MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΡΙΤΗ
16
ΑΠΡΙΛΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Παντελής Βούλγαρης: Έχει σημασία το πόσο είσαι έτοιμος να συναντήσεις την άκρη του θαύματος

Λίγες ημέρες πριν την πρεμιέρα του Φεστιβάλ Άνδρου, στο οποίο είναι επικεφαλής, ο κορυφαίος κινηματογραφιστής Παντελής Βούλγαρης αναγνωρίζει πως υπάρχουν πολλοί άξιοι σκηνοθέτες να δουλέψουν αντί για εκείνον.

KEIMENO: Στέλλα Χαραμή | 29.07.2022 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΡΑΝΤΖΑΣ

Ανακαλύπτουμε πως είμαστε γείτονες και πως τα σπίτια μας απέχουν μόνο μερικά στενά όταν δίνουμε ραντεβού στην κοντινή πλατεία, ένα από τα τελευταία δροσερά πρωϊνά του Ιουλίου. Ο Παντελής Βούλγαρης ετοιμάζεται να σαλπάρει για την Άνδρο, παραμονές της 8ης φεστιβαλικής διοργάνωσης του νησιού, του οποίου είναι καλλιτεχνικός υπεύθυνος από την θέσπιση του. Το περιβάλλει με φροντίδα και έγνοια, ένα συναίσθημα που περιγράφει τη σχέση του με την ίδια την Άνδρο και γενικά με  τον ελλαδικό χώρο, στον οποίο έμεινε πιστός – παρά τις σειρήνες να δουλέψει στο εξωτερικό. «Η γλώσσα μου είναι τα ελληνικά κι αφού δεν ήξερα Αγγλικά γιατί να πήγαινα κάπου αλλού;» αναρωτιέται με παιδική αθωότητα.

Αν ήταν στο χέρι του, όπως εξομολογείται, θα έφευγε σκαστός με ένα ΚΤΕΛ για την Βόρεια Ελλάδα, να βρει ξανά τόπους που αγάπησε σαρώνοντας την χώρα για τα γυρίσματα των ταινιών του. «Στα ρεπεράζ κάθε ταινίας γινόμουν ένα με τον κόσμο, με τους ντόπιους. Έμενα για μήνες ολόκληρους εκεί που θα γυρίζαμε, γιατί ήθελα να έχω κοντά μου τους ανθρώπους. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι ταινίες μου έγιναν με πολλή αγάπη» λέει.

Εξήντα – και βάλε – χρόνια στην ελληνική κινηματογραφία (αν μετρήσουμε και τα πρώτα του χρόνια στην Φίνος Φιλμς όπου και ανδρώθηκε), ο Παντελής Βούλγαρης αποτελεί μια σπάνια περίπτωση σκηνοθέτη για τα ελληνικά πράγματα: Αναθρέφοντας τρεις γενιές θεατών με επιδραστικές ταινίες και ανανεώνοντας διαρκώς τη ματιά του στο πέρασμα των καιρών και των συνθηκών. Αποδέχεται την διαπίστωση με μια σεμνή συγκατάβαση, χωρίς καμιά διάθεση να περιαυτολογήσει, αφού προτιμά να αφηγείται ιστορίες από τον μεγαλειώδη πλούτο των εμπειριών του.

Ο Παντελής Βούλγαρης είχε αρχίσει να καλλιεργεί τη ματιά του από παιδί, χωρίς να το καταλάβει. Κάποτε ο Ελία Καζάν – ανάμεσα σε εκείνους που προσπαθούσαν να τον πείσουν να δουλέψει εκτός Ελλάδος – τον είχε ρωτήσει αν μικρός είχε αρρωστήσει. «Και πράγματι, υπήρξα άρρωστος. Θυμάμαι, στο μίζερο σπίτι που μέναμε, μια κουρτίνα με σχέδια που τα φώτιζε ο ήλιος και ‘έγραφαν’ πάνω στον τοίχο. Είχα μείνει πολύ μόνος μου, εσώκλειστος τότε και παρατηρούσα τα πάντα, κάθε εικόνα». Δεν άργησε να γίνει ο «Παντελάκος» για τον Φιλοποίμην Φίνο, δεν άργησε να γυρίσει τις πρώτες του ταινίες μικρού μήκους στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 που έμελλε να κάνουν αίσθηση στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και τελικά να υπογράψει μερικές από τις ταινίες-σταθμούς για την ελληνική παραγωγή από το 1971 μέχρι σήμερα. Εκείνο που τον μέλλει, γυρίζοντας πίσω, στα δημιουργικά του χρόνια, είναι πως «ποτέ δεν έκανα ούτε μια σκηνή για να την ξεπετάξω. Δεν ήταν στην αντίληψη μου».

Τώρα, μετά και τα δύο χρόνια του πανδημικού παροπλισμού, έχει απορροφηθεί στα διαβάσματα του. Στο διαφανή φάκελο που κρατάει, αυτό το πρωινό, έχει κάποιες φωτοτυπίες από κείμενα του 19ου αιώνα. Μου διαβάζει μερικές γραμμές, αφού ποτέ δεν έχει κρύψει πόσο αγαπά την ελληνική ιστορία. Αφήνουμε τα υπόλοιπα σε εκκρεμότητα· «αφού είμαστε γείτονες, θα ξανασυνατηθούμε» μου λέει.

Παραμονές της έναρξης του Διεθνούς Φεστιβάλ Άνδρου, του οποίου ο Παντελής Βούλγαρης είναι καλλιτεχνικός διευθυντής.

Όγδοη χρονιά για το Φεστιβάλ Άνδρου με την δική σας ματιά. Τι είχατε κατά νου όταν ιδρύσατε το θεσμό;

Πριν το Φεστιβάλ, οι θεατρικές παραστάσεις γίνονταν σε κάτι αμφιθεατρικά σκαλοπάτια. Από την στιγμή που δημιουργήθηκε ένα θέατρο κανονικό – αν και μικρό  – άνοιξε όλο το θέμα του φεστιβάλ και του πολιτισμού. Έτσι συμμετείχα κι εγώ στο εγχείρημα. Σκοπός μας πάντα, ήταν να φέρουμε όσο το δυνατόν πιο σημαντικά καλλιτεχνικά γεγονότα στο νησί. Δεν είμαι ειδικός, δεν είμαι μουσικός ή άνθρωπος του θεάτρου, σαν θεατής κρίνω, με αυτό το γούστο. Και πλέον οι προθέσεις μας είναι γνωστές στους καλλιτέχνες.

Η διοργάνωση κοντεύει να συμπληρώσει δεκαετία. Πως βλέπετε το μέλλον της;

Όλα αυτά τα χρόνια πορευτήκαμε χωρίς καμιά στήριξη. Αν θέλουμε να συνεχιστεί το Φεστιβάλ θα πρέπει να έχουμε μια βοήθεια από το Δήμο της ‘Ανδρου. Μέχρι σήμερα, το Φεστιβάλ γίνεται από την  φιλοτιμία και την καλή διάθεση των καλλιτεχνών. Μάλιστα, στα πρώτα χρόνια είχαμε σκεφτεί να υπάρχει και συνέχεια του Φεστιβάλ, κατά τη διάρκεια του χειμώνα, μέσα από την εκπαίδευση· κάτι που δεν ευοδώθηκε λόγω αυτής της έλλειψης στήριξης. Πάντως, πρέπει να διευκρινίσουμε πως όταν πήγαμε εμείς με το Φεστιβάλ στην Άνδρο, δεν φέραμε τον πολιτισμό στο νησί – υπήρχε πολιτισμός. Υπάρχει κινηματογραφική αίθουσα και λέσχη, υπήρχε η μοναδική Καϊρειος βιβλιοθήκη, τα μουσεία, η Φιλαρμονική, η Χορωδία. Υπήρχε μια μαγιά κι εμείς σταθήκαμε δίπλα σε αυτήν.

Είναι καλό που δεν έχω παρέες, δεν είμαι εξαρτημένος από σχήματα και καλλιτέχνες, άρα οι επιλογές μου στο Φεστιβάλ Άνδρου είναι καθαρών κριτηρίων

Έχετε σκεφτεί να κάνετε στην Άνδρο και μια διοργάνωση για τον κινηματογράφο;

Σε άλλα μέρη και νησιά γίνονται πολλά και διαφορετικά πράγματα με κινηματογραφικό άξονα. Γενικά, είναι απαιτητική μια κινηματογραφική διοργάνωση. Στην Άνδρο, ίσως, θα μπορούσαν να γίνονται μαθήματα και σεμινάρια, τα οποία οργανώνονται σποραδικά και στη διάρκεια του χειμώνα και με τη δική μου συμμετοχή. Νομίζω μέχρι εδώ καλά.

Σας ήταν εύκολη η διοργάνωση από τη στιγμή που απολαμβάνετε την εκτίμηση του καλλιτεχνικού κόσμου;

Με ξέρουν και είναι καλό αυτό. Επίσης, είναι καλό που δεν έχω παρέες, δεν είμαι εξαρτημένος από σχήματα και καλλιτέχνες, άρα οι επιλογές μου είναι καθαρών κριτηρίων. Κάνουμε προσκλήσεις παραστάσεων για να χαρούν οι άνθρωποι που θα έρθουν, θεατές και καλλιτέχνες.

Τι σημαίνει η Άνδρος για εσάς;

Έχω μια αγάπη για την Άνδρο και γενικότερα γι’ αυτό τον τόπο, τον ελλαδικό. Λατρεύω την Ελλάδα και μου αρέσει. Δεν θα έφευγα με τίποτα, παρότι είχα τις ευκαιρίες να φύγω. Ο γαλάζιος ουρανός που μας σκεπάζει είναι ασύλληπτος και δωρεάν. Σπάει από κάτι  μοναχικά συννεφάκια που εγώ ονομάζω «τα ταξί του ουρανού». Γυρίστε να τα δείτε, βγαίνουν σε μικρές διαστάσεις, χωράνε το πολύ δύο άτομα. Είναι τα ταξί του ουρανού γιατί πάνω τους ταξιδεύουν οι φίλοι μου· φίλοι που έχουν φύγει και τώρα κάνουν ουράνιες βόλτες… Που λέτε, δουλεύοντας στο Φίνο, από τα 19 μου χρόνια, ταξίδεψα παντού στην Ελλάδα. ‘Οσα μέρη είδα, μπήκαν στην καρδιά μου. Ο πλούτος των τόπων, της Ιστορίας, των ανθρώπων είναι ασύλληπτος – και τον έχουμε σε αυτή τη χώρα. Αν είμαστε τυχεροί και το καταλάβουμε νωρίς, ακόμα καλύτερα.

«Είναι τόσο συναρπαστική η πραγματικότητα όπου παντού υπάρχουν ευκαιρίες για να σου δώσουν το έναυσμα μιας ταινίας. Πρέπει να έχεις ένα κριτήριο – δεν ξέρω αν είναι ένστικτο ή κάτι θεϊκό –για να καταλαβαίνεις αυτό που άλλοι προσπερνάνε» εξηγεί.

Είστε συνδεδεμένος με τον τόπο αλλά και με τους ανθρώπους. Μιλήσατε για τους φίλους που έφυγαν και μόλις ‘έφυγε’ η Αννέζα Παπαδοπούλου.

Οι ταινίες μου ήταν πάντα οι άνθρωποι τους. Τώρα που πέθανε η Αννέζα αναρωτιέμαι αν θα μπορούσε να υπάρχει η «Μικρά Αγγλία» χωρίς εκείνη. Χωρίς τα μάτια της, το χιούμορ της και τη φιλία της. Όταν αρρώστησε την έπαιρνα στο τηλέφωνο και της διάβαζα κειμενάκια για να μιλάμε. Το ίδιο έκανα και με τον Τζούμα. Μιλήσαμε δυο εβδομάδες πριν φύγει. Αυτά είναι συμβάντα που δεν μπορώ να τα δεχθώ, είμαι σε σοκ. Δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω πως οι διπλανοί στην ψυχή μου δεν είναι πια εδώ. Θα τους συναντάω στη φαντασία μου και στην αγάπη που τρέφω ακόμα γι’ αυτούς.

Σας πληγώνει που αδειάζει ο κόσμος από ανθρώπους με τους οποίους συμπορευτήκατε ή κάνατε ίδια όνειρα;

Ό,τι έφτιαξα, το έφτιαξα πάνω στις αναπνοές των ανθρώπων. Ζούμε χρόνο μαζί, γεννιούνται στιγμές χάρη στην διάθεση τους, την ακτινοβολία τους και την έμπνευση τους. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είτε ζουν είτε όχι, μου άνοιξαν παράθυρα και κανείς πρέπει να έχει την ικανότητα να καταλάβει πως αυτό το παράθυρο άνοιξε μια φορά στη ζωή. Αυτή ήταν η τύχη μου.

Αυτά είναι συμβάντα που δεν μπορώ να τα δεχθώ, είμαι σε σοκ. Δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω πως οι διπλανοί στην ψυχή μου δεν είναι πια εδώ. Θα τους συναντάω στη φαντασία μου και στην αγάπη που τρέφω ακόμα γι’ αυτούς

Που αλλού συναντήσατε την τύχη σας;

Δεν είχα κανένα ιδιαίτερο ταλέντο στο σχολείο. Ούτε κι οι γονείς μου με προόριζαν για κάτι πέραν από το ότι ήθελαν να μάθω γράμματα. Δεν με προόριζαν για επιστήμονα. Άσε που είχα μείνει δύο φορές στο σχολείο. Έτσι, έδωσα εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο, στη Φιλοσοφική και στη Νομική, αλλά απέτυχα πλήρως. Τότε, άνοιξε ο δρόμος για τη σχολή Σταυράκου όπου βρέθηκα με σπουδαίους συμφοιτητές: Τον Γιώργο Πανουσόπουλο, τον Χρήστο Παλιγιαννόπουλο, τον Αλέξης Γρίβας, τη Μίκα Ζαχαροπούλου. Και μας απορρόφησε όλους το σύστημα.

Κι όταν λέμε σύστημα για εσάς σημαίνει Φίνος Φιλμς.

Ναι. Ο Ντίνος Δημόπουλος ήταν καθηγητής μας στη σχολή, μου είχε πει καλά λόγια για ένα σεναριάκι που είχα γράψει κι έτσι μια μέρα του ζήτησα να πάω σε γύρισμα του. Τότε, με ρώτησε αιφνιδιαστικά «τι χρώμα παπούτσια φοράω;» σαν μια άσκηση παρατηρητικότητας. Όταν του απάντησα πως φορούσε καφέ δέχθηκε να τον ακολουθήσω. Κάπως έτσι, κόλλησα στο Φίνο. Μάλιστα, έκανα καθημερινά ταξίδι ολόκληρο για να φτάσω στα γυρίσματα. Μέναμε στο Παλιό Ηράκλειο, έπαιρνα το πρωϊνό λεωφορείο, σταματούσα στη Νέα Ιωνία και πήγαινα με τα πόδια μέχρι τους Αγίους Αναργύρους. Το μεσημέρι, όταν γινόταν το διάλειμμα φαγητού έφευγα. Μέχρι που μια μέρα με είδε ο διευθυντής παραγωγής και με ρώτησε «που πας;». Από τότε έμενα και στα διαλείμματα. Είχα γίνει της ομάδας.

Συνέβη φυσικά λοιπόν.

Απολύτως. Και ήμουν τυχερός γιατί έσκισαν τα μικρά ταινιάκια που έκανα. «Ο Τζίμης, ο τίγρης», για παράδειγμα, είχε γίνει με ρετάλια – από αυτά που κρατούσε ο Φίνος. Γυρίζαμε ταινίες με τη Βουγιουκλάκη κι ότι περίσσευε από κάθε πλάνο έμπαινε μέσα σε ένα κουτί. Ο Φίνος μου έδωσε 50 κουτιά από δαύτα για να γυρίσω τον Τζίμη. Και στο τέλος, αφού είχα ξοδέψει και όλα τα ρετάλια, μου δάνεισε φιλμ ο Δήμος Σακελλαρίου, ένας αλησμόνητος διευθυντής φωτογραφίας. Πήγα στο Χόλυγουντ, στα θρυλικά γραφεία των παραγωγών στην πλατεία Κάνιγγος, τα πήρα κι έτσι ολοκληρώθηκε η ταινία. Ευτυχώς, τρελάθηκαν με τον «Τζίμη» στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Από τότε άλλαξε η ζωή μου.

Ο Παντελής Βούλγαρης λέει πως «Το να κάνεις σινεμά είναι μια επιλογή που έχει μόνο εκπλήξεις. Μπορεί να είσαι τυχερός και οι εκπλήξεις να είναι υπέρ σου».

Εσείς, πόσο έχετε αλλάξει ως άνθρωπος από τότε;

Καθόλου. Ιδανικά, θα ήθελα να φύγω για τόπους γυρισμάτων. Γιατί η καρδιά μου χτυπάει πάνω από τη Λαμία. Ειδικά, όταν φτάνω στη Μακεδονία, από την Καστοριά μέχρι την Αλεξανδρούπολη, όπου έχω κάνει και ταινίες. Έχω ακόμα αυτό το σαράκι. Θέλω να την κοπανήσω. Νομίζω πως το ίδιο είχε κάνει και ο Τολστόϊ: Έφυγε από το σπίτι του αλλά πέθανε στο ταξίδι. Πάντως, δεν είμαι ακόμα εδώ επειδή φοβάμαι μην πεθάνω στο δρόμο.

Σας λείπει που, αυτό το διάστημα και λόγω πανδημίας, δεν είστε σε παραγωγική διαδικασία;

Όχι. Αναγνωρίζω πως υπάρχουν πολλοί άξιοι κινηματογραφιστές να δουλέψουν αντί για μένα. Τώρα, αν εμφανιστεί κάποιος που έχει λεφτά και μου τα δώσει για να κάνω μια ταινία, είναι άλλος λογαριασμός. Από την άλλη, αυτό σημαίνει πως δεν έχω τα κότσια για να κάνω το ‘παράνομο’ μου ταξίδι. Κάπου το φοβήθηκα. Έτσι είναι και με τον κινηματογράφο.

Ιδανικά, αν είχατε όρεξη, με τι θα καταπιανόσαστε τώρα;

Κέφι έχω. Αν και οι ιδέες που σκέφτομαι είναι δύσκολες προς υλοποίηση. Και αφορούν πάντα, την Ιστορία, τον κόσμο που έχουμε αφήσει πίσω μας. Δεν αποκλείω τίποτα φυσικά.

Κέφι έχω. Αν και οι ιδέες που σκέφτομαι είναι δύσκολες προς υλοποίηση. Και αφορούν πάντα, την Ιστορία, τον κόσμο που έχουμε αφήσει πίσω μας. Δεν αποκλείω τίποτα φυσικά

Τι θα λέγατε σ’ ένα νέο σκηνοθέτη που επιχειρεί τώρα στο σινεμά;

Ότι είναι τόσο συναρπαστική η πραγματικότητα όπου παντού υπάρχουν ευκαιρίες για να σου δώσουν το έναυσμα μιας ταινίας. Πρέπει να έχεις ένα κριτήριο – δεν ξέρω αν είναι ένστικτο ή κάτι θεϊκό –για να καταλαβαίνεις αυτό που άλλοι προσπερνάνε. Σίγουρα, δεν το έχουν όλοι οι άνθρωποι.

Πιστεύετε πως είχατε αυτό το θεϊκό άγγιγμα;

Μάλλον, γιατί δεν είχα κανένα άλλο! Αυτομάτως κατάλαβα την αξία του, αυτομάτως συνδέθηκα μαζί του χωρίς να έχω καμία αμφιβολία. Και στα 26 μου ήμουν ήδη κομμάτι του χώρου, χωρίς σπουδές ή άλλα προσόντα.

«Στην Ελλάδα, εκτιμώ πως υπάρχει ένα μικρό θαύμα και μάλλον είναι η μικρή της έκταση. Αυτή η μικρή χώρα εύκολα μπαλώνεται και δεν φαίνεται η μιζέρια» σημειώνει.

Είχατε εσωτερική πίστη;

Καμιά φορά σε σπρώχνει και η πραγματικότητα να βρεις τον δρόμο. Η δική μου πραγματικότητα είχε να κάνει με την φτώχεια, την δυσκολία. Τι σημαίνει αυτό; Πως εύκολα βγαίναμε από το σπίτι, δεν μας κράταγε το σπίτι. Και κάναμε παρέες μεγάλες, ο ένας βοηθούσε τον άλλο. Η γενιά μου έτσι προχώρησε στη ζωή. Και το φοβερό είναι πως συναντήθηκαν οι δρόμοι για να πάρεις έναν μοναδικό, όπως εγώ πήρα το δρόμο του σινεμά. Και ήταν ο σωστός δρόμος, απλώς το κατάλαβα εκ των υστέρων.

Αν ξανασυναντούσατε τον Παντελή στα 19 του, πιστεύετε πως θα έπαιρνε άλλο δρόμο;

Ναι, θα ήμουν άλλος Παντελής. Ποιος ξέρει; Μπορεί να ήμουν βουλευτής, υπουργός, παπάς ή καταστηματάρχης. Το να κάνεις σινεμά είναι μια επιλογή που έχει μόνο εκπλήξεις. Μπορεί να είσαι τυχερός και οι εκπλήξεις να είναι υπέρ σου. Κι εγώ ήμουν τυχερός και στις επιλογές που έκανα, δεν τα βρήκα όλα μπροστά μου.

Μάλλον, είχα το θεϊκό άγγιγμα, γιατί δεν είχα κανένα άλλο!

Αδυνατώ να σας φανταστώ με πολιτικό αξίωμα.

Σημασία δεν έχει να είσαι απλώς υπουργός. Σημασία έχει πότε θα θα είσαι υπουργός. Στην πολιτική εμπειρία, τεράστιο ρόλο παίζει η συγκυρία! Εκλέγεσαι πανηγυρικά και στην πορεία σου τυχαίνουν τα μύρια όσα! Τότε πως καθαρίζεις; Σας τα λέω αυτά σε μια εποχή που έχω ξεπεράσει και τις ιδεολογίες και τα πάντα.

Κι έχοντας ζήσει μεγάλες πολιτικές κρίσεις.

Μόνο μεγάλες κρίσεις έχουμε περάσει στην Ελλάδα. Αν λάβω υπόψιν μόνο όσα έχω ζήσει εγώ, από το ‘40 που γεννήθηκα μέχρι σήμερα, φτάνει. Κάθε δέκα χρόνια προκύπτει μια κρίση. Τώρα τρέμω με τον Τούρκο που λέει πως θέλει και την Κρήτη.

Τι πιστεύετε πως σώζει την Ελλάδα κάθε φορά;

Εκτιμώ πως υπάρχει ένα μικρό θαύμα και μάλλον είναι η μικρή της έκταση. Αυτή η μικρή χώρα εύκολα μπαλώνεται και δεν φαίνεται η μιζέρια. Μπορεί και να κάνω λάθος.

Γιατί δεν έκανε περισσότερο θέατρο; «Ο μόνος λόγος που έκανα θέατρο ήταν επειδή είχα χρόνο – όχι ως συνειδητή επιλογή για να φύγω από τη ζωή του σινεμά» απαντά.

Ποιο πρόσφατο γεγονός σας τράβηξε την προσοχή που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ταινία;

Διάβασα την υπόθεση εκείνου του ανθρώπου στην Χαλκιδική, που σώθηκε από μια μπάλα που χάθηκε στη Λήμνο. Η πουτάνα η ζωή είναι ασύλληπτη! Δεν είναι αυτό ιστορία για ταινία; Αν καταλάβεις την σημασία αυτού του κλειδιού, της ζωής, έχεις κάνει την τύχη σου. Άλλοι κράτησαν τέτοια κλειδιά ως προσωπικούς τους θησαυρούς, εγώ τους έδωσα και άλλη τροπή. Πιάστηκα από στίχους, τραγούδια, πίνακες ζωγραφικής. Έχει σημασία το πόσο είσαι έτοιμος να συναντήσεις την άκρη του θαύματος.

Φτάνει μια άκρη για να κάνετε μια ταινία;

Αμέ! Αυτή θα σε σπρώξει.

Ποιό αισθάνεστε πως είναι το μεγαλύτερο σας προσόν στο σινεμά;

Αγάπησα πολύ αυτό που μου συνέβη, τη δουλειά. Είναι μοναδική η ζωή που περνάς όταν κάνεις μια ταινία. Αλλά είναι σκληρό όταν περνούν τα χρόνια και χάνεις αυτούς τους ανθρώπους με τους οποίους έφτιαξες τόσα πράγματα. Είτε τους χάνεις για βιολογικούς λόγους, είτε τους χάνεις μέσα στη ζωή γιατί μπαίνεις σε μιαν άλλη ταινία και άρα σε μιαν άλλη εμπειρία ζωής. Γκρινιάζω, καμιά φορά, που δεν με παίρνουν τηλέφωνο, αλλά τι να κάνουμε.

Καμιά φορά σε σπρώχνει και η πραγματικότητα να βρεις τον δρόμο. Η δική μου πραγματικότητα είχε να κάνει με την φτώχεια, την δυσκολία. Τι σημαίνει αυτό; Πως δεν μας κράταγε το σπίτι. Και κάναμε παρέες μεγάλες, ο ένας βοηθούσε τον άλλο. Η γενιά μου έτσι προχώρησε στη ζωή.

Είστε 60 χρόνια ενεργός κινηματογραφικά.

Ναι, σήμερα είμαι 82 χρονών και δουλεύω ανελλιπώς, ασταμάτητα. Όταν πια ξεκίνησα να γίνομαι γνωστός και να κάνω τις δικές μου ταινίες, διαπίστωσα πως οι ημέρες που είχα άδεια ήταν ελάχιστες. Μα δεν μου έλειψε να κάτσω και να ξεκουραστώ. Τώρα με τον κορωνοϊό που είχα αναγκαστικά άδεια έπληξα τρομερά.

Ώστε, δεν θελήσατε ούτε ένα διάλειμμα;

Όχι γιατί έπρεπε να ζήσω, να βιοποριστώ. Η ζωή μου ήταν ανάμεσα σε αυτά που ήθελα να φτιάξω και σε αυτά που μου δόθηκαν για να βιοποριστώ. Έκανα μια σειρά από διαφημιστικά, έκανα διαφημίσεις με τον Θανάση Βέγγο και τον Ευγένιο Σπαθάρη. Και οφείλω να ομολογήσω πως έζησα από την διαφήμιση.

Κάνατε περισσότερα από αυτά που θέλατε ή από αυτά που οφείλατε;

΄Εκανα περισσότερα από αυτά που επιθύμησα. Ήταν λιγότερες οι αμαρτίες. Έκανα θέατρο, συναυλίες, έκανα συνεργασίες με ανθρώπους που αγαπούσα.

«Δεν βλέπω τις ταινίες μου. Και γενικά, προτιμώ να βλέπω τις ταινίες μετά από καιρό» ομολογεί.

Αλήθεια, γιατί δεν μπήκατε πιο πολύ μέσα στο θέατρο;

Γιατί το βαριόμουν. Είχα ζήσει το θέατρο ως βοηθός σκηνοθέτη, το ήξερα. Το θέατρο είναι μια συνάντηση μακρού χρόνου, δυο-τρεις μήνες προβών μέχρι να παιχτεί μια παράσταση που παραμένει στον ίδιο χώρο, με τους ίδιους ανθρώπους, στο ημίφως. Βίωνα αυτή τη διαδικασία τελείως διαφορετικά στον κινηματογράφο. Ο μόνος λόγος που έκανα θέατρο ήταν επειδή είχα χρόνο – όχι ως συνειδητή επιλογή για να φύγω από τη ζωή του σινεμά.

Τα τελευταία χρόνια, από το 2000 και μετά, γνωριστήκατε με τη νεότερη γενιά θεατών και ηθοποιών και μιλώ για τις αφορμές που έδωσαν οι «Νύφες», η «Ψυχή βαθιά», η «Μικρά Αγγλία» και τελευταία το «Σημείωμα».  Και ομολογώ πως δεν μπορώ να φανταστώ πολλούς Έλληνες σκηνοθέτες που ανάθρεψαν δύο και τρεις γενιές θεατών.

Αυτό είναι ένα φαινόμενο που συμβαίνει μόνο στο σινεμά. Δεν μπορώ να το εξηγήσω.

Σας αρέσει να παρακολουθείτε τις ταινίες σας με κοινό; Να μοιράζεστε αυτήν την εμπειρία;

Όχι. Ποτέ δεν το έκανα γιατί έβλεπα συνέχεια λάθη. Θυμάμαι, πως όταν πήγα με την Θέμιδα Μπαζάκα στη Βενετία για τα «Πέτρινα χρόνια» την είχα πρήξει. Δεν μου άρεσε τίποτα. Δεν βλέπω τις ταινίες μου. Και γενικά, προτιμώ να βλέπω τις ταινίες μετά από καιρό. Όπως το «Νονό», κάθομαι και μελετάω την αρχική του σκηνή, τι μεγαλοφυϊα!

Η ζωή μου ήταν ανάμεσα σε αυτά που ήθελα να φτιάξω και σε αυτά που μου δόθηκαν για να βιοποριστώ

Τι βλέπετε τελευταία;

Πολλές ταινίες που είχα δει παλιά μα δεν τις είχα εκτιμήσει τόσο πολύ. Τώρα, διακρίνω καλύτερα την σκέψη των σκηνοθετών. Πρόσφατα είδα το «Φάργκο» των αδερφών Κοέν. Το κάστινγκ είναι εντελώς λοξό, διάλεξαν φάτσες που να περνάνε για αγαθιάρηδες ή κουτοί, όπως ήταν οι ρόλοι, με κορυφαία τη Φράνσις ΜακΝτόρμαντ. Σπουδαία δουλειά.

«Με το πρώτο μισθό που πήρα από το Φίνο, έτρεξα σε ένα υπόγειο βιβλιοπωλείο στο Μοναστηράκι και άρχισα να αγοράζω -χωρίς να ξέρω τι αγοράζω. Μετά διαπίστωσα ότι είχα ταλέντο ακόμα και να διαλέγω άγνωστους τίτλους» λέει για τα αναγνώσματα του.

Τι άλλο σας τρέφει αυτόν τον καιρό;

Όπως πάντα διαβάζω. Στα 19 μου χρόνια όταν μπήκα στο Φίνο δεν είχα ούτε ένα βιβλίο. Ήμουν παιδί της Κατοχής. Και με το πρώτο μισθό που πήρα από το Φίνο, έτρεξα σε ένα υπόγειο βιβλιοπωλείο στο Μοναστηράκι και άρχισα να αγοράζω -χωρίς να ξέρω τι αγοράζω. Μετά διαπίστωσα ότι είχα ταλέντο ακόμα και να διαλέγω άγνωστους τίτλους. Από τότε που κατάλαβα πως το διάβασμα είναι το μεράκι μου, αγόραζα πολλά. Μόνο για τον Εμφύλιο έχω μαζέψει πάνω από 2.500 βιβλία! Ξέρετε, δεν πετάγομαι και από το θέμα στο άλλο. Η ανάγνωση της Ιστορίας έχει απαιτήσεις. Όταν πήγα στην Καστοριά για τα γυρίσματα των «Νυφών», έμαθα που είναι ο Γράμμος, που είναι το Βίτσι κι άρχισα να διαβάζω για τα γεγονότα σε αυτά τα βουνά. Ξαναγυρίζω συνέχεια στον Εμφύλιο. Ο Τσαρούχης έλεγε ακριβώς αυτό. Όταν ήταν ηλικιωμένος, τον είχαν ρωτήσει «τι διαβάζετε;» και απάντησε «τα ίδια». Αν διαβάσεις σήμερα ένα βιβλίο και επανέρθεις, μετά από πέντε χρόνια, σε αυτό με άλλα βιώματα πια, το ανάγνωσμα θα είναι άλλο.

Συγκεκριμένα τώρα τι διαβάζετε;

Σκόρπια διαβάζω. Τσαντίζομαι που επιστρέφω στον Εμφύλιο γιατί έχω αφήσει θέματα όπως το Μακεδονικό, η Τουρκοκρατία. Δεν τολμάω να πάω στην αρχαία Ελλάδα: Αυτό είναι ένα κομμάτι που δεν θα μάθω, θα φύγω από αυτή τη ζωή αγνοώντας το. Για τον Εμφύλιο μελέτησα πολύ καλά και σκέφτηκα πολύ πάνω στα γεγονότα.

Έζησα την εξορία σαν μια τύχη μεγάλη. Όμως, δεν θέλω να μιλήσω γι’ αυτό. Πονάνε αυτές οι αναμνήσεις, ακούμπησα ό,τι μπόρεσα στις ταινίες μου

Έπαιξε ρόλο πως υπήρξατε και παιδί του Εμφυλίου;

Ναι, όλη η γενιά των κινηματογραφιστών που συμπορευτήκαμε είχαν ασχοληθεί με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο με τον Εμφύλιο. Έκανα παρέα με ανθρώπους που είχαν επιστρέψει από τη Γυάρο πριν μια εβδομάδα. Ο γείτονας μου, όταν έμενα στην Ασκληπιού, είχε βγάλει ένα βιβλίο με την ιστορία της Μακρονήσου γιατί ήταν εξόριστος.

Πως φέρετε το προσωπικό σας βίωμα από την εξορία;

Για μένα ήταν απολύτως φυσικό να συμμετέχω στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, ήταν γεγονότα συναρπαστικά. Δεν μπορούσες να μην είσαι κοντά στην Ιστορία όταν γράφεται. Ήξερα ότι θα έχω συνέπειες, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν τις φανταζόμουν. Συνέβη. Παρόλα αυτά, έζησα την εξορία σαν μια τύχη μεγάλη. Όμως, δεν θέλω να μιλήσω γι’ αυτό. Πονάνε αυτές οι αναμνήσεις, ακούμπησα ότι μπόρεσα στις ταινίες μου.

Για την πολιτική του δράση: «Για μένα ήταν απολύτως φυσικό να συμμετέχω στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, ήταν γεγονότα συναρπαστικά. Δεν μπορούσες να μην είσαι κοντά στην Ιστορία όταν γράφεται. Ήξερα ότι θα έχω συνέπειες, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν τις φανταζόμουν».

Αν κάνετε ένα κοντινό πλάνο στη μνήμη σας που θα εστιάζατε;

Αμαρτία είναι να διαλέξω. Αλλά μάλλον, στον Τζίμη. Και στον πρωταγωνιστή μου τον Σπύρο Καλογήρου. Θυμάμαι, τον θαύμαζα όταν έπαιζε με το Νίκο Κούρκουλο για το Φίνο και να τον συναντούσα στο Θέατρο Τέχνης. Κι έτσι όταν, μια Κυριακή στο Μοναστηράκι, έπεσα πάνω στον πραγματικό Τζίμη, γύρισα στο σπίτι κι έγραψα το σενάριο σε μια μέρα – δέκα σκηνές όλες κι όλες. Στα γυρίσματα ο πραγματικός Τζίμης μάζευε τον κόσμο. Κάναμε τα γυρίσματα σε τρεις ταράτσες.

Θυμάστε τα πάντα με την παραμικρή λεπτομέρεια.

Θυμάμαι και τα 20 ονόματα των τεχνικών του Φίνου. Ακόμα. Χωρίς να έχω δουλέψει μαζί τους.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Το 8ο Διεθνές Φεστιβάλ Άνδρου ανοίγει στις 31 Ιουλίου έως τις 24 Αυγούστου στο Ανοιχτό Θέατρο Χώρας Άνδρου

Προπώληση: https://www.ticketservices.gr/event/andros-festival-2022/

Πληροφορίες www.festivalandros.gr

Δείτε το πρόγραμμα εδώ: https://www.monopoli.gr/2022/06/14/festival/586872/8o-diethnes-festival-androu-epanerxetai-dynamika-me-parastaseis-synaylies-kai-alles-ekdiloseis/

Περισσότερα από Πρόσωπα
VIMA_WEB3b