διαγενεακή αντιπαράθεση, η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο του «Parallax» του Κόρνελ Μούντρουτσο. Όλα εξαρτώνται από την οπτική γωνία του καθενός εν τέλει, σύμφωνα με τον τίτλο, και η ιστορία εξελίσσεται σε μια τρυφερή και σαφή προσπάθεια συμφιλίωσης μεταξύ των ατομικών και των συλλογικών αφηγήσεων, καταλήγοντας σε ένα λυτρωτικό μουσικοχορευτικό φινάλε.
Χειρουργικής ακρίβειας δράση, σκηνές-μπουνιά στο στομάχι, εικόνες που μουδιάζουν καθηλώνοντας το θεατή στην καρέκλα του ακόμη και μετά τη λήξη της, η «Μήδεια» του Σάιμον Στόουν ήταν ένα ποίημα βαναυσότητας, μια σύγχρονη ανάγνωση του ευριπίδειου δράματος -με τον πυρήνα του μύθου αναλλοίωτο – με φόντο τη μεσοαστική Αμερική του σήμερα. Κι αν η Μήδεια ζούσε σήμερα; Εμπνευσμένος από την ιστορία μιας γιατρού στο Κάνσας που σκότωσε τον άντρα της και δύο από τα τρία παιδιά τους στα μέσα της δεκαετίας του 1990 στον απόηχο ενός δύσκολου διαζυγίου, ο Στόουν παραδίδει ένα υπόκωφο και θανάσιμο ουρλιαχτό μιας γυναίκας στη άκρη του χάους, μιας ψυχής που φλερτάρει συνεχώς με την άβυσσο μέχρι να την αγκαλιάσει και να της δώσει σχήμα: Ένα βουναλάκι μαύρης στάχτης, οι σοροί των αγαπημένων της μέσα στο πάλλευκο τοπίο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑΣάιμον Στόουν: Ποιος είναι ο Αυστραλός δημιουργός που έχει κατακτήσει την Ευρώπη;12.09.2018

Γράφει ο Νίκος Μαυράκης, Production and Tour manager

@Ανδρέας Σιμόπουλος.

Είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω ως προσκεκλημένος το φετινό πρόγραμμα του Grape από τις 21 ως τις 25 Ιουλίου. Στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών παρακολούθησα ένα Grape που ήρθε για να καθιερωθεί στη διεθνή κοινότητα και πλέον συζητιέται και γίνεται σημείο αναφοράς για την διοργάνωση. Κάποιοι από τους καλλιτέχνες που συμμετείχαν, όπως ο Ανέστης Αζάς, η Κατερίνα Ανδρέου, ο Mario Banushi και η Χαρά Κότσαλη, είναι ονόματα που, ήδη, δικαίως περιοδεύουν στο εξωτερικό. Και ενώ από αυτές τις παραστάσεις, πολλές θα παρουσιαστούν ξανά σε άλλες σκηνές της Ευρώπης – αργότερα στη διάρκεια της χρονιάς – οι «Ετυμολογίες» της Αγγελικής Παπούλια και του Ευθύμη Φιλίππου ήταν ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο εγχείρημα, που ακριβώς επειδή ήταν τόσο μοναδικό, άξιζε να το δει και το κοινό του Φεστιβάλ αλλά και οι διεθνείς καλεσμένοι. Ακόμα κι αν λόγω γλώσσας δυσκολευτεί να ταξιδέψει στο εξωτερικό, η ανάγκη γι’ αυτό το τόσο ιδιαίτερο είδος με τη δική του γλώσσα και ταυτότητα, ήταν εμφανής σε συνομιλίες μου με τους διεθνείς καλεσμένους. Δίπλα μου, στην παράσταση καθόταν ένας συνάδελφος από το Λουξεμβούργο, ο οποίος ξεκαρδίστηκε πιο πολύ κι από εμένα!

Γράφει η Λίνα Ρόζη, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών

@Jean Louis Fernandez.

Από την πλούσια, ομολογουμένως, συγκομιδή της φετινής χρονιάς στην Πειραιώς 260, ξεχωρίζω την παράσταση «Lacrima» της Caroline Guiela Nguyen, για τον ευφυή τρόπο με τον οποίο η σκηνοθέτις συνθέτει την κεντρική ιστορία αναδεικνύοντας την πολιτική διάσταση των ατομικών αφηγήσεων, αλλά και για την αμεσότητα με την οποία επικοινωνεί την ιστορία αυτή στους θεατές.
Μέσα από την ιστορία της κατασκευής του χειροποίητου νυφικού, παραγγελία του βρετανικού βασιλικού οίκου, παρακολουθούμε να πλέκονται με ακρίβεια και προσοχή οι προσωπικές ιστορίες όλων των προσώπων που εμπλέκονται στην επίπονη και χρονοβόρα κατασκευή του. Είναι οι «ειδικοί τεχνίτες», που βρίσκονται σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές του κόσμου και συνδέονται διαδικτυακά με τον κεντρικό χώρο του οίκου μόδας στο Παρίσι. Με την επιλογή αυτού του χώρου, η ιδέα της μοναδικότητας και της ομορφιάς του χειροποίητου, ένα είδος δημιουργίας υπό εξαφάνιση που συγκαταλέγεται, ωστόσο, στα μνημεία της πολιτιστικής κληρονομιάς, τοποθετείται στο κάδρο του παγκοσμιοποιημένου πολιτισμού και της επιχειρηματικής διαχείρισής του.
Αναζητώντας το ίχνος που άφησε αυτό το χέρι πίσω από την ομορφιά του χειροποίητου, η σκηνοθέτις παρουσιάζει τις προσωπικές ιστορίες των ανώνυμων τεχνιτών, των εργατριών της δαντελοποιΐας της Alençon, των ειδικευμένων τεχνιτών στο εργαστήριο κεντήματος της Μουμπάι, αλλά και όσων εργάζονται σ’ έναν σύγχρονο οίκο μόδας. Το στοιχείο που ακούγεται πιο δυνατά σε όλες σχεδόν τις ιστορίες είναι η σκοτεινή, σκληρή όψη ενός ξεχωριστού επαγγέλματος, το «δάκρυ», που οι ίδιοι και οι ίδιες κάποιες στιγμές μοιάζει να αντιλαμβάνονται ως το τίμημα που πλήρωσαν, επειδή ακριβώς τους δόθηκε η δυνατότητα να συμβάλουν στην «ομορφιά του κόσμου».

Περισσότερα από Art & Culture