MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΡΙΤΗ
19
ΜΑΡΤΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

Οι νέοι φωτισμοί στα αθηναϊκά μνημεία ανανεώνουν τη σχέση μας με την πόλη

Οι νέοι φωτιστικοί σχεδιασμοί σε τέσσερα μνημεία της πόλης μας κάνουν να τα βλέπουμε με άλλα μάτια. Αρκεί μια νεα φωτιστική προσέγγιση για να ανανεωθεί το ενδιαφέρον μας γι’ αυτά; Οι επιμελητές των έργων Ελευθερία Ντεκώ και Γιώργος Τέλλος, απαντούν.

Στέλλα Χαραμή | 16.04.2021 Φωτογραφία Εξωφύλλου: Γαβριήλ Παπαδιώτης

Στο ‘μανιφέστο’ του Λε Κορμπυζιέ για την πολεοδομία, τρία στοιχεία είχαν κεντρικό ρόλο: Το φως, το πράσινο και ο ήλιος. Το πρώτο αξίωμα, αυτό του φωτός, μοιάζει να είναι διαχρονικά η πιο μεγάλη μάχη της αρχιτεκτονικής αλλά και βασικό όπλο στην ανάδειξη της. Γι’ αυτό και ολοένα πιο συχνά, τουλάχιστον κατά τις τελευταίες δεκαετίες, το φως προκρίνεται ως αστικός σηματοδότης. Ειδικά όταν η συζήτηση αφορά στα μνημεία, δηλαδή σε διαχρονικά σημεία αναφοράς ενός χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού μιας ιστορικής πόλης. Και η Αθήνα είναι μια τέτοια πόλη.

Το Καλλιμάρμαρο με φωτισμό από εξήντα νέες συστοιχίες και 3.600 led δια χειρός Γιώργου Τέλλου. credit: Διονύσης Κούτσης.

Νέοι σχεδιασμοί

Οι πρόσφατες παρεμβάσεις ολοκληρωμένων φωτιστικών σχεδιασμών σε αθηναϊκά μνημεία φαίνεται πως εναρμονίζονται με αυτή την προβληματική. Ο νέος φωτισμός της Ακρόπολης, του Καλλιμάρμαρου, του Ναού του Ηφαίστου καθώς και του Μνημείου του Φιλοπάππου – αποκτήματα των τελευταίων μηνών για το δημόσιο χώρο – επιχειρούν να ανανεώσουν τον τρόπο θέασης των ίδιων των μνημείων από τους κατοίκους και της επισκέπτες της ∙ κι ίσως ακόμα να δημιουργήσουν, ερήμην τους, έναν οδικό χάρτη φωτός και αναγνώρισης της πόλης.

Ο ναός του Ηφαίστου με φόντο την φωτισμένη Ακρόπολη και τα δύο έργα της Ελευθερίας Ντεκώ, σε συνομιλία. credit: Στέλιος Τζέτζιας

“Να ξεσκονίσουμε την Ακρόπολη”

Από τα περασμένα Χριστούγεννα, η εμπειρία ενός περιπάτου στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου ή στην Αρχαία Αγορά έχει νοηματοδοτηθεί από τη ματιά της Ελευθερίας Ντεκώ. Η διεθνώς διακεκριμένη φωτίστρια, που ανέλαβε το μεγάλο έργο (υπό την εποπτεία του ΥΠΠΟ και με τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος Ωνάση) δεν θα μπορούσε παρά να πλησιάσει την Ακρόπολη με δέος: Όχι μόνο ως σύμβολο της χώρας, σύμβολο Πολιτισμού, Δημοκρατίας, Φιλοσοφίας, Τέχνης για όλο τον πλανήτη αλλά και ως πυρήνας κίνησης στο αθηναϊκό κέντρο. «Πρόθεση μας ήταν να φωτίσουμε στοιχεία της Ακρόπολης, τα οποία αναδεικνύει η εκάστοτε εποχή. Να ‘ξεσκονίσουμε’ την μνήμη, να ξε-θαμπώσουμε τα γυαλιά μέσα από τα οποία βλέπουμε το μνημείο, να αναδείξουμε την λευκότητα του ως …πνευματική καθαρότητα, ως ιστορική αλήθεια, ως αριστούργημα τέχνης και αρχιτεκτονικής, ως σύμβολο μιας εποχής που χαρακτηρίστηκε χρυσός αιώνας» εξηγεί η ίδια.

«Υπηρετήσαμε αυτό που μας υπέβαλλε το μνημείο, γιατί αυτό το μνημείο σού επιβάλλεται! Σου υποβάλλει συγκινήσεις και συναισθήματα που δεν μπορείς να αγνοήσεις. Το αφουγκραστήκαμε σε όλη τη διάρκεια του έργου και οδηγηθήκαμε σε ένα φωτισμό που δεν φωτίζει, δεν τονίζει, αλλά συνυπάρχει και αναδεικνύει το εσωτερικό φως των μνημείων».

“Το αφουγκραστήκαμε σε όλη τη διάρκεια του έργου και οδηγηθήκαμε σε ένα φωτισμό που δεν φωτίζει, δεν τονίζει, αλλά συνυπάρχει και αναδεικνύει το εσωτερικό φως των μνημείων” εξηγεί η Ελευθερία Ντεκώ. credit: Γαβριήλ Παπαδιώτης

Αλλαγή και στο Καλλιμάρμαρο

Παρόμοια αίσθηση μεταφέρει και ο σχεδιαστής φωτισμού Γιώργος Τέλλος που, μόλις πριν από τρεις εβδομάδες, παρέδωσε μια νέα φωτιστική και φιλική στο περιβάλλον προσέγγιση για το Καλλιμάρμαρο, ύστερα από το αίτημα της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής. «Οι προθέσεις μου ήταν να γίνει μια ήπια ανάδειξη του μνημείου, η οποία θα σέβεται τον χώρο και την ιστορία του. Ταυτόχρονα, στόχος ήταν να συμπεριφερθούμε απέναντί του ευγενικά αναδεικνύοντάς το φωτιστικά ως ένα έργο τέχνης που μας χαρίζεται μέσα από το βάθος του χρόνου».

Με έναν ήπιο φωτιστικό σχεδιασμό προσέγγισε ο Γιώργος Τέλλος το Καλλιμάρμαρο, μειώνοντας τη φωτορύπανση κατά 80%. credit: Διονύσης Κούτσης.

Ανανώνεται ο διάλογος της πόλης με τα μνημεία

Και μπορεί για τα δύο αυτά, ενεργά στην πόλη, τοπόσημα το αφήγημα να μην άλλαξε, αλλά σίγουρα ο φωτισμός πυροδότησε έναν καινούργιο διάλογο μαζί τους. Εξάλλου, είναι φυσιολογικό, η σχέση των κατοίκων με τα μνημεία της πόλης τους να φθείρεται και ενίοτε να παρακμάζει. Ο φωτισμός, όμως, αφενός αφήνει ένα ίχνος της σύγχρονης εποχής σε ένα υλικό μνήμης κι αφετέρου παραδοσιακά έλκει τους ανθρώπους, τους οδηγεί προς αυτό – όπως μια πεταλούδα φλερτάρει επίμονα με μια λάμπα.

Η Ελευθερία Ντεκώ θεωρεί πως η συνομιλία με ένα μνημείο ανανεώνεται μέσω του φωτιστικού σχεδιασμού αφού «βγάζει το μνημείο από το σκοτάδι …από την σιωπή. Καθώς ο φωτισμός είναι κάτι που γεννιέται την νύχτα – είτε το μνημείο βρίσκεται σε ένα πολύβουο και ζωηρό μέρος της πόλης, είτε σε μια ήσυχη γειτονιά- ο φωτισμός ενός μνημείου είναι σαν να το ξυπνά, σαν να το προκαλεί να μιλήσει στους περαστικούς, στους περιπατητές. Είτε κοντοσταθούν να το παρατηρήσουν, είτε του ρίξουν μια πεταχτή ασυνείδητη ματιά, το μνημείο τους αφήνει μια αίσθηση, μια εικόνα, ένα άρωμα, ένα ψίθυρο».

Η Ελευθερία Ντεκώ επί τω έργω με την ομάδα της. credit: Γαβριήλ Παπαδιώτης

Πνοή στο ευρύτερο αστικό περιβάλλον

Ο Γιώργος Τέλλος θέτει και πρακτικές παραμέτρους αναβάθμισης ενός μνημείου μέσα από το φωτισμό του, καθώς «δημιουργεί παράλληλες ευκαιρίες για κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή του μνημείου. Μπορεί να δώσει πνοή στο συγκεκριμένο αστικό περιβάλλον καθώς προσελκύει επισκέπτες βάζοντας στον νυχτερινό χάρτη της πόλης ένα τοπίο που μέχρι τότε παρέμενε σκοτεινό. Όλα αυτά, όμως, δεν έχουν κανένα νόημα αν δεν λάβει ο σχεδιαστής φωτισμού υπόψη του στη μελέτη ότι το έργο πρέπει να είναι εναρμονισμένο στη γειτονιά που βρίσκεται και να μην προκαλεί φωτορύπανση. Ένα μνημείο δεν είναι χώρος επίδειξης του σχεδιαστή, γι’ αυτό δεν χρειάζονται υπερβολές» τονίζει.

Αποψη του Καλλιμάρμαρου από ψηλά. Διακρίνονται φωτισμένα και τα δέντρα του Αρδηττού. credit: Διονύσης Κούτσης.

Αναθέσεις έργων μνημειακού φωτισμού και στο εξωτερικό

Ο Γιώργος Τέλλος έχει αξιοσημείωτες συνεργασίες στο εξωτερικό στραμμένες περισσότερες στον αρχιτεκτονικό φωτισμό, το stage lighting καθώς και στις σύγχρονες φωτιστικές εγκαταστάσεις σε δημόσιους χώρους. Σε αναμονή, ωστόσο, βρίσκονται μελέτες του για «δύο σπουδαία παγκόσμια μνημεία, χωρίς να έχουν ακόμη υλοποιηθεί: Το πρώτο είναι στο Πεκίνο και αφορά τον φωτισμό ανάδειξης δύο χιλιομέτρων από το Σινικό Τείχος – έργο μιας γαλλοκινεζικής κοινοπραξίας – και το δεύτερο είναι ένα μέρος της αρχαίας πόλης Al-‘Ula στη Σαουδική Αραβία που άνοιξε πρόσφατα για τους επισκέπτες. Η εμπειρία μου δείχνει πως τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι φορείς ανά τον κόσμο σπεύδουν να αναδείξουν φωτιστικά τα μνημεία της χώρας τους».

“Λατρεύω τους αρχαιολογικούς χώρους γιατί ‘’γνωρίζουν’’ πως να οδηγήσουν τον καλλιτέχνη – ακόμη και έναν επισκέπτη – στο μέτρο και την υπέρβαση” σημειώνει η Ελευθερία Ντεκώ. credit: Γαβριήλ Παπαδιώτης

Τα μνημεία του μέτρου και της φόρμας

Η διατύπωση του Ρίτσαρντ Μάγιερ – με τη φήμη του κατόχου του βραβείου αρχιτεκτονικής Pritzker να έχει αμαυρωθεί εξαιτίας πρόσφατων κατηγοριών σεξουαλικής παρενόχλησης – πως «όταν ένα αρχιτεκτονικό έργο καλείται να συμβιώσει με το φως δεν παράγει απλώς μια φόρμα στο φως αλλά επιτρέπει στο φως να γίνει φόρμα» περιγράφει ικανοποιητικά γιατί είναι πρόσφορη η σχέση μεταξύ των αρχαιολογικών χώρων ή μνημείων (που αποθεώνουν τη φόρμα) και των φωτιστικών σχεδιασμών.

Η Ελευθερία Ντεκώ παραδέχεται πως ακόμα και σε δημιουργικό επίπεδο η ενασχόληση με τους αρχαιολογικούς χώρους «μου αφήνει ως εσωτερικό αποτύπωμα ένα σύμπλεγμα συναισθημάτων και συγκινήσεων που ουδέποτε μπορούσα να φανταστώ! Δέος, ασίγαστη δίψα για μελέτη της ιστορίας, φόβο, θαυμασμό, έκπληξη, γοητεία, μέθη, έλξη, σοκ, ενθουσιασμός,… Πάθος και αφοσίωση! Μας υπενθυμίζει την αξία του μέτρου και την αναγκαιότητα της ενδοσκόπησης. Λατρεύω τους αρχαιολογικούς χώρους γιατί ‘’γνωρίζουν’’ πως να οδηγήσουν τον καλλιτέχνη – ακόμη και έναν επισκέπτη – στο μέτρο και την υπέρβαση. Σε μια ενδοσκόπηση εποικοδομητική, που συμβαδίζει με το σεβασμό της ιστορίας και οδηγεί στην αλλαγή!».

Η Αθήνα καθώς φιλτράρεται από το μνημείο των Καρυάτιδων. credit: Γαβριήλ Παπαδιώτης

Νέα ματιά στο Θησείο και στου Φιλοπάππου

Η δουλειά της Ντεκώ δεν περιορίστηκε στον ιερό βράχο αλλά ακολούθησε μια νοητή γραμμή προς το Θησείο συμπεριλαμβάνοντας τον δωρικό ναό του Ηφαίστου και προς τον λόφο των Μουσών στου Φιλοπάππου, όπου και προβάλλει το ομώνυμο ταφικό μνημείο του 2 μ.Χ. αιώνα. «Τεχνικά χρησιμοποιήσαμε τις ίδιες αρχές φωτισμού και τα ίδια μέσα. Ωστόσο. το λευκό φως του είναι πολύ πιο θερμό από αυτό που χρησιμοποιήσαμε στον Παρθενώνα και πιο χαμηλό σε ένταση. Αν το φως του Παρθενώνα είναι πιο υπερβατικό, αυτό θέλαμε να είναι πιο γήινο. Στο μνημείο του Φιλοπάππου επικεντρωθήκαμε στην αναγλυφότητα του μνημείου, στην ανάδειξη σημείων που δεν είχαν αναδειχτεί ως τώρα, αλλά φροντίσαμε να μην υπερτερεί σε ένταση του Παρθενώνα όταν αντιπαραβάλλεται μαζί του από διάφορα σημεία θέασης της Αθήνας» σημειώνει.

Το ταφικό Μνημείο Φιλοπάππου χρονολογείται στο 114-116 μ.Χ. και χτίστηκε από τους Αθηναίους προς τιμή του μεγάλου ευεργέτη της πόλης, εξορίστου ηγεμόνα της Κομμαγηνής, Ιουλίου Αντιόχου Φιλoπάππου. credit: Στέλιος Τζέτζιας.

Και με τα νεότερα μνημεία, τι;

Για την ώρα, τα μνημεία της αρχαιότητας – και δη τα πλέον προβεβλημένα – τυγχάνουν προσοχής τόσο από το υπουργείο Πολιτισμού όσο και από τους φορείς – δωρητές που καλύπτουν τα έξοδα του έργου. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει πως και ο νεότερος αρχιτεκτονικός πλούτος της πόλης δεν αναζητά τρόπους για να υπενθυμίσει την παρουσία του. Ο Γιώργος Τέλλος συμφωνεί πως οφείλουμε να στρέψουμε την προσοχή και προς τους νεότερους ‘θησαυρούς’ αρκεί «να διαφοροποιείται η μελέτη ανάδειξης μνημείων ανάλογα με την ιστορία τους και αυτό που συμβολίζουν. Από την πλευρά μου, ενθαρρύνω τις πρωτοβουλίες των φορέων για τη φωτιστική ανάδειξη των ιστορικών μνημείων γενικότερα. Θα διαπιστώσουν ότι τα οφέλη είναι πολύ περισσότερα και το κόστος τελικά δεν είναι τόσο μεγάλο».

Αποσπασματικές δράσεις

Για την ώρα, στην περίπτωση της Αθήνας εξακολουθούμε να μιλάμε για αποσπασματικές προτάσεις ή για προτάσεις που αναδεικνύουν τα πλέον εμβληματικά μνημεία του δημόσιου χώρου και μόνο. Κι ενώ από τη μια σημειώνεται ένα θετικό βήμα, την ίδια ώρα προδίδεται και το διαρκές έλλειμμα ενός συνολικού σχεδιασμού∙ εν προκειμένω μιας συνολικής αισθητικής άποψης γύρω από τον φωτισμό της Αθήνας και του αστικού χώρου γενικότερα.

Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά. Η περσινή απόπειρα του δήμου Αθηναίων να φωτίσει (με την συνδρομή χορηγών) λεωφόρους και πλατείες του κέντρου προκαλώντας ένα οπτικό αλαλούμ, έμεινε αξέχαστη στη μνήμη πολλών.

Ο Ιερός Βράχος από απόσταση. credit: Γαβριήλ Παπαδιώτης

Τα φώτα μακιγιάρουν την πόλη

Κι όμως τα φώτα μιας πόλης – ακόμα και μέσα από την λογοτεχνική τους θεώρηση – λειτουργούσαν πάντα ως ένας παράγοντας εξωραϊσμού των ατελειών της. «Το φως είναι ένας αποφασιστικός παράγοντας στον τρόπο που βιώνουμε την αρχιτεκτονική. Ακόμα κι ένα δωμάτιο μπορεί να δώσει πολύ διαφορετικές χωροταξικές εντυπώσεις» παρατηρούσε ο Στιν Ειλερ Λασμούσεν, ένας από τους βασικούς υπεύθυνους αστικού σχεδιασμού της Κοπεγχάγης.

Γεγονός που υποδεικνύει τις απεριόριστες δυνατότητες μακιγιαρίσματος του αστικού τοπίου μέσα από τεχνικές φωτισμού. «Οι πόλεις τη νύχτα μπορούν να είναι πολύ πιο γοητευτικές από την ημέρα αν έχουν κατάλληλο, έξυπνο και διακριτικό φωτισμό» συνηγορεί η Ελευθερία Ντεκώ παρότι κρίνει πως ένας συνολικός σχεδιασμός φωτισμού «μοιάζει με δύσκολο εγχείρημα. Οι πόλεις μεγαλώνουν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους με εναλλασσόμενους δήμαρχους, διαφορετικά δημοτικά συμβούλια που υπαγορεύουν διαφορετικές επιλογές μελετών φωτισμού. Πρόσφατα επισκέφτηκα μια επαρχιακή πόλη της χώρας μας και μέτρησα 18 διαφορετικά είδη ιστών φωτοδότης. Δημιουργούσαν τέτοια φλυαρία φωτιστική και αισθητική που έκλεβε από την ομορφιά του αστικού και φυσικού τοπίου. Γι αυτό και θεωρώ σημαντικές τις, εξ αρχής, κατευθυντήριες γραμμές που ορίζουν την τεχνολογική και αισθητική γραμμή, όχι μόνο για την κάθε πόλη, αλλά για το κάθε διαμέρισμα της».

“Τα οφέλη φωτιστικής ανάδειξης των μνημείων είναι πολύ περισσότερα και το κόστος τελικά δεν είναι τόσο μεγάλο” εισηγείται ο Γιώργος Τέλλος. credit: Διονύσης Κούτσης.

Πως μπορούμε να ‘ξαναχτίσουμε’ τις πόλεις

Ο Γιώργος Τέλλος, με τη σειρά του, λέει πως πρέπει να σταθούμε στις ήδη επιτυχημένες προσπάθειες αφού καθεμιά από αυτές «παρασύρει θετικά και την επόμενη δράση. Η φωτιστική τεχνολογία στις μέρες μας έχει εξελιχθεί και έχει γίνει προσιτή στο ευρύ κοινό. Βεβαίως και δεν είναι εύκολο να δημιουργηθούν οι συνθήκες για έναν συνολικό φωτιστικό σχεδιασμό. Εξάλλου, ό,τι έχει χτιστεί μέχρι τώρα σε μια πόλη, δεν μπορεί εύκολα να αλλάξει κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τη νύχτα, όμως, θα μπορούσαμε να “ξαναχτίσουμε” μια πόλη με το φως που θα έχει τη δική της ομορφιά και φινέτσα».

Ίσως τελικά, τα μνημεία να επιλέγονται για να φωτιστούν ως υπομνήσεις μιας άλλης, αρχιτεκτονικής αρμονίας, αποτρέποντας το βλέμμα μας από την αστική οικοδομική αναρχία. Αν και όπως συνήθιζε να ισχυρίζεται ο Φρανκ Λόιντ Ράιτ – ο Αμερικανικός δημιουργός του εμβληματικού νεϋορκέζικου μουσείου Γκούγκενχάιμ«το φως είναι ο αναμορφωτής καθετί χτισμένου».

Περισσότερα από Art & Culture
VIMA_WEB3b